Πρόεδρος: Γυρίζουμε σελίδα και ατενίζουμε το μέλλον με αισιοδοξία

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, μιλώντας στην 8 ης Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του Κυπριακού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ανέφερε ότι οι επίσημες προβλέψεις για την οικονομία κάνουν λόγο για ρυθμό ανάπτυξης το 2016 της τάξης του 1.8%, ενώ για το 2017 η ανάπτυξη θα κυμανθεί μεταξύ 2 και 2,5%, εκφράζοντας την ελπίδα πως “θα υπερβούμε και αυτές τις προβλέψεις”.

Αυτούσιος ο χαιρετισμός  του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Αναστασιάδη

Με πραγματικά ιδιαίτερη ικανοποίηση απευθύνομαι σήμερα στον επιχειρηματικό κόσμο της Κύπρου στο πλαίσιο της 88 ης Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του Κυπριακού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου.

Η περίοδος αυτή συμπίπτει με ιδιαίτερα σημαντικές εξελίξεις για την κυπριακή οικονομία που επιβεβαιώνουν πως η χώρα μας προχωρεί μπροστά με σταθερά βήματα.

Πριν από μερικές μόλις ημέρες, ο Υπουργός Οικονομικών εξήγγειλε, και επισήμως, την απόφαση της Κυβέρνησης για έξοδο από το Μνημόνιο στις αρχές του νέου έτους.

Αποφασίσαμε να κινηθούμε στην καθαρή λύση της εξόδου, χωρίς γεφυρωτικό πρόγραμμα, διότι έχουμε αποδείξει στους εταίρους μας και στις αγορές πως η χώρα μας μπορεί πια να σταθεί μόνη της στα πόδια της.

Ο ίδιος ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης Κλάους Ρέντλιγκ, σε πολύ πρόσφατη συνέντευξή του επιβεβαίωσε πως η έξοδος της Κύπρου από το Μνημόνιο γίνεται πληρώντας όλους τους όρους και με ασφάλεια.

Καθοριστικό ρόλο έπαιξε το γεγονός πως πριν από μερικές μόλις εβδομάδες, η χώρα μας, αξιοποιώντας τις συνθήκες σταθερότητας που δημιουργήσαμε, καθώς και σειρά αναβαθμίσεων από διεθνείς οίκους αξιολόγησης προχώρησε στην έκδοση δεκαετούς ομολόγου με επιτόκιο 4.25%. Χωρίς αμφιβολία, πρόκειται για ένα υψηλό επιτόκιο για κάποια ισχυρή ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά αποτελεί μεγάλο επίτευγμα για μια οικονομία που μόλις πριν δυόμιση χρόνια ήταν στα πρόθυρα της οικονομικής κατάρρευσης. Κανείς, επίσης, δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι πρόκειται για το χαμηλότερο επιτόκιο που εξασφάλισε ποτέ η χώρα μας για δεκαετές ομόλογο.

Είναι λοιπόν με ιδιαίτερη ικανοποίηση που στα τελευταία δυόμιση χρόνια, μετά την πιο βαθιά και επώδυνη οικονομική κρίση που βίωσε η χώρα μας είμαι σε θέση να σας μεταφέρω ένα θετικό μήνυμα: Ότι καταφέραμε να γυρίσουμε σελίδα και ότι η οικονομία, οι επιχειρήσεις και κατ’ επέκταση οι συμπολίτες μας μπορούν, βάσιμα πλέον, να ατενίζουν το μέλλον με αισιοδοξία.

Γιατί όλοι θα θυμάστε ότι πριν από μόλις δύο χρόνια, Kυβέρνηση, επιχειρηματικός κόσμος και πολίτες θέταμε έναν συλλογικό εθνικό στόχο. Την όσο το δυνατόν πιο γρήγορη επιστροφή στην ανάπτυξη.

Πολύ λίγοι ήταν αυτοί που πίστευαν ότι θα τα καταφέρουμε. Ακόμη λιγότεροι ήταν αυτοί που πίστευαν ότι η κυπριακή οικονομία θα μπορούσε να επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2015.

Ακόμη και οι διεθνείς δανειστές μας, λίγους μόνο μήνες πριν, εκτιμούσαν ότι, παρά τη σημαντική βελτίωση της κυπριακής οικονομίας, ο ρυθμός ανάπτυξης και φέτος θα ήταν αρνητικός.

