Ωράριο: O θάνατος του εμποράκου

*Του Ανδρέα Θεοδούλου

Το 2006, ύστερα από σειρά διαβουλεύσεων με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και κλάδους του λιανικού εμπορίου, ψηφίστηκε ο Νόμος για τη Ρύθμιση της Λειτουργίας των Καταστημάτων και των Όρων Απασχόλησης των Υπαλλήλων τους. Ένας Νόμος, ο οποίος, αν και με αδυναμίες, κατάφερε να βάλει τάξη στο λιανικό εμπόριο, επιτρέποντας την εύρυθμη λειτουργία και τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων, είτε επρόκειτο για μεγάλη υπεραγορά είτε για το πιο μικρό περίπτερο.

Η όλη φιλοσοφία του Νόμου ήταν ο διαχωρισμός των καταστημάτων σε γενικά και ειδικά, με τα πρώτα να έχουν περιορισμούς στα ωράρια λειτουργίας και τα δεύτερα στα προϊόντα που έχουν δικαίωμα να διαθέτουν.

Η βεβιασμένη και χωρίς οποιαδήποτε μελέτη επιπτώσεων απόφαση της κυβέρνησης να μετατρέψει εν μία νυκτί όλη σχεδόν την Κύπρο σε τουριστική περιοχή, ανέτρεψε ανεπανόρθωτα τις λεπτές ισορροπίες λειτουργίας της αγοράς που διασφάλιζε ο υπό αναφορά Νόμος. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση με αυτή την ενέργειά τίναξε στον αέρα τη φιλοσοφία και την ουσία της νομοθεσίας. Η κυβέρνηση δεν διαβουλεύθηκε με κανένα κλάδο πριν προχωρήσει, ενώ μετά την απόφασή της δεν έλαβε οποιαδήποτε μέτρα στήριξης των μικρών επιχειρήσεων που πλήττονται από την ελευθεροποίηση του ωραρίου.

Και όλα αυτά για να ικανοποιήσει ένα πάγιο αίτημα των μεγάλων της αγοράς, με επιχείρημα την αμφίβολη αντιμετώπιση του προβλήματος της ανεργίας. Να θυμίσω τι έγινε μερικά χρόνια πριν, με την εξαφάνιση των μικρών συνοικιακών μπακάλικων από την ασυδοσία των μεγάλων υπεραγορών και που οδήγησε το παράδειγμα της υπεραγοράς Ορφανίδης;

Αυτή η κίνηση, η οποία ενώ φαίνεται προς το παρόν να ικανοποιεί 4-5 μεγάλους της αγοράς, την ίδια στιγμή απειλεί με λουκέτο χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου. Πού πήγαν οι υποσχέσεις για στήριξη των μικρομεσαίων και οι εξαγγελίες ότι αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας;

Θέλαμε να πιστεύουμε ότι τα παθήματα της κρίσης, τα περισσότερα από τα οποία οφείλονται στην έλλειψη μέτρου και στην ασυδοσία των μεγάλων, είτε αυτοί ήταν τραπεζίτες είτε μεγαλοεπιχειρηματίες του λιανικού εμπορίου, θα μας γίνονταν μαθήματα. Δυστυχώς, διαπιστώνουμε ότι ως κράτος ακολουθούμε την ίδια ολέθρια πορεία που μας οδήγησε στη σημερινή κατάσταση.

Δεν τασσόμαστε ενάντια στην ελεύθερη αγορά. Η αγορά έχει τον τρόπο της να ρυθμίζει τα πράγματα και σύντομα οι μεγάλοι θα αντιληφθούν ότι η ρύθμιση αυτή, το μόνο που θα επιτύχει θα είναι να μετακυλήσει μεγάλο μέρος της εργασίας τους από τις καθημερινές στα σαββατοκύριακα, με ελάχιστη αύξηση του τζίρου τους.

Αντιλαμβανόμαστε, παράλληλα, την ιδιαιτερότητα των εμπορικών κέντρων (malls) τα οποία εμφανίστηκαν μετά την ρύθμιση του 2006. Ταυτόχρονα, όμως, χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν θα αντέξουν στα νέα δεδομένα και θα βάλουν λουκέτο ή θα προχωρήσουν σε απολύσεις, οι οποίες θα ξεπερνούν κατά πολύ τις όσες θέσεις εργασίας διακηρύσσουν ότι θα δημιουργήσουν οι λίγοι που επωφελούνται από το μέτρο.

Στο κράτος εναπόκειται να χαράξει τις πολιτικές εκείνες, που θα προστατεύουν όλες τις επιχειρήσεις, είτε αυτές είναι καταστήματα ένδυσης και υπόδησης είτε φούρνοι, περίπτερα και καταστήματα διαρκούς εξυπηρέτησης, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την εμπορική τους ταυτότητα και την επιβίωσή τους, με τρόπο που να ενισχύεται ο επαγγελματισμός και η εξειδίκευση των επιμέρους ειδικοτήτων. Κάθε «πείραμα», που δεν αξιολογεί εκ των προτέρων το οικονομικό όφελος και το συνολικό συμφέρον του τόπου, καταλήγει αντιπαραγωγικό και καταστροφικό για την οικονομία στο σύνολό της.

Αυτό που χρειάζεται είναι να λάβουμε υπόψη παραδείγματα άλλων χωρών, οι οποίες έχουν βρει τη λύση και προσαρμόζοντάς τα στα κυπριακά δεδομένα να διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα όλων των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου.

Στο έργο του Άρθουρ Μίλερ «Ο θάνατος του εμποράκου», o πρωταγωνιστής εμποράκος Γουίλι Λόμαν αγωνίστηκε τίμια μια ζωή, αλλά τσακίστηκε από την οικονομική κρίση και πήρε τελικά την απόφαση να αυτοκτονήσει. Δεν θέλουμε να φτάσουμε στο σημείο του εμποράκου Γουίλι Λόμαν. Δεν εξαρτάται όμως μόνο από εμάς και αυτό πρέπει να το κατανοήσουν οι κυβερνώντες.

*Ο Ανδρέας Θεοδούλου είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Καταστημάτων Διαρκούς Εξυπηρέτησης (ΣΥ.ΚΑ.Δ.Ε.)