Πρόεδρος: Κερκόπορτες δεν θα βρει κανένας ανοικτές σε αυτή την χώρα

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης στην εκδήλωση για τις μαύρες επετείους του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής που πραγματοποιήθηκε στο Προεδρικό Μέγαρο, είπε ότι κερκόπορτες δεν θα βρει κανένας ανοικτές σε αυτή την χώρα διότι η ιστορία μας δίδαξε με τον πλέον οδυνηρό τρόπο.

Ευχήθηκε όπως “αυτή η θλιβερή επέτειος να είναι η τελευταία με το νησί μας μοιρασμένο, αυτό το Καλοκαίρι να είναι το τελευταίο με τους πολίτες της πατρίδας μας να στερούνται αυτονόητα δικαιώματα και να συνεχίζουν να ζουν αδικαίωτοι σε καθεστώς ανασφάλειας”.

Ο Πρόεδρος σημείωσε πως “για σαράντα δύο χρόνια ζούμε ένα παραλογισμό που δεν υπάρχει όμοιος του στην παγκόσμια ιστορία”.

Τόνισε ότι οφείλουμε πολλά σε όλους όσους έδωσαν μάχη για την δημοκρατία και την προστασία της πατρίδας και πως οφείλουμε στην μνήμη τους να είμαστε συνεπείς στον αγώνα μας

Πρέπει να αποδείξουμε, σημείωσε, πως κανένας αγώνας δεν πήγε χαμένος, πως αξιοποιήσαμε την ελευθερία της μισής μας πατρίδας για τον μεγάλο σκοπό της απαλλαγής από την κατοχή και την διαμόρφωση μιας πατρίδας που θα σέβεται τους πολίτες και τα δικαιώματα τους.

Αναφερόμενος στις διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού, τόνισε πως “εκτός από τον διάλογο δεν υπάρχει άλλος δρόμος για μια πατρίδα απαλλαγμένη από τους στρατούς κατοχής και τα συρματοπλέγματα της διαίρεσης”.

Αυτούσια η ομιλία του Προέδρου:

Ο οξύς ήχος της σειρήνας που και σήμερα ήχησε 42 χρόνια μετά την εισβολή, ήγειρε ξανά τα συναισθήματα και υπενθύμισε τη βαριά ευθύνη: Αυτή η θλιβερή επέτειος να είναι η τελευταία με το νησί μας μοιρασμένο, αυτό το καλοκαίρι να είναι το τελευταίο με τους πολίτες της πατρίδας μας να στερούνται αυτονόητα δικαιώματα και να συνεχίζουν να ζουν αδικαίωτοι σε καθεστώς ανασφάλειας.

Για 42 χρόνια, ζούμε έναν παραλογισμό που δεν υπάρχει όμοιος του στην παγκόσμια ιστορία. Να βλέπουμε μία πόλη, την πόλη μας, δίπλα μας, μερικά μέτρα από εδώ μοιρασμένη. Και κάποια χιλιόμετρα πιο κάτω στην ακτή της Αμμοχώστου, η ιστορική πόλη να αποσυντίθεται αργά και να πεθαίνει χωρίς να μπορούμε να είμαστε εκεί να ανανεώσουμε τους όρκους μας.

Υπάρχει όμως σε αυτή την οδυνηρή εμπειρία μία μεγάλη παρηγοριά και είναι το γεγονός πως όλοι εμείς, οι πραγματικοί ιδιοκτήτες αυτής της χώρας, δεν έχουμε ποτέ εγκαταλείψει την ελπίδα.

Κρατάμε σφικτά την επιθυμία για επιστροφή και με κάθε ευκαιρία, σε κάθε βήμα και με κάθε τρόπο, αγωνιζόμενοι για να μπορέσουμε όλοι μαζί μια μέρα – που ελπίζω να μην είναι μακριά- να οικοδομήσουμε ξανά την χώρα μας ως πρότυπο ειρηνικής συμβίωσης.

Τιμούμε απόψε όσους έδωσαν τη ζωή τους για αυτό τον τόπο. Για τη δημοκρατία, για την ελευθερία, για την τιμή μας. Όλους αυτούς που δίνοντας τη ζωή τους διατήρησαν την ελπίδα ζωντανή σε αυτή την πατρίδα, γιατί με τη θυσία τους μας πρόσφεραν το εφαλτήριο από το οποίο θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε εμείς τον αγώνα μας.

Είναι και οι άλλοι βεβαίως, οι αγνοούμενοι μας που και εκείνων η απουσία σηματοδοτεί το αίσθημα ευθύνης όλων.

Ο χώρος του Προεδρικού είναι εκ της φύσεως του εμβληματικός και δεν εκφράζει σε καμία περίπτωση την προσωπική εξουσία κανενός από εμάς.

