Το Υφ. Μετανάστευσης χαιρετίζει την Ευρωπαϊκή Έκθεση για το Άσυλο και τη Μετανάστευση


Το Υφυπουργείο Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας χαιρετίζει την πρώτη Ευρωπαϊκή Ετήσια Έκθεση για το Άσυλο και τη Μετανάστευση (2025), η οποία επιβεβαιώνει με σαφήνεια όσα με συνέπεια αναδεικνύουμε συστηματικά σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και διεθνώς, ήτοι ότι παρά τη μείωση ροών παράτυπων μεταναστών προς την Κύπρο, η χώρα μας σηκώνει δυσανάλογο βάρος σε σχέση με το μέγεθος και το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της και χρειάζεται τη συνδρομή της ΕΕ. Μέσω της Έκθεσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει επίσημα ότι η Κύπρος «βρίσκεται υπό μεταναστευτική πίεση» και, με βάση το νέο Σύμφωνο της ΕΕ για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, θα είναι από τα λίγα κράτη μέλη που θα λαμβάνει έμπρακτη στήριξη από τη «Δεξαμενή Αλληλεγγύης» για τη διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος.

Πρόκειται για μια εξέλιξη υψίστης σημασίας για την πατρίδα μας, που δικαιώνει την πολιτική που ακολουθεί η Κυβέρνηση με σκοπό να γίνει αντιληπτό τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και από τα κράτη μέλη ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, ως κράτος μέλος πρώτης γραμμής ευρισκόμενο σε μια ταραγμένη περιοχή, θα πρέπει να τυγχάνει ουσιαστικής συνδρομής από την ΕΕ αναφορικά με τη διαχείριση του μεταναστευτικού. Η απόφαση της Επιτροπής διασφαλίζει πρόσθετα εργαλεία για ουσιαστική αποσυμφόρηση του συστήματος ασύλου και των υποδομών της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η Έκθεση καταγράφει ότι οι παράτυπες ροές έχουν μειωθεί αισθητά σε απόλυτους αριθμούς, όμως η Κύπρος εξακολουθεί να βρίσκεται ανάμεσα στα πιο επιβαρυμένα κράτη αναλογικά. Την ίδια στιγμή, αναγνωρίζεται η σαφής πρόοδος που πετύχαμε στις επιστροφές όσων δεν δικαιούνται διεθνή προστασία. Συγκεκριμένα, η Κύπρος έχει εκδώσει τις περισσότερες αποφάσεις επιστροφών στην ΕΕ, σε αναλογία με το ΑΕΠ και τον πληθυσμό της. Αυτά τα αποτελέσματα είναι απόρροια συνεκτικής πολιτικής, ενισχυμένων ελέγχων και στενότερου επιχειρησιακού συντονισμού με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Η ενεργοποίηση της Δεξαμενής Αλληλεγγύης συνεπάγεται πρακτική στήριξη με μετεγκαταστάσεις, οικονομικές συνεισφορές και συνδυαστικά μέτρα που μειώνουν την πίεση που υφίσταται η Κύπρος. Σε συνδυασμό με την εφαρμογή, έως τα μέσα του 2026, των ενιαίων διαδικασιών ελέγχου στα σημεία άφιξης (screening) και της επιταχυνόμενης συνοριακής διαδικασίας για προδήλως αβάσιμες αιτήσεις, το πλαίσιο γίνεται πιο αυστηρό και αποτελεσματικό, με πλήρεις εγγυήσεις δικαίου και σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι δομές πρώτης υποδοχής αναβαθμίζονται με ειδικές πρόνοιες για οικογένειες και ευάλωτους, ενώ τα πληροφοριακά συστήματα και η διαχείριση δεδομένων γίνονται πιο προβλέψιμα και διαφανή. Παράλληλα, η στοχευμένη ευρωπαϊκή χρηματοδότηση διοχετεύεται σε υποδομές, τεχνολογία και ενίσχυση ανθρώπινου δυναμικού, ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία να διαθέτει όλα τα μέσα για την πλήρη υλοποίηση του Συμφώνου. Ως γίνεται αντιληπτό, όλοι οι αρμόδιοι φορείς θα πρέπει να τηρήσουν υπεύθυνη στάση, ούτως ώστε να θεσπιστεί έγκαιρα η απαραίτητη νομοθεσία που θα διασφαλίσει την εφαρμογή του Συμφώνου στην κυπριακή έννομη τάξη.

Θα πρέπει επίσης να τονιστεί η πρακτική σημασία των αποτελεσμάτων της μεταναστευτικής πολιτικής που ακολουθεί το Υφυπουργείο και η Κυβέρνηση: αυστηροί έλεγχοι στα σύνορα και τη γραμμή κατάπαυσης του πυρός («Πράσινη Γραμμή»), πιο σύντομοι χρόνοι εξέτασης αιτημάτων, καλύτερη οργάνωση και αποσυμφόρηση των δομών υποδοχής, στοχευμένες δράσεις ένταξης για τους νομίμως διαμένοντες αλλοδαπούς και περισσότεροι επαναπατρισμοί.

Το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αφουγκράζεται τις θέσεις και τις ανησυχίες της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης στις πολιτικές μας και εγγύηση ότι οι τοπικές κοινωνίες θα δουν απτά οφέλη, δηλαδή λιγότερη πίεση στις δημόσιες υπηρεσίες, ταχύτερες και δικαιότερες διαδικασίες, ενισχυμένη κοινωνική συνοχή και μεγαλύτερη διεθνή αξιοπιστία της χώρας μας. Με σχέδιο, συνέπεια και συνεργασία με τους εταίρους μας, αξιοποιούμε στο έπακρο τα νέα ευρωπαϊκά εργαλεία, ώστε η Κύπρος να συνεχίσει να προστατεύει αποτελεσματικά τα σύνορά της, να στηρίζει όσους πραγματικά χρήζουν προστασίας και να υπηρετεί με υπευθυνότητα την ασφάλεια και την ευημερία των πολιτών.