Πολυβίου:”Καθήκοντος και σωστά” ενημέρωσε η Τ. Κύπρου την ΚΤΚ για τα ελληνικά ομόλογα

Ο συνήγορος υπεράσπισης της Τράπεζας Κύπρου, Πόλυς Πολυβίου, χαρακτήρισε ως  τελείως παράδοξη  την έκπληξη της Κεντρικής Τράπεζας στην ανακοίνωση της τράπεζας ημερομηνίας 27 Ιουνίου 2012 με την οποία ενημέρωνε για την πρόθεση της να αποταθεί στο κράτος για προσωρινής μορφής καφαλαιουχικής στήριξης της τάξης των 500 εκ. ευρώ.

Ο κ. Πολυβίου μιλούσε ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας κατά την αντεξέταση του τέως Υποδιοικητή και Ανώτερου Διευθυντή της Κεντρικής Τράπεζας Σπύρου Σταυρινάκη ο οποίος παρουσιάστηκε ως μάρτυρας κατηγορίας στην ποινική υπόθεση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου και των πέντε πρώην διευθυντικών στελεχών της.

Εκτός από την Τράπεζα Κύπρου, κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι οι Θεόδωρος Αριστοδήμου, Αντρέας Αρτέμης, Ανδρέας Ηλιάδης, Γιάννης Κυπρή και Γιάννης Πεχλιβανίδης, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τις κατηγορίες της συνωμοσίας για καταδολίευση και της χειραγώγησης της αγοράς.

Ο κ. Πολυβίου κατά την αντεξέταση του μάρτυρα αναφέρθηκε στις ενέργειες στις οποίες προέβαινε εκείνη την περίοδο η Τράπεζα για κάλυψη των καφαλαιακών της αναγκών για τις οποίες, όπως είπε, ήταν ενήμερη η Κεντρική Τράπεζα.

Ανέφερε συγκεκριμένα ότι η Τράπεζα Κύπρου είχε «καθήκοντος και σωστά» κατά την έκφραση του ενημερώσει την Κεντρική Τράπεζα για τα θέματα της απομείωσης των ελληνικών ομολόγων, των προβλέψεων, της πώλησης των ασφαλιστικών εταιρειών του συγκροτήματος, την πώληση της εταιρείας ΚΕΡΜΙΑ και την έκδοση του υβριδικού αξιογράφου Coco . «Αυτά τα θέματα εκκρεμούσαν υπό την έννοια ότι δεν είχαν βρει οριστική λύση στα μέσα Ιουνίου και γίνονταν διεργασίες και συνεννοήσεις», είπε ο κ. Πολυβίου.

Ο κ. Σταυρινάκης είπε ότι όντως έγιναν αναφορές σ’ αυτά τα θέματα κατά τη διάρκεια των συναντήσεων της ηγεσίας της τράπεζας με τον Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας επαναλαμβάνοντας ωστόσο ότι σ’ αυτές τις συναντήσεις οι αξιωματούχοι της τράπεζας Κύπρου μιλούσαν για κεφαλαιουχικό έλλειμμα της τράπεζας της τάξης των 200 εκ. ευρώ μόνο και όχι των 400 και 500 εκ. ευρώ, όπως ανακοινώθηκε εκ των υστέρων.

Ο κ. Πολυβίου υπέβαλε στον μάρτυρα ότι σε όλα τα έγγραφα που μιλούσαν για τα 200 εκ. ευρώ καταγραφόταν «η ενεργός πιθανότητα αύξησης» του ποσού αυτού λόγω «επιπρόσθετων προβλέψεων και περαιτέρω αποτίμησης και απομείωσης των ελληνικών ομολόγων».

Υποστήριξε, επίσης, ότι «ήταν σαφέστατες οι αναφορές ότι δεν ήταν 200 εκ. ευρώ δογματικά» αλλά αυτό το ποσό ίσχυε στη δεδομένη χρονική στιγμή και πως υπήρχε το ενδεχόμενο-αν όχι η βεβαιότητα- ότι το ποσό αυτό θα αυξανόταν.

Ο κ. Σταυρινάκης είπε ότι η μόνη αναφορά για πιθανή αύξηση του ποσού των κεφαλαιακών αναγκών της τράπεζας ήταν σε σχέση με την αποτίμηση των ελληνικών κρατικών ομολόγων.