Τους διαψεύσαμε, επιτυγχάνοντας ρυθμό ανάπτυξης που ενδεχομένως να ξεπεράσει το 1.5% για φέτος. Όπως τους διαψεύδαμε κάθε χρόνο τα τελευταία χρόνια, επιτυγχάνοντας σημαντικά καλύτερες επιδόσεις τόσο στα δημόσια οικονομικά όσο και στην πραγματική οικονομία.

Ενδεικτικά μόνο να αναφέρω ότι, συνολικά, η επίδοση της κυπριακής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, από την ανάληψη της εξουσίας, ήταν κατά 10% του ΑΕΠ περίπου καλύτερη από τις επίσημες εκτιμήσεις της Τρόικας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό ισοδυναμεί με ένα αυξημένο εισόδημα για την οικονομία της τάξης των δύο περίπου δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό δεν ήταν ούτε εύκολο αλλά ούτε και δεδομένο.

Ήταν ένα επίτευγμα που έγινε κατορθωτό γιατί πρώτιστα ο Κύπριος επιχειρηματίας και ο Κύπριος εργαζόμενος επέδειξε μεγάλο σθένος, αντοχή, αποφασιστικότητα, υπευθυνότητα.

Έγινε κατορθωτό γιατί ως Κυβέρνηση, στα πλαίσια των δυνατοτήτων μας, ασκήσαμε μια συνετή πολιτική και σταθήκαμε δίπλα στον Κύπριο επιχειρηματία, τον μικρομεσαίο και τον εργαζόμενο.

Σε ένα περιβάλλον αρνητικής ψυχολογίας και πρωτόγνωρης αβεβαιότητας, ανακοινώσαμε άμεσα, έκτακτα μέτρα για την αναζωογόνηση της οικονομίας.

Η πρώτη εξαγγελία έγινε στις 17 Απριλίου του 2013.

Δώσαμε πολεοδομικά, φορολογικά κίνητρα για νέες αναπτύξεις.

Διεκδικήσαμε και καταφέραμε αύξηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Αξιοποιήσαμε τα διαθέσιμα Ευρωπαϊκά κονδύλια, δημιουργώντας νέα προγράμματα, για την προσωρινή έστω ανακούφιση των ανέργων, των νέων και των νοικοκυριών.

Κινηθήκαμε τάχιστα στον τουρισμό, συνάπτοντας συμφωνίες που αύξησαν το τουριστικό ρεύμα στην Κύπρο. Συνάψαμε συμφωνίες για να αποκτήσουμε πρόσθετα εργαλεία ρευστότητας από φορείς όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, με απώτερο στόχο να δώσουμε μια ανάσα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Εξασφαλίσαμε μόνιμη παρουσία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης στην Κύπρο, ενώ πριν λίγες μέρες υπογράφηκε νέα συμφωνία ύψους 100 εκατομμύρια ευρώ με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την συγχρηματοδότηση αναπτυξιακών έργων και προγραμμάτων.

Εφαρμόσαμε ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα «μόνιμης διαμονής» εύπορων υπηκόων τρίτων χωρών που οδήγησε σε σημαντικές επενδύσεις και βοήθησε τον τομέα των κατασκευών σε μια πολύ δύσκολη γι’ αυτόν περίοδο.

Κάναμε όλα τα αναγκαία βήματα για τη βελτίωση του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Με αποφασιστικότητα και εντατική δουλειά είδαμε την κρίση σαν ευκαιρία για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που αναβάλλαμε για δεκαετίες.

Μέσα από την εφαρμογή στοχευμένων πολιτικών δημιουργήθηκαν συνθήκες επανάκτησης της αναπτυξιακής προοπτικής της οικονομίας μας.

Συνθήκες που επέτρεψαν σε παραγωγικούς τομείς της οικονομίας να λειτουργήσουν, δείχνοντας μάλιστα αντοχές και προοπτικές. Αυτές οι προοπτικές είναι που οδηγούν την οικονομία σε έξοδο από την ύφεση και επάνοδο σε ρυθμούς ανάπτυξης.

Ήταν ακριβώς αυτούς τους παραγωγικούς τομείς που δεν θέλαμε να πλήξουμε όταν εξ ανάγκης έπρεπε να σχεδιάσουμε και να εφαρμόσουμε ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης. Και ήταν ενσυνείδητη επιλογή το πρόγραμμα να στοχεύσει τις δαπάνες και όχι την εύκολη λύση που ακολούθησαν άλλες χώρες μέσω της κατακόρυφης αύξησης των φορολογιών που πλήττουν ανεπανόρθωτα την επιχειρηματικότητα και την κατανάλωση. Πρακτικές, που μειώνουν την αγοραστική δύναμη των πολιτών και καταδικάζουν την προοπτική των επιχειρήσεων.

