ΠτΔ: Είμαι βέβαιος πως μετά τις προεδρικές εκλογές θα δοθεί και πάλι η ευκαιρία για λύση

Σε ομιλία του στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Πολιτιστικό Κέντρο Αστρομερίτη, στο πλαίσιο της 37ης Αντικατοχικής Πορείας Μόρφου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, εξέφρασε τη βεβαιότητα του ότι μετά τις προεδρικές εκλογές θα δοθεί και πάλι η ευκαιρία για λύση.

Αυτούσια η ομιλία του Προέδρου στην Αντικατοχική Πορεία Μόρφου:

“Παρευρισκόμενος σήμερα μπροστά στις τόσες γενεές Μορφιτών, συμμερίζομαι και νιώθω απόλυτα τον πόνο και την πικρία που βιώνετε για τον εκτοπισμό και τη δοκιμασία της προσφυγιάς.

Συμμερίζομαι επίσης, την αγωνία σας για το αναφαίρετο δικαίωμα σας να επιστρέψετε στις πατρογονικές εστίες, αλλά και να διασφαλίσετε τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα που κάθε Ευρωπαίος πολίτης απολαμβάνει.

Από τη δική μου πλευρά, αυτό που θέλω να σας διαβεβαιώσω είναι ότι στηριζόμενοι ακριβώς στη δική σας αγωνία και ακλόνητη πίστη για την πολυπόθητη επιστροφή, παραμένουμε σταθεροί στις επίμονες προσπάθειες που καταβάλουμε, προκειμένου να επιτύχουμε μία δίκαιη, βιώσιμη, λειτουργική λύση, η οποία κάτω από συνθήκες ασφάλειας θα οδηγεί στην επανένωση της πατρίδος μας και την απαλλαγή της από την απαράδεκτη παρούσα κατάσταση πραγμάτων.

Μία λύση που προβάλλει ως απαίτηση, και η οποία θα δικαιώνει τις προσδοκίες των Μορφιτών και του συνόλου του προσφυγικού κόσμου, αποκαθιστώντας ταυτόχρονα το διεθνές δίκαιο και τη διεθνή έννομη τάξη, τα οποία η τουρκική πλευρά συνεχίζει να περιφρονεί εμμένοντας για 43 χρόνια στην αναχρονιστική κατοχής μιας χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Προσερχόμενοι κάθε φορά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, εκείνο που προτάσσουμε είναι πριν και πάνω από όλα το συμφέρον της πατρίδος μας. Ένα συμφέρον που λέει ότι μια λύση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις αξιώσεις των Ελληνοκυπρίων, αλλά να μην παραγνωρίζει και τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων.

Και σας διαβεβαιώ ότι αυτό είναι που θα συνεχίσουμε να πράττουμε και στις επόμενες των ευκαιριών που θα μας δοθούν. Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε με στόχο να καταλήξουμε σε ένα σχέδιο λύσης που θα ανταποκρίνεται στην προσδοκίες του συνόλου του κυπριακού λαού, ο οποίος θα έχει τον τελικό λόγο αποδοχής του ή μη της λύσης που θα γίνει κατορθωτό να πετύχουμε.

Ένα σχέδιο που θα αποτελεί μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε ένα ομοσπονδιακό κράτος που θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες του συνόλου των νόμιμων πολιτών, διασφαλίζοντας τη μόνιμη σταθερότητα και ειρηνική συμβίωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, μέσω προνοιών που θα το καθιστούν βιώσιμο και λειτουργικό, αλλά ιδιαίτερα απαλλαγμένο από τις εξαρτήσεις τρίτων κρατών.

