ΑΚΕΛ: Ο κ. Αναστασιάδης οφείλει να δώσει σαφείς απαντήσεις στην κ. Λούτ

Η Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ, κατά τη συνεδρία της σήμερα, συζήτησε το Κυπριακό όπως έχει διαμορφωθεί μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντανά και ενόψει της επικείμενης επίσκεψης της Ειδικής Απεσταλμένης του Γ.Γ. προκειμένου να διερευνηθεί αν υπάρχει έδαφος για επανέναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Παράλληλα αξιολόγησε τα νέα διεθνή, περιφερειακά και εσωτερικά δεδομένα τα οποία επηρεάζουν το Κυπριακό.

Η συζήτηση στην Κ.Ε. του ΑΚΕΛ έγινε στο πλαίσιο αποφάσεων για περαιτέρω επεξεργασία θεμάτων πολιτικής του Κόμματος.

Η Κεντρική Επιτροπή προέβη σε επαναξιολόγηση των πεπραγμένων της κυβέρνησης Αναστασιάδη στο Κυπριακό από το 2013. Στα χρόνια που μεσολάβησαν, το ΑΚΕΛ έκρινε την πολιτική Αναστασιάδη με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον του λαού και του τόπου και τις δικές μας διαχρονικές πολιτικές και θέσεις αναφορικά με τη λύση του Κυπριακού.

Ενδεικτικά, υπογραμμίστηκε ότι ο κ. Αναστασιάδης ελέγχεται για τη λανθασμένη επιλογή της εξ’ υπαρχής διαπραγμάτευσης, η οποία όπως προειδοποιούσαμε κατέρρευσε με αρνητικές συνέπειες ένα χρόνο αργότερα. Με την ανάδειξη του στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας, ο κ. Ακιντζί τοποθετήθηκε υπέρ της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων από εκεί που έμειναν, θέση την οποία υιοθέτησε και ο κ. Αναστασιάδης. Φυσιολογικά, λοιπόν, το ΑΚΕΛ στήριξε τη διαπραγματευτική διαδικασία, με κριτική προσέγγιση για τις κατά καιρούς εκατέρωθεν παλινδρομήσεις. Στο Μοντ Πελεράν κατά γενική ομολογία έγινε σημαντική πρόοδος στο εδαφικό κάτι που ο κ. Αναστασιάδης απέτυχε να αξιοποιήσει, σηματοδοτώντας τη ραγδαία επιδείνωση των διαπραγματεύσεων, όπως υπογραμμίζει και ο ΓΓ του ΟΗΕ στην Έκθεση του περασμένου Σεπτεμβρίου. Στο δε Κραν Μοντανά, τη δεύτερη φάση της Διάσκεψης για την Κύπρο, ο ΓΓ του ΟΗΕ, η ΕΕ, η Βρετανία και φυσικά η Ελλάδα στήριξαν τη θέση μας για άμεσο τερματισμό της Συνθήκης Εγγύησης και των επεμβατικών δικαιωμάτων, καθώς και για ταχεία αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων με μηχανισμό εφαρμογής της λύσης με ευθύνη των Ηνωμένων Εθνών. Μοναδική εκκρεμότητα παρέμενε η διάρκεια της παρουσίας των αγημάτων ΕΛΔΥΚ- ΤΟΥΡΔΥΚ, δηλαδή των 950 και 650 στρατιωτών αντίστοιχα. Και πάλι ο κ. Αναστασιάδης απέτυχε να αξιοποιήσει αυτή τη στήριξη.

Σε σχετική ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ αμέσως μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντανά, εκφράσαμε την ευχή όπως «η σιγουριά του Προέδρου ότι η αποκλειστική ευθύνη για την αποτυχία ανήκει στην Τουρκία και την τουρκοκυπριακή πλευρά, επιβεβαιωθεί από τα Ηνωμένα Έθνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση». Αυτή μας η ευχή δεν ευοδώθηκε. Ο ΓΓ του ΟΗΕ στην Έκθεση του περασμένου Σεπτεμβρίου καθώς και στην τελευταία του Έκθεση για τις Καλές Υπηρεσίες, επιμένει ότι στο Κραν Μοντανά χάθηκε μια ιστορική ευκαιρία. Επιπρόσθετα, αποενοχοποιεί την Τουρκία καταγράφοντας ότι όλες οι εγγυήτριες δυνάμεις πήγαν στην Ελβετία έτοιμες να εξεύρουν στα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων αμοιβαία αποδεκτές λύσεις.