Όχι μόνο δεν αυξήσαμε φόρους, αντιθέτως, μόλις το επέτρεψαν οι συνθήκες, προχωρήσαμε ακόμη ένα βήμα, παραχωρώντας στοχευμένα φορολογικά κίνητρα για τόνωση των επενδύσεων και της αγοράς.

Τα δημοσιονομικά μας αποθέματα επιτρέπουν τώρα να επιχορηγήσουμε ένα σύγχρονο κράτος πρόνοιας και το Εγγυημένο Ελάχιστο Εισόδημα, αλλά και τη μικρή, αλλά μη αμελητέα, έστω αύξηση των αναπτυξιακών δαπανών.

Δεν λέω ότι έχουμε πετύχει τα πάντα, λέγω όμως κάτω από ποιες συνθήκες αναλάβαμε την εξουσία και πού σήμερα σε δυόμιση χρόνια βρισκόμαστε.

Είναι σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο σήμερα που είμαι σε θέση να σας ανακοινώσω την πρόθεση της Κυβέρνησης για επέκταση της καταβολής μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ από 19% στο 5% για ανακαινίσεις οικιστικών μονάδων. Μια απόφαση που λήφθηκε μετά από πρόταση του επιχειρηματικού κόσμου και με πρωτοβουλία της Προεδρίας, σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών. Είναι μια πρόταση που θα εγκριθεί στην επόμενη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Το μέτρο αφορά την καταβολή μειωμένου ΦΠΑ 5%, για ανακαινίσεις όλων των οικιστικών μονάδων και όχι μόνο της πρώτης κατοικίας που ίσχυε μέχρι σήμερα. Επιπρόσθετα, μειωμένο ΦΠΑ θα καταβάλλεται από ευάλωτες ομάδες καταναλωτών και κατοίκους ακριτικών περιοχών, για επισκευές και βελτιώσεις σε ιδιωτικές κατοικίες, για βελτίωση της ενεργειακής τους απόδοσης ή και ενίσχυση της στατικής τους επάρκειας.

Αποδείξαμε ότι η πολιτική εφαρμογής του προγράμματος, αλλά και των άλλων πολιτικών ή μέτρων που λάβαμε πέραν του προγράμματος είχε αποτέλεσμα. Και δεν οδήγησε την οικονομία σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης, όπως κάποιοι διατυμπάνιζαν.

Αντίθετα ακολουθήσαμε μια πολιτική που επέτρεψε την επιτυχή ολοκλήρωση και της όγδοης στη σειρά αξιολόγησης από την Τρόικα, η οποία πολύ πιθανόν θα είναι και η τελευταία.

Αυτή είναι η πολιτική που μας επέτρεψε να ενταχθούμε και στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, από το οποίο μέχρι σήμερα έχουμε αξιοποιήσει περίπου 180 εκατομμύρια ευρώ, ενώ ήταν η ένταξή μας σε αυτό το πρόγραμμα που συνέβαλε στην αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού της χώρας μας τα οποία βρίσκονται στο ιστορικό χαμηλότερο σημείο τους. Πιστεύω ότι θα συνεχίσει αυτή η πτωτική τάση με τη σταθερότητα και με την πειθαρχημένη πολιτική που είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε να υλοποιούμε προκειμένου να πετύχουμε την οριστική απομάκρυνση από κάτι τέτοιο.

Η διάσταση αυτή παραμένει σχετικά – δεν υπονοώ τη δυνατότητά μας για ποσοτική χαλάρωση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας – άγνωστη στο ευρύτερο κοινό, αλλά αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο στην διαχείριση των οικονομικών μας δεδομένων καθώς με την ευρύτερη αποτελεσματική διαχείριση του δανειακού μας χαρτοφυλακίου καταφέραμε μέσα στο χρόνο που μας πέρασε να εξοικονομήσουμε 200 περίπου εκατομμύρια ευρώ από τοκοχρεολύσια..

Με τα κεφάλαια αυτά και άλλα βεβαίως από τον προϋπολογισμό ή από ευρωπαϊκά προγράμματα μπορέσαμε να εξαγγείλουμε σειρά έργων σε όλη την Κύπρο με στόχο την τόνωση της οικονομίας και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών.

