ΔΗΚΟ: Η πρόταση που ψηφίστηκε, επαναφέρει την ισορροπία δανειοληπτών και τραπεζών

Η πρόταση του ΔΗΚΟ, επαναφέρει την ισορροπία διαπραγμάτευσης μεταξύ των καλόπιστων δανειοληπτών και των τραπεζών, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αναφέρει σε γραπτή ανακοίνωση.

Εκφράζουμε την ικανοποίηση μας για την υπερψήφιση της πρότασης νόμου του Δημοκρατικού Κόμματος, που τροποποιεί το νόμο για τις εκποιήσεις και επιτυγχάνει να επαναφέρει την ισορροπία διαπραγμάτευσης μεταξύ των καλόπιστων δανειοληπτών και των τραπεζών, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Με την πρόταση του, το Δημοκρατικό Κόμμα πέτυχε να προστεθεί μία νέα ειδική διαδικασία (στο Νόμο των εκποιήσεων), προσφυγής στον Επίτροπο Επίλυσης Χρηματοοικονομικών διαφορών για την αξιολόγηση παραπόνων έτσι ώστε να μπορεί να αποσαφηνίσει το πραγματικό ύψος του χρέους, (να αποφασίσει δηλαδή ο Επίτροπος, κατά πόσο υπάρχουν υπερχρεώσεως στο σχετικό δάνειο – παράνομες χρεώσεις, παράτυποι ανατοκισμοί, κ.α.) αλλά και για να αποφασίσει κατά πόσο η τράπεζα έχει παραβιάσει τον Κώδικα Δεοντολογίας της Κεντρικής Τράπεζας που αφορά στις αναδιαρθρώσεις δανείων.

Εάν κρίνει ο Επίτροπος πως η τράπεζα έχει παραβιάσει τον κώδικα τότε ο δανειολήπτης μπορεί να πάρει δικαστικό διάταγμα αναστολής της εκποίησης.

Επιπρόσθετα, θα επιτρέπεται η έκδοση διατάγματος αναστολής της εκποίησης με:

(α) Την υποβολή Αίτησης στο Σχέδιο «ΕΣΤΙΑ», και

(β) Την υποβολή αίτησης στο Δικαστήριο με βάση το Πλαίσιο Αφερεγγυότητας.

Υπάρχουν πλέον δηλαδή, τρία νέα διατάγματα αναστολής που δεν υπήρχαν προηγουμένως.

Με την πρόταση του Δημοκρατικού Κόμματος:

Δημιουργούνται επιπρόσθετες ασφαλιστικές δικλίδες για τους δανειολήπτες, καθώς ο Επίτροπος θα μπορεί, σε αντίθεση με την καθυστέρηση που παρουσιάζει σήμερα η δικαστική διαδικασία, να εξετάζει τα παράπονα των δανειοληπτών και πιο γρήγορα να παίρνει αποφάσεις, χωρίς να προστίθενται αχρείαστοι τόκοι επί του δανείου (σε αντίθεση με το τι γίνεται σήμερα λόγω των χρονοβόρων δικαστικών διαδικασιών).

Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται ο επιθυμητός στόχος που είναι ο διαχωρισμός αναμεταξύ καλόπιστων και κακόπιστων δανειοληπτών και επαναφέρεται η διαπραγματευτική ισορροπία μεταξύ των καλόπιστων δανειοληπτών και των τραπεζών.