Ο κ. Πολυβίου κάλεσε τον κ. Σταυρινάκη να πει αν συμφωνεί μαζί του ότι το 2012 ήταν ένα «ναρκοπέδιο» και για την Κεντρική Τράπεζα και για την Τράπεζα Κύπρου με τον μάρτυρα να απαντά ότι «το 2012 ήταν η αποκορύφωση της κρίσης και υπήρχαν δύο συστημικές τράπεζες οι οποίες αντιμετώπιζαν προβλήματα, κατά κύριο λόγο η Λαϊκή Τράπεζα και κατά δεύτερο λόγο η τράπεζα Κύπρου».

Ο κ. Σταυρινάκης ανέφερε ότι ήταν έκπληξη για την Κεντρική Τράπεζα η ανακοίνωση της Τράπεζας Κύπρου ημερομηνίας 27 Ιουνίου 2012 με την οποία ενημέρωνε για την πρόθεση της να αποταθεί στο κράτος για προσωρινής μορφής καφαλαιουχικής στήριξης της τάξης των 500 εκ. ευρώ.

Ερωτηθείς γιατί προκάλεσε έκπληξη η αναφορά αυτή, ο κ. Σταυρινάκης είπε ότι «διότι με την επιστολή 20 Ιουνίου το νέο καφαλαιουχικό έλλειμμα ανερχόταν στα 400 εκ. ευρώ και μετά ανήλθε στα 500 εκ. ευρώ.»

Ο κ. Πολυβίου υπέβαλε στον μάρτυρα ότι λόγω των διαφαινόμενων αυξημένων προβλέψεων και της διεύρυνσης της απομείωσης των ελληνικών ομολόγων, η τράπεζα Κύπρου σωστά θεωρούσε ότι χρειαζόταν στήριξη 500 εκ. ευρώ «για να είναι πάντα μέσα» στην κάλυψη ενδεχόμενες αυξήσεις και στρεβλώσεις διότι ήταν συνεχώς μεταβαλλόμενο το περιβάλλον.

«Η νέα έκπληξη της Κεντρικής Τράπεζας ήταν ότι από τα 200 ανεβήκαμε στα 400 και από τα 400 στα 500 εκ. ευρώ», ήταν η απάντηση του κ. Σταυρινάκη.

«Η Κεντρική γνώριζε τα πάντα, είχε πλήρη πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία και είχατε 4-5 συναντήσεις και γι΄αυτό με εκπλήττει ότι η Κεντρική αισθάνεται έκπληξη», ανταπάντησε ο κ. Πολυβίου για να συνεχίσει λέγοντας ότι «εμάς μας προκαλεί έκπληξη που δεν είχατε ενημερωθεί πλήρως από την κ. Προκοπίου, που δεν υπήρχε εσωτερική συνεννόηση και ότι παραλάβατε 11/5 χωρίς πλήρη ενημέρωση από τον κ. Πουλλή. Εμάς αυτά όλα μας προκαλούν έκπληξη και θεωρώ την έκπληξη σας ως τελείως παράδοξη».

Ο κ. Σταυρινάκης απάντησε ότι «οι εποπτικές αρχές δεν πρέπει να εκπλήττονται νοουμένου ότι οι εποπτευόμενες τράπεζες αποκαλύπτουν έγκαιρα στην εποπτική αρχή όλες τους τις ανησυχίες και όλους τους προβληματισμούς τους. Οι εποπτικές αρχές δεν πρέπει να βρίσκονται προ εκπλήξεως και πρέπει να υπάρχει διαφάνεια και μια εποπτευόμενη τράπεζα πρέπει έγκαιρα να πληροφορεί την εποπτική αρχή για ανησυχίες, προβληματισμούς έστω και αν είναι υπερβολικοί αυτοί οι προβληματισμοί».

Ο κ. Πολυβίου είπε ότι «οιανδήποτε ερώτηση υπέβαλε η Κεντρική Τράπεζα η Τράπεζα Κύπρου απαντούσε, δεν απέκρυψε ποτέ στοιχεία» για να απαντήσει ο μάρτυρας ότι «εμείς αναμένανε από την τράπεζα Κύπρου ότι θα μας έλεγε τη θέση της με ειλικρίνεια και με διαφάνεια. Δεν είχαμε λόγο να μην εμπιστευόμαστε την Τράπεζα Κύπρου».

Η εκδίκαση της υπόθεσης θα συνεχιστεί στις ημερομηνίες 9/12, 14/12 και 18/12 στις 9 το πρωί και στις 11/12 η ώρα 8.30 το πρωί.