Η μνήμη των επετείων και η λήθη των ηρώων του πολέμου του 1974

Του Νεκτάριου Κάρυου

«Ὦ ξεῖν’, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ρήμασι πειθόμενοι» δηλαδή «Διαβάτη, μήνυμα να πας στους Λακεδαιμόνιους, ότι σ’ αυτήν εδώ τη γη πέσαμε και κειτόμαστε στο νόμο τους πιστοί».

Τι απομένει άραγε στη συλλογική συνείδηση του Ελληνισμού για τους πεσόντες και αγνοουμένους της Τουρκικής εισβολής του 1974 στο νησί μας; Στα σαρανταδύο χρόνια που πέρασαν, η μνήμη βάλλεται πανταχόθεν κινδυνεύοντας να ξεθωριάσει από την προσπάθεια παραγραφής της ιστορικής πραγματικότητας στο βωμό καλλιέργειας κουλτούρας λύσης, γιατί έτσι βολεύει κάποιους στο εσωτερικό και εξωτερικό.

Ακόμα και το κεφάλαιο της αναγνώρισης της τύχης των αγνοουμένων δεν γλίτωσε από τη γενικότερη προσπάθεια επιβολής της λήθης. Έντεχνα, μετά από τόσα χρόνια, είναι αποκομμένο από την πολιτική πτυχή των συνομιλιών και τυγχάνει χειρισμού ως δικοινοτικό ανθρωπιστικό θέμα μεταξύ των δύο κοινοτήτων, απαλλάσσοντας έμμεσα την Τουρκία από τα εγκλήματα που διέπραξε κατά των Ελλήνων της Κύπρου.

Μέσα σε αυτό το μετέωρο σκηνικό που έχει στηθεί για χρόνια, διαδραματίζεται παράλληλα σχεδόν κάθε Κυριακή στους ιερούς ναούς η τελική πράξη κλεισίματος του δράματος των οικογενειών, φίλων και συμπολεμιστών, των ταυτοποιηθέντων λειψάνων των πεσόντων και των αγνοουμένων.

Mόνο και με τη σκέψη ότι το αίμα που χύθηκε για την υπεράσπιση της πατρίδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας από τις ορδές των Τούρκων κατακτητών κινδυνεύει να πάει χαμένο, αφού δεν χρησιμεύει πλέον στα σχέδια για μια λύση με τι προδιαγραφές της Τουρκίας. Νιώθω βαρύ το χρέος που οφείλουμε ως κοινωνία σε όσους χάθηκαν άδικα και σε όσους θυσιάστηκαν στο καθήκον της υπεράσπισης των βωμών και των εστιών της πατρίδας.

Με αυτέ τις σκέψεις βιώνουμε και φέτος τις επετείους της πρώτης και δεύτερης εισβολής, συρόμενοι στα μνημόσυνα των πεσόντων και στις δεήσεις για την ανεύρεση των αγνοουμένων μας που πολέμησαν και θυσιάστηκαν, παρά το γεγονός ότι ήταν προδομένοι, δίνοντας τη μάχη σώμα με σώμα με τον εισβολέα άχρι τελευταίας ρανίδας, για την υπεράσπιση των πάτριων εδαφών, μένοντας ουσιαστικά άταφοι και αφανείς στα βουνά της οροσειράς του Πενταδακτύλου και της πεδιάδας της Μεσαριάς.

Διερωτώμαι, από πού άντλησαν το ψυχικό σθένος τα παλληκάρια μας, μέσα στην περιρέουσα ατμόσφαιρα της προδοσίας, και βρήκαν το θάρρος και την παλληκαριά με τα πενιχρά μέσα που διέθεταν και χωρίς ηγεσία και καθοδήγηση, να σταθούν μπροστά στην υπεροπλία του βαρβάρου Τούρκου εισβολέα πέφτοντας ηρωικά μαχόμενοι γνωρίζοντας οι περισσότεροι ότι η θυσία τους δεν θα είχε αποτρεπτικό αποτέλεσμα στην έκβαση του πολέμου.

Παρέμειναν όμως στις επάλξεις, πράττοντας το καθήκον τους, πιστεύοντας ότι η θυσία τους για την ελευθερία θα αποτελούσε παράδειγμα για τις επόμενες γενιές. Πίστευαν ότι με το παράδειγμα τους θα γαλουχούνταν οι νεότεροι, όπως οι ίδιοι γαλουχήθηκαν από τις θυσίες των ηρώων του Ελληνικού Έθνους αντλώντας από αυτούς την ψυχική δύναμη να παραμείνουν και να θυσιαστούν για τα ιδανικά της πατρίδας.

Μάταια όμως αναμένουν το μήνυμα της θυσίας τους να διαχυθεί στον κυπριακό ελληνισμό. Αντιθέτως η ιστορία του πολέμου, των ανδραγαθημάτων και των θυσιών των ηρώων μας παραμένει σκοτάδι. Πέραν από το αναμάσημα της θυσίας των ηρώων μας στις κηδείες των πεσόντων και στα επετειακά μνημόσυνα, το πραγματικό μεγαλείο της θυσίας των ηρώων μας παραμένει άγνωστο στην στη ευρύτερη κοινωνία.

Η πολιτεία δεν επιδεικνύει το ανάλογο ενδιαφέρον, για την καταγραφή της ιστορίας και της ανάδειξης των γεγονότων, αφήνοντας τα πράγματα να οδηγηθούν στη λήθη, και στην αποξένωση του συνόλου της κοινωνίας από τα αποτελέσματα της εισβολής και της κατοχής. Πολύ δε περισσότερο, με την όλη στάση κατευνασμού του κατακτητή στις συνομιλίες, συγκλίνουμε περισσότερο προς τις τουρκικές θέσεις, υποθηκεύοντας το μέλλον μας στον ισλαμικό σκοταδισμό, ο οποίος αναβιώνει απροκάλυπτα τις τελευταίες μέρες με τις εξελίξεις στις Τουρκία.

Δύσκολο το εγχείρημα, αλλά οφειλόμενη η προσπάθεια προς τους ήρωές μας, να αναδυθούμε μέσα από το βούρκο της διαπλοκής και της διαφθοράς που μας έχουν οδηγήσει και μέσα από τον αγώνα για επιβίωση, να ανασκουμπωθούμε ξανά και να αποτινάξουμε τα βαρίδια που μας έχουν φορτώσει, αποπροσανατολίζοντας μας από τον στόχο της απελευθέρωσης και της προκοπής.

Βαρύ το χρέος μας έναντι των ηρώων μας. Το παράδειγμά τους αποτελεί το προζύμι για την διαμόρφωση συλλογικής συνείδησης για μια νέα αρχή.