Να δοθεί στους πιστωτές της Λαϊκής η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων (ΒΙΝΤΕΟ)

Ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου δήλωσε σήμερα ότι θέση  αρχής του Δημοκρατικού Συναγερμού είναι ότι η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της πρώην Λαϊκής Τράπεζας πρέπει να περάσει στους πιστωτές της.

Ο κ. Νεοφύτου είπε ότι ο ΔΗΣΥ θα ασχοληθεί σε βάθος με τα μεγάλα ζητήματα που οδήγησαν στην οικονομική τραγωδία, τα οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, εδώ και δύο χρόνια δεν είναι σε προτεραιότητα.

Σε δηλώσεις μετά από σημερινή συνάντηση με το Σύνδεσμο Καταθετών της Λαϊκής (ΣΥΚΑΛΑ), στο πλαίσιο των τακτικών επαφών του Συνδέσμου με τα κοινοβουλευτικά κόμματα, ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ είπε πως “η τάξη των κουρεμένων καταθετών δέχτηκε το πιο βαρύ πλήγμα από την οικονομική κρίση. Και εκ των κουρεμένων καταθετών αυτοί που εξοντωτικά έχουν δεχτεί το πλήγμα είναι οι καταθέτες της Λαϊκής Τράπεζας”.

Ο κ. Νεοφύτου υπέδειξε πως “το ορθό και το δίκαιο είναι η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της πρώην Λαϊκής να βρεθεί ο τρόπος, νομικά ορθός, να δοθεί στους πιστωτές, που κατά κύριο λόγο είναι οι κουρεμένοι καταθέτες”.

Την ίδια ώρα ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ παρέθεσε στοιχεία, θέτοντας και έναν προβληματισμό.

Συγκεκριμένα αναφέρθηκε σε ζημιά 2,331 δισ ευρώ στη Λαϊκή από το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων, 2,2 δισ ευρώ ζημιά που μεταφέρθηκε στους κουρεμένους καταθέτες της Λαϊκής από τη ζημιά της πώλησης των εργασιών της Μαρφίν Εγνατίας στην Πειραιώς και επιπρόσθετα, 6,5 δισ ευρώ από τον ELA που “φορτώθηκε στην Τράπεζα Κύπρου, αλλά και ως βαρίδι στους πρώην κουρεμένους καταθέτες της Λαϊκής”, χρησιμοποιήθηκαν, όπως είπε, για να λύσουν προβλήματα ρευστότητας στις εργασίες του συγκροτήματος της Λαϊκής στην Ελλάδα.

Το θέμα αυτό, το οποίο ο κ. Νεοφύτου χαρακτήρισε ως τη “μέγιστη πληγή του προβλήματος του κυπριακού τραπεζικού συστήματος”, εδώ και δύο χρόνια απουσιάζει, όπως είπε, από το δημόσιο διάλογο και ως θέμα στα ΜΜΕ.

“Σήμερα θέτω τον προβληματισμό” είπε, προσθέτοντας πως παρόμοια στοιχεία θα αναλυθούν και για την Τράπεζα Κύπρου, όπως κι επίσης για το ζήτημα που αφορά το δημοσιονομικό σκέλος και το πώς μέσα σε μια τετραετία αυξήθηκε το δημόσιο χρέος με πέραν από 4 δισ. ευρώ.

“Τα μεγάλα ζητήματα που οδήγησαν τη χώρα στην οικονομική τραγωδία, που κακώς εδώ και δύο χρόνια δεν είναι σε προτεραιότητα, αυτό είναι που θα ασχοληθούμε εις βάθος με αίσθημα ευθύνης έναντι των πολιτών, αλλά κυρίως σε όσους πλήρωσαν βαρύτατο κόστος ως αποτέλεσμα αυτών που έχω αναφέρει”, ανέφερε ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ.

Κληθείς να σχολιάσει κατά πόσον παλαιότερα ζητήματα που προέκυψαν σε βάρος της Διοικήτριας έτυχαν σωστού χειρισμού και αν τώρα υπάρχουν περιθώρια για διαφορετικές κινήσεις, ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ είπε ότι δεν θα μείνει στο πρόσωπο, αλλά στην ουσία. “Για μένα το ουσιαστικό σήμερα δεν είναι τα πρόσωπα, αλλά οι αποφάσεις. Και θεωρώ στο συγκεκριμένο ζήτημα που έχει προκύψει τελευταίως ότι ο μόνος τρόπος διόρθωσης είναι να βρεθεί ο νομικά ορθός τρόπος η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της πρώην Λαϊκής να δοθεί στους πιστωτές της. Αυτή τη θέση αρχής ότι τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της πρώην Λαϊκής πρέπει να δοθεί στους πιστωτές, την είχα εδώ κι ενάμισι χρόνο και κατά τη διάρκεια κάποιου άλλου Διοικητή, άρα δεν είναι θέμα προσώπων”, είπε.

