Ένοχος για τέσσερις ανθρωποκτονίες ο οδηγός του τετραπλού τροχαίου δυστυχήματος στα Πολεμίδια – Η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε «υπαίτια αμέλεια»
Ομόφωνα ένοχο σε δέκα κατηγορίες έκρινε το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λεμεσού στις 2 Ιουλίου 2025, τον οδηγό οχήματος που την Πρωτοχρονιά του 2024 προκάλεσε τροχαίο δυστύχημα στην περιοχή των Πολεμιδιών, στην Λεμεσό, επιφέροντας τον θάνατο σε τέσσερα μέλη της ίδιας οικογένειας.
Ο κατηγορούμενος παραδέχτηκε πέντε από τις δέκα κατηγορίες που αντιμετώπιζε, οι οποίες αφορούσαν στην πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης (τέσσερις κατηγορίες) και την κατηγορία της μη συμμόρφωσης με φωτεινό σηματοδότη τροχαίας. Ωστόσο, ο ίδιος αρνήθηκε τις κατηγορίες για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας (τέσσερις κατηγορίες) και για το αδίκημα της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος με ταχύτητα δυνάμενη να θέσει σε κίνδυνο ανθρώπινη ζωή (μια κατηγορία), με την Κατηγορούσα Αρχή να επιτυγχάνει την απόδειξη των κατηγοριών αυτών σε μια υπόθεση που χαρακτηρίστηκε ως πολύ δύσκολη, εξαιτίας των πολλών και ποικίλων τεχνικών, επιστημονικών και άλλων εξειδικευμένων ζητημάτων που έπρεπε να αποδειχθούν. Μεταξύ αυτών, το πεδίο ορατότητας των οδηγών των οχημάτων, ο τρόπος υπολογισμού της ταχύτητας του κατηγορουμένου, τεχνικά ζητήματα ανάλυσης και επεξεργασίας βίντεο, ζητήματα φυσικής επιστήμης και μηχανολογίας.
Ειδικότερα, θέση της Κατηγορούσας Αρχής στην υπόθεση ήταν η απόδειξη «υπαίτιας αμέλειας» εκ μέρους του κατηγορούμενου. Νομικός όρος, του οποίου η απόδειξη ενείχε καίρια δυσκολία στη συγκεκριμένη υπόθεση, αφού εδράζεται στην απόδειξη των συστατικών στοιχείων των κατηγοριών της ανθρωποκτονίας, δεδομένου ότι απαιτείτο η απόδειξη βαριάς αμέλειας εκ μέρους του κατηγορουμένου, η οποία να ισοδυναμεί με «υπαίτια αμέλεια».
Όπως εν τέλει αναφέρεται στην ογκώδη απόφαση του Κακουργιοδικείου, ο κατηγορούμενος κρίθηκε ομόφωνα ένοχος στις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας, με το Δικαστήριο να αποδέχεται ότι ο άντρας «οδηγούσε το αυτοκίνητό του με τέτοιο τρόπο που συνιστούσε υπαίτια αμέλεια παράλειψης καθήκοντος» και ότι η συμπεριφορά που επέδειξε κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ποινικά κολάσιμη και ενέπίπτε εντός των προνοιών του άρθρου 205 της ανθρωποκτονίας, του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154.
«Ο κατηγορούμενος, στην ουσία, αδιαφόρησε πλήρως για τους εξ αντικειμένου, ουσιαστικούς ή πραγματικούς πιθανούς κινδύνους που ελλόχευαν από την όλη οδηγίκη του συμπεριφορά, δηλαδή κίνδυνο πρόκλησης θανάτου ή τουλάχιστον σοβαρής σωματικής βλάβης. Η οδηγική του συμπεριφορά ήταν εγωιστική και παντελώς αδιάφορη για την ασφάλεια των άλλων χρηστών του δρόμου και συγκεκριμένα, των θυμάτων», σημειώνει στην απόφασή του το Δικαστήριο, για να συνεχίσει, σε άλλο σημείο, και να σημειώσει ότι τα ψέματα που ο κατηγορούμενος είπε σε κατάθεσή του «είναι ηθελημένα [… και] το κίνητρό του αναφύεται να είναι ο φόβος της αλήθειας και η επίγνωση της ενοχής του. Προς τι άλλωστε να αναφέρει ότι είχε σταματήσει στο κόκκινο φως στην πορεία του στα προηγούμενα φώτα και ότι ακολούθως συνέχισε να οδηγεί με χαμηλή ταχύτητα καθ’ όλη τη διάρκεια μέχρι τη σύγκρουση, τη στιγμή που, όπως έχει αποδειχθεί, η ταχύτητα του οχήματος ήταν υπερδιπλάσια του επιτρεπόμενου ορίου, αμέσως πριν από τη σύγκρουση και πλήρως αντιληπτή από ένα οδηγό και δη τον κατηγορούμενο;».
Το Δικαστήριο αποδέχθηκε ως αξιόπιστους και τους 22 μάρτυρες που παρουσίασε η Κατηγορούσα Αρχή. Η ακροαματική διαδικασία διήρκησε σχεδόν ένα χρόνο. Η ποινή στον κατηγορούμενο θα επιβληθεί σε κατοπινό στάδιο.
Εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, την υπόθεση χειρίστηκε η Δικηγόρος της Δημοκρατίας κα Θεοδώρα Παπακυριακού.