Νικολάου: Άστοχες και κακόβουλες οι αναφορές περί παρεμβάσεών του

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης Ιωνάς Νικολάου σε γραπτή δήλωση του αναφέρει ότι ουδεμία προσπάθεια γίνεται για συγκάλυψη ή αποσιώπηση των οποιωνδήποτε αδικημάτων και ευθυνών που προκύπτουν από την τραπεζική κρίση και οι αναφορές αυτές είναι τουλάχιστον απαράδεκτες και ανυπόστατες.

Ο κ. Νικολάου σημειώνει πως η ομάδα, η οποία έχει συγκροτηθεί στην Αστυνομία και αποτελείται από τους πιο έμπειρους ανακριτές του Σώματος, επιτελεί σημαντικό έργο, με στόχο τη συγκέντρωση του απαιτούμενου υλικού και τη στοιχειοθέτηση κάθε υπόθεσης που βρίσκεται υπό διερεύνηση.

“Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής, τόσο ο Γενικός Εισαγγελέας και η Νομική Υπηρεσία, όσο και η Αστυνομία καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την επαρκή διερεύνηση και στοιχειοθέτηση των υποθέσεων αυτών, γι’ αυτό η απόδοση ευθυνών, γιατί δεν κλήθηκαν κάποιοι σε ανάκριση, είναι τουλάχιστον ατυχής”, προσθέτει.

“Παραγνωρίζουν ή αγνοούν”, αναφέρει, “ότι, πριν κληθεί σε ανάκριση το οποιοδήποτε ύποπτο πρόσωπο –είτε είναι τραπεζίτης, είτε οποιοσδήποτε άλλος που εμπλέκονται στα αδικήματα που διερευνώνται-, οι ανακριτές θα πρέπει να συγκεντρώσουν προηγουμένως όλο το αναγκαίο μαρτυρικό υλικό, ώστε να μπορούν να διασταυρώσουν την οποιαδήποτε κατάθεση ή αναφορά με τα στοιχεία ή/και τις μαρτυρίες που βρίσκονται ήδη στην διάθεση τους”.

Ο κ. Νικολάου σημειώνει πως “η πρακτική αυτή, ακολουθείται σε κάθε περίπτωση, σε όλες τις υποθέσεις που διερευνώνται, επιτρέπει στους ανακριτές να διακρίνουν τις περιπτώσεις που το πρόσωπο δεν αποκαλύπτει την αλήθεια και διερωτώμαι γιατί επιμένουν να κληθούν κάποιοι σε κατάθεση, όταν είναι βέβαιο ότι η απάντηση θα είναι αυτή που δόθηκε πρόσφατα για την υπόθεση Uniastrum στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Θεσμών”.

“Επαναλαμβάνω, για άλλη μια φορά, ότι η απαίτηση να κληθεί κάποιος για να καταθέσει δεν μπορεί να καθορίζεται από την αδημονία του οποιουδήποτε, ούτε από οποιεσδήποτε ενέργειες εντυπωσιασμού ή σκοπιμοτήτων, αλλά πρέπει να γίνεται προς εξυπηρέτηση του ανακριτικού έργου και αυτό αποφασίζεται από τους ανακριτές και τον Γενικό Εισαγγελέα”, αναφέρει ο Υπουργός Δικαιοσύνης.

Εξάλλου αναφέρει πως “οι προσπάθειες απόδοσης πολιτικών ευθυνών στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως όχι μόνο απορρίπτονται ως απαράδεκτες, αλλά είναι υποβολιμαίες και αβάσιμες, αφού ως γνωστό το μόνο θέμα όπου εμπλέκεται το Υπουργείο αφορά στην υποβολή των αιτημάτων δικαστικής συνδρομής στις αντίστοιχες αρχές άλλων χωρών, για την εκτέλεση των οποίων ο αρμόδιος Υπουργός προέβη σε διαβήματα προς τους ομόλογους του για προώθησή τους”.

Ο κ. Νικολάου χαρακτηρίζει άστοχες και κακόβουλες τις όποιες αναφορές γίνονται περί παρεμβάσεών του, ώστε να παρακωλύεται ή να καθυστερεί το έργο των ανακριτικών αρχών, οι οποίες, όπως αναφέρει, “εκμεταλλεύονται την αδημονία του κυπριακού λαού για απόδοση ευθυνών όσον αφορά στην κατάρρευση της οικονομίας, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις ορθές διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για να στοιχειοθετηθεί μια τόσο σοβαρή υπόθεση”.