Aυστραλία: «Περισσότεροι από ποτέ» οι νοσηλευόμενοι με COVID-19

Ο αριθμός των ασθενών με COVID-19 που νοσηλεύονταν ανά την Αυστραλία, αναμενόταν να φτάσει σήμερα Παρασκευή στο υψηλότερο επίπεδο, από την αρχή της πανδημίας έως τώρα, όπως δήλωσε ο επικεφαλής των Υπηρεσιών Υγείας της χώρας, Paul Kelly.

«Σήμερα, πιθανώς, θα έχουμε το μεγαλύτερο αριθμό νοσηλευόμενων από οποιοδήποτε άλλο χρονικό σημείο της πανδημίας», ανέφερε ο κ. Kelly κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο Australasian COVID-19 Conference στο Σίδνεϊ.

«Αυτό αποτελεί πρόκληση για το σύστημα υγείας μας ποικιλοτρόπως», πρόσθεσε, αλλά εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι ο αντίκτυπος της χρήσης αντϊικών θεραπειών κι η αύξηση του ποσοστού αυτών που κάνουν την 4η δόση θα βελτιώσουν την «εικόνα».

Ο ίδιος, είπε, «συνηγορεί πολύ σθεναρά» και «γι’ άλλες στρατηγικές μείωσης μετάδοσης», ειδικά εν μέσω χειμώνα, με τη γρίπη να έχει επανέλθει δυναμική.

Μεταξύ αυτών, η εργασία από το σπίτι, όποτε είναι εφικτό, αλλά και η χρήση μάσκας, ειδικά σε κλειστούς χώρους με πολύ κόσμο, εκτός από τα μέσα μαζικής μεταφοράς, όπου η υποχρεωτικότητα παραμένει σε ισχύ.

Στο μεταξύ, καθώς οι νέες, πολύ πιο μεταδοτικές, υπό-παραλλαγές της «Όμικρον», κατέστησαν κυρίαρχες -και ανά την Αυστραλία- ορισμένοι γιατροί εκφράζουν την ανησυχία τους ότι αυτές μπορεί να προκαλούν και πιο βαριά νόσηση, ειδικά η BA.5 και κυρίως στις πιο ευάλωτες ομάδες, όπως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία.

Μέχρι την Παρασκευή το πρωί τουλάχιστον, οι νοσηλευόμενοι με COVID-19 απήχαν ελάχιστα από το αρνητικό ρεκόρ Ιανουαρίου 2022. Στη Βικτώρια και τη Νέα Νότια Ουαλία ήταν κάπως πιο χαμηλά από τα προηγούμενα υψηλά επίπεδα, αλλά ο αριθμός ήταν αυξημένος στην υπόλοιπη χώρα, σε σχέση με 6 μήνες πριν.

Παράλληλα, τα νέα κρούσματα κινούνται ανοδικά, οι θάνατοι αυξάνονται και οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι οι νέες υπό-παραλλαγές εμφανίζονται πιο ικανές να αποφεύγουν την ανοσία γι’ αυτό και το χρονικό όριο σχετικά με το ρίσκο επαναμόλυνσης μειώθηκε στις 28 ημέρες.

Ενδεικτικά, η Βικτώρια ανέφερε σήμερα 25 ακόμη θανάτους (και 37 την Πέμπτη), 12.278 νέα κρούσματα, 840 νοσηλευόμενους, 33 στην εντατική.

Η Νέα Νότια Ουαλία ανακοίνωσε 15 θανάτους, 18.669 νέα κρούσματα, 2.202 νοσηλευόμενους, 55 στην εντατική.

Το Κουίνσλαντ, 10 θανάτους, 9.023 νέα κρούσματα, 1.050 νοσηλευόμενους, 26 στην εντατική.

Η Δυτική Αυστραλία, 1 θάνατο, 6.056 νέα κρούσματα, 452 νοσηλευόμενους, 24 στην εντατική.

ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΓΙΑ ΠΙΟ «ΒΑΡΙΑ» ΝΟΣΗΣΗ ΛΟΓΩ ΒΑ.5

Σημαντικό είναι ότι ορισμένοι γιατροί, εξειδικευμένοι στις μολυσματικές νόσους, προειδοποιούν ότι κάποιοι ασθενείς κατά το τελευταίο κύμα της πανδημίας πρέπει να παραμείνουν περισσότερο χρόνο στο νοσοκομείο, ενώ χρειάζονται πιο εξειδικευμένη φροντίδα, σε σχέση με την πρώτη έξαρση της «Όμικρον».

Γίνεται λόγος για «πρώτα σημάδια» ενδεχομένως ότι η BA.5 μπορεί να προκαλεί πιο βαριά νόσηση -αν και δε συμφωνούν όλοι- την ώρα που κάποιες πρώτες έρευνες αναφέρουν ότι μπορεί να είναι πιο απειλητική για τους πνεύμονες.

Ειδικότερα, η Δρ Marion Kainer, επικεφαλής για τις μολυσματικές ασθένειες στο Western Health, ανέφερε στην The Age ότι όλο και περισσότεροι ηλικιωμένοι στα δυτικά της Μελβούρνης εμφανίζουν οξεία συμπτώματα στο αναπνευστικό και χρειάζονται περισσότερη ιατρική υποστήριξη από ό,τι άλλοι νοσούντες στο πρόσφατο παρελθόν.

Advertisement
Το Western Health κάνει εισαγωγές και ατόμων στα 30 τους, στα 40 τους και στα 50 τους, που δεν έχουν κάνει την 3η δόση του εμβολίου και είναι σοβαρά, επεσήμανε η Δρ Kainer.

«Αυτό που παρατηρούμε είναι πως είναι βαρύτερα άρρωστοι … αυτήν τη φορά και μένουν περισσότερο από ό,τι στο τελευταίο κύμα της ‘Όμικρον’».

Πολλοί νόσησαν σε βαθμό σοβαρότητας κάπου ανάμεσα στη «Δέλτα» και την αρχική «Όμικρον», εξήγησε.

«Κλινικά μοιάζουν περισσότερο σα (να αντιμετωπίζουν τη) ‘Δέλτα’, αλλά δεν είναι τόσο σοβαρά όπως με τη ‘Δέλτα’. Φαίνεται να είναι κάτι πιο σοβαρό από την τυπική ‘Ομικρον’».

Η Δρ Kainer είπε ακόμη ότι κατά το πρώτο κύμα της «Όμικρον» οι νοσούντες έμεναν στο Western Health για 3 ή 4 ημέρες μέσο όρο. Πλέον, πολλοί χρειάζεται να νοσηλευτούν για μία εβδομάδα ή και δεύτερη.

Στο Κουίνσλαντ, όπου οι νοσηλευόμενοι ξεπέρασαν τους 1.000, ο ειδικός στις μολυσματικές ασθένεις Δρ Paul Griffin, είπε ότι «κάτι πρέπει να γίνεται με τη σοβαρότητα της BA.5 ή τουλάχιστον εν μέρει λόγω αυτής».

«Φροντίζουμε περισσότερους ανθρώπους με πιο παρατεταμένα και σοβαρά προβλήματα στους πνεύμονες από ό,τι ίσως πριν…».

Δεν είναι όλοι οι γιατροί πεπεισμένοι ωστόσο πως η BA.5 προκαλεί πιο σοβαρή νόσηση.

Μεταξύ αυτών ο ειδικός στις μολυσματικές ασθένειες Δρ Greg Dore, ο οποίος εργάζεται στο St Vincent’s Hospital (Ν.Ν.Ο).

Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, είπε, οι μονάδες εντατικής θεραπείας (ICU) σε όλη τη χώρα θα είχαν γεμίσει. «Τα στοιχεία δεν υποστηρίζουν μία αύξηση στη σοβαρότητα της νόσησης», επεσήμανε.

Ο Δρ Dore εξέφρασε την άποψη ότι πολλοί από τους ανθρώπους που νοσηλεύονται με κορονοϊό σε αυτήν τη συγκυρία είναι πιο μεγάλοι σε ηλικία, με συν-νοσηρότητες, κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο να νοσήσουν πιο βαριά και να χρειάζονται θεραπεία για μεγαλύτερο διάστημα.

Κατά το πρώτο κύμα της «Όμικρον», είπε, τα κρούσματα αφορούσαν νέους, στα 20 και 30 τους χρόνια.

Αλλά και ο καθηγητής Peter Collignon, ειδικός στις μολυσματικές νόσους επίσης, ο οποίος εργάζεται στο Canberra Hospital, εκτιμά ότι είναι πολύ νωρίς να προσδιοριστεί αν η BA.5 προκαλεί πιο βαριά νόσηση από την αρχική «Όμικρον».

«Αυτό που δεν αμφισβητεί κανείς είναι ότι έχουμε πολλούς νοσηλευόμενους και τι συμβαίνει πραγματικά θα πάρει λίγο χρόνο να το μάθουμε», είπε.

Από την πλευρά του, ο ιολόγος του Kirby Institute, αναπληρωτής καθηγητής, Stuart Turville, ο οποίος μελετά την BA.5, επεσήμανε ότι υπάρχουν κάποια πρώτα στοιχεία ότι η υπο-παραλλαγή αυτή μπορεί να έχει «περισσότερες επιλογές για να μολύνει» σε σχέση με άλλα στελέχη της «Όμικρον».

Η ομάδα του δημοσίευσε μία μελέτη, η οποία είναι στο στάδιο της αξιολόγησης, που δείχνει ότι η BA.5 είναι πιο πιθανό να «στοχεύσει» το κατώτερο αναπνευστικό σύστημα σε σχέση με άλλα στελέχη της «Όμικρον», με «μία πιθανή αύξηση της σοβαρότητας της νόσου και μόλυνση εντός του ιστού των πνευμόνων».

Το σημαντικό είναι, συμπλήρωσε, «ότι έχουμε μία ωρίμανση της ανοσολογικής ανταπόκρισης ή τουλάχιστον αρκετό εύρος της να καλύψουν την BA.5, γι’ αυτό και δεν ‘μεταφράζεται’ σε αυξημένους θανάτους. Αλλά, δυστυχώς, τα νοσοκομεία μας νιώθουν την πίεση».

Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες συστήνουν τα «δοκιμασμένα και αποτελεσματικά μέτρα»: Ο κάθε ένας να κάνει τα εμβόλια που πρέπει βάσει της ηλικίας και της κατάστασης της υγείας του, να φορά μάσκα ειδικά σε κλειστούς χώρους, να τηρεί τις κοινωνικές αποστάσεις, να απομονώνεται αν νοσεί και να συζητήσει -και εκ των προτέρων- με τον γιατρό του, αν δικαιούται αντϊϊκές θεραπείες.

«COVID… ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ»

Άλλωστε, πέρα από τις πιθανότητες να νοσήσει σοβαρά κάποιος, οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον κίνδυνο οι συνέπειες της μόλυνσης με COVID-19 να είναι… διαρκείας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία έως τώρα 1 στους 20 στην Αυστραλία ο οποίος έχει κολλήσει «Όμικρον» αναμένεται να έχει συμπτώματα ακόμη και τρεις μήνες μετά.

Αλλά καθώς το ποσοστό εμβολιασμού αυξάνεται η επίκρατηση της μακράς COVID μειώνεται, αναφέρουν οι ειδικοί.

Σε κάθε περίπτωση, «αυτοί που δεν έχουν αρρωστήσει ακόμη και δεν έχουν κάνει όλα τα εμβόλια που θα μπορούσαν αποτελούν τη μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας», δήλωσε ο καθηγητής του Kirby Institute, Gregory Dore, σε συνέδριο για την COVID-19.

«Παίζει σημαντικότερο ρόλο η ανοσία που έχεις όταν μολύνεσαι», είπε.

Στις αρχές της πανδημίας η long COVID προβλεπόταν σε 10% έως 30% των μη εμβολιασμένων ασθενών.

Πλέον, είπε ο Δρ Dore, ο «κίνδυνος ότι θα έχουν ακόμη συμπτώματα σε τρεις μήνες είναι σχεδόν 5%». Αλλά, τόνισε, το 5% είναι σημαντικός αριθμός δεδομένου του αριθμού των κρουσμάτων κάθε μέρα.

«Πολλοί από αυτούς να έχουν ήπια συμπτώματα, με ορισμένους να νιώθουν κόπωση» και η υγεία τους θα βελτιωθεί, είπε.

Ωστόσο, «αυτό που παραμένει σαφώς ανησυχητικό είναι το ποσοστό των ασθενών με long COVID οι οποίοι μολύνθηκαν όταν δεν υπήρχαν εμβόλια κι ακόμη έχουν εξουθενωτικά συμπτώματα δύο χρόνια μετά».

Αρκετοί από αυτούς, μάλιστα, δε λαμβάνουν φροντίδα από γιατρούς που δεν κατανοούν την long COVID, δεν πιστεύουν ότι υπάρχει ίσως ή εκτιμούν ότι η νόσος είναι «απλά ψυχολογική».

Σημειώνεται ότι σύμφωνα με επιστημονική μελέτη στο Ηνωμένο Βασίλειο, σχεδόν το 9,5% που πιθανόν μολύνθηκαν με «Δέλτα» και ήταν εμβολιασμένοι με δύο δόσεις ανέφεραν συμπτώματα long COVID σε σχέση με ένα ποσοστό 4,5% αυτών που είχαν κάνει τις τρεις δόσεις.

Για όσους μολύνθηκαν από την «Όμικρον» συμπτώματα long COVID ανέφερε το 6,2% αυτών που έκαναν τις δύο δόσεις, σε σχέση με 5,3% αυτών που έκαναν τις τρεις δόσεις.

«ΤΑ ΕΜΒΟΛΙΑ ΣΩΖΟΥΝ ΖΩΕΣ»

Στο μεταξύ, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία για τους θανάτους στη Βικτώρια που έλαβε το ABC από το Υπουργείο Υγείας, ένας στους τρεις που «έφυγαν» με COVID-19 το πρώτο μισό του χρόνου δεν είχε εμβολιαστεί, αν και οι μη εμβολιασμένοι είναι μόλις το 4% του πληθυσμού της Πολιτείας 12 ετών και άνω.

Πιο αναλυτικά, από την 1η Ιανουαρίου έως τις 28 Ιουνίου καταγράφηκαν 2.171 θάνατοι COVID-19 στη Βικτώρια, με το σύνολο από την αρχή της πανδημίας να ανέρχεται σε 4.200. Σε έξι μήνες δηλαδή αυτοί που απεβίωσαν από ή με COVID-19 ήταν περισσότεροι από ό,τι από τον Μάρτιο του 2020 έως τα τέλη Δεκεμβρίου 2021.

Από τους 2.171 που έχασαν τη ζωή τους φέτος 799 (37%) δεν είχαν εμβολιαστεί καθόλου, ενώ μόλις 58 (3%), είχαν κάνει και τις 4 δόσεις. Αυτοί που δεν είχαν κάνει την 3η δόση και πέθαναν από ή με COVID-19 ήταν 72%,

Ο επιδημιολόγος του University of Melbourne, Tony Blakely, έκανε λόγο για «ενδιαφέροντα» στοιχεία, που ωστόσο δεν προκαλούν «έκπληξη».

«Η αποτελεσματικότητα των εμβολίων