Συγκεντρωνόμαστε εδώ κάτω από τον θυρεό της Κυπριακής Δημοκρατίας, γιατί ακριβώς αυτός ο χώρος εκφράζει την ίδια την κρατική μας υπόσταση με ό,τι αυτή συνεπάγεται: Την ενότητα του χώρου, την ενότητα του λαού, την πίστη στη δημοκρατία και τους θεσμούς.

Συγκεντρωνόμαστε εδώ γιατί θέλουμε να δώσουμε το μήνυμα πως λαός και ηγεσία βαδίζουμε μαζί, προκειμένου να απαλλάξουμε τη χώρα μας από την κατοχή και να φέρουμε επιτέλους ειρήνη και ευημερία στην Κύπρο μας.

Τιμούμε τους αγώνες του λαού μας, όπως τους αξίζει χωρίς ιδεολογικές προκαταλήψεις και στεγανά, γιατί τα ιερά οστά των ηρώων μας δεν έχουν χρώμα και κομματική ταυτότητα.

Ωστόσο η καλύτερη τιμή δεν είναι άλλη από την έμπρακτη επίδειξη από όλους μας της διάθεσης μας για κοινή δράση.

Πριν από 42 χρόνια σε αυτόν εδώ το χώρο η χούντα Ελληνοφώνων αξιωματικών διέπραττε τη μεγαλύτερη προδοσία εις βάρος του Ελληνισμού.
Τέτοιες στιγμές δεν θέλουμε αλλά και δεν πρόκειται να υπάρξουν ξανά. Κερκόπορτες δεν θα βρει κανείς ανοικτές σε αυτή τη χώρα γιατί ναι, η ιστορία μας δίδαξε με τον πλέον οδυνηρό τρόπο το μάθημα της.

Σήμερα, είμαστε αισιόδοξοι. Από τον ίδιο αυτό χώρο που άλλοτε υπήρξε πεδίο εμφύλιας μάχης, αναγεννημένη η δημοκρατία μας εκπροσωπείται σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Με ένα ώριμο, δημοκρατικό πολιτικό σύστημα, καθορίζουμε το μέλλον μας, ορίζουμε την τύχη μας και συμμετέχουμε ισότιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μία ένωση κρατών που, παρά τα προβλήματα που παρουσιάζει, διασφαλίζει τις σύγχρονες αντιλήψεις και τα δημοκρατικά δικαιώματα του κάθε πολίτη.
Οφείλουμε πολλά σε όλους όσοι έδωσαν μάχες για τη δημοκρατία και την προστασία της πατρίδας. Περισσότερο όμως από όλα οφείλουμε στη μνήμη τους να είμαστε συνεπείς στον αγώνα μας. Οφείλουμε την ίδια ώρα να κατανοήσουμε πως το δικό τους αίμα θα πρέπει να γράφει ένα σίγουρο μέλλον για τις νέες γενιές των συμπατριωτών μας. Οφείλουμε να αποδείξουμε -πρώτα από όλα στον εαυτό μας- πως κανένας αγώνας δεν πήγε χαμένος. Πρέπει να αποδείξουμε πως αξιοποιήσαμε την ελευθερία της μισής μας πατρίδας για το μεγάλο σκοπό της απαλλαγής από την κατοχή και της διαμόρφωσης μίας πατρίδας που θα σέβεται τους πολίτες της και τα δικαιώματα τους.

Έχουμε διαπιστώσει μέσα από το πέρασμα των χρόνων αλλά και ως εκ των συνθηκών πως εκτός από το διάλογο δεν υπάρχει άλλος δρόμος για μια πατρίδα απαλλαγμένη από τους στρατούς κατοχής και τα συρματοπλέγματα της διαίρεσης.

Όπως καλά γνωρίζετε, εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο έχουμε ξεκινήσει μία νέα προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού.

Δεν επιθυμούμε σε καμία στιγμή να δημιουργήσουμε ψευδαισθήσεις μίας εύκολης πορείας, γιατί γνωρίζουμε από τη μέχρι σήμερα εμπειρία και ιδιαίτερα την αδιαλλαξία της Τουρκίας, πόσο δύσκολη είναι η επίλυση ενός προβλήματος που μετρά δεκαετίες.