Δυστυχώς, παρά την εποικοδομητική μας στάση, τις άοκνες και αδιάκοπες προσπάθειές και την πρόοδο που επιτεύχθηκε, αυτός ο νέος γύρος συνομιλιών που ξεκίνησε τον Μάιο του 2015 και κλιμακώθηκε τον Ιούλιο του 2017 στο Κραν Μοντανά, κατέληξε σε αδιέξοδο. Ένα αδιέξοδο που αποκλειστικά – και θέλω να το υπογραμμίσω – οφείλεται στην τουρκική αδιαλλαξία, (στην Τουρκία), η οποία, αντί να είναι θετικά διακείμενη στην εγκαθίδρυση ενός πραγματικά ανεξάρτητου, κυρίαρχου και φυσιολογικού κράτους, μέσα από τις πρόνοιες της ή μέσα από τις αξιώσεις της στόχευε στο να υποβαθμίσει την Κύπρο σε μια χώρα επιρροής της Τουρκίας.

Μια στάση που δεν περιορίστηκε στις πιο πάνω απαράδεκτες αξιώσεις, αλλά επεκτάθηκε και στο κεφάλαιο των εδαφικών αναπροσαρμογών και πάλι σε αντίθεση με το πλαίσιο Γκουτέρες, στο οποίο υπήρχε ρητή αναφορά πως η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή πλευρά θα πρέπει να ανταποκριθούν, στα πλαίσια των εδαφικών αναπροσαρμογών, στις εγειρόμενες ανησυχίες και ευαισθησίες της ελληνοκυπριακής πλευράς.

Είναι αυτονόητο, και το έχω μεταφέρει πολλάκις σε όλους τους συνομιλητές μου και όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, πως μεταξύ των περιοχών που θα είναι υπό επιστροφή δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνεται και η Μόρφου. Σε αντίθετη περίπτωση δεν νοείται επίτευξη λύσης.

Τούτων λεχθέντων και απευθυνόμενος τόσο στον διεθνή παράγοντα αλλά και σε όσους μου αποδίδουν ευθύνη για το ανεπιτυχές αποτέλεσμα, χωρίς καμιά πρόθεση αντιπαράθεσης – διότι κατά κύριο λόγο αφορά τους τρίτους που μας παρακολουθούν, τον διεθνή οργανισμό, τους φίλους που είναι παρόντες, και θα μεταφέρουν τα μηνύματα – θα ήθελα να υποβάλω κάποια ερωτήματα όσον αφορά τις επιδιώξεις μας:

• Είναι ακραίο ή υπερβολή να επιδιώκεται η εγκαθίδρυση ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτος, χωρίς ξένες εγγυήσεις, χωρίς δικαιώματα παρέμβασης από μια τρίτη χώρα και απαλλαγμένο από την κατοχή, από την παρουσία κατοχικών στρατευμάτων;

• Είναι παράλογο να υποστηρίζεται η εγκαθίδρυση ενός κανονικού κράτους, όπου όλες οι αποφάσεις θα λαμβάνονται μόνο από τους πολίτες του;

• Είναι αδικαιολόγητο ένα κράτος μέλος της ΕΕ να συμμετέχει αποτελεσματικά στη λήψη αποφάσεων μέσα στην ΕΕ;

• Είναι άραγε αβάσιμο να οραματιζόμαστε την κατάργηση της αναχρονιστικής Συνθήκης Εγγυήσεων και την καθιέρωση ή την αντικατάσταση ενός αναχρονιστικού συστήματος με σύγχρονες ισχυρές εγγυήσεις που μπορούν να παραχωρηθούν από τα Ηνωμένα Εθνη, την ΕΕ, τους μηχανισμούς που προβλέπει ο Χάρτης των ΗΕ, ή η ιδρυτική πράξη εγκαθίδρυσης της ΕΕ;

• Είναι παράδοξο να απορρίπτεται η επιμονή της Τουρκίας να αναλάβει τον ρόλο του επιτηρητή και του κράτους που θα υλοποιήσει τις πρόνοιες της λύση;

