Συνέντευξη με το συγγραφέα του βιβλίου “Κόκκινος Λωτός”
Κύριε Μέξη, είναι το τρίτο σας βιβλίο που κυκλοφορεί. Υπάρχει κάποιο που σας αρέσει περισσότερο;
Πιστεύω είναι αδύνατο να κάνεις διάκριση στο ποιό είναι το αγαπημένο σου βιβλίο, ειδικά όταν είναι δημιούργημα σου, γιατί είναι σαν να ζητάς από έναν πατέρα να πει ποιό είναι το αγαπημένο του παιδί! Σίγουρα όλα ισάξια, αλλά και όλα για διαφορετικούς εντελώς λόγους.
Διαβάζοντας κάποιες κριτικές αντιλαμβάνομαι πως η γραφή σας είναι πολύ πιο ώριμη τώρα. Συμφωνείτε μ’ αυτό;
Είναι φυσιολογικό, γιατί σίγουρα όταν είσαι 23ων δύσκολα θα γράψεις και θα πείσεις ότι είσαι ωριμότερος, ασχέτως των εμπειριών σου. Η γραφή είναι άσκηση, την γυμνάζεις και με τον καιρό βελτιώνεσαι. Θέλω να πιστεύω ότι πράγματι ο Κόκκινος Λωτός είναι ωριμότερο των προηγουμένων, αλλά ο κόσμος που θα το διαβάσει θα το πει με σιγουριά. Από την άλλη πλέον βλέπω πρόκληση να γράψω ξανά σαν να ήμουν 23, ειδικά τώρα που η γραφή μου αρχίζει να ακολουθεί ‘κανόνες’. Τότε ήταν τελείως ανορθόδοξη, και αυτό πιστεύω της έδινε μια ιδιαίτερη νότα.
Οι πρωταγωνιστές είναι δύο. Ο συγγραφέας παιδικών παραμυθιών και ο δημοσιογράφος. Υπάρχει κάποιος που ταυτίζεστε περισσότερο;
Είναι οι 2 όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο συγγραφέας είναι μεγάλος σε ηλικία, τα έχει ζήσει όλα και πλέον ζει μέσα από τις αναμνήσεις του. Ο δημοσιογράφος είναι 20άρης, νέος, και τώρα ζει για να γράψει μετά. Οπότε το να πω ότι ταυτίζομαι με τον έναν είναι σαν να λέω ότι ταυτίζομαι και με τους 2, γιατί είναι ουσιαστικά αρκετά ίδιοι, απλά με διαφορά 30 ετών. Όταν είμαι στην ηλικία του μεγάλου σε ηλικία πρωταγωνιστή, θα ξέρω αν μπορώ να ταυτιστώ και μαζί του.
Είναι δυνατόν ο ήρωάς σας, 33 ετών, και να μην έχει ερωτευτεί ποτέ; Μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο σήμερα;
Ο ήρωας μου μέχρι τα 33 δεν είχε ερωτευτεί, αλλά αυτό είναι ένα μέρος της διήγησης του, μιας και κανονικά είναι τα διπλά από αυτά τα χρόνια. Όλα μπορούν να συμβούν. Ζούμε σε έναν αχανή κόσμο δισεκατομμυρίων που γύρω μας υπάρχουν χαρακτήρες ανθρώπων που ούτε που φανταζόμαστε. Όλα είναι δυνατά, από τα καλύτερα μέχρι τα χειρότερα.
Στο τέλος υπάρχει μια μεγάλη ανατροπή την οποία και δεν θα αποκαλύψω.Είχατε από την αρχή στο μυαλό σας αυτό το τέλος ή το σκεφτήκατε καθώς προχωρούσατε στην πλοκή;
Η αλήθεια είναι ότι κάθε βιβλίο γράφεται ενώ… γράφεται. Παρόλα αυτά, στο συγκεκριμένο είχα όλη την ιστορία σίγουρη μέσα στο κεφάλι μου και ειδικά το τέλος. Το τέλος και την αρχή τα θεωρώ τα πιο σημαντικά, και πάντα τα έχω. Το πως θα φτάσω εκεί είναι ίσως κάτι που γράφεται κατά τη διάρκεια της συγγραφής.
Γνωρίζω πως από τη δημοσιογραφία μεταπηδήσατε στη διαφήμιση. Ήταν εύκολη αυτή η μετάβαση για σας; Είστε ικανοποιημένος;
Είμαι, γιατί η δημοσιογραφία έφτασε σε ένα περίεργο τέλμα. Όλοι ξέραμε και ακόμα γνωρίζουμε ότι είχαμε πολύ περισσότερα media από αυτά που σηκώνει ο κόσμος μας, και οι μισθοί ήταν θέμα χρόνου να πέσουν τόσο μέσα από την κρίση. Τα blogs και όλος ο κόσμος που δέχεται να δουλεύει με ψίχουλα ρίχνει πολύ την ποιότητα της δημοσιογραφίας, άρα και το επίπεδο όλων όσων είναι μέσα στον κλάδο, και αυτό είναι κρίμα. Η διαφήμιση έχει μέσα της τρομερές δόσεις δημιουργίας, κάθε καταχώρηση και τηλεοπτικό σποτ είναι ένα πρόβλημα, μια σπαζοκεφαλιά που πρέπει να λύσεις όσο πιο δημιουργικά γίνεται. Υπάρχει κάτι που με εξιτάρει πολύ στην διαφήμιση, που δεν το έβρισκα στη δημοσιογραφία.
