Φθηνά δάνεια στις χώρες της ευρωζώνης ως κίνητρο για μεταρρυθμίσεις

Η ηγεσία της ευρωζώνης εξετάζει το ενδεχόμενο να χορηγούν φθηνά δάνεια σε κράτη-μέλη της ως κίνητρο για την προώθηση μεταρρυθμίσεων, προσφέροντας σημαντική ελάφρυνση του βραχυπρόθεσμου κόστους δανεισμού, σύμφωνα με ένα έγγραφο για το σχέδιο αυτό, το οποίο αναμένεται να σηματοδοτήσει την επανέναρξη της συζήτησης περί αναδιανεμητικής ένωσης.

Η συγκεκριμένη πρόταση, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ δεν διευκρινίζει τον τρόπο χρηματοδότησης των δανείων. Αναφέρεται μόνον σε μία ιδέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία είχε ανακοινωθεί τον Μάρτιο και προέβλεπε είτε την άμεση συμβολή κυβερνήσεων, είτε την δημιουργία ενός νέου πόρου ή ταμείου.

Το έγγραφο – το οποίο έχει προετοιμάσει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν Βαν Ρόμπαϊ – θα αποτελέσει την βάση των συζητήσεων μεταξύ αξιωματούχων της ευρωζώνης στις Βρυξέλλες την ερχόμενη Τετάρτη, ενόψει της Συνόδου Κορυφής του Δεκεμβρίου.

Τα δάνεια αυτά μπορεί να αποτελούν μέρος των λεγόμενων συμβατικών διευθετήσεων: νομικά δεσμευτικών συμβάσεων με συγκεκριμένους όρους για την προώθηση μεταρρυθμίσεων και με συγκεκριμένους δείκτες η επίτευξη των οποίων θα συνεπάγεται την εκταμίευση των δόσεων ενός συμφωνημένου δανείου.

Τα δάνεια αυτού του είδους θα είναι ιδιαίτερα ελκυστικά, καθώς θα προσφέρονται με επιτοκιακό κόστος πολύ χαμηλότερο από αυτά των αγορών. Υπ’ αυτήν την έννοια θα μπορούν ως ένα βαθμό να χαρακτηριστούν επιδοτούμενα. Επιπλέον, θα σημαίνουν την αμοιβαιοποίηση των κινδύνων για τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη αλλά και ως ένα βαθμό την αναδιανομή κεφαλαίων — κάτι στο οποίο η Γερμανία αντιτίθεται παγίως τα τελευταία χρόνια.

Η δημιουργία ενός τέτοιου μηχανισμού, όπως περιγράφεται στο έγγραφο έκτασης εννέα σελίδων το οποίο περιήλθε στην κατοχή του πρακτορείου ειδήσεων Ρόιτερς, θα έφερνε την ευρωζώνη ένα βήμα πιο κοντά στην δημοσιονομική ένωση, ιδίως αν ο μηχανισμός των δανείων έναντι μεταρρυθμίσεων οδηγήσει στο να σχηματιστεί σταδιακά ένας ενιαίος ευρωπαϊκός προϋπολογισμός.

Πάντως ο πρόεδρος του Eurogroup, ο Ολλανδός Γερούν Ντάισελμπλουμ, εμφανίστηκε να εναντιώνεται στην ιδέα αυτή, σε μια συνέντευξή του στην γαλλική εφημερίδα Les Echos η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα. «Ο εκσυγχρονισμός μιας οικονομίας πρέπει να εκκινείται εκ των έσω. . . δεν πιστεύω ότι μεγάλες χώρες θα πείθονταν να προχωρήσουν στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για να εξασφαλίσουν φτηνά δάνεια ή άλλα τέτοια ανταλλάγματα, όπως θεωρεί ο Χέρμαν Φαν Ρόμπαϊ», είπε στην εφημερίδα.

«Όμως το θέμα αυτό χρειάζεται να συζητηθεί από τους αρχηγούς των κρατών. Αυτές οι προτάσεις μοιάζουν λιγάκι με εκείνες για τα ευρωομόλογα, κατά την δική μου άποψη», πρόσθεσε ο Ντάισελμπλουμ.

«Δεν τάσσομαι υπέρ τους διότι θα εξάλειφαν κάθε κίνητρο για την τήρηση υγιών δημοσιονομικών πολιτικών. Μόνο οι διαφορές των επιτοκίων που ορίζονται στις αγορές βάσει των πολιτικών που εφαρμόζονται μπορούν να δίνουν τα σωστά μηνύματα. Ας μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη», υποστήριξε ακόμη ο πρόεδρος του Γιούρογκρουπ.