Έχοντας διανύσει μια άγονη περίοδο δώδεκα μηνών και με την ένταση στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας να κλιμακώνεται, είναι επιτακτική ανάγκη όπως η κάθοδος της Ειδικής Απεσταλμένης του ΓΓ του ΟΗΕ στην Κύπρο μέσα στο επόμενο διάστημα σηματοδοτήσει την επανέναρξη των απευθείας διαπραγματεύσεων. Προϋπόθεση για μια τέτοια εξέλιξη είναι, κατά τον ΓΓ του ΟΗΕ, η επίδειξη της αναγκαίας πολιτικής βούλησης από τις πλευρές. Ο κ. Γκουτέρες δεν αρκείται σε αυτή τη γενική τοποθέτηση αλλά υπογραμμίζει ότι για να έχουν νόημα οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να συνεχιστούν από το σημείο που είχαν μείνει στο Κραν Μοντανά. Δηλαδή με τις υφιστάμενες συγκλίσεις, το Πλαίσιο Γκουτέρες, το μηχανισμό εφαρμογής της λύσης και με πακετοποιημένη διαπραγμάτευση, όπως ακριβώς στο Κραν Μοντανά. Ο ΓΓ στην τελευταία του Έκθεση ζητά μια ξεκάθαρη και επίσημη απάντηση σε αυτό το ζήτημα.

Ο κ. Αναστασιάδης οφείλει να δώσει σαφείς απαντήσεις στην κ. Λούτ. Αν το πράξει, είτε θα ανοίξει ο δρόμος για μια στρατηγική συναντίληψη που με τη σειρά της θα διευκολύνει σημαντικά την επίλυση των υπόλοιπων εκκρεμούντων ζητημάτων, είτε θα εκτεθεί η Τουρκία. Αντίθετα, αν δεν το πράξει η ένταση θα κλιμακωθεί με κίνδυνο να οδηγήσει σε κρίση ενώ στο μεταξύ θα εδραιώνεται με επιταχυνόμενους ρυθμούς το σημερινό διχοτομικό στάτους κβο.

Είναι ιστορικά αποδειγμένο ότι η έλλειψη διαπραγματευτικής διαδικασίας, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου δεν επιρρίπτονταν οι ευθύνες στην Τουρκία ή/και στην τουρκοκυπριακή πλευρά, κατά κανόνα οδηγούσε σε νέα σοβαρά τετελεσμένα. Η πιο πρόσφατη διαπραγματευτική διαδικασία για την εξεύρεση συνολικής λύσης στο Κυπριακό πρόβλημα, η οποία βρισκόταν σε εξέλιξη για εννέα σχεδόν χρόνια, έχει περιέλθει σε ένα επικίνδυνο τέλμα. Ήδη η Τουρκία έχει προβεί σε μια πολύ προκλητική ενέργεια, παρεμποδίζοντας την ΕΝΙ από του να προχωρήσει στις προγραμματισμένες γεωτρήσεις εντός οριοθετημένου και αδειοδοτημένου οικοπέδου. Είναι φανερό ότι ενόσω συνεχίζεται το διαπραγματευτικό κενό, ελλοχεύει ο κίνδυνος νέων και ίσως μη αναστρέψιμων τετελεσμένων.

Το ΑΚΕΛ θα συνεχίσει να στηρίζει με συνέπεια τη λύση του Κυπριακού στη βάση αρχών και του συμφωνημένου πλαισίου λύσης. Η επαναπροσέγγιση των δύο κοινοτήτων συμβάλλει τα μέγιστα στην επίτευξη αυτού του στόχου. Ιδιαίτερα μέσα στις σημερινές συνθήκες ο ρόλος του ΑΚΕΛ τυγχάνει ιδιαίτερης εκτίμησης ανάμεσα στους συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριους. Θα αξιοποιήσουμε θετικά αυτή την εκτίμηση, θα συνεχίσουμε και θα εντείνουμε τις επαφές μας με όλους τους πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς της τουρκοκυπριακής κοινότητας που επιδιώκουν λύση του Κυπριακού.

Αυτή μας τη στάση, της προσήλωσης στη λύση του πολιτικού μας προβλήματος μακριά από πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες, την επιβάλλει ο γνήσιος πατριωτισμός και η έγνοια για το μέλλον του τόπου και του λαού μας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο το ΑΚΕΛ θα εργαστεί ακούραστα για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων όπως ορίζει ο ΓΓ του ΟΗΕ και τη θετική τους κατάληξη. Θα συνεχίσουμε να αξιώνουμε την ταχεία αποχώρηση όλων των κατοχικών στρατευμάτων, την αποστρατιωτικοποίηση της Κύπρου και τον άμεσο τερματισμό των εγγυήσεων και επεμβατικών δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα θα συνεχίσουμε να προειδοποιούμε για τις καταστροφικές συνέπειες της όποιας διχοτομικής λύσης.