Γ. Ομήρου: “Ερωτηματικά δημιουργεί η ενασχόληση του κ. Φούλε με το Κυπριακό”

Στην επίσκεψη του Επιτρόπου για τη Διεύρυνση Στέφαν Φούλε στην Κύπρο και τα ερωτηματικά που δημιουργούνται από την ενασχόληση του κ. Φουλέ με το Κυπριακό σχολίασε λίγο πριν αναχωρήσει από το αεροδρόμιο της Λάρνακας για την Αθήνα ο Πρόεδρος του Κινήματος Σοσιαλδημοκρατών ΕΔΕΚ Γιαννάκης Ομήρου.

Σε δηλώσεις του ο κ. Ομήρου τόνισε «ο κ. Φούλε είναι αρμόδιος Επίτροπος για τη Διεύρυνση, η Κύπρος δεν είναι χώρα προς ένταξη αλλά είναι χώρα μέλος της ΕΕ εδώ και δέκα χρόνια. Συνεπώς η ενασχόληση του κ. Φούλε με το Κυπριακό προκαλεί ορισμένα ερωτηματικά» και όπως είπε “η Κυβέρνηση πρέπει να ζητήσει από τον Στέφαν Φούλε να ενεργήσει με αυστηρότητα προς την Τουρκία για να πειθαναγκαστεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της έναντι της Κύπρου, στο πλαίσιο του διαλόγου για ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση”.

Κληθείς να εξηγήσει τι εννοεί, είπε πως ο Ευρωπαίος αξιωματούχος «δεν έχει αρμοδιότητα για το Κυπριακό δεδομένου ότι η Κύπρος έχει ενταχθεί ολόκληρη στην ΕΕ με αναστολή του κεκτημένου για τις κατεχόμενες περιοχές με βάση τη Συνθήκη Προσχώρησης».

Πρόσθεσε ωστόσο πως «όλοι είναι ευπρόσδεκτοι να έχουν λόγο και ρόλο για το Κυπριακό, φτάνει να κινούνται μέσα στα πλαίσια του ΟΗΕ, των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας, της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου».

Ανέφερε επίσης ότι «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο από το 2005 έχει πάρει ορισμένες αποφάσεις που αφορούν τις υποχρεώσεις που πρέπει να εκπληρώσει η Τουρκία προκειμένου να έχει απρόσκοπτο ενταξιακό διάλογο. Αυτές οι υποχρεώσεις δεν έχουν εκπληρωθεί, η Τουρκία αρνείται πεισμόνως να εκπληρώσει αυτές τις υποχρεώσεις που είναι να αναγνωρίσει ανεπιφύλακτα την Κυπριακή Δημοκρατία, να ανοίξει λιμάνια και αεροδρόμια σε κυπριακά πλοία και αεροπλάνα και να συνεργαστεί για λύση του Κυπριακού στη βάση των ψηφισμάτων του Σ.Α. του ΟΗΕ και των αρχών και των αξιών επί των οποίων εδράζεται η ΕΕ».

Αυτό που θα πρέπει να ζητήσουμε από τον κ. Φούλε, συνέχισε ο κ. Ομήρου, «είναι να ενεργήσει με αυστηρότητα προς την Τουρκία για να πειθαναγκαστεί να εκπληρώσει αυτές τις υποχρεώσεις, διαφορετικά η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας θα πρέπει να παγώσει».

Αναφορικά με το θέμα των ΜΟΕ, είπε «να μην μετατρέψουμε το Κυπριακό σε θέμα ΜΟΕ. Το Κυπριακό είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής, είναι διεθνές πρόβλημα, παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και γίνεται καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών».

Ο κ. Ομήρου αναφέρθηκε στις δηλώσεις του και στο θέμα της επιστροφής της κατεχόμενης Αμμοχώστου και είπε πως «υπάρχουν αποφάσεις του Σ.Α. οι οποίες ρητά αναφέρονται στην υποχρέωση της Τουρκίας να επιστρέψει την πόλη της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της. Υπάρχει ρητή αναφορά στη συμφωνία υψηλού επιπέδου Κυπριανού – Ντενκτάς του 1979 και συνεπώς το θέμα της Αμμοχώστου δεν πρέπει να συνδέεται με οτιδήποτε άλλο, ιδιαίτερα δε ως αντάλλαγμα με το άνοιγμα κεφαλαίων στον ενταξιακό διάλογο Τουρκίας – ΕΕ».

Χρειάζεται, ανέφερε, «μεγάλη προσοχή για να διαφυλάξουμε τις ίδιες τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας» και υπενθύμισε ότι το ψήφισμα 550 που υιοθετήθηκε μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους «με πολύ σαφή και κατηγορηματικό τρόπο αναθέτει υποχρέωση στην Τουρκία να επιστρέψει την πόλη της Αμμοχώστου».

Αναφορικά με την επίσκεψη του στην Αθήνα, ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ είπε πως θα έχει συναντήσεις με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό και τους ηγέτες των πολιτικών κομμάτων.

Στις συναντήσεις αυτές, σημείωσε, «θα ανταλλάξουμε απόψεις για το Κυπριακό, για τα ευρύτερα εθνικά θέματα και για την οικονομική κατάσταση που διαμορφώνεται στη Κύπρο και στην Ελλάδα με την οικονομική κρίση. Για το Κυπριακό θα εκφράσουμε τις απόψεις της ΕΔΕΚ σε ότι αφορά τη συμφωνία της 11ης Φεβρουαρίου, την ανάγκη να αποφευχθούν οι δόλιες προσπάθειες της τουρκικής πλευράς να δώσει ερμηνείες που οδηγούν σε διπλή κυριαρχία, σε διπλή ιθαγένεια και σε συνομοσπονδιακά στοιχεία».

Ο κ. Ομήρου ανέφερε επίσης ότι η θέση της ΕΔΕΚ «είναι σταθερή και μόνιμη, ότι Κύπρος και Ελλάδα θα πρέπει να θεμελιώνουμε μια στενή συνεργασία και συμπαράταξη στα πλαίσια μιας εθνικής ομοψυχίας η οποία πρέπει να είναι η βάση της εθνικής μας στρατηγικής».