• Υπάρχει σύνταγμα ομοσπονδιακού κράτους που να προνοεί ότι για κάθε απόφαση σε ομοσπονδιακό επίπεδο απαιτείται τουλάχιστον μια θετική ψήφος από τα μέλη του κράτους; Μια θετική ψήφος από το κράτος που εκπροσωπεί, όχι την πλειοψηφούσα, αλλά τη μειοψηφούσα. Και δεν μιλώ για πλειοψηφίες και μειοψηφίες, διότι η πολιτική ισότητα έχει αναγνωριστεί. Αυτό που λέμε είναι το αυτονόητο. Πώς μπορεί να λειτουργήσει ένα κράτος, μια Κυβέρνηση όταν για να πάρει αποφάσεις χρειάζεται μια τουλάχιστον θετική ψήφο από το ένα των μερών που εξαρτάται απόλυτα από την Τουρκία; Και δεν χρειάζονται πολλά επιχειρήματα για να ενισχύσω αυτό που λέω, ότι είναι εξάρτηση δηλαδή.

Παρακολουθούμε το τι συμβαίνει, παρακολουθούμε το τι οι ίδιοι Τουρκοκύπριοι καταγγέλλουν για τα όσα συμβαίνουν στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Ήδη η δημογραφική σύνθεση της τουρκοκυπριακής κοινότητας σταδιακά αλλοιώνεται. Ισλαμοποιείται το κατεχόμενο τμήμα της πατρίδα μας. Επίτροποι επίβλεψης της Παιδείας και της νεολαίας, των θρησκευτικών θεμάτων διορίζονται κατευθείαν από την Τουρκία.

Σκληραίνει η θέση, αντί που θα έπρεπε, αν ήταν καλής πίστεως, όσον αφορά αυτά που είχαν συμφωνηθεί και εφαρμόζονται για χρόνια, λειτουργίας στον Άγιο Μάμα, «δασμοί» της βοήθειας που στέλλεται στους εγκλωβισμένους, κατά παράβαση της συμφωνίας της Γ’ Βιέννης. Και διερωτάται κανείς πόσες άλλες καταγγελίες θα μπορούσαν να γίνονται από πρωίας μέχρι νυκτός.

Προσπαθήσαμε να κρατήσουμε χαμηλούς τόνους, προσπαθήσαμε και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να δημιουργηθούν οι συνθήκες επανέναρξης του διαλόγου και το έχω ήδη μεταφέρει στον ΓΓ του ΟΗΕ, αλλά και στα Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και στους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των εταίρων μας στην Ευρώπη, όπως και στα κράτη μέλη της Ισλαμικής Διάσκεψης, αλλά και του αραβικού κόλπου και στις άλλες φίλες χώρες, ότι εμείς είμαστε εκείνοι που επειγόμαστε για τη λύση γιατί γνωρίζουμε τις συνέπειες του τι ο χρόνος στο τέλος καταγράφει. Και δυστυχώς είναι νέα τετελεσμένα και νέα απαράδεκτα επί του εδάφους γεγονότα που πολλές φορές είναι μη αναστρέψιμα.

Εκείνο που θέλουμε είναι αυτή τη φορά ο διεθνής παράγοντας, τα Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, να διαδραματίσουν τον ρόλο της προετοιμασίας μιας νέας διάσκεψης για την Κύπρο, ώστε να μην αντιμετωπίσουμε το ίδιο φαινόμενο, σε μια μέρα να επιδιώκεται να διασφαλιστεί αν η Τουρκία εννοεί την κατάργηση των εγγυήσεων από την πρώτη μέρα, αν είναι μετά 15 χρόνια με απλά τη ρήτρα της αναθεώρησης, αν επιμένει στη στρατιωτική βάση και τη μόνιμη παρουσία 1800 στρατιωτών στο υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση μέρος, αν και εφόσον πετύχουμε αυτό που για 43 χρόνια αγωνιζόμαστε να πετύχουμε.

