Βρήκαν θεραπεία για τη νόσο Πάρκινσον

Επιστήμονες από τη Σουηδία διαπίστωσαν σε μελέτη με ποντίκια, βλαστοκύτταρα που είχαν καλλιεργήσει στο εργαστήριο «διόρθωσαν» τις εγκεφαλικές βλάβες ομάδας αρουραίων, με αποτέλεσμα να ανακτήσουν την φυσιολογική κινητικότητά τους.

Όπως λένε οι επιστήμονες, αυτό ήταν το πρώτο, ουσιώδες βήμα προς την επινόηση ενός τρόπου ιάσεως της νόσου, για την οποία προς τον παρόν δεν υπάρχει θεραπεία, αλλά φάρμακα και τεχνικές διέγερσης του εγκεφάλου που απλώς θέτουν υπό έλεγχο τα συμπτώματά της.

Οι ερευνητές, πάντως, διευκρινίζουν ότι θα πρέπει να μεσολαβήσουν αρκετές ακόμα έρευνες, έως ότου αρχίσουν οι δοκιμές της νέας μεθόδου σε ανθρώπους.

Η νόσος του Πάρκινσον προκαλείται, εν μέρει, από την απώλεια των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου που παράγουν την ουσία ντοπαμίνη, η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στην κίνηση και στον έλεγχο της ψυχικής διάθεσης.

Η μείωση των επιπέδων της ντοπαμίνης έχει ως συνέπεια να χάνουν προοδευτικά οι ασθενείς την επιδεξιότητά τους και να επιβραδύνονται ολοένα περισσότερο οι κινήσεις τους – συμπτώματα που σηματοδοτούν την έναρξη της νόσου.

Οι επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Lund που πραγματοποίησαν τη νέα μελέτη, κατέστρεψαν τα νευρικά κύτταρα της ντοπαμίνης στην μία πλευρά του εγκεφάλου των πειραματόζωων, για να προκαλέσουν νόσο του Πάρκινσον.

Στη συνέχεια, μετέτρεψαν ανθρώπινα εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα (hESC) σε νευρώνες που παράγουν ντοπαμίνη και τα ενέχυσαν στον εγκέφαλο τωνζώων.

Λίγο καιρό αργότερα, οι αρουραίοι άρχισαν να ανακτούν την κινητική λειτουργία τους, καθώς οι βλάβες στον εγκέφαλό τους άρχισαν να αποκαθίστανται.

Μέσα σε πέντε μήνες τα επίπεδα ντοπαμίνης στον εγκέφαλό τους είχαν επιστρέψει στο φυσιολογικό και είχαν αποκατασταθεί όλες οι συνδέσεις των εγκεφαλικών κυττάρων μεταξύ τους, ενώ τα ζώα είχαν πλέον φυσιολογική κινητική λειτουργία.

«Η μελέτη μας αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό ορόσημο στην προκλινική (σ.σ. πριν τη δοκιμή σε ανθρώπους) αξιολόγηση των προερχόμενων από τα hESC νευρώνων και ενισχύει την αξία τους στη θεραπεία της νόσου του Πάρκινσον», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Μαλίν Παρμάρ, αναπληρώτρια καθηγήτρια Αναπτυξιακής & Αναγεννητικής Νευροβιολογίας στο Lund.

Η δρ Παρμάρ και οι συνεργάτες της, που δημοσιεύουν τη μελέτη τους στην επιθεώρηση «Cell Stem Cell», εκτιμούν ότι θα χρειασθούν τουλάχιστον 3 χρόνια πρόσθετων ερευνών πριν αρχίσουν οι δοκιμές τής μεθόδου σε ανθρώπους.

Τα hESC δεν λαμβάνονται από έμβρυα αμβλώσεων, αλλά από ωάρια που γονιμοποιούνται στο εργαστήριο (in vitro) και, με την άδεια των δωρητών τους, χρησιμοποιούνται στην ιατρική έρευνα.