Λοϊζίδης: Εάν κριθώ ένοχος τότε να πληρώσω

Ολοκληρώθηκε η ακροαματική διαδικασία για την έκρηξη στο Μαρί

Με την πολύωρη αντεξέταση του τελούντα σε διαθεσιμότητα Διοικητή της ΕΜΑΚ Ανδρέα Λοϊζίδη από την Κατηγορούσα Αρχή, ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου στη Λάρνακα που εξετάζει τα γεγονότα που οδήγησαν στη φονική έκρηξη που σημειώθηκε στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί στις 11 Ιουλίου 2011, ολοκληρώθηκαν σήμερα οι καταθέσεις των έξι κατηγορουμένων στην υπόθεση.

Ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Τεύκρος Οικονόμου ανακοίνωσε ότι στις 27 και 28 Μαΐου θα γίνουν οι τελικές αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης και της Κατηγορούσας Αρχής. Στις 30 Μαΐου οι δικηγόροι θα τοποθετηθούν επί των σημείων από τις αγορεύσεις των υπολοίπων συνηγόρων που ενδεχομένως να επηρεάζουν την υπόθεση τους.

Ταυτόχρονα η Κατηγορούσα Αρχή θα τοποθετηθεί επί των αγορεύσεων των συνηγόρων υπεράσπισης. Ενδεχομένως μάλιστα στις 30 Μαΐου να δοθεί και η ημερομηνία έκδοσης της απόφασης.

Στη σημερινή διαδικασία και απαντώντας σε ερωτήσεις της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής Πωλίνας Ευθυβούλου, ο έκτος και τελευταίος κατηγορούμενος είπε ότι εάν στην επιθεώρηση των εμπορευματοκιβωτίων στη ναυτική βάση στις 6/7/2011 καταλάβαινε ότι κινδύνευαν οι άνδρες της ΕΜΑΚ, τότε θα παρέκαμπτε το απόρρητο του όλου ζητήματος και θα τους πληροφορούσε σχετικά.

«Ο στρατοπεδάρχης έχει καθήκον να πληροφορεί τους άνδρες της Πυροσβεστικής, οι οποίοι ανταποκρίνονται σ’ ένα επεισόδιο σε στρατόπεδο. Αυτό έκανε και ο Αρχιλοχίας Παπαδόπουλος» είπε και πρόσθεσε πως «δεν υπάρχει περίπτωση ο υπεύθυνος εξόδου να μην έχει πληροφόρηση για το επεισόδιο με την άφιξή του στο στρατόπεδο».

Ερωτηθείς γιατί ο ίδιος δεν ενημέρωσε τα μέλη της ΕΜΑΚ για τα εμπορευματοκιβώτια, ο κ. Λοϊζίδης απάντησε πως «ήταν μια επικίνδυνη κατάσταση, την οποία χειρίζονταν οι ειδικοί. Στη σύσκεψη της 6ης Ιουλίου δεν αναφέρθηκε κανένα μέτρο προστασίας για το προσωπικό του στρατοπέδου.

Υπήρχε σκοπός λίγα μέτρα μακριά από τα κοντέινερ. Πήγαμε και είδαμε τα κοντέινερ χωρίς καν να βάλουμε ένα κράνος. Δεν μας ανέφερε κανένας ότι υπάρχει κίνδυνος. Τι να έλεγα στο προσωπικό μου; Ότι ο σκοπός είναι εκεί και προσέχει; Ότι πήγαμε εκεί χωρίς κράνη; Πώς θα τα εκλάμβανε όλα αυτά το προσωπικό;».

Πρόσθεσε πως «στην Πυροσβεστική εκπαιδευτήκαμε να εμπιστευόμαστε τους ειδικούς και στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ειδικοί ήταν οι στρατιωτικοί».

Ερωτηθείς εάν θεωρούσε σημαντικό να ενημερωθούν οι πυροσβέστες της ΕΜΑΚ για την επιθεώρηση του διογκωμένου εμπορευματοκιβωτίου, ο κατηγορούμενος απάντησε πως «ήταν σημαντικό ότι οι πυροσβέστες ήθελαν να μάθουν τι είχε γίνει μετά την έκρηξη.

Έχουμε ένα πολύ περήφανο και άρτια εκπαιδευμένο προσωπικό και οι πυροσβέστες είχαν εξοργιστεί με τους αξιωματικούς γιατί προσπάθησαν να αποφύγουν τυχόν επίρριψη ευθυνών.

Αν τους ενημέρωνα, θα έπρεπε να μεταφέρω τις απόψεις των ειδικών και ευτυχώς που δεν τις μετέφερα γιατί αν το έκανα θα ήμουν σε πολύ χειρότερη ψυχολογική κατάσταση γιατί θα ένοιωθα ότι εγώ τους είχα σκοτώσει». Πρόσθεσε πως «θα προκαλούσα σύγχυση και παραπλάνηση στο προσωπικό εάν γνώριζαν αυτά που είδα και άκουσα στις 6/7/2011».

Διαφώνησε επίσης με άλλη υποβολή της Κ. Α. ότι σε κανένα στάδιο δεν ενημέρωσε ή έδωσε οδηγίες να ενημερωθούν οι πυροσβέστες της ΕΜΑΚ για τον κίνδυνο έκρηξης στα εμπορευματοκιβώτια μεταξύ 6 – 11/7/201.

Η θέση της Κ.Α. ήταν ότι ο κατηγορούμενος κατά τη διαδικασία της Επιτροπής Πολυβίου επικαλέστηκε το απόρρητο και την εμπιστευτικότητα του όλου ζητήματος, προκειμένου ν’ αποσείσει τις ευθύνες του επειδή δεν ενημέρωσε το προσωπικό.

Η κυρία Ευθυβούλου υπέβαλε στον κ. Λοϊζίδη ότι ενώπιον του Δικαστηρίου το θέμα της εμπιστευτικότητας και του απορρήτου το άφησε εντελώς στο περιθώριο, διότι, όπως υποστήριξε, ουδέποτε τέθηκε τέτοιο θέμα στη σύσκεψη μετά την επιθεώρηση του διογκωμένου εμπορευματοκιβωτίου.

Απαντώντας ο Ανδρέας Λοίζίδης είπε ότι «η εμπιστευτικότητα υπήρχε. Αν όμως διαισθανόμουν κίνδυνο θα μπορούσα να παραβλέψω την εμπιστευτικότητα για να ενημερώσω το προσωπικό».

Ανέφερε ότι ενημέρωσε τον σταθμάρχη και τον υποδιοικητή της ΕΜΑΚ γιατί πίστευε πως θα τον βοηθούσαν στους προβληματισμούς του. Σε ερώτηση της κυρίας Ευθυβούλου εάν τον βοήθησαν, ο κατηγορούμενος απάντησε πως «όχι, μου είπαν ότι έπρεπε να κατέβει το διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο για αυτοψία».

Σε άλλες ερωτήσεις της Κατηγορούσας Αρχής ο κ. Λοϊζίδης είπε σε έντονο ύφος πως «θα το φωνάζω όχι μόνο σ’ αυτή τη διαδικασία αλλά σε όλη μου τη ζωή ότι σε όλη τη διάρκεια της σύσκεψης μετά την επιτόπια επιθεώρηση του διογκωμένου εμπορευματοκιβωτίου στις 6/7/2011, ο Γεωργιάδης έλεγε συνεχώς ότι η απλή πυρίτιδα καίγεται και δεν εκρήγνυται.

Ανέφερε ότι στα εμπορευματοκιβώτια υπήρχαν διαφόρων ειδών πυρίτιδα και ο κύριος τούτος (Γεωργιάδης) δεν γνώριζε καν τι είναι ο αποσταθεροποιητής της πυρίτιδας».

Αρκετός χρόνος της αντεξέτασης αναλώθηκε για το κατά πόσον στο διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο έγινε έκρηξη ή αυτανάφλεξη με την Κ.Α. να αναφέρει πως στην επιθεώρηση όχι μόνο λέχθηκε ότι έγινε έκρηξη και ήταν μάλιστα κοινό έδαφος όλων, αλλά ότι υπήρχε διαφωνία για το ποιο υλικό υπέστη αυτανάφλεξη.

Ο κ. Λοϊζίδης διαφώνησε και πρόσθεσε έντονα πως «κανένας από τους παρισταμένους δεν ανέφερε τη λέξη έκρηξη, όλοι μιλούσαν για αυτανάφλεξη και πως ήμουν ο πρώτος που είπε ότι μέσα στο διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο έγινε έκρηξη».

Σε ερώτηση της Κ.Α. εάν χρειάζεται να του πουν οι στρατιωτικοί ότι θα γίνει έκρηξη, σε περίπτωση που ο ίδιος βρίσκεται μπροστά σε εκρηκτικά υλικά, ο κατηγορούμενος απάντησε πως «η έκρηξη είναι πολύ ευρεία έννοια.

Σε κάθε επεισόδιο έχουμε εκρήξεις και στη συγκεκριμένη περίπτωση, όλοι οι ειδικοί κατέθεσαν στο Δικαστήριο ότι η πυρίτιδα δεν εκρήγνυται, αλλά αναφλέγεται». Παραδέχθηκε πως «στο πίσω μέρος του μυαλού μου υπήρχε και ο φόβος της έκρηξης. Ο φόβος μου ήταν να παίξουν μια μέρα και να σηκώσουν το στρατόπεδο και το Βασιλικό στον αέρα».

Στις υποβολές της η κυρία Ευθυβούλου είπε πως ουδέποτε ο κατηγορούμενος ανέφερε στον Αρχιλοχία Παπαδόπουλο, λίγο πριν την έκρηξη, να μείνει μακριά από τα φλεγόμενα εμπορευματοκιβώτια, όπως ανέφερε στην γραπτή κατάθεσή του.

Ο κ. Λοϊζίδης είπε πως το «μείνετε μακριά» που ανέφερε στον Αρχιλοχία Παπαδόπουλο στο τηλέφωνο λίγο πριν την έκρηξη «δεν είχε την έννοια της οδηγίας αλλά ήταν παραίνεση, συμβουλή».

Σε παρατήρηση της κυρίας Ευθυβούλου ότι ο Αρχιλοχίας Παπαδόπουλος παράκουσε τις οδηγίες του να μείνει μακριά και πήγε κοντά στα φλεγόμενα εμπορευματοκιβώτια παίρνοντας μαζί και τους άνδρες του, ο κατηγορούμενος είπε ότι «δεν γνωρίζω αν έγινε κάτι και ανάγκασε τον Παπαδόπουλο να πάει κοντά στα εμπορευματοκιβώτια και να πάρει μαζί τους άνδρες του».

Είναι καθαρά εκ των υστέρων σκέψεις σας ότι είπατε στον Αρχιλοχία Παπαδόπουλο να μείνει μακριά, είπε η Κ. Α. στον κατηγορούμενο προσθέτοντας πως έπρεπε να του δώσει οδηγίες ενώ πήγαινε προς τη Ναυτική Βάση μετά που ενημερώθηκε για την πυρκαγιά στα εμπορευματοκιβώτια.

«Εγώ του είπα να μείνει μακριά σαν συμβουλή. Δεν υπάρχει αυτό το πράγμα ούτε σαν σκέψη, να δοθούν δηλαδή οδηγίες καθ’ οδόν προς ένα επεισόδιο», είπε και πρόσθεσε πως οι αποστάσεις ασφαλείας που πρέπει να κρατούν οι Πυροσβέστες εξαρτώνται από την κάθε πυρκαγιά.

Ερωτηθείς εάν μετά την έκρηξη ο ίδιος έδωσε οδηγίες για εκκένωση του στρατοπέδου στη Ναυτική Βάση, ο κατηγορούμενος απάντησε πως «εκείνη τη στιγμή επικρατούσε μια κατάσταση εκτός ελέγχου, δεν υπήρχε υπεύθυνος για να δώσει οδηγίες και εγώ που έδωσα την οδηγία δεν ήξερα τι γινόταν».

Η κυρία Ευθυβούλου υπέβαλε επίσης στον κ. Λοϊζίδη ότι άλλαξε τη δομή της υπεράσπισης του για να κατηγορήσει τον Συνταγματάρχη Γεωργιάδη, με τον κατηγορούμενο να διαφωνεί προσθέτοντας πως «αυτόν που κατηγορώ είναι τον Χαράλαμπο Χαραλάμπους (βοηθό διευθυντή της Π. Υ) που δεν με άφησε να σπάσω τα μούτρα του Γεωργιάδη όταν τον είδα μπροστά μου μετά την έκρηξη στην πύλη της Ναυτικής Βάσης».

Είπε ακόμα ότι «για το τραγικό αποτέλεσμα της υπόθεσης, ευθύνονται πολλοί άλλοι και όχι ο Αρχιλοχίας Παπαδόπουλος».
Αρκετός χρόνος από την αντεξέταση αναλώθηκε στο εγχειρίδιο της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, το «Ergo» το οποίο αναφέρεται στην αντιμετώπιση επικίνδυνων υλικών και χρησιμοποιείται από τους πρώτους ανταποκριτές που φτάνουν σε ένα επεισόδιο.

Η κυρία Ευθυβούλου υπέβαλε στον κατηγορούμενο ότι ακόμα και γι’ αυτό το θέμα (Ergo) δεν είπε την αλήθεια στο Δικαστήριο για να αποσείσει τις δικές του ευθύνες, με τον Αντρέα Λοϊζίδη να διαφωνεί.

«Σ αυτή την τραγωδία που έπληξε την ΕΜΑΚ έχασα έξι δικά μου παιδιά, αφού τους συμπεριφερόμουν σαν πατέρας και είχαμε οικογενειακές σχέσεις», είπε και πρόσθεσε πως «η πρώτη μου έγνοια είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη γι’ αυτά τα άτομα που έχασαν τη ζωή τους στην προσπάθεια τους να γλυτώσουν κάτι που η Κυπριακή Δημοκρατία αδυνατούσε να χειριστεί. Εάν κριθώ ένοχος τότε να πληρώσω», κατέληξε ο Ανδρέας Λοϊζίδης.