Και αυτό γιατί αποτελεί κοινό τόπο πως τα 42 χρόνια κατοχής δεν συντηρούν μόνο ένα απαράδεκτο στάτους κβο, αλλά έχουν δυστυχώς επιπλέον διαμορφώσει νέα δεδομένα τα οποία έχουν έντονα επιβαρύνει και αλλοιώσει σημαντικά συστατικά της λύσης που επιδιώκουμε. Δυστυχώς, ο χρόνος αποτελεί παράγοντα που ενισχύει καθημερινά τις διχοτομικές παραμέτρους και αυτό δεν μπορεί παρά να αποβαίνει σε βάρος των δικών μας στόχων, των δικών μας συμφερόντων, των συμφερόντων όσων αναμένουν να επιστρέψουν στις πατρογονικές εστίες.
Έχω την πεποίθηση πως η επίλυση του Κυπριακού είναι πια ένα ώριμο αίτημα του κυπριακού λαού στο σύνολο του καθώς διαπιστώνω πως και στα κατεχόμενα δημιουργήθηκε και ενισχύεται ένα κίνημα διεκδίκησης της λύσης.

Σήμερα βρισκόμαστε σε μία συγκυρία όπου όλοι έχουμε να κερδίσουμε από την λύση. Τα πλεονεκτήματα για την δική μας πλευρά είναι προφανή: Απαλλαγή από την κατοχή, επανένωση της πατρίδας μας, επιστροφή εδαφών, επιστροφή προσφύγων στα σπίτια και τις περιουσίες τους, ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας και προοπτικές ευημερίας, σταθερότητα, ιδιαίτερα διασφάλιση του μέλλοντος.

Την ίδια ώρα για τους συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριους έχει τελειώσει η περίοδος των ψευδαισθήσεων και συνειδητοποιούν πια πως η κατάσταση τους έχει φτάσει σε αδιέξοδο. Το σχέδιο τους για αναγνώριση του παρανόμου μορφώματος έχει αποτύχει και μετά την ένταξη μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη η οποιαδήποτε αναγνώριση. Αυτό βεβαίως δεν πρέπει να μας καθησυχάζει.

Αν η παρούσα κατάσταση συνεχιστεί το μόνο που θα πετύχουν θα είναι τη συνέχιση μίας παρασιτικής παρουσίας στο διεθνές περιβάλλον. Αλλά την ίδια ώρα και θα εξαρτώνται πάντα από μια τρίτη χώρα που θα αποφασίζει για εκείνη την ίδια και όχι για τους συμπατριώτες μας.

Οι Τουρκοκύπριοι συμπατριώτες μας, μόνο μέσα από μία λύση θα μπορέσουν και εκείνοι να απαλλαγούν από τις όποιες εξαρτήσεις και να αναδείξουν τη δική τους ταυτότητα και τις δικές τους δυνατότητες.

Διαπιστώνουν και οι ίδιοι πως η λύση αποτελεί τη μόνη προοπτική αποτελεσματικής εξόδου από την απομόνωση που έχουν περιέλθει ή που τους έχουν θέσει ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής, με οδυνηρές επιπτώσεις για το ίδιο τους το μέλλον και την κοινωνική τους συγκρότηση.

Για να φτάσουμε όμως στο σημείο που όλοι επιθυμούμε θα πρέπει συνάμα να συνειδητοποιήσουμε πως η όποια λύση θα πρέπει να εδράζεται στον αμοιβαίο σεβασμό των δικαιωμάτων και των ανησυχιών, καθώς αυτό που προσπαθούμε σκληρά να οικοδομήσουμε δεν είναι τις σχέσεις δύο γειτονικών κρατών – και το υπογραμμίζω – αλλά ένα κράτος αποτελούμενο από δύο πολιτείες με μία κεντρική Κυβέρνηση, μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα, μία και μόνη ιθαγένεια.

Αυτό που αποτελεί το μεγάλο και κρίσιμο πλεονέκτημα για όλους μας από μία λύση του Κυπριακού, είναι το γεγονός πως θα μπορούμε να ζήσουμε χωρίς την παρουσία και τη διαρκή απειλή του τουρκικού στρατού στην ίδια μας την πατρίδα.

Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Τουρκία, το αποτυχημένο πραξικόπημα και η αναταραχή που προκάλεσε αλλά και τα όσα καταγράφονται και σημειώνονται καθημερινά αποτελούν την καλύτερη απόδειξη πως η μόνη ασφαλής λύση για τη χώρα μας είναι αυτή που θα προβλέπει αποχώρηση του κατοχικού στρατού και άρση των όποιων εγγυήσεων καθώς αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να μη ζούμε στο μέλλον με το φόβο μεταφοράς κρίσεων από άλλες χώρες και συγκεκριμένα την Τουρκία στην Κύπρο.

Οι διαπραγματεύσεις αυτή την περίοδο ευρίσκονται σε κομβικό σημείο.

