Λαγκάρντ: Συγχαρητήρια στη Κύπρο, παραμένουν όμως οι κίνδυνοι

Η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) Κριστίν Λαγκάνρτ δίνει τα εύσημα στην Κυπριακή οικονομία για όσα πέτυχε έναν χρόνο μετά τις αποφάσεις του Eurogroup, σε συνέντευξή της στην εφημερίδα “Φ”, προειδοποιώντας την ίδια ώρα για τους κινδύνους που παραμένουν υπό το βάρος του υψηλού χρέους, των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να γίνου και της ουκρανικής κρίσης. Όσον αφορά την επιστροφή της Κύπρου στις αγορές η κα. Λαγκάρντ θεωρεί ότι αυτό μπορεί να γίνει με βιώσιμο τρόπο προς το τέλος του οικονομικού προγράμματος.

Η Κριστίν Λαγκάνρτ πρόσθεσε, «Με την ανάκαμψη της οικονομίας και τη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, και με την προϋπόθεση ότι το πρόγραμμα θα παραμείνει σε καλό δρόμο, θεωρούμε ότι η Κύπρος θα μπορέσει να επιστρέψει στις κεφαλαιαγορές με βιώσιμο τρόπο προς το τέλος της περιόδου του προγράμματος, υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχιστεί η εξομάλυνση των συνθηκών στις αγορές», αναφέρει η κα. Λαγκάρντ.

Ανέφερε παράλληλα ότι το ΔΝΤ αναμένει μαι σταδιακά ανάκαμψη την επόμενη χρονιά, η οποία θα φθάσει μακροπρόθεσμα στο 2% βασισμένη σε πιο ενισχυμένες τουριστικές και εμπορικές υπηρεσίες, όπου η Κύπρος μπορεί να καταστεί ισχυρός διεθνής ανταγωνιστής.

Αναφέροντας ότι αναμένει πως η διαθέσιμη οικονομική στήριξη των €10 δισ. σε διάστημα τριών ετών θα είναι επαρκής για να σταθεί η Κύπρος πάλι στα πόδια της, η κα. Λαγκάρντ είπε ότι η Κύπρος στα πλαίσια του οικονομικού προγράμματος θα πρέπει να εφαρμόσει πολιτικές για να αντιμετωπίσει τις υπόλοιπες αδυναμίες και για να μειώσει την τρωτότητα της οικονομίας σε κραδασμούς. Υπενθύμισε ότι όπως συμφωνήθηκε από την αρχή του προγράμματος, θα χρειαστούν πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα σε μεσοπρόθεσμη βάση για την εναρμόνιση των δημοσίων δαπανών με τα δημόσια έσοδα.

Η διευθύντρια του ΔΝΤ αναφέρθηκε σε τρεις προκλήσεις για την Κυπριακή οικονομία ώστε να πετύχει την αποκατάσταση της ανάπτυξης και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η πρώτη είναι η εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος ώστε να αρχίσει η χρηματοδότηση των επενδύσεων με σημαντική προϋπόθεση της μεταρρύθμιση του πλαισίου για τις πτωχεύσεις. Η δεύτερη είναι η διατήρηση της υγείας των δημοσιονομικών, όπου όπως ανάφερε θα χρειαστούν περισσότερες προσπάθειες για να εναρμονιστούν τα έσοδα με τις δαπάνες. Η τρίτη είναι η ενίσχυση των θεσμών για να βοηθηθεί ο δημόσιος τομέας στην κάλυψη των αναγκών του κυπριακού λαού, ενώ στο σημείο αυτό η κα. Λαγκάρντ σημείωσε ότι υπάρχει μεγάλο περιθώριο για βελτίωση της διαχείρισης των κοινωνικών παροχών.

Αφού ανέφερε ότι αξίζουν συγχαρητήρια στην Κύπρο για την εντυπωσιακή απόδοση του προγράμματος, η κα. Λαγκάρντ είπε επίσης ότι η ανεργία εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλή και ότι υπάρχουν πολλές δυσκολίες. Η ανάκαμψη ανέφερε θα είναι μόνο σταδιακή και η οικονομία βρίσκεται ακόμα υπό το βάρος του πολύ υψηλού χρέους.

«Υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να γίνουν ακόμη, και η πιστή και έγκαιρη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων θα είναι ουσιαστικής σημασίας για την επιστροφή της ανάπτυξης και των θέσεων εργασίας στην Κύπρο», ανέφερε.

Σε σχέση με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) ανέφερε ότι όσο πιο νωρίς ολοκληρωθούν οι ενέργειες των τραπεζών για αντιμετώπισή τους, τόσο πιο νωρίς θα αρχίσουν να αποδίδουν τα οφέλη στην απασχόληση και στην ανάπτυξη. Πρόσθεσε ότι η επίλυση των ΜΕΔ είναι θέμα επίδειξης καλής πίστης εκ μέρους όλων των μερών, τόσο των δανειοληπτών όσο και των δανειστών.

Όσον αφορά την προστασία της πρώτης κατοικίας ανέφερε ότι η μεταρρύθμιση του σχετικού πλαισίου θα πρέπει να παρέχει εφικτές λύσεις σε βιώσιμους δανειολήπτες με σκοπό όπου είναι δυνατόν τη διατήρηση της πρώτης κατοικίας τους και από την άλλη να αποθαρρύνει άτομα τα οποία μπορούν να αποπληρώσουν αν επιλέξουν να μην πληρώσουν.

Σχετικά με τις επιπτώσεις της ουκρανικής κρίσης στην Κύπρο είπε ότι το ΔΝΤ δεν έχει παρατηρήσει μέχρι στιγμής καμιά αρνητική επίπτωση, ωστόσο παρακολουθεί από κοντά τις σχετικές εξελίξεις. Όπως ανέφερε, μια οικονομική επιβράδυνση και μια νομισματική υποτίμηση στη Ρωσία, καθώς και ο επαναπατρισμός ρωσικών επιχειρήσεων θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο τουρισμό και στην παροχή εμπορικών υπηρεσιών στην Κύπρο, που με τη σειρά τους θα μπορούσαν να θέσουν εμπόδια στην οικονομική ανάκαμψη.