Ενώπιον των προκλήσεων της Τουρκίας

*Στέφανος Στεφάνου,

Όταν το ΑΚΕΛ φορτικά επαναλάμβανε ότι χωρίς λύση του Κυπριακού η Τουρκία θα προκαλεί και θα απειλεί, κυβερνώντες κι άλλοι περί άλλα τύρβαζαν. Η κυβέρνηση, αντί να ανησυχεί για το διαπραγματευτικό αδιέξοδο και την απενοχοποίηση της Τουρκίας, αντί να προβληματιστεί πώς μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις έκνομες ενέργειες της κατοχικής δύναμης στην κυπριακή ΑΟΖ και να αναλάβει πρωτοβουλίες για δημιουργία προϋποθέσεων αντιμετώπισης των προβλημάτων, όλη αυτή την περίοδο επιδόθηκε σε ένα ντεμαράζ ενεργειών και δηλώσεων με στόχο να κερδίσει εντυπώσεις στο εσωτερικό.

Δύο είναι οι βασικοί άξονες της κυβερνητικής πολιτικής, οι οποίοι έτυχαν της ανάλογης προβολής και διαφήμισης από τη μεγάλη πλειοψηφία των ΜΜΕ.

Ο πρώτος άξονας είναι η πραγματοποίηση τριμερών και τετραμερών συναντήσεων με γειτονικές χώρες. Οι συναντήσεις καλώς γίνονται, αφού η ανάπτυξη σχέσεων και συνεργασίας με γειτονικές χώρες πρέπει να επιδιώκεται. Η κυβέρνηση, όμως, προσδίδει σ’ αυτές υπερβολική σημασία που δεν έχουν και δεν μπορούν να έχουν. Χαρακτηριστικές είναι οι ατάκες των κυβερνώντων ότι οι συναντήσεις «οχυρώνουν την Κύπρο», ότι «καθιστούν την Κύπρο άρχοντα της περιοχής» και ότι «η Κύπρος καθίσταται ο σημαντικότερος ενεργειακός παίκτης στην περιοχή». Όλα αυτά στην πράξη κατέρρευσαν μόλις η Τουρκία άρχισε τις παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις της στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου.

Ο δεύτερος άξονας της κυβερνητικής πολιτικής είναι η επιδίωξη για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία από μέρους της ΕΕ, για τις παράνομες ενέργειές της σε βάρος της Κύπρου. «Κυρώσεις που θα πονέσουν» και «κυρώσεις που θα προκαλέσουν κόστος στην Τουρκία», δηλώνουν ακόμα και τώρα οι κυβερνώντες. Όμως ούτε κι αυτός ο άξονας έχει λειτουργήσει. Η ΕΕ είναι απρόθυμη να προχωρήσει σε ουσιαστικές κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας και το αίτημα δεν βρίσκει ανταπόκριση από τη μεγάλη πλειοψηφία των κρατών μελών.

Η πολιτική της κυβέρνησης, πέραν του γεγονότος ότι αποδείχθηκε αναποτελεσματική, δεν άλλαξε ούτε την εκτίμηση που έχει ο διεθνής παράγοντας ότι ο Πρόεδρος δεν διαθέτει την απαραίτητη πολιτική βούληση για προώθηση λύσης του Κυπριακού. Αυτό το γεγονός αφήνει χώρο στην Τουρκία να πλασάρει τα προσχήματα και τις δικαιολογίες που επιστρατεύει για τις έκνομες ενέργειές της. Η Τουρκία επικαλείται τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων για το φυσικό αέριο και, την ίδια ώρα, διεκδικεί μεγάλο μέρος της ΑΟΖ μας στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο ΟΗΕ, η ΕΕ κι όλα τα σημαντικά κράτη που κατά καιρούς και σε διάφορους τόνους τοποθετήθηκαν για τις ενέργειες της Τουρκίας υποδεικνύουν ότι τα προβλήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με την επίλυση του Κυπριακού. Μάλιστα, ο ΓΓ του ΟΗΕ στις Εκθέσεις του υπογραμμίζει τη σημασία των συγκλίσεων που έχουν επιτευχθεί μεταξύ των δύο πλευρών (συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ) για το θέμα του φυσικού αερίου, του δίκαιου καταμερισμού των εσόδων και για τις θαλάσσιες ζώνες.

Αντί η κυβέρνηση με αποφασιστικότητα να κινηθεί προς την κατεύθυνση που υποδεικνύει ο διεθνής παράγοντας, έμεινε εγκλωβισμένη στις κυρώσεις. Καλές βέβαια οι κυρώσεις αλλά δεν μπορούν να είναι αυτοσκοπός. Αυτές πρέπει να είναι εργαλείο για την προώθηση του κεντρικού μας στόχου, που δεν μπορεί να είναι άλλος από τη λύση του Κυπριακού.

Μέσα σ’ αυτή την κατάσταση που προκλήθηκε από την τουρκική προκλητικότητα μπορεί να υπάρξει λύση; Η απάντηση είναι απλή: αν δεν δοκιμάσουμε, πώς μπορούμε να έχουμε την απάντηση; Την ώρα μάλιστα που το Συμβούλιο Ασφαλείας (ΣΑ) στο τελευταίο του Ψήφισμα για μια ακόμα φορά επαναλαμβάνει τη θέση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που διακόπηκαν στο Κραν Μοντανά στη βάση του Πλαισίου Γκουτέρες και για την αξιοποίηση των συγκλίσεων. Το ΣΑ υπογραμμίζει επίσης ότι αναμένει από τις ηγεσίες των δύο κοινοτήτων να αρχίσουν να εργάζονται και στο εσωτερικό των κοινοτήτων τους για τη λύση του Κυπριακού και την επανένωση της κοινής μας πατρίδας.

Το ερώτημα είναι: η κυβέρνηση θα συντονίσει επιτέλους το βηματισμό της με τη θέληση του ΣΑ ή θα συνεχίσει τον δρόμο της καλλιέργειας ψευδαισθήσεων, που επιτρέπει στην Τουρκία να κάνει παιγνίδι και να απομακρύνει ολοένα και περισσότερο τη λύση;

Η κυβέρνηση πρέπει να αντιληφθεί ότι η κατάσταση έφτασε σε οριακό και επικίνδυνο σημείο. Ο χρόνος εξαντλείται και η διχοτόμηση μέρα τη μέρα παγιώνεται….

*βουλευτής, Εκπρόσωπος Τύπου ΑΚΕΛ