O Πούτιν αλωνίζει, ο Τραμπ ψάχνεται…

Ενώ ο Λευκός Οίκος… συσκέπτεται, η Ρωσία αλλάζει τις ισορροπίες σε Βαλκάνια και Ανατολική Ευρώπη

Μια καινούργια μάχη για την Ευρώπη έχει αρχίσει. Από τη Βαλτική μέχρι τα Βαλκάνια και τη Μαύρη Θάλασσα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν προσπαθεί να ξαναχτίσει τη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Το καυτό μέτωπο περιλαμβάνει Εσθονία, Σερβία, Μολδαβία, Μαυροβούνιο, φυσικά Ουκρανία, όπως και άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Μάλιστα το Μαυροβούνιο είναι μια εντελώς ιδιαίτερη περίπτωση. Αυτή η μικρή χώρα των 620.000 κατοίκων έχει, πρακτικά, νόμισμα το… ευρώ, αν και δεν ανήκει καν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ είναι προγραμματισμένο να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Αν τελικώς η ένταξη προχωρήσει ομαλά, τότε η Συμμαχία θα έχει τον έλεγχο σχεδόν σε κάθε λιμάνι της Βόρειας Μεσογείου, από το Γιβραλτάρ έως τον Βόσπορο.

Στην υπόλοιπη Ευρώπη το Κρεμλίνο αναζητεί συμμαχίες με αντιδυτικές, συνήθως εθνολαϊκιστικές δυνάμεις, σε Γαλλία, Γερμανία, Ουγγαρία και άλλες δημοκρατικές χώρες.

Όμως το κυριότερο μέτωπο σε αυτήν τη μάχη υπάρχει μέσα στον… Λευκό Οίκο. Σύμφωνα με κορυφαίους αξιωματούχους της κυβέρνησης Τραμπ, όπως αποκάλυψε το «Time», το τελευταίο τρίμηνο γίνονται αθόρυβα σημαντικές συζητήσεις για το αν πρέπει οι ΗΠΑ να αντισταθούν στον Πούτιν ή να παραχωρήσουν στη Ρωσία μια σφαίρα επιρροής στην Ανατολική Ευρώπη. Σε αντάλλαγμα, σύμφωνα με τη σχετική θεωρία, η Ρωσία θα συμμετάσχει μαζί με τις ΗΠΑ σε μια συμμαχία κατά του ISIS, θα κάνει βήματα ώστε να μειώσει τα αποθέματά της σε πυρηνικά όπλα και θα βοηθήσει στον περιορισμό της Κίνας, που μπορεί να εξελιχθεί σε αντίπαλο δέος για την Αμερική.

Ο Τραμπ δημοσίως έχει ήδη προϊδεάσει για κάποια μέρη ενός τέτοιου μεγάλου ντιλ με το Κρεμλίνο και το ίδιο έχουν κάνει τόσο ο Στιβ Μπάνον, στρατηγικός σύμβουλός του, όσο και ο Μάικλ Φλιν, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας που στις 13.2 υποχρεώθηκε σε παραίτηση λόγω των επαφών που είχε με Ρώσους αξιωματούχους. Ωστόσο οι φωνές εντός των ΗΠΑ ενάντια σε μια ενδεχόμενη συμφωνία με τη Ρωσία διαρκώς πληθαίνουν και η καχυποψία για τις προθέσεις του Τραμπ μεγαλώνει.

Ισχυρές αντιστάσεις εντός ΗΠΑ
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι που έχουν υποστηρίξει ένα μεγάλο ντιλ με τη Μόσχα θεωρούν ότι ο «πατριωτισμός» μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως η βάση ενάντια στην άνοδο της Κίνας. Ωστόσο υπάρχουν ισχυρές αντιστάσεις. Κατηγορηματικά εναντίον μιας συμφωνίας με τη Ρωσία έχουν ήδη τοποθετηθεί ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Τζέιμς Μάτις, ο υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον, αλλά και ολόκληρο το «κατεστημένο» της Ουάσιγκτον, που θεωρεί ότι οι πολυμερείς συμμαχίες έχουν ζωτική σημασία για τη διατήρηση της σταθερότητας στην Ευρώπη και πέρα από αυτήν.

Η «έξωση» του Φλιν δυσχεραίνει πολιτικά όσους επιθυμούν μια φιλορωσική στρατηγική. Το έργο τους δυσκόλεψε περισσότερο από τις 14.2, όταν οι «New York Times» δημοσίευσαν πληροφορίες που ανέφεραν ότι βοηθοί του Τραμπ είχαν επανειλημμένες επαφές με αξιωματούχους των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών τη χρονιά πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Όσο προχωρούν οι διάφορες σχετικές νομικές και θεσμικές έρευνες, το πεδίο για προσέγγιση με τη Ρωσία συρρικνώνεται και οι πιέσεις στον Τραμπ αυξάνονται.

Εντός του Λευκού Οίκου, όμως, δεν έχει μετριαστεί η όρεξη για ένα ντιλ, παρά τις αντιδράσεις ακόμα και ρεπουμπλικανών, όπως του επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, που εκτίμησε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά επιζήμιο για τις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο.

Δεν είναι ξεκάθαρο, πάντως, αν αυτό το μεγάλο ντιλ ήταν αρχικά αμερικανική ή ρωσική ιδέα. Οι αντίθετοι σε μια τέτοια συμφωνία πιστεύουν ότι δεν θα είχε ουσιαστικά οφέλη για τις ΗΠΑ. Τονίζουν ότι η Ρωσία είναι αδύναμη, η οικονομία της βρίσκεται σε ύφεση επί δύο χρόνια, ο Πούτιν έτσι κι αλλιώς επανειλημμένα ζητάει από τις ΗΠΑ τον σχηματισμό μιας συμμαχίας κατά του ISIS χωρίς δεσμεύσεις, και ότι ήδη κατά την πρώτη επίσημη συνομιλία που είχε με τον Τραμπ εξέφρασε την επιθυμία για μέτρα περιορισμού του οπλοστασίου.

Το να «παραχωρηθεί» η Ανατολική Ευρώπη στη Ρωσία, κάτι που θεωρείται αιρετικό για τη δυτική διπλωματία από την εποχή της Γιάλτας, θα ήταν, σύμφωνα με Αμερικανούς ειδικούς στην εξωτερική πολιτική, όπως ο συντηρητικός Έλιοτ Κοέν του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς, «ανόητο, ανήθικο και θα αντέστρεφε κάθε θεμελιώδες αξίωμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».

Αλλάζουν οι ισορροπίες
Όσο όμως ο Λευκός Οίκος δεν παίρνει μια ξεκάθαρη απόφαση, η αβεβαιότητα σχετικά με τη δέσμευση των ΗΠΑ προς τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες βοηθά στην επαναχάραξη των γραμμών στα Βαλκάνια:
Βουλγαρία και Μολδαβία κλίνουν προς τη Μόσχα. Εντός μιας εβδομάδας από την εκλογή Τραμπ στην Αμερική, οι εκλογές στις δύο πρώην χώρες – δορυφόρους της Ρωσίας ανέδειξαν φιλορώσους ηγέτες. Ο νέος πρόεδρος της Μολδαβίας, μάλιστα, υποστήριζε στην καμπάνια του ότι πρέπει να σκίσει τη συμφωνία ένταξης της χώρας του στην Ε.Ε.

Το Μαυροβούνιο έχει υπογράψει τα έγγραφα προσχώρησης στο ΝΑΤΟ. Ήδη τα 24 από τα 28 κράτη – μέλη της Συμμαχίας επικύρωσαν την ιδιότητα μέλους της χώρας. Τα μόνα που απομένουν είναι: Ισπανία, Ολλανδία, Καναδάς και ΗΠΑ. Ο Τραμπ ακόμη δεν έχει πει αν υποστηρίζει ή όχι την ένταξη του Μαυροβουνίου.

Αλλά και η Δυτική Ευρώπη δεν έχει μείνει ανεπηρέαστη από τη συγκεκριμένη τάση. Στη Γαλλία το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν έλαβε το 2014 δάνειο 11 εκατομμυρίων ευρώ από τράπεζα που συνδέεται με το Κρεμλίνο. Στις αρχές Φεβρουαρίου η Λεπέν υποσχέθηκε ότι, αν εκλεγεί πρόεδρος, θα βγάλει τη Γαλλία από το ΝΑΤΟ.

Στη Γερμανία οι μυστικές υπηρεσίες κατηγόρησαν τη Μόσχα για «ενορχήστρωση καμπάνιας προπαγάνδας και παραπληροφόρησης» ενόψει των εκλογών τον Σεπτέμβριο. Ο σκοπός είναι, σύμφωνα με τον Στέφαν Μάγερ, μέλος της επιτροπής του γερμανικού Κοινοβουλίου που επιβλέπει τις υπηρεσίες πληροφοριών, η αποδυνάμωση των πιθανοτήτων να εκλεγεί η Μέρκελ για τέταρτη θητεία και παράλληλα η ενίσχυση του AfD. Ο Μάγερ δήλωσε στο «Time» ότι «αποτελεί ξεκάθαρη ατζέντα της ρωσικής κυβέρνησης η προσπάθεια αποσταθεροποίησης των δυτικών δημοκρατιών».

Ο Λευκός Οίκος… αυτοσχεδιάζει
Κανονικά ένας πρόεδρος των ΗΠΑ θα ζητούσε μια εκτενή ενημέρωση από την υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας σε ένα θέμα τόσο ζωτικής σημασίας όσο το μέλλον της Ανατολικής Ευρώπης ή της πλήρους αλλαγής των σχέσεων με τη Ρωσία. Θα χρειάζονταν επανειλημμένες συνελεύσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και μια απόρρητη εκτίμηση των μυστικών υπηρεσιών.

Όμως στον νέο, γεμάτο αυτοσχεδιασμούς, Λευκό Οίκο του Τραμπ δεν λαμβάνει χώρα σχεδόν καμιά διυπηρεσιακή διαδικασία και οι υπηρεσίες ασφαλείας δεν έχουν διαύλους επικοινωνίας με τις δομές εξουσίας γύρω από τον Τραμπ. Ο Μπάνον «τρέχει» τη δική του ομάδα στρατηγικών πρωτοβουλιών, ξεχωριστά από τις παραδοσιακές δομές ασφαλείας. Πάντως, ο σύμβουλος στρατηγικής του Τραμπ, υπέρμαχος του μεγάλου ντιλ με τη Ρωσία, δεν είχε πάντοτε απόλυτες απόψεις.

Μόλις το 2014, σε δημόσια ομιλία του, είχε εκφραστεί με ιδιαίτερα σκληρά λόγια για τον Ρώσο πρόεδρο: «Ο Πούτιν και οι φίλοι του είναι μια κλεπτοκρατία, στην πραγματικότητα είναι μια ιμπεριαλιστική δύναμη που θέλει να εξαπλωθεί» έλεγε τότε ο Μπάνον.

Μπορεί οι Αμερικανοί υπουργοί Άμυνας και Εξωτερικών, η πλειονότητα των δημοκρατικών και ρεπουμπλικανών γερουσιαστών αλλά και η Ευρώπη να αντιτίθενται σε περαιτέρω προσέγγιση με τη Ρωσία, όμως υπάρχουν κι άλλες σφαίρες επιρροής στην Ουάσιγκτον που έχουν άλλη άποψη. Η διχογνωμία ανάμεσα στον Τραμπ, το υπουργικό του συμβούλιο και το κόμμα του εντείνει τη σύγχυση, ακόμα και μέσα στην κυβέρνηση, για το ποια είναι τελικά η θέση των ΗΠΑ. Και εντείνει την αβεβαιότητα των ευρωπαϊκών χωρών για το τι τελικά θα επιδιώξει η Αμερική.

Τουρκία – Ρωσία με θεατή τις ΗΠΑ
Φυσικά στη ζώνη τής ολοένα αυξανόμενης επιρροής του Πούτιν βρίσκεται πλέον και η Τουρκία. Η επαναπροσέγγιση δύο εκ των μεγαλύτερων ιστορικά γεωπολιτικών αντιπάλων εξελίσσεται με εντυπωσιακή ταχύτητα, με τις ΗΠΑ σε ρόλο θεατή προς το παρόν. Μετά την κατάρριψη ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους από την Τουρκία το 2015, οι δυο χώρες έμοιαζαν να βρίσκονται στα πρόθυρα πολέμου. Θα ήταν ο 18ος, ιστορικά. Αντ’ αυτού κατέφυγαν σε εκατέρωθεν προσβολές και κυρώσεις.

Τον περασμένο Ιούνιο ο Ερντογάν απολογήθηκε για την κατάρριψη και δυο εβδομάδες μετά ο Πούτιν έσπευσε να καταδικάσει την απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Τούρκου προέδρου. Έκτοτε οι δυο χώρες υπέγραψαν μια μεγάλη συμφωνία για αγωγό φυσικού αερίου, συμφώνησαν να ξαναρχίσουν τα έργα σε ένα πυρηνικό εργοστάσιο στη Νότια Τουρκία και δεσμεύτηκαν να πενταπλασιάσουν το διμερές εμπόριο σε 100 δισ. δολάρια τον χρόνο.

Παρ’ όλα αυτά, οι δυο ηγέτες έχουν ο κάθε ένας διαφορετικές και αντιφατικές προσδοκίες. Ο Ερντογάν βλέπει τη σχέση του με τον Πούτιν ως μέσο για να αποσπά παραχωρήσεις από τους συμμάχους του στη Δύση. Ο Ρώσος πρόεδρος, όμως, διακρίνει στην Τουρκία τον πιο αδύναμο κρίκο του ΝΑΤΟ. Ο Ερντογάν αποφάσισε να συμφιλιωθεί με τον Πούτιν κυρίως επειδή το να τον έχει εχθρό ήταν εξαιρετικά επώδυνο. Αφότου η Τουρκία κατέρριψε το ρωσικό αεροσκάφος ο Πούτιν την απέκοψε από τη Μ. Ανατολή. Επιπρόσθετα, οι ρωσικές κυρώσεις κόστισαν στην Άγκυρα τουλάχιστον 10 δισ. δολάρια σε έσοδα από τουρισμό και εμπόριο.

Το «πάρε – δώσε»
Στη μεταξύ τους σχέση ο δυνατός παίκτης είναι η Ρωσία. Η Τουρκία περισσότερο «προσφέρει».

  • Η κυβέρνηση του Ερντογάν έχει προσφέρει «δωράκια» αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Rosatom, τη ρωσική εταιρεία που κατασκευάζει το πρώτο πυρηνικό εργοστάσιο της Τουρκίας.
  • Ενέκρινε τον Turkish Stream, τον αγωγό φυσικού αερίου που θα επιτρέψει στη Ρωσία να επεκτείνει την παρουσία της στις ενεργειακές αγορές της Τουρκίας και της Ευρώπης. Ήδη η Τουρκία εξαρτάται από τη Ρωσία κατά 55% για τις εισαγωγές της σε φυσικό αέριο.
  • Το σημαντικότερο: Ο Ερντογάν έκανε στροφή 180 μοιρών στην πολιτική του στη Συρία εγκαταλείποντας τα σχέδιά του για εκδίωξη του καθεστώτος Άσαντ.

Σε αντάλλαγμα η Ρωσία επέτρεψε στην Τουρκία να φτιάξει μια «νεκρή ζώνη» στη Συρία, αλλά χωρίς να της αφήσει σοβαρό περιθώριο δράσης κατά των Κούρδων.Σε αρκετούς τομείς, πάντως, η Μόσχα δεν ανταποδίδει την καλή θέληση. Οι περισσότερες από τις κυρώσεις που επέβαλε στα τουρκικά προϊόντα παραμένουν.

Η Τουρκία δεν είναι έτοιμη να ανταλλάξει την ιδιότητα μέλους στο ΝΑΤΟ για μια συμμαχία με τη Ρωσία. Όμως η αξιοπιστία της Τουρκίας ως συμμάχου της Δύσης τίθεται όλο και περισσότερο εν αμφιβόλω.
Φημολογείται, άλλωστε, ότι συνεργάτες του Ερντογάν στο κυβερνών κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης υποστηρίζουν πως θα πρέπει η Τουρκία να «παραβεί» κάποιες από τις δεσμεύσεις του ΝΑΤΟ.
Παρόμοιο κλίμα υπάρχει και στο στράτευμα. Με τις μαζικές εκκαθαρίσεις στον στρατό, χιλιάδες φιλοδυτικοί στρατιωτικοί απομακρύνθηκαν κι αντικαταστάθηκαν από πιο συμπαθούντες τη Ρωσία.

Η αντιδυτική υστερία που κυριάρχησε στην Τουρκία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα έχει κοπάσει μερικώς το τελευταίο δίμηνο επειδή ο Ερντογάν ποντάρει πολλά στη συνεργασία με τον Τραμπ. Ο Ερντογάν περιμένει ότι ο Τραμπ θα εκδώσει τον Φετουλάχ Γκιουλέν στην Τουρκία κι ότι θα κόψει τους δεσμούς με τους Κούρδους του YPG, τους οποίους η κυβέρνηση Ομπάμα θεωρούσε αποτελεσματική δύναμη κατά του ISIS, αλλά η Τουρκία τους χαρακτηρίζει τρομοκρατική ομάδα. Μάλιστα στις 9 Φεβρουαρίου ο νέος αρχηγός της CIA Μάικ Πομπέο βρέθηκε στην Άγκυρα για να συζητήσει αυτά ακριβώς τα ζητήματα.

Προς το παρόν η στάση του Τραμπ είναι θολή και σ’ αυτό το θέμα. Αν απογοητεύσει τον Ερντογάν, τότε η σχέση του Τούρκου με τον Πούτιν μάλλον θα γίνει στενότερη. Η Ρωσία, άλλωστε, χρειάζεται τον σουλτάνο για να επιταχύνει τις πολιτικές εξελίξεις στη Συρία με το να φέρει η Τουρκία τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Η Τουρκία, από την άλλη, χρειάζεται τους τουρίστες και το φυσικό αέριο από τη Ρωσία και τη βοήθεια της Μόσχας στην ανοικοδόμηση των σχέσεων με τον Άσαντ. Όμως το βασικότερο είναι πως, όταν υπάρξει μια επόμενη κρίση, η Μόσχα θα προσπαθήσει να μεγαλώσει το ήδη υπάρχον χάσμα Τουρκίας και ΝΑΤΟ.