Πρόνοιες περί «Δωρεάς αιτία θανάτου», σύμφωνα με το Κυπριακό Κληρονομικό Δίκαιο

Του Αναστάση Θεοχαρίδη*

Το άρθρο 40 Κεφ 195, προβλέπει τα ακόλουθα: «Οποιοδήποτε ενήλικο πρόσωπο που έχει σώες τις φρένες, δύναται να διαθέσει οποιαδήποτε κινητή περιουσία, με δωρεά που έγινε αιτία θανάτου». Με άλλα λόγια, εξαιτίας επικείμενου θανάτου του δωρητή, ο τελευταίος αποφασίζει να δωρίσει κινητή περιουσία σε συγκεκριμένο δωρεοδόχο, εφόσον βέβαια μια τέτοια δωρεά γίνεται στην παρουσία δύο τουλάχιστον μαρτύρων που έχουν σώες τις φρένες.

Όπως γίνεται αντιληπτό από τις πρόνοιες του άρθρου 40 Κεφ. 195, η «δωρεά αιτία θανάτου» παραπέμπει σε δωρεά που γίνεται από πρόσωπο που ασθενεί σοβαρά και αναμένεται ότι πολύ σύντομα θα αποβιώσει. Σε μια τέτοια περίπτωση, το πρόσωπο που ασθενεί δύναται να παραδώσει σε άλλο πρόσωπο την κατοχή οποιασδήποτε κινητής περιουσίας, εφόσον υπάρχει η πεποίθηση από πλευράς του δωρητή, ότι όντως αυτός θα αποβιώσει, εξαιτίας ακριβώς ανίατης ασθένειας.

Είναι εξαιρετικά σημαντικό να τονίσουμε ότι ΔΕΝ δύναται ακίνητη περιουσία, να διανεμηθεί με «δωρεά αιτία θανάτου».

Μελετώντας τις πρόνοιες το άρθρου 40 Κεφ. 145, γεννάται το εύλογο ερώτημα, τι συνιστά «επικείμενο θάνατο»; Το κριτήριο για την ύπαρξη ή όχι επικείμενου θανάτου είναι μεικτό (δηλαδή υποκειμενικό και αντικειμενικό). Με άλλα λόγια, για να αποσαφηνισούμε κατά πόσον όντως επέρχεται επικείμενος θάνατος, δεν αρκεί μόνο να υπάρχει σοβαρή ασθένεια, αλλά και ο δωρητής να είναι πεπεισμένος ότι εξαιτίας επικείμενου θανάτου του, επιθυμεί να προβεί σε συγκεκριμένη δωρεά.

Αν επομένως ο δωρητής διαθέτει συγκεκριμένη κινητή περιουσία ως «δωρεά αιτία θανάτου», λόγω επικείμενου θανάτου από ανίατη ασθένεια (για παράδειγμα από καρκίνο) και παρ’ όλα αυτά απεβίωσε σε ατύχημα πριν επέλθει ο θάνατος από την συγκεκριμένη ασθένεια, τότε η δωρεά αιτία θανάτου, θεωρείται έγκυρη και δεν δύναται να ακυρωθεί.

Στις πρόνοιες του άρθρου 40 Κεφ 195, εμπίπτουν και οι περιπτώσεις εκείνεις, στις οποίες πρόσωπο διαθέτει κινητή περιουσία με «δωρεά αιτία θανάτου», λόγω υπαρκτού θανάσιμου κινδύνου.

Το όλο ζήτημα καθίσταται πιο περίπλοκο στις περιπτώσεις όπου ο δωρητής αποφασίζει να θέσει τέρμα στην ζωή του, προτού επέλθει ο αναμενόμενος, λόγω ασθένειας, θάνατος του. Επομένως, όταν οδωρητής πάσχει από ανίατη νόσο και προβαίνει σε «δωρεά αιτία θανάτου», λόγω ακριβώς της ασθένειας αυτής, στο μεσοδιάστημα όμως αποφασίζει να θέσει τέρμα στην ζωή του, λόγω ακριβώς της επιθμίας του να αποφύγει τον πόνο και ταλαιπωρία που θα του προκαλέσει η εν λόγω ασθένεια, τότε η δωρεά αιτία θανάτου θεωρείται έγκυρη.

Αν αντίθετα ο δωρητής, δεν έπασχε από κάποια σοβαρή ασθένειακαι η «δωρεά αιτία θανάτου» έγινε αποκλειστικά λόγω της επικείμενης αυτοκτονίας του δωρητή, την οποία ο δωρητής είχε αποφασίσει, χωρίς να κινδυνεύει από επικείμενο θάνατο, λόγω π.χ. ασθένειας, τότε η δωρεά αιτία θανάτου θεωρείται άκυρη.

Για την ολοκλήρωση της «δωρεάς αιτία θανάτου», ο νόμος επιβάλλειεκτός από τη μεταβίβαση κυριότητας και τη μεταβίβαση κατοχής,συγκεκριμένης κινητής περιουσίας. Η μεταβίβαση μόνο της κατοχής, χωρίς την ταυτόχρονη μεταβίβαση της κυριότητας ή το αντίθετο, δεν είναι αρκετό για σκοπούς του παρόντος νόμου. Στην σχετική με το εν λόγω ζήτημα, υπόθεση Στιβαδώρου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η παράλειψη παράδοσης των τίτλων των μετόχων στο δωρεοδόχο, άφησε τη δωρεά ατελή και μη ολοκληρωθείσα.

Αναφορικά με την χρονικό διάστημα έναρξης ισχύος της «δωρεάς αιτία θανάτου», αυτή ξεκινά να ισχύει από το χρονικό σημείο που επέρχεται ο θάνατος του δωρητή. Επιπρόσθετα, «δωρεά αιτία θανάτου» δύναται να ανακληθεί οποτεδήποτε πριν από το θάνατο του δωρητή.

Τέλος, «δωρεά αιτία θανάτου» θεωρείται ως μη γενόμενη και δεν δύναται να επιφέρει οποιαδήποτε έννομα αποτελέσματα εάν:
1) O δωρητής τελικά δεν απεβίωσε από την ασθένεια αλλά αναρρώνει
2) O δωρεοδόχος απεβίωσε πριν από τον δωρητή

Εις αμφότερες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις, υπάρχει αμάχητο τεκμήριο ότι η δωρεά ανακλήθηκε.

*Νομικός Σύμβουλος – Δικηγόρος – Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος