Πως σχολίασαν, ΑΚΕΛ, ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ την ομιλία του ΠτΔ στον ΟΗΕ

Ανακοίνωση του ΑΚΕΛ για την ομιλία του Προέδρου ενώπιον της ΓΣ του ΟΗΕ

Η ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας ενώπιον της ΓΣ του ΟΗΕ αναφορικά με το Κυπριακό είχε, αναμφίβολα, τη σημασία της. Αυτό όμως, που θα κρίνει την αξιοπιστία της ελληνοκυπριακής πλευράς αλλά και το μέλλον της προσπάθειας για επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων είναι η συνέχεια και η συνέπεια που πρέπει να επιδείξει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αρχής γενομένης από τη συνάντηση του με το ΓΓ του ΟΗΕ. Ευχή και ελπίδα μας είναι ο Πρόεδρος να εφαρμόσει στην πράξη όσα ανέφερε στην ομιλία του.

Στην αυριανή κρίσιμη συνάντηση τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο συγκεκριμένα. Εκεί, ο Πρόεδρος θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να ξεκαθαρίσει ότι δεσμεύεται από τη σχετική σύγκλιση για την αποτελεσματική συμμετοχή και τη θετική ψήφο στο Υπουργικό Συμβούλιο. Αντίστοιχα βέβαια, και ο κ. Ακιντζί θα πρέπει να επανέλθει στη σχετική σύγκλιση που προνοεί ότι, αναφορικά με τα όργανα χαμηλής πολιτικής, θα υπάρχει θετική ψήφος μόνο σε ορισμένα από αυτά και όχι σε όλα.

Ανακοίνωση Δημοκρατικού Συναγερμού για την ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας στα ΗΕ

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και από το βήμα των ΗΕ κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, έθεσε ενώπιον του Σώματος την παράνομη συμπεριφορά της Τουρκίας τόσο στην ΑΟΖ όσο και στα Βαρώσια.

Παράλληλα επανέλαβε τη βούλησή και την πλήρη του αφοσίωση στην προσπάθεια του ΓΓ των ΗΕ για επανέναρξη των συνομιλιών από το σημείο που έμειναν στο Κρανς Μοντάνα, οι οποίες όπως τόνισε, σκοπός είναι να οδηγήσουν σε μια λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.

Ευχή μας είναι και με τις κατ’ ιδίαν συναντήσεις που θα έχει ο ΓΓ των ΗΕ τόσο με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας όσο και με τον Μουσταφά Ακιντζί, ν’ ανοίξει ο δρόμος για την επανέναρξη του διαλόγου.

Η ανακοίνωση του ΔΗΚΟ:

Η επίσημη αποδοχή από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, των όρων αναφοράς με συγκεκριμένο περιεχόμενο, οδηγεί σε λύση συνομοσπονδίας

Οι επισημάνσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, στην ομιλία του ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, για τις τουρκικές παρανομίες στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, τις απειλές για εποικισμό της Αμμοχώστου και γενικά την τουρκική επιθετικότητα και οι απαντήσεις, που έδωσε στον Τούρκο Πρόεδρο στα θέματα των Εγγυήσεων και της λεγόμενης πολιτικής ισότητας, κινούνται στο σωστό πλαίσιο, των προϋποθέσεων που πρέπει να εκπληρωθούν, για να υπάρξει πιθανότητα για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων στο κυπριακό.

Ωστόσο, η δημόσια και επίσημη αποδοχή, του Κοινού Ανακοινωθέντος του Φεβρουαρίου του 2014, των λεγομένων «συγκλίσεων» και του πλαισίου Γκουτέρεζ της 30ης Ιουνίου 2017, ως περιεχόμενο των όρων αναφοράς, δηλαδή ως τη βάση λύσης του κυπριακού, οδηγεί σε κακή λύση, λύση συνομοσπονδίας, που είναι ο πάγιος στόχος της τουρκικής πολιτικής.

Ορθώς, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έθεσε όρους για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.

Όμως, επιβεβαίωσε ότι είναι έτοιμος να αποδεχτεί λύση του κυπριακού, η οποία:

  • Αμφισβητεί τη μία κυριαρχία και οδηγεί σε παρθενογένεση, άρα κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
  • Υιοθετεί αμφιλεγόμενες τουλάχιστον, λεγόμενες «συγκλίσεις», που προωθούν το διαχωρισμό.
  • Θα εφαρμόσει την εκ περιτροπής προεδρία και τα τ/κ βέτο.
  • Προσφέρει στον παράνομο χρήστη υπερέχουσα θέση σε σχέση με το νόμιμο ιδιοκτήτη των κατεχομένων περιουσιών.
  • Δεν διασφαλίζει κατάργηση των τουρκικών εγγυήσεων και αποχώρηση του κατοχικού στρατού.

Το Δημοκρατικό Κόμμα δεν αποδέχεται τα πιο πάνω ως βάση διαπραγμάτευσης, πόσο μάλλον ως βάση λύσης του κυπριακού.

Προειδοποιούμε, ότι τυχόν αποδοχή των πιο πάνω παραμέτρων ως περιεχόμενο των όρων αναφοράς, θα διασφαλίσει στην Τουρκία πολλά κέρδη, προτού διεξαχθεί καν διαπραγμάτευση.

Δυστυχώς, το κυπριακό αντιμετωπίζει επικίνδυνα αδιέξοδα.

Επιβάλλεται, η εφαρμογή πολιτικής, η οποία:

  • Θα προτάσσει την απόλυτη συμβατότητα της λύσης με το διεθνές δίκαιο, το ευρωπαϊκό κεκτημένο και το ευρωπαϊκό δίκαιο.
  • Θα διασφαλίζει την συνέχιση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
  • Θα διασφαλίζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η διαιώνιση της πολιτικής, που αφελώς εναποθέτει ελπίδες σε δήθεν «καλή θέληση» της Τουρκίας, οδηγεί στην αποδοχή των τουρκικών επιδιώξεων.