Ελύτης… για την Ελλάδα και την Ευρώπη (ΒΙΝΤΕΟ)

Οδυσσέας Ελύτης ( 1911-1996 , Ποιητής, Νόμπελ 1979)

Επίκαιρος, για την Ελλάδα… της φωτεινότητας και της διαφάνειας….

“Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις”.

Ο Ελύτης λέει ότι «η ιστορία της Ελλάδας είναι μονίμως πάνω στα ίδια μοτίβα. Αγωνίζεται σαν χώρα μικρή, σαν αδικημένη».

Ηταν η Ελλάδα που σιώπησε κάτω από στρώματα λίπους. Η Ελλάδα «της φωτεινότητας και της διαφάνειας», των πολλών δεξιοτήτων, της εργασίας, των οραμάτων (όχι των υποσχέσεων), της ευρωπαϊκής συνύπαρξης. Εντέλει, ποια Ελλάδα «φτιάξαμε»;

Γιατί, όπως λέει και ο ποιητής, «την αλήθεια τη «φτιάχνει» κανείς ακριβώς όπως και το ψέμα».

Κάποτε, θα ερχόταν η στιγμή για την Ευρώπη, να συνειδητοποιήσει τις ρίζες της, αφού δεν μπορεί να υπάρξει σαν αυτόνομη μονάδα χωρίς κάποιο θεωρητικό υπόβαθρο.

Αλλά και για την Ελλάδα η στιγμή να αποφασίσει αν θα μείνει απομονωμένη στις δικές της αξίες ή θα ενταχθεί σ’ ένα ευρύτερο σύνολο με οφέλη πρακτικής φύσεως, αναμφισβήτητα, αλλά και με τον κίνδυνο ν’ αλλοιωθεί η φυσιογνωμία της.

Απ’ αυτήν την άποψη, τ’ ομολογώ, είμαι απομονωτικός.
Μια ζωή ολόκληρη αγωνίστηκα γι’ αυτό που λέμε “Ελληνικότητα”. Και που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας τρόπος να βλέπεις και να αισθάνεσαι τα πράγματα. Είτε στην κλίμακα τη μεγάλη είτε στην ταπεινή. Θέλω να πω είτε σ’ έναν Παρθενώνα είτε σ’ ένα λυχνάρι.

Το παν είναι η ευγένεια, η ποιότητα, σε αντίθεση με το μέγεθος και την ποσότητα που χαρακτηρίζουν τη Δύση. Γιατί εκεί βρίσκεται η διαφορά…

Οι Ευρωπαίοι αντλήσανε από τις Ελληνικές αξίες για να φτάσουν στην Αναγέννηση. Αλλά η Αναγέννηση η δική τους είναι κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει εμείς εάν δε μας σταματούσε η Τουρκοκρατία.

Το βλέπουμε αυτό στην ταπεινή κλίμακα, τη μόνη άλλωστε στην οποία μπορούσαμε ακόμα να εκδηλωνόμαστε. Από την άποψη ότι μια εσωτερική αυλή νησιώτικου σπιτιού ή ένας περίβολος μοναστηριού είναι, σαν αντίληψη εννοώ, πολύ πιο κοντά στο πνεύμα που έκανε τους Παρθενώνες και τις Θεομήτρες παρά όλες οι κολώνες κι οι μετόπες των ευρωπαϊκών ανακτόρων.

Που σημαίνει ότι αν συνέχισε κάποιος την αισθαντικότητα την Ελληνική και τη διατήρησε είναι αποκλειστικά ο λαϊκός μας πολιτισμός.

Μόνον που κι αυτός στις ημέρες μας κινδυνεύει.

Οι αστοί στην πλειοψηφία τους, βέβαια υπήρξαν και εξαιρέσεις, μιμήθηκαν τους Ευρωπαίους, δηλαδή την παραποιημένη αίσθηση της Ελληνικότητας. Και στη συνέχεια, οι ανερχόμενοι από τον λαό μιμήθηκαν τους αστούς.

Έτσι φτάσαμε σ’ ένα σημείο που αναρωτιέται κανείς σε τι πια μπορεί να οφελεί η απομόνωση, τι πάει να προστατεύσει. Και με κίνδυνο να φανώ αντιφατικός οδηγούμαι στο άλλο άκρο.

Λέω μήπως είναι σωφρονέστερο να μην αντιταχθούμε στον ρου της ιστορίας.
Μήπως μια διαφορετική στρατηγική θα μας βοηθούσε να διακριθούμε από έναν άλλο δρόμο.

Ο Ελληνισμός έδειξε ανέκαθεν μια καταπλητική ικανότητα να αφομοιώνει, να προσαρμόζεται και να δραστηριοποιείται μέσα στα ξένα σύνολα. Έχουμε μια πλειάδα Ελλήνων που διακρίθηκαν την εποχή της διασποράς στα μεγάλα κέντρα του εξωτερικού και στην Ευρώπη και στην Ανατολή.

Και πότε αυτά;

Την εποχή που η Ευρώπη ήταν στην ακμή της και τα κράτη ήταν ισχυρά και σκληρά.

Πόσο μάλλον σήμερα που όπως και να το κάνουμε είναι γηρασμένα, είναι εξασθενημένα, και θα έλεγα ότι έχουν ανάγκη από το σφρίγος νεωτέρων λαών.

Αυτό με κάνει, λοιπόν, να κατασιγάζω μέσα μου τον αισθηματία Έλληνα που κρύβω και να σκέπτομαι ότι ίσως είναι πιο σωστό να μη φοβηθούμε τη σύγκριση και την άμιλλα, αλλά να προχωρήσουμε, φυσικά πάτοντε με την προοπτική να διακριθούμε στην ποιότητα, που σημαίνει στο πνεύμα.

Γι’ αυτό επιμένω πολύ στο θέμα της Παιδείας.

Χρειαζόμαστε Παιδεία, σοβαρή, βαθιά, όχι αυτήν την τεχνική που ξιπάζει στις ημέρες μας, γιατί μόνον μ’ αυτή θα μπορέσουμε και να διακριθούμε και να πορευθούμε σ’ έναν καινούργιο δρόμο, αλλά και να διατηρήσουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας μας.