Καθαρά Δευτέρα: Τα «διονυσιακά» έθιμα σε Α. Μακεδονία και Θράκη

Την Καθαρά Δευτέρα ολοκληρώνονται οι ξέφρενοι εορτασμοί του Τριωδίου και ξεκινά η πνευματική και σωματική «κάθαρση» πριν από την κατάνυξη της Μεγάλης Σαρακοστής.

Τελευταία ευκαιρία, λοιπόν, για γιορτή και διάφορα μέρη της Ελλάδας έχουν την τιμητική τους, καθώς εδώ και χρόνια αυτή τη μέρα αναβιώνουν έθιμα πλαισιωμένα από μουσικές, ξέφρενο χορό, τραγούδι και σαρακοστιανά εδέσματα -που συμβολίζουν το τέλος της κρεοφαγίας και την αρχή της σαρανταήμερης νηστείας

Τα Διονυσιακά έθιμα, έχουν τις ρίζες τους στη διονυσιακή λατρεία και στη μακραίωνη λαϊκή παράδοση που θέλει την Καθαρά Δευτέρα να είναι ουσιαστικά η αρχή της ολοκληρωμένης προετοιμασίας για την Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή

Τα περισσότερα από τα έθιμα που αναβιώνουν την Καθαρά Δευτέρα στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, ειδικότερα στην Καβάλα, την Ξάνθη, έχουν τις ρίζες τους στη διονυσιακή λατρεία και στη μακραίωνη λαϊκή παράδοση που θέλει την Καθαρά Δευτέρα να είναι ουσιαστικά η αρχή της ολοκληρωμένης προετοιμασίας για την Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή και την αυστηρή νηστεία που τη συνοδεύει.

Στην περιοχή της Καβάλας προπολεμικά, υπήρχε την περίοδο της αποκριάς μια περιπαικτική διάθεση των μεγαλύτερων προς τους νέους να βγουν να διασκεδάσουν, να φλερτάρουν, να ερωτευτούν ή όπως αλλιώς καθιερώθηκε να λέγεται «να πιάσουνε το φίδι», δίνοντας στην έκφραση αυτή μια πονηρή διάσταση που όμως δεν ενοχλούσε ούτε σόκαρε, το αντίθετο μάλιστα, αφού η περίοδος της Αποκριάς επέβαλε τέτοιες συμπεριφορές.

Ωστόσο, η έκφραση «να πιάσουμε το φίδι» διατηρήθηκε μέσα στα χρόνια θυμίζοντας στους νεότερους τις λαϊκές παραδόσεις μιας περασμένης εποχής. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε χρόνο ο δήμος Καβάλας καλεί όλους τους πολίτες να «πιάσουνε το φίδι» στις πολιτιστικές εκδηλώσεις που διοργανώνει για να εορταστεί η τελευταία Κυριακή της Αποκριάς και η Καθαρά Δευτέρα.

Εκείνα τα χρόνια οι Καβαλιώτες ανήμερα την Καθαρά Δευτέρα πήγαιναν στην Καλαμίτσα (μια παραθαλάσσια συνοικία της πόλης που ήταν γεμάτη από κήπους και πηγές με τρεχούμενο νερό) για να «πιάσουνε το φίδι» παίρνοντας μαζί τους σαρακοστιανά φαγητά, ταραμά, κρεμμυδάκια, ελιές, νερόβραστα φασόλια σαλάτα, θαλασσινά, χαλβά και φυσικά λαγάνα. Την τιμητική του είχε το τσίπουρο.

Παρέες – παρέες, στρώνανε κάτω τις κουρελούδες και το κέφι άναβε. Φαγητό, τραγούδι, χορός, πειράγματα. Αγαπημένο παιχνίδι της ημέρας ήταν η χάσκα. Σε μια κλωστή έδεναν ένα κομμάτι χαλβά. Η μάνα του παιχνιδιού το κουνούσε πέρα – δώθε και οι παίχτες προσπαθούσαν να χάψουν το χαλβά.

Τα παιδιά όλη την προηγούμενη εβδομάδα ετοίμαζαν τον χαρταετό τους. Χρησιμοποιούσαν μια γλώσσα συνθηματική που γέμιζε τον αέρα: «Αμόλα Καλούμπα, βάστα κεφάλι, μάζωξε την κοιλιά κάνε τράκα πιάσε ήλιο». «Όποιος δεν έπαιξε ποτέ του με χαρταετό», αναφέρει ο μεγάλος λαογράφος Δημ. Λουκάτος, «δεν κοίταξε όσο χρειάζεται ψηλά. Όποιος δεν ένοιωσε την αντίσταση της καλούμπας, δεν κατάλαβε τη δύναμη του αέρα. Όποιος δε φώναξε με την ευθύνη και την πρωτοβουλία του παιδιού, που βλέπει να κινδυνεύει στο μετεωρισμά του ο αετός, δεν ένοιωσε τη χαρά, του να τα βγάζει πέρα μόνος του με τη φύση».

Το κάψιμο Τζάρου στη γέφυρα του Κόσυνθου

Στη γειτονική Ξάνθη, στην πόλη με τα χίλια χρώματα, αναβιώνει εδώ και μισό αιώνα, μετά την ολοκλήρωση της μεγάλης καρναβαλικής παρέλασης, το έθιμο «το κάψιμο του Τζάρου» στον ποταμό Κόσυνθο. Ένα φαντασμαγορικό υπερθέαμα που σηματοδοτεί το τέλος του καρναβαλιού. Πλήθος κόσμου, ντόπιοι και επισκέπτες, παρακολουθούν τη λήξη του καρναβαλιού και των ετήσιων Θρακικών Λαογραφικών Εορτών κάτω από τη λάμψη ενός εντυπωσιακού σόου με πυροτεχνήματα.