Σας διαβεβαιώνω ότι ούτε είχα ούτε έχω την πρόθεση να δώσω μια ρόδινη εικόνα. Έχω πλήρη επίγνωση των μεγάλων προβλημάτων που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν οι συμπολίτες μας.

Η ανεργία παραμένει ψηλή. Καταφέραμε όμως να ανακόψουμε μια ξέφρενη πορεία ανόδου που διήρκησε πέντε χρόνια και να τη μετατρέψουμε, αφού τη σταθεροποιήσαμε, σε καθοδική.

Τους τελευταίους μήνες η ανεργία αποκλιμακώνεται σταθερά και σήμερα είμαστε στα επίπεδα του Μαρτίου του 2013 ή και λίγο χαμηλότερα.

Η οικονομία συνεχίζει να αντιμετωπίζει το μεγάλο βάρος των μη εξυπηρετουμένων δανείων, ένα βάρος το οποίο κληρονομήσαμε μετά από μια κακή και ανεξέλεγκτη τραπεζική πρακτική του άκρατου δανεισμού που διήρκησε δεκαετίες. Πλέον, όμως, υπάρχουν τα εργαλεία και οι νομοθεσίες που υποβοηθούν τη διαδικασία αναδιάρθρωσης των δανείων τα οποία άρχισαν σιγά σιγά να τυγχάνουν αξιοποίησης, με αποτέλεσμα το τελευταίο διάστημα να βλέπουμε σχετική βελτίωση και αυτό θα διαφανεί εντός των επόμενων δυο – τριών μηνών.

Η Κυβέρνηση, από την πλευρά της, θα συνεχίσει να ενθαρρύνει τις ουσιαστικές αναδιαρθρώσεις δανείων στα πλαίσια του θεσμικού της ρόλου, ενώ αυτό που πραγματικά θα βοηθήσει την μείωσή τους είναι η επαναφορά της οικονομίας σε μια τροχιά μόνιμης ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η αυριανή μου συνάντηση με τις συστημικές τράπεζες.

Αναγνωρίζουμε ότι η οικονομία συνεχίζει να υποφέρει από σωρεία διαρθρωτικών προβλημάτων και ότι η ανάπτυξη, για να έχει διάρκεια, θα πρέπει να στηριχθεί σε πιο στέρεες και πιο υγιείς βάσεις απ’ ότι σήμερα.

Έχουμε θέσει ως στόχο να αλλάξουμε όλο το πλαίσιο που διέπει την ανάπτυξη. Αυτό δεν θα είναι μια μηχανική διαδικασία. Θα είναι το αποτέλεσμα μιας κοπιώδους προσπάθειας για να καταστεί η χώρα μας ελκυστική στις επενδύσεις, ξένες και ντόπιες.

Η φιλοσοφία της πολιτικής μας είναι η απενοχοποίηση της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων. Αν δεν έλθουν, ή αν δεν μείνουν οι επιχειρήσεις και οι επενδύσεις στην Κύπρο, θα πάνε αλλού μαζί με τις θέσεις εργασίας που προσφέρουν.

Οι επενδύσεις εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες όπως το σταθερό χρηματοπιστωτικό σύστημα, το φορολογικό καθεστώς, το ικανό ανθρώπινο δυναμικό, τη γεωγραφική θέση της χώρας, το σύστημα επικοινωνιών, τις συνθήκες ζωής και άλλα. Όλα αυτά είναι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχει η πατρίδα μας έναντι άλλων ανταγωνιστικών κρατών και έχουμε υποχρέωση να τα αξιοποιήσουμε στο έπακρον.

Για να επιτύχουμε όμως, πέρα από τα πλεονεκτήματα, πρέπει να διαγνώσουμε, να αναγνωρίσουμε, και να επιλύσουμε και τα προβλήματα. Όπως καταδεικνύουν και διεθνείς μελέτες, η Κύπρος μειονεκτεί σε ό,τι αφορά το δομικό και το θεσμικό πλαίσιο που διέπει το φάσμα της ανάπτυξης. Υστερεί, δυστυχώς, σε σημαντικούς δείκτες που αφορούν την ανταγωνιστικότητα και την «ευκολία» του «επιχειρείν».

Αναγνωρίζοντας τα προβλήματα, έχουμε προωθήσει σημαντικές ρυθμίσεις που έφεραν αποτέλεσμα. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Διεθνούς Τράπεζας, η Κύπρος έχει ανεβεί στην κατάταξη για το επιχειρηματικό περιβάλλον κατά 13 θέσεις, ενώ βρίσκεται ανάμεσα στις δέκα χώρες που έχουν πραγματοποιήσει τη μεγαλύτερη πρόοδο στην προσέλκυση επενδύσεων.