Με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακκιντζί, έχουμε αναλάβει τη συνολική διαπραγμάτευση και καταβάλλουμε μία εντατική προσπάθεια να συγκεκριμενοποιήσουμε τα πεδία συναντιλήψεων έτσι ώστε να μετατραπούν σε συγκλίσεις. Δεν είναι εύκολο έργο καθώς στις λεπτομέρειες κρύβονται οι δυσκολίες. Αυτό όμως το γνωρίζαμε εξ αρχής και παραμένουμε δεσμευμένοι στην προσπάθεια μας, αποφασισμένοι να εργαστούμε συνειδητά έτσι ώστε να ξεπεραστούν τα όποια προβλήματα. Αυτό βέβαια δεν εξαρτάται μόνο από εμάς, εξαρτάται και από τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας, εξαρτάται από το πόσο η Τουρκία πραγματικά επιθυμεί τη λύση, μια λύση που θα πρέπει να σέβεται τις ανησυχίες της, η μια κοινότητα της άλλης χωρίς να επηρεάζονται τα δικαιώματα τους. Αυτό που επιδιώκουμε είναι να δημιουργήσουμε συνθήκες πραγματικής ειρηνικής συμβίωσης, πραγματικού δημιουργικού μέλλοντος και το σημαντικότερο από όλα είναι η παρουσία μας στην ΕΕ. Αντί να μιλούμε για εγγυήσεις αυτό που λέμε είναι να μετατρέψουμε τη χώρα μας σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος και μέσα από αυτό θα διασφαλίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Μόνο σε αυτή τη βάση – και αυτή είναι η βάση των συνομιλιών – έχουμε πετύχει την ενεργοποίηση της ΕΕ για πρώτη φορά και αυτό έχει μεγάλη σημασία διότι ο κύριος στόχος και η μεγάλη επιτυχία της Ελληνικής Κυβέρνησης, του Ελληνικού Κοινοβουλίου, του κυπριακού λαού, των πολιτικών δυνάμεων της πατρίδας μας ήταν με την ένταξη να υιοθετηθούν οι αρχές και οι αξίες έτσι ώστε να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την τουρκική αδιαλλαξία.

Παρακολουθώ με κατανόηση όλες τις αντιδράσεις που σε καθημερινή σχεδόν βάση καταγράφονται από τις πολιτικές δυνάμεις και οργανωμένα σύνολα και δεν διστάζω να παραδεχτώ πως κάποιες από αυτές τις ανησυχίες είναι και δικές μου ανησυχίες.

Αλλά την ίδια στιγμή δεν μπορώ να επιτρέψω στον εαυτό μου να παραμείνει αδρανής. Ο παραλυτικός φόβος είναι ο χειρότερος σύμβουλος τη στιγμή που θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να πάρουμε τις μεγάλες αποφάσεις.

Είναι με αυτοπεποίθηση που καθόμαστε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων γιατί γνωρίζουμε τους στόχους μας, παραμένουμε δεσμευμένοι σε αυτούς και ξέρουμε από την εμπειρία και την καθημερινή μας προετοιμασία πώς πρέπει να ξεπεραστούν οι σκόπελοι πώς πρέπει να διαχειριστούμε τις δυσκολίες που έχουμε στο τραπέζι.

Σε όλη την ιστορία μας λειτουργήσαμε πολλές φορές με θαυμαστό τρόπο. Με τρόπο που η λογική δύσκολα εξηγούσε, καταφέραμε να διατηρηθούμε σε αυτή τη χώρα, αναδεικνύοντας αρετές επιβίωσης .

Το Σεπτέμβρη του 1955, από το Βαρώσι ο Γιώργος Σεφέρης έγραφε πως «η Κύπρος είναι ένας τόπος όπου το θαύμα λειτουργεί ακόμη…».

Ποιητική αδεία μπορούμε να μιλήσουμε για θαύμα. Αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για μία βαθιά, ιστορικά συνειδητοποιημένη ανάγκη συνέχισης της παρουσίας μας σε αυτή τη χώρα, με την ταυτότητα μας ζωντανή και με ενεργή την παρουσία μας στον κόσμο.

Αυτό είναι το θαύμα που μας κρατεί και θα συνεχίσει να μας κρατεί και θα συνεχίσει να μας βοηθά έτσι ώστε μέσα από την αυτοσυντήρηση, μέσα από την αυτογνωσία να επιβιώσουμε σε αυτή τη χώρα που ζούμε χιλιάδες τώρα χρόνια.

Η μνήμη και όχι η λήθη για όσους έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα και την δημοκρατία είναι το καθήκον. Η μέγιστη τιμή που θα τους αποδώσουμε είναι η άρση των δεδομένων της κατοχής που θα είναι και το καλύτερο μνημόσυνο για αυτούς.