Ο «Τζάρος» ή «Τζάρους» κατά τους κατοίκους της Ανατολικής Θράκης, ήταν ένα κατασκευασμένο ανθρώπινο ομοίωμα, τοποθετημένο πάνω σε έναν σωρό από πουρνάρια. Την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς καιγόταν στο κέντρο αλάνας, πλατείας ή σε υψώματα, για να μην έχουν το καλοκαίρι ψύλλους. Το έθιμο αυτό το έφεραν οι πρόσφυγες από το Σαμακώβ της Ανατολικής Θράκης και αναβιώνει κάθε χρόνο από τους κατοίκους του ομώνυμου συνοικισμού, ο οποίος βρίσκεται κοντά στη γέφυρα του ποταμού Κόσυνθου στην παλιά πόλη της Ξάνθης.

Το έθιμο της Καμήλας στη Σταυρούπολη

Στην κεντρική πλατεία του οικισμού της Σταυρούπολης, στα ορεινά του δήμου Ξάνθης την Καθαρά Δευτέρα οι κάτοικοί της, μαζί με τους επισκέπτες, μεταμφιεσμένοι και κάνοντας διάφορους ήχους συμμετέχουν σε μια παρέλαση χρωμάτων και χαράς, με οδηγό ένα ομοίωμα καμήλας κι έναν ενήλικο να παριστάνει τον καμηλιέρη Άραβα.

Το έθιμο της Καμήλας αρχικά είχε παγανιστικό χαρακτήρα, τελούνταν και συμβόλιζε τη δέηση των κατοίκων για τη γονιμότητα της γης, αφού η χρονική στιγμή συνέπιπτε με τον ερχομό της άνοιξης και την έναρξη των αγροτικών εργασιών. Αργότερα σε συνδυασμό με την ορθόδοξη πίστη και θρησκεία που θέτει την ημέρα αυτή ως την αρχή της Σαρακοστής, άλλαξε χαρακτήρα και συμβολίζει πια στο νου των κατοίκων το τέλος των εορτών του καρναβαλιού και την αρχή.

Το «Μπουρανί» στον Τύρναβο

Ίσως πρόκειται για το πλέον «προχωρημένο» έθιμο της Αποκριάς, που μπορεί να μας κάνει να κοκκινίσουμε από πουριτανισμό και αμηχανία (αν είμαστε σεμνότυφοι και συντηρητικοί) ή να μας κάνει να ξεκαρδιστούμε στα γέλια και να διασκεδάσουμε με την καρδιά μας (αν είμαστε άνετοι με τις σόκιν καταστάσεις).

Ο λόγος για το έθιμο του «Μπουρανί», που την Καθαρά Δευτέρα προσκαλεί μικρούς και μεγάλους στον Τύρναβο σε ένα ξεφάντωμα κεφιού, όπου μέσα από μια παράδοση από την αρχαία Ελλάδα σπάει τα ταμπού, αναβιώνει τη Διονυσιακή λατρεία και γιορτάζει την Αποκριά, αποθεώνοντας… τους φαλλούς!

Επί της ουσίας, το «Μπουρανί» είναι η γιορτή του φαλλού, συμβολίζει την αναπαραγωγή και την ευτεκνία. Το έθιμο ορίζει (θα το διαπιστώσετε αν πάτε την Καθαρά Δευτέρα στον Τύρναβο) τους άντρες να κρατούν στα χέρια τους φαλλούς σαν σκήπτρα, φτιαγμένα από ξύλο ή πηλό και να περιφέρονται στους δρόμους και τις πλατείες.

Οι ρίζες του εθίμου χάνονται στο χρόνο αλλά τα πρώτα στοιχεία για την τέλεση του εθίμου εμφανίζονται το 1898 και υπάρχουν δυο εκδοχές. Η πρώτη αναφέρει ότι οι ρίζες του βρίσκονται στα αρχαία Ελλάδα και σε γιορτές όπως τα Διονύσια, τα Αφροδίσια και τα Θεσμοφόρια. Το ποτό έρρεε άφθονο και οι «άσεμνες» πράξεις και συνευρέσεις εξυμνούνταν κατά τη διάρκεια των Βακχικών τελετών.

Η δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι οι Τυρναβίτες πήγαιναν στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία σε μορφή πομπής, έστρωναν στο δρόμο διάφορα φαγητά και μια φιάλη σε σχήμα φαλλού με κρασί. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας «νικητής» ήταν αυτός που θα μεθούσε περισσότερο και “στεφόταν” από τους κατοίκους «Βασιλιάς της Αποκριάς».
Σύμβολο του Τυρναβίτικου καρναβαλιού ήταν και παραμένει ο φαλλός. Τεράστιες κατασκευές σε διαφορετικά χρώματα, είτε από πηλό είτε από πλαστικό ή σε μορφή μπαλονιών «έντυναν» ανέκαθεν την εκδήλωση και τους εορτασμούς.

Όσο κι αν προσπάθησαν κάποιοι να λογοκρίνουν το πανηγύρι, οι κάτοικοι αντιδρούσαν και συνέχιζαν τους εορτασμούς ενώ πρόσθεσαν την παρέλαση από μεγάλα άρματα, με θέματα εμπνευσμένα από τις παραδόσεις αλλά και από την επικαιρότητα. Όλες οι εκδηλώσεις κορυφώνονται την Καθαρή Δευτέρα.