Δεν πανηγυρίζουμε – και το υπογραμμίζω αυτό – και δεν είμαστε ικανοποιημένοι με αυτή τη θέση. Η Κύπρος μπορεί και πρέπει να κατατάσσεται πολύ πιο ψηλά. Και είναι για αυτό ακριβώς τον λόγο που βρίσκονται σε εξέλιξη και τροχιά υλοποίησης σειρά σημαντικών και αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που αφορούν τη βελτίωση του ρυθμιστικού και του κανονιστικού πλαισίου σημαντικών τομέων της οικονομίας, τη διευκόλυνση της αδειοδότησης στρατηγικών επενδύσεων, καθώς και ένα φιλόδοξο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων.
Οι δράσεις που προωθούνται αντιμετωπίζουν μια σειρά αδυναμιών και στρεβλώσεων της κυπριακής οικονομίας, που για χρόνια μιλούσαμε αλλά δεν αντιμετωπίζαμε κατά τρόπο πρακτικό. Που συμβάλλουν την ίδια ώρα στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, στη μείωση της γραφειοκρατίας και στη βελτίωση των συνθηκών της πραγματικής οικονομίας.

Δυστυχώς, δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα πάντα από τη μια μέρα στην άλλη. Απαιτείται χρόνος, εμπειρογνωμοσύνη, σοβαρότητα και αποφασιστικότητα, μακράν κάθε λαϊκισμού.

Αλλά εδώ επικεντρωνόμαστε. Γιατί η ανάπτυξη έρχεται πρώτιστα με τη δημιουργία ενός ευνοϊκού και φιλικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις.

Είμαστε σε συνεχή διάλογο με τον επιχειρηματικό κόσμο, τους πολίτες, τα οργανωμένα σύνολα, και με όλους όσοι έχουν διάθεση να συνεισφέρουν στις αλλαγές που απαιτούνται.

Στο σημείο αυτό θέλω να επαινέσω τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων οι οποίες χάρη στην υπευθυνότητά τους συνέβαλαν στο να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες μακράν ενεργειών που θα επιβάρυναν – κάτι που συνέβη σε πολλές άλλες χώρες. Για αυτό και θερμά ευχαριστώ τις ηγεσίες για την υπευθυνότητα που επέδειξαν τα εργατικά συνδικάτα και θα συνεχίσουμε να είμαστε σε συνεχή διάλογο με τους εργαζόμενους, έτσι ώστε η ευαισθησία που διακρίνει την Κυβέρνηση για τις δυνατότητες και την προοπτική του επιχειρείν να είναι αντίστοιχη και για τα δικαιώματα των εργαζόμενων. Διότι αν δεν υπάρχει ομαλή σχέση, μια σχέση συνάφειας μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων σίγουρα οι όποιες διαφορές θα έχουν συνέπειες και στις επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Πρόσφατα, μέσα και από τη δική σας ενεργή συνεισφορά, και της ΟΕΒ και του ΚΕΒΕ η Προεδρία, σε συνεργασία με το Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, έχουν διαμορφώσει για πρώτη φορά την Εθνική Δήλωση Πολιτικής για την Επιχειρηματικότητα, η οποία περιλαμβάνει μια σειρά συγκεκριμένων δράσεων. Δράσεων με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα για στήριξη της επιχειρηματικότητας, την καλλιέργεια επιχειρηματικής κουλτούρας, τη διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και την ενδυνάμωση του υφιστάμενου επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

Δεν θέλω να επεκταθώ περισσότερο σε αυτά που θα γίνουν, θα τα ανακοινώνουμε όταν θα υλοποιούνται. Υπάρχει ένα σχετικό χρονοδιάγραμμα που έχει συμφωνηθεί και αυτό που θέλω να σας διαβεβαιώσω είναι ότι θα τηρηθούν τα όσα έχουν συμφωνηθεί. Επίσης, θέλω να σας διαβεβαιώσω είναι ότι εργαζόμαστε με σοβαρότητα με βάση το πλάνο που έχουμε καταρτίσει και εντός των επόμενων μηνών, θα υπάρχουν, πιστεύω, αποτελέσματα.