Από πλευράς του, ο Πρόεδρος του ΣΥΚΑΛΑ Άδωνης Παπακωνσταντίνου είπε ότι οι καταθέτες της Λαϊκής Τράπεζας διακατέχονται από “αγανάκτηση και απογοήτευση” μετά τις “πάρα πολύ σοβαρές καταγγελίες” από πλευράς της διαχειρίστριας της Λαϊκής Τράπεζας που διατύπωσε στην επιστολή παραίτησής της.

“Εδώ και δύο χρόνια σαν πιστωτές της Λαϊκής έχουμε ζητήσει να μας αποδοθεί η διαχείριση των δικών μας περιουσιακών στοιχείων. Το γεγονός είναι ένα: πριν από δύο χρόνια τα περιουσιακά στοιχεία για τα οποία συζητούμε είχαν μια αξία της τάξης του 1 δισ, μετά από δύο χρόνια αυτά τα περιουσιακά στοιχεία έχουν αξία 300 εκ. Μετά από δύο ετών διαχείριση από την Αρχή Εξυγίανσης της οποίας η δουλειά ήταν να μεγιστοποίησει την αξία αυτών των περιουσιακών στοιχείων” είπε ο Πρόεδρος του ΣΥΚΑΛΑ, σημειώνοντας πως ο καταλληλότερος για να διαχειριστεί μια περιουσία, είναι ο ιδιοκτήτης.

ELA της Λαϊκής

Απαντώντας σε ερώτηση, ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ είπε ότι ένα από τα ζητήματα που πρέπει να διερευνηθούν είναι κατά πόσον την περίοδο που η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ) παραχωρούσε ELA στη Λαϊκή, η τελευταία είχε θετικά κεφάλαια.

“Οι Αρχές πρέπει να εξετάσουν αν από τον Ιούνιο του 2012, ή ακόμα κι από τη μέρα που δινόταν ELA στη Λαϊκή μέχρι το Μάρτη του 2013, όλο αυτό το διάστημα η Λαϊκή Τράπεζα είχε θετικά κεφάλαια. Αν υπήρξε περίοδος που η Λαϊκή Τράπεζα είχε αρνητικά κεφάλαια, πέραν από ευθύνες της ΚΤΚ, που ήταν δική της δικαιοδοσία να παραχωρεί τον ELA, ευθύνες έχουν και όσοι στο επίπεδο της ΕΚΤ ενέκριναν αυτή την παραχώρηση γιατί με αυτό τον τρόπο παραβιάζονταν οι ίδιοι οι κανονισμοί του ευρωσυστήματος” σημείωσε.

Ενδεικτικά, ανέφερε, κάποιος μπορεί να κοιτάξει τους ισολογισμούς της Λαϊκής Τράπεζας τον Ιούνιο του 2012.

Κούρεμα καταθέσεων
Σχολιάζοντας το δημόσιο διάλογο που αναπτύχθηκε τις τελευταίες ημέρες γύρω από το κούρεμα καταθέσεων, ο Αβέρωφ Νεοφύτου είπε πως “όσοι έκαναν τις παρεμβάσεις το τελευταίο διάστημα κανένας από αυτούς δεν έχει πλήρη εικόνα για όσα συνέβησαν εκείνες τις τραγικές μέρες”.

Ο ίδιος είπε ότι επιφυλάσσεται να μιλήσει λίαν συντόμως.

Πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης

Τα οφέλη για την Κύπρο από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ θα είναι πολλαπλά και θα βοηθήσουν στην αύξηση της ρευστότητας στην οικονομία και σε περαιτέρω μείωση των δανειστικών επιτοκίων, σημείωσε ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ, απαντώντας σε ερώτηση.

“Η Κύπρος από αυτό το πρόγραμμα θα έχει πρόσβαση σε ένα ποσό της τάξης του μισού δισεκατομμυρίου” είπε, σημειώνοντας πως “τα οφέλη θα είναι πολλαπλά”.

Η ΕΚΤ, εξήγησε, θα έχει τη δυνατότητα να αγοράζει ομόλογα του κυπριακού δημοσίου στη δευτερογενή αγορά, άρα θα μειωθεί το spread των κυπριακών ομολόγων και θα μπορούμε με πιο χαμηλό επιτόκιο να βγούμε στις αγορές διότι οι αγοραστές ομολόγων θα γνωρίζουν ότι η ΕΚΤ μπορεί να στηρίξει την τιμή των ομόλογων και των spreads για να μη διακινδυνεύουν απώλειες της επένδυσης αν θα ρευστοποιήσουν σε συντομότερο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία λήξης του ομολόγου. Αυτό θα βοηθήσει εξελικτικά στη ρευστότητα στην οικονομία και στην περαιτέρω αποκλιμάκωση των δανειστικών επιτοκίων”, ανέφερε.