Για ένα θέλω να σας βεβαιώσω, πως γνωρίζω, όπως είπα κατ’ επανάληψη, τα όρια που η εθνική αξιοπρέπεια υπαγορεύει και επιβάλλει. Τα όρια του συμβιβασμού. Ναι, να ανταποκριθούμε και στις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων. Για αυτό και εκείνο που λέγεται μηδέν εγγυήσεις μηδέν στρατεύματα είναι ένα σκέλος που έχει τη σημασία του. Διότι λέμε όχι σε τουρκικές εγγυήσεις και όχι σε τουρκικά στρατεύματα. Αλλά δεν παραγνωρίζουμε τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων στα θέματα ασφάλειας. Έχουμε προτείνει μια ολοκληρωμένη στρατηγική ασφάλειας για το νέο υπό μετεξέλιξη κράτος. Έχουμε προνοήσει για την παρουσία αστυνομικής δύναμης, έχουμε προνοήσει την ενεργοποίηση των προνοιών του κεφαλαίου 7 του χάρτη των ΗΕ, των προνοιών του άρθρου 2 της συμφωνίας εγκαθίδρυσης της ΕΕ. Έχουμε προτείνει όλα εκείνα τα οποία δεν θα επιτρέψουν σε κανένα να ανησυχεί από τούδε και στο εξής, αλλά και ένα μηχανισμό επιτήρησης της υλοποίησης των όσων θα έχουν συμφωνηθεί.

Θέλω να ελπίζω ότι οι προσπάθειες που καταβάλλουμε θα στεφθεί στο τέλος με επιτυχία. Ο διάλογος θα επαναρχίσει. Μην ξεχνάτε πως κατά διαστήματα είχαμε ανάλογα φαινόμενα. Δεν επαναπαύομαι σε ελπίδες, δεν ζω με ψευδαισθήσεις, δεν παύω να παρακολουθώ με ανησυχία τα όσα συμβαίνουν. Αλλά και όταν έχασε ο κ. Ταλάτ, μέχρι την εκλογή του κ. Ακκιντζί, για πέντε χρόνια καμία πρόοδος δεν παρατηρήθηκε επί κ. Έρογλου, ούτε επί εποχής του κ. Χριστόφια ούτε κατά την ανάληψη από εμέ της εξουσίας. Αλλά ούτε και μετά το δημοψήφισμα επί αειμνήστου Παπαδόπουλου, με μια άλλη διεκδικητική, όπως μπορεί να την αποκαλέσει κανείς, πολιτική υπήρξε η οποιαδήποτε πρόοδος.

Δοκιμάσαμε και δοκιμάζουμε και επιμένουμε και θα επιμένουμε στον ειρηνικό διάλογο (για μια λύση) βασισμένη στις αρχές και αξίες των ΗΕ, στις αρχές και αξίες του ευρωπαϊκού κεκτημένου.

Και είμαι βέβαιος πως μετά τις προεδρικές εκλογές θα δοθεί και πάλι η ευκαιρία. Αλλά αυτή τη φορά επιμένω. Θα πρέπει προτού μεταβούμε σε μια νέα σύνοδο να αναλάβουν τις ευθύνες τους εκείνοι που παραπληροφορώντας ακόμα και τον ΓΓ του ΟΗΕ μάς οδήγησαν στα παρόντα αδιέξοδα.

Ένα λέω και εύχομαι: Του χρόνου να μη χρειάζεται πορεία επιστροφής ή ανάλογη εκδήλωση. Η πορεία να είναι όχι σημαδιακά όπως η σημερινή, αλλά πορεία επιστροφής στην κατεχόμενη Μόρφου, στις κατεχόμενες περιοχές μας.

Εύχομαι ό,τι καλύτερο και σας διαβεβαιώ πως θα κάνω ό,τι μου είναι ανθρωπίνως δυνατόν, προκειμένου να το πετύχουμε. Είμαι βέβαιος ότι και οι πολιτικές δυνάμεις, πέραν και μακριά από τις όποιες σκοπιμότητες, θα ενώσουμε δυνάμεις για να μπορούμε να ανταποκριθούμε στις δικές σας προσδοκίες.”