Σχεδιάζεται κάτι νέο αυτή τη στιγμή;
Συγγραφικά, όταν βρω τον χρόνο τότε θα ολοκληρώσω το επόμενο μου μυθιστόρημα που είναι η συνέχεια του πρώτου μου, του Shoebox. Θα ήθελα να βγει 5 χρόνια μετά από το πρώτο, με πλοκή που θα διαδραματίζεται αντίστοιχα 5 χρόνια μετά. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να βιαστώ, γιατί αν θέλω να κρατήσω τον λόγο μου, πρέπει να τελειώσω μέχρι τον Ιούνιο του 2015!
Σας ευχαριστώ πολύ.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ο κόκκινος λωτός, το σύμβολο αγάπης και πάθους, είναι χαραγμένος για πάντα στο χέρι του Χρήστου. Κλειστός, μαζί με όσα ήθελε να μείνουν σφραγισμένα μέσα του. Το γράμμα «Χ» βρίσκεται στο κέντρο του. «Χ» για το όνομά της, για την μόνη γυναίκα που αγάπησε πραγματικά. Σήμερα ο Χρήστος βρίσκεται απομονωμένος στο καταφύγιό του, στο δάσος, μπροστά σε έναν νεαρό δημοσιογράφο και εννέα φυλαγμένα γράμματα. Μέσα από αυτά θα διηγηθεί σε εκείνον όλη του τη ζωή με κατάληξη το εδώ, το τώρα, αυτή τη στιγμή.
«Απάντησα γιατί ένιωσα ότι όφειλα να απαντήσω. Δεν ήταν άλλο ένα γράμμα θαυμασμού, καμία σχέση –αυτό το γράμμα ήταν ένα γράμμα ειλικρίνειας, έγινε ευάλωτη. Μου άρεσε αυτό που είπε για τον κυνισμό, είχε δίκιο, ο κυνισμός εκείνη την εποχή είχε αρχίσει να ξεφεύγει, να φέρνει τα πάντα εκτός ελέγχου. Και εγώ ήμουν πολύ κυνικός άνθρωπος. Τότε, ήμουν κυνικός, ναι. Αλλά δεν της απάντησα για αυτό. Της απάντησα γιατί έπρεπε να της πω ότι αν και καταλάβαινα απόλυτα αυτό που είπε για τη σχέση, για τον κόμπο, για όλα, εγώ δεν τα είχα βιώσει ποτέ. Και ήμουν τριάντα τριών ετών».
Ο Άγγελος ξαφνιάστηκε.
Τριάντα τριών ετών, και ποτέ ερωτευμένος;
Είναι δυνατόν;
Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Ο Χρήστος πήγε να τσαλακώσει αυτό το γράμμα, ακριβώς όπως επιχείρησε και πριν δέκα χρόνια, όταν το διάβασε μία μόλις μέρα πριν μπει στο αεροπλάνο που θα τον έφερνε πιο κοντό στο ραντεβού του με τη Χριστίνα, το κορίτσι με το οποίο εδώ και τρεις μήνες είχε ανταλλάξει οκτώ πολύ, πάρα πολύ ειλικρινή και ρομαντικά γράμματα. Το ένατο όμως ήταν μαχαίρι, ήταν σαν μια σφαίρα έντεκα χιλιοστών που μόλις είχε εκτοξευτεί από καραμπίνα Γουίντσεστερ και στόχο είχε την καρδιά του.»
«Του ζήτησα να μου κάνει εκείνον τον λωτό που συμβόλιζε την αγάπη, το πάθος και την καρδιά. Του ζήτησα να είναι κλειστός, να παραμείνει κλειστός μαζί με ό,τι ήθελα να μείνει μέσα του σφραγισμένο. Συμφώνησε γιατί είχε χιλιοακούσει την ιστορία μου, την είχε βαρεθεί, τη θεωρούσε κατάρα. Έκατσε εκεί, στον βράχο του Πόιντ κι άρχισε να αραιώνει κόκκινο και μαύρο μελάνι μέσο στο ξύλινο δοχείο του. Έκαψε την άκρη σε τρεις βελόνες διαφορετικού μεγέθους, έκανε μια δέηση στον Βούδα και άρχισε τη ζωγραφική επάνω στο χέρι μου…
… Ο κόκκινος λωτός, τέσσερις ώρες μετά, ήταν εκεί, αποτυπωμένος για πάντα επάνω στο δέρμα μου. Θα ήταν μέχρι το τέλος, εκεί, κλειστός.
Βιογραφικό συγγραφέα
Ο Λουκάς Μέξης γεννήθηκε στην Αθήνα, έγραψε τις σελίδες του πρώτου του βιβλίου στα Γιάννενα, έζησε τις σελίδες του δεύτερου στη Μύκονο και στο Μόναχο, και εξέδωσε το τρίτο στο Περθ της Αυστραλίας.
Εργάστηκε πολλά χρόνια ως δημοσιογράφος σε περιοδικά του ΔΟΛ και της ΙΜΑΚΟ, μέχρι που ήρθε η κρίση και σοβάρεψε. Τώρα το γύρισε στη ρεκλάμα και δουλεύει ως κειμενογράφος στην Ogilνy and Mather. Παράλληλα καβαλάει μηχανές και χτυπάει κάθε δεύτερη Τρίτη.
Ακόμα δεν νιώθει συγγραφέας. Παρ’ όλα αυτά έχει εκδώσει τα εξής μυθιστορήματα: Shoebox [μια καλοκαιρινή κομπίνα] (Τετράγωνο 2010), Shoot Me [ένα τελευταίο κλικ] (Ιβίσκος 2012) και Flat Track (Viνid Publishiηg 2013) σε Αυστραλία και Μ. Βρετανία.
Ο Κόκκινος Λωτός είναι το τέταρτο μυθιστόρημά του συνολικά, αλλά το τρίτο στα ελληνικά.