Προϋποθέσεις εγκυρότητας ιδιόγραφων διαθηκών

Του Αναστάση Θεοχαρίδη*

Σύμφωνα με το άρθρο 23 του Κεφ. 195, δεν υπάρχουν προφορικές, παρά μόνο γραπτές διαθήκες. Το εν λόγω άρθρο, προβλέπει τέσσερις ρητές προϋποθέσεις, οι οποίες θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά, έτσι ώστε μια διαθήκη να παράγει έννομα αποτελέσματα.

Οι προϋποθέσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:

1) Ο διαθέτης να υπογράφει στο κάτω μέρος ή στο τέλος της διαθήκης.

2) Στην παρουσία τουλάχιστον δύο μαρτύρων, οι οποίοι να παρίστανται ταυτόχρονα.

3) Οι μάρτυρες να επιβεβαιώνουν και να προσυπογράφουν την διαθήκη, στην παρουσία αλλήλων και του διαθέτη.

4) Όταν η διαθήκη αποτελείται από περισσότερα από ένα φύλλα χαρτιού, τότε το κάθε φύλλο θα πρέπει να υπογράφεται ξεχωριστά, από τον διαθέτη και τους μάρτυρες.

Έχει νομολογιακά κριθεί, ότι εάν δεν πληρούνται όλες οι πιο πάνω τέσσερις προϋποθέσεις, διαθήκη δύναται να θεωρηθεί άκυρη.

Αναφορικά με την πρώτη προϋπόθεση, γίνεται σαφές ότι η διαθήκη θα πρέπει να φέρει την υπογραφή του διαθέτη στο τέλος ή στο κάτω μέρος της. Στην περίπτωση όπου ο διαθέτης είναι αναλφάβητος, το «σημείο» του ή ακόμη και η σφραγίδα του, δύνανται να εκληφθούν ως υπογραφή.

Στην Αγγλία, τα αρχικά του διαθέτη, η υπογραφή με αναγνωρισμένο ψευδώνυμο, όπως επίσης και το μελάνωμα του χεριού, δύνανται να θεωρηθούν ως υπογραφή. Στις περιπτώσεις τέλος, όπου τα χέρια του διαθέτη έχουν ακρωτηριαστεί, η υπογραφή δύναται να τεθεί από τρίτο πρόσωπο, με εντολή βέβαια του διαθέτη και στην παρουσία του. Πρόσωπο που υπογράφει εκ μέρους του διαθέτη, δύναται ταυτόχρονα να είναι και μάρτυρας.

Αναφορικά με την δεύτερη προϋπόθεση, ο νόμος επιβάλλει όπως ο διαθέτης υπογράφει στην παρουσία δύο τουλάχιστον μαρτύρων.

Στην περίπτωση όπου, ο διαθέτης έχει ήδη υπογράψει την διαθήκη, θα πρέπει να αναγνωρίσει την υπογραφή του ενώπιον δύο ή περισσοτέρων μαρτύρων. Με άλλα λόγια, οι μάρτυρες θα πρέπει να βλέπουν τον διαθέτη την στιγμή που υπογράφει. Σύμφωνα με το Κεφ. 195, δεν αρκεί η διαβεβαίωση του διαθέτη προς τους μάρτυρες, ότι έχει υπογράψει. Οι μάρτυρες θα πρέπει να είναι παρόντες την στιγμή της υπογραφής ή έστω να είχαν την δυνατότητα να δουν την υπογραφή του διαθέτη.

Έχει νομολογιακά κριθεί, ότι στην περίπτωση που ο διαθέτης υπέγραψε στην παρουσία μόνο ενός μάρτυρα, χωρίς να κληθεί δεύτερος μάρτυρας, τότε η διαθήκη δύναται να θεωρηθεί άκυρη.

Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση, γίνεται ξεκάθαρο ότι οι μάρτυρες πρέπει να προσυπογράφουν και να επιβεβαιώνουν την διαθήκη, στην παρουσία αλλήλων. Πιο συγκεκριμένα, οι μάρτυρες καλούνται κάθε φορά, να επιβεβαιώσουν ότι ο διαθέτης υπέγραψε την διαθήκη στην παρουσία τους και ακολούθως τους ζήτησε να την προσυπογράψουν. Στην σχετική με το θέμα υπόθεση Παρισινού ν. Ξάνθου Χαραλαμπίδη κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 781, το Ανώτατο ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση και έκρινε πως δεν απαιτείται οποιοσδήποτε περαιτέρω τύπος επιβεβαίωσης, για την εγκυρότητα της διαθήκης.

Τέλος, σύμφωνα με την τέταρτη προϋπόθεση, ο διαθέτης και οι μάρτυρες, θα πρέπει να υπογράφουν έκαστο φύλλο χαρτιού της διαθήκης. Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να τονίσουμε, ότι κάθε φύλλο χαρτιού (όχι μόνο το τελευταίο), θα πρέπει να υπογράφεται και/ή μονογράφεται από τον διαθέτη και τους μάρτυρες. Στην αντίθετη περίπτωση, σύμφωνα πάντοτε με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η διαθήκη καθίσταται άκυρη.

*Δικηγόρος – Νομικός Σύμβουλος – Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος