Αποδοχή της μεσολαβητικής πρότασης από την ΕΤΥΚ

Σε ομόφωνη απόφαση κατέληξε χθες το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΤΥΚ  να αποδεχθεί την πρόταση του Υπουργείου Εργασίας για την ανανέωση της συλλογικής σύμβασης με το Σύνδεσμο Τραπεζών για τα έτη 2014-2016.

Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΤΥΚ, η πρόταση του Υπουργείου καλύπτει τους στόχους της Οργάνωσης και υιοθετεί σε μεγάλο βαθμό τα αρχικά αιτήματα της, δηλαδή τη δημιουργία του Ταμείου Αλληλεγγύης και την επέκταση του ορίου αφυπηρέτησης στο 65ο έτος.

Ωστόσο, όπως αναφέρεται και στην ανακοίνωση, τον τελικό λόγο τον έχουν οι ίδιοι τραπεζοϋπάλληλοι, οι οποίοι θα κληθούν να αποδεχθούν ή όχι την πρόταση του Υπουργείου στο πλαίσιο των Γενικών Συνελεύσεων που θα γίνουν την ερχόμενη Τετάρτη.

Οι κάλπες θα ανοίξουν στις 15.00 μέχρι τις 18.00, στα Κεντρικά Γραφεία ΕΤΥΚ στη Λευκωσία και στη Λεμεσό, στα γραφεία της ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ. στη Λάρνακα και στην Πάφο και στο Δημαρχείο Παραλιμνίου.

Όπως αναφέρει η ΕΤΥΚ, η πρόταση περιέχει μειώσεις μισθών με μέσο όρο 8-9% ενώ υπάρχει και μείωση στο Ταμείο Προνοίας, το οποίο μακροχρόνια καταλήγει από το 14% στο 11,5%.

Προστίθεται ότι ενισχύει την προσπάθεια της ΕΤΥΚ για περισσότερη διαφάνεια και αξιοκρατία στις Τράπεζες, αφού στις διάφορες επιτροπές η συμμετοχή των τραπεζικών υπαλλήλων θα είναι 2 στους 5.

Η ΕΤΥΚ θεωρεί αξιοσημείωτο ότι για μια τριετία θεσμοθετείται και το Ταμείο Αλληλεγγύης, ενώ η πιο μεγάλη επιτυχία της νέας συμφωνίας είναι, όπως αναφέρει, η επέκταση του ορίου αφυπηρέτησης για όλο το προσωπικό στο 65ο έτος, που αναμφίβολα αντικαθιστά τις τυχόν απώλειες / μειώσεις του Ταμείου Προνοίας.

Αναφέρει ακόμα ότι η απόφαση για αποδοχή της πρότασης του Υπουργείου λήφθηκε με στόχο αφενός την ενίσχυση της προσπάθειας που καταβάλλουν οι τράπεζες για να επανακτήσουν την αξιοπιστία, τόσο στην Κύπρο όσο και στις διεθνείς αγορές και αφετέρου τη διατήρηση της εργατικής ειρήνης στις τράπεζες για την επόμενη τριετία.

Καταλήγοντας σημειώνει ότι παρόλο που οι μειώσεις μισθών των υπαλλήλων θα αποτελέσουν μια τονωτική ένεση για τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των τραπεζών, από μόνη της δεν μπορεί να φέρει το ποθητό αποτέλεσμα, αφού πρέπει να συνδυαστεί με χρηστή και αποτελεσματική διοίκηση εκ μέρους των Διοικήσεων των τραπεζών.