Για να διασφαλίζεται ότι μια κυβέρνηση θα εκπληρώνει τους όρους του δανείου, αυτό θα αποπληρώνεται σε δόσεις και τα χρεολύσια θα καταβάλλονται μόνον μετά το τέλος της συμφωνημένης περιόδου εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων. Εάν οι όροι παραβιάζονται η ευρωζώνη θα μπορεί να αναστέλει τις εκταμιεύσεις ή ακόμη να απαιτεί να της επιστραφεί το σύνολο του καταβληθέντος ποσού.

Για να μπορούν να λάβουν τέτοια δάνεια οι χώρες μέλη θα πρέπει να θεσπίζουν νομικά δεσμευτικά σχέδια μεταρρυθμίσεων, τα οποία θα πρέπει να εγκρίνονται κατόπιν και από τις χώρες-εταίρους τους στην ευρωζώνη.

Η εκπλήρωση των προϋποθέσεων των χορηγήσεων αυτών θα θεωρείται σημαντικότερη από άλλες μακροοικονομικές υποχρεώσεις όπως εκείνες που απορρέουν από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Το μέγεθος του δανείου δεν θα συνδέεται με τα κόστη των μεταρρυθμίσεων αλλά θα έχει σκοπό να υποστηρίξει γενικά την οικονομία του κράτους-μέλους που θα το λαμβάνει. Δεν είναι σαφής η διάρκεια των δανείων ή το εάν και κατά πόσον θα υφίσταται ένα όριο στο μέγεθος των χορηγήσεων.

«Το συγκεκριμένο ύψος των δανείων δεν θα συνδεθεί με το άμεσο κόστος των μεταρρυθμίσεων, το οποίο γενικά είναι δύσκολο να αποτιμηθεί με ακρίβεια», αναφέρεται στο έγγραφο αυτό.

«Η χρηματοοικονομική υποστήριξη θα μπορούσε να γίνεται αντιληπτή ως κίνητρο ή ως γενικότερη στήριξη σε μια οικονομία μάλλον, παρά ως αποζημίωση για το κόστος των συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων ως τέτοιων», καθώς και «ως μια ευρύτερη ένδειξη ευρωπαϊκής υποστήριξης στο οικονομικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα κάθε κράτους μέλους», σύμφωνα με το έγγραφο.

Τα δάνεια αυτού του είδους δεν θα προσφέρονται σε χώρες με μεγάλες οικονομικές ανισορροπίες ή σε κράτη τα οποία βρίσκονται σε προγράμματα χρηματοοικονομικής στήριξης. Όμως ένας αξιωματούχος ο οποίος έχει ενημερωθεί σχετικά με το συγκεκριμένο έγγραφο ανέφερε χαρακτηριστικά ότι μία χώρα όπως είναι η Ιρλανδία —η οποία ετοιμάζεται να βγει από το πρόγραμμά της— θα μπορούσε να ζητήσει ένα τέτοιο δάνειο και εάν εγκρινόταν να επωφεληθεί από τα χαμηλά επιτόκια.

Δεν δίνεται καμιά λεπτομέρεια στην πρόταση για την πηγή χρηματοδότησης των δανείων. Μία πιθανότητα, σύμφωνα με τον ίδιο αξιωματούχο, είναι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ) να αντλεί χρηματοδότηση από τις αγορές και κατόπιν να την διοχετεύει σε ένα κράτος μέλος υπό μορφή δανεισμού, αν και το ακριβές πλαίσιο και η διαδικασία προφανώς δεν έχουν οριστικοποιηθεί ακόμη.

Αξιωματούχοι της ευρωζώνης επισήμαναν ότι η έλλειψη σαφήνειας για τον τρόπο χρηματοδότησης είναι η σημαντικότερη αδυναμία της πρότασης και πρόσθεσαν ότι οι συζητήσεις για αυτό το σχέδιο μπορούν να προχωρήσουν μόνον εάν ξεκαθαρίσει το θέμα αυτό.

«Η πρόταση όπως έχει υποβληθεί δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί αποδεκτή διότι της λείπει η σαφήνεια για το πώς θα χρηματοδοτηθεί ένα τέτοιο εργαλείο», επισήμανε ένας ανώτερος αξιωματούχος της ευρωζώνης.

«Πώς θα το χρηματοδοτήσουμε; Από τον προϋπολογισμό της ΕΕ; Διότι δεν πρόκειται για μικρά ποσά. . .», επισήμανε ο αξιωματούχος, επισημαίνοντας την αύξηση του δημοσίου χρέους που θα σήμαιναν τέτοια δάνεια.