Οι επίσημες προβλέψεις για την οικονομία κάνουν λόγο για ρυθμό ανάπτυξης το 2016 της τάξης του 1.8% ενώ για το 2017 η ανάπτυξη θα κυμανθεί μεταξύ 2 και 2.5%. Ελπίζουμε ότι θα υπερβούμε και αυτές τις προβλέψεις. Και είναι τότε που προβλέπουμε πως και η σκληρότερη διάσταση της οικονομικής κρίσης, η ανεργία θα υποχωρήσει σημαντικά.

Συμβολή προς αυτή την κατεύθυνση θα έχει και ο νέος προϋπολογισμός για το 2016 που συζητείται αυτή την ώρα στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Για πρώτη φορά εδώ και καιρό, οι αναπτυξιακές δαπάνες αυξάνονται – δεν λέγω αλματωδώς – αλλά έστω και κατά πέντε εκατοστιαίες μονάδες, γεγονός που αποτελεί την επί πλέον συνδρομή του κράτους στην πορεία δημιουργίας αναπτυξιακών συνθηκών.

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως υπάρχουν προοπτικές ανάπτυξης στην πλειοψηφία των τομέων οικονομικής δραστηριότητας της Κύπρου. Ιδιαίτερα σήμερα, η ανακάλυψη αποθεμάτων φυσικού αερίου εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της Κύπρου δημιουργεί εξαιρετικές προοπτικές επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας και των παράπλευρων υπηρεσιών και βιομηχανιών. Τις αμέσως επόμενες ημέρες θα υπάρξουν εξελίξεις που θα ενισχύουν αυτή την προοπτική, αφού είμαστε σε διαρκή διάλογο τόσο με τις εταιρείες που ενδιαφέρονται να επενδύσουν στη χώρα μας και τις ενεργειακές της προοπτικές όσο και με τις γειτονικές μας χώρες με τις οποίες συνεργαζόμαστε περισσότερο από στενά.

Αποτελεί πεποίθησή μου πως η ασφάλεια και η σταθερότητα σε μία χώρα συνιστούν τον βασικό παράγοντα ευημερίας. Για αυτό και από τον περασμένο Μάιο έχουμε επικεντρώσει τις προσπάθειες και σε ένα άλλο μέτωπο: Αυτό της προσπάθειας επίλυσης του Κυπριακού. Σε μερικές ημέρες ολοκληρώνουμε ένα κύκλο εντατικών διαπραγματεύσεων με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη κ. Μουσταφά Ακκιντζί.

Έχουμε βάλει στο τραπέζι όλες τις πτυχές του Κυπριακού και ευελπιστώ πως θα έχουμε την δυνατότητα σύντομα να έχουμε σαφέστερη εικόνα της πορείας των διαπραγματεύσεων.
Ωστόσο παραμένω συγκρατημένα αισιόδοξος – παρά τις δυσκολίες- αφού θεωρώ πως υπάρχει αυτή την περίοδο μία καλή ευκαιρία για επίλυση του εθνικού μας προβλήματος.

Δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε τα πλεονεκτήματα από μια επίλυση του εθνικού μας προβλήματος που εδώ και 41 χρόνια προκαλεί προβλήματα και στην ελληνοκυπριακή και στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, και στους Ελληνοκύπριους και στους Τουρκοκύπριους επιχειρηματίες, και στους Ελληνοκύπριους και στους Τουρκοκύπριους εργαζόμενους. Αυτό που θέτουμε ως στόχο είναι να εξευρεθεί μια λύση που να γίνεται αποδεκτή και από τις δύο κοινότητες. Το έχω πολλές φορές επαναλάβει, που δεν θα αφήνει νικητές και ηττημένους, που θα είναι μια λύση στα πλαίσια των αρχών και αξιών της ΕΕ, που διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων ανεξαίρετα των πολιτών της Κύπρου, που δημιουργεί τις προοπτικές για ένα σύγχρονο κράτος, που θα διασφαλίζει την ειρήνη, την προοπτική και το μέλλον των συμπολιτών μας, ανεξάρτητα αν είναι Ελληνοκύπριοι ή Τουρκοκύπριοι.

Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχηθώ κάθε επιτυχία στις εργασίες της Γενικής σας Συνέλευσης και να επαναλάβω κάτι που νομίζω πως μεταξύ μας έχει γίνει πια συνείδηση: Η συνεργασία της Κυβέρνησης, του ΚΕΒΕ και των μελών σας αποτέλεσε και αποτελεί σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης και ευημερίας στη χώρα μας. Είμαι βέβαιος πως και στο μέλλον θα έχουμε ακόμη πιο στενή και αποτελεσματική συνεργασία.