Ισχυρή ανάκαμψη το 2021 «βλέπουν» ξένοι αναλυτές – Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Άρθρο γνώμης του Βασιλάκη Γεώργιου*       

Στους πρωταγωνιστές της ανάκαμψης του 2021 τοποθετούν οι διεθνείς οίκοι την Ελλάδα, καθώς το εμβόλιο φέρνει το ριμπάουντ του τουρισμού νωρίτερα από ό,τι αρχικά αναμενόταν και έτσι το μειονέκτημα του 2020 θα μετατραπεί στο μεγάλο πλεονέκτημα του νέου έτους.

Παράλληλα, η ισχυρή απάντηση που έχουν δώσει η Ε.Ε. και η ΕΚΤ στην πανδημία, σε συνδυασμό με τα ειδικά «όπλα» που διαθέτει η Ελλάδα, όπως τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, τοποθετούν τη χώρα στους νικητές της «αλλαγής του παιχνιδιού» που θα συμβεί το επόμενο διάστημα.

Έτσι, ο οίκος αξιολόγησης Scope Ratings και η Capital Economics τοποθετούν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στο 4,5% το 2021, ενώ η Jefferies συνεχίζει να εκτιμά πως η Ελλάδα έχει τα υψηλότερα περιθώρια ανοδικής αντίδρασης σε ένα επιτυχημένο εμβόλιο και στο άνοιγμα εκ νέου των ευρωπαϊκών οικονομιών.

Scope

Όπως σημειώνει η Scope, τα μέτρα που ελήφθησαν από τις ελληνικές αρχές για τον περιορισμό της πανδημίας, τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της κυβέρνησης, καθώς και η ευρωπαϊκή απάντηση στην κρίση (από Ε.Ε. και ΕΚΤ) θέτουν τις βάσεις για την ισχυρή ανάκαμψη του 2021. Ο οίκος προβλέπει πως φέτος η ύφεση θα κινηθεί κοντά στο 10%, μια πρόβλεψη η οποία λαμβάνει υπόψη το νέο lockdown.

Παρά τις σημαντικές προκλήσεις από την πανδημία, η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο σε σημαντικούς τομείς μεταρρυθμίσεων, προσθέτει η Scope, στηρίζοντας τις θετικές προοπτικές στην αξιολόγηση BB.

Παράλληλα, η οριστικοποίηση του νέου πτωχευτικού πλαισίου θα υποστηρίξει τη μείωση των NPLs των ελληνικών τραπεζών, ενώ οι κίνδυνοι αναχρηματοδότησης της χώρας είναι μηδενικοί λόγω και της συμμετοχής της στο πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ, το οποίο καλύπτει σε μεγάλο βαθμό τις ανάγκες έκδοσης χρέους για το 2021, ενώ το σημαντικό ταμειακό «μαξιλάρι» που διαθέτει η κυβέρνηση θα μπορούσε από μόνο του να καλύψει τις ανάγκες χρηματοδότησης της κυβέρνησης έως το τέλος του 2022.

Capital Economics

Από την πλευρά της, η Capital Economics σημειώνει πως το δεύτερο lockdown σημαίνει ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα αντιστραφεί στο τέταρτο τρίμηνο, οδηγώντας σε ύφεση 1,5% σε τριμηνιαία βάση, που μεταφράζεται σε συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 9,7% το 2020, ενώ το ξεκίνημα του 2021 πιθανολογείται ότι θα είναι αδύναμο.

Ωστόσο, τα θετικά νέα στο μέτωπο του εμβολίου σημαίνουν ότι θα είναι δυνατή η άρση των περισσότερων περιορισμών κατά τη διάρκεια του β΄ και του γ΄ τριμήνου του 2021 σε ολόκληρη την Ευρωζώνη και αυτό θα αποτελέσει game changer για τον τουρισμό, με την Ελλάδα να έχει μεγαλύτερο όφελος από ό,τι άλλες χώρες λόγω του σημαντικού «βάρους» του κλάδου στο ΑΕΠ.

Συνεπώς, η Capital Economics προχωράει σε αύξηση των προβλέψεών της για το ΑΕΠ του 2021 κατά 1% και στο +4,5%, χωρίς να λαμβάνει υπόψη την «ώθηση» από την ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, και πλέον αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα αντιστρέψει τις απώλειες του 2020 έως το πρώτο τρίμηνο του 2022.

Jefferies

Οι χαμένοι του 2020 θα αποτελέσουν τους νικητές του 2021 λόγω των εξελίξεων με τα εμβόλια, εκτιμά η Jefferies και τοποθετεί την Ελλάδα στην κορυφή του… βάθρου. Για αυτόν τον λόγο συνεχίζει να δηλώνει αισιόδοξη (bullish) τόσο για την οικονομία όσο και για τις ελληνικές μετοχές. Το μακροοικονομικό τοπίο έχει αναπόφευκτα επιδεινωθεί κατά το παρελθόν έτος, ωστόσο τα προγράμματα της ΕΚΤ (PEPP, TLTRO) έχουν περιορίσει τους όποιους κινδύνους σημαντικής αναταραχής στα ελληνικά assets, όπως τονίζει. Στα πολύ θετικά νέα τοποθετεί τις εντυπωσιακές επιδόσεις των ελληνικών ομολόγων, τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα καθώς και την αύξηση των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες.

Ας έρθουμε όμως να δούμε την αντικειμενική πραγματικότητα ως προς το παραγωγικό μοντέλο της Ελληνικής Οικονομίαςκαι τις χρόνιες επιδόσεις του με τη πλέον αξιόπιστη έκθεση που υπάρχει από φορέα εποπτείας .

Χαμηλό ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας την ώρα που υπάρχουν ανάγκες για υψηλές επενδύσεις, διαπιστώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση αξιολόγησης των μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου 2020, η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες ταυτόχρονα με την έκτη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας για την Ελλάδα. Στην ίδια έκθεση γίνεται επίσης εκτενής αναφορά στο εξαγωγικό προφίλ της Ελλάδας, με την Κομισιόν να επισημαίνει ότι το συνεχιζόμενο εμπορικό έλλειμμα καταδεικνύει χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες που συνεπάγονται αυξημένο κόστος για τις επιχειρήσεις και απώλειες ανταγωνιστικότητας.

 

«Η αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής είναι θετική, αλλά υπερβολικά χαμηλή για να μπορέσει η Ελλάδα να καλύψει, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, την απόσταση που τη χωρίζει από άλλες χώρες της Ζώνης του Ευρώ ως προς το βιοτικό επίπεδο», σημειώνει χαρακτηριστικά η Κομισιόν. Προσθέτει δε πως αν και οι επενδύσεις αυξάνονται από το 2015 –έστω και με αργούς ρυθμούς– διαπιστώνει τους ακόλουθους βασικούς ανασχετικούς παράγοντες στην αύξηση της παραγωγικότητας: α) χαμηλές επιχειρηματικές επενδύσεις, ιδίως στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης, β) υψηλό κανονιστικό φόρτο, δηλαδή τα ρυθμιστικά εμπόδια που δυσκολεύουν το επιχειρείν και συχνά στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό, γ) ανεπάρκειες στη δημόσια διοίκηση και το δικαστικό σύστημα, δ) περιορισμούς της πρόσβασης σε χρηματοδότηση και ε) αναντιστοιχίες δεξιοτήτων.

Το 1/3 της διαφοράς παραγωγικότητας που έχει η ελληνική οικονομία σε σύγκριση με τον δείκτη αναφοράς της Ε.Ε. είναι το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων. «Το μέσο μέγεθος των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι μικρότερο απ’ ό,τι στην Ε.Ε., γεγονός που υποδηλώνει σχετικά περιορισμένη ικανότητα εκμετάλλευσης των οικονομιών κλίμακας και καινοτομίας», αναφέρεται στην έκθεση.

Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές η έκθεση διαπιστώνει ότι παραμένει σημαντικό το χάσμα της Ελλάδας με τους Ευρωπαίους εταίρους της ως προς την εξωστρέφεια του ελληνικού εμπορίου αναφέροντας μεταξύ άλλων στα εμπόδια την περιορισμένη χρήση της εικόνας της χώρας ως «εμπορικού σήματος», καθώς και τον κατακερματισμό των εργαλείων και οργανισμών για την προώθηση των εξαγωγών. «Οι εξαγωγικές επιδόσεις θα μπορούσαν να βελτιωθούν αν επικεντρώνονταν περισσότερο σε τομείς με υψηλές προοπτικές ανάπτυξης και σε τομείς στους οποίους η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα», υποστηρίζει η Κομισιόν, προτείνοντας ως τέτοιους τα αγροτικά προϊόντα διατροφής, την ενέργεια, την τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών.

Πέρα από τα μόνιμα διαρθρωτικά προβλήματα, παρατηρούνται και συγκεκριμένες καθυστερήσεις σε κρίσιμα πρακτικά ζητήματα. Στην έκθεση ενισχυμένης εποπτείας επισημαίνει ότι υπάρχει καθυστέρηση στη δημιουργία του ηλεκτρονικού συστήματος αδειοδότησης των επενδύσεων –υποχρέωση που έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί στα τέλη του 2019– καθώς εκκρεμεί στο Διοικητικό Εφετείο αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων για το ζήτημα της ανάθεσης κατασκευής του εν λόγω συστήματος. Επίσης, στην έκθεση διαπιστώνονται καθυστερήσεις στην εφαρμογή του νέου πλαισίου για τους ελέγχους της οικονομικής δραστηριότητας, με τις καθυστερήσεις να είναι μεγαλύτερες ειδικά σε κάποιους τομείς, όπως αυτόν που αφορά τους ελέγχους για την προστασία του περιβάλλοντος.

Εν κατακλείδει Η μόνη αξία των οικονομικών προβλέψεων είναι ότι κάνουν την αστρολογία να φαίνεται αξιόπιστη.Τζων Κένεθ Γκαλμπρέιθ, 1908 2006, Καναδός οικονομολόγος εάν δεν συνδέονται σε ρεαλιστικές εκτιμήσεις της πραγματικότητας που έρχεται και διαψεύδει το οικονομικό επιτελείο που και το 2019 για το 2020 τα ίδια αισιόδοξα προέβλεπε.

Άλλωστε στην εξουσία στην Ελλάδα είναι το φυσικό τέκνο του ανθρώπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης  που επιβεβαιώθηκε ως προς τις επιδόσεις της παράταξης του που τότε πάλι κυβερνούσε την Ελλάδα

Θέλω να ευχηθώ σε όλους χρόνια πολλά και να σας πω ότι η οικονομία της Ελλάδας σύντομα θα καταστραφεί…Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Έλληνας πρωθυπουργός (εορταστικό μήνυμα τα Χριστούγεννα του 2006)

Καταστροφή της χώρας εν μέσω ανάπτυξης άλλων οικονομιών της Ευρώπης έγινε με πράξεις παραλείψεις τη πρώτη δεκαετεία 2001-2010  και  οι επιλογές με βάση  το σχέδιο Πισσαρίδη είναι μια επανάληψη μιας συντηρητικής επιλογής με άλλο προκάλυμμα.

Είναι αλήθεια ότι θα ήταν πρώιμο και άδικο να απορριφθεί συλλήβδην η εργασία της Επιτροπής Πισσαρίδη. Φαίνεται, όμως, ότι η μεθοδολογία και η σύνθεση της επιτροπής δεν μπορούν να αποδώσουν το ζητούμενο, που είναι ένα σχέδιο για να γίνουν… όλα όσα δεν έγιναν τα τελευταία 70 χρόνια και μάλιστα εν μέσω μιας πρωτοφανούς παγκόσμιας κρίσης.

Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να συμμετάσχουν στον σχεδιασμό και η κοινωνία, η αγορά και η πολιτική.

*Οικονομολόγου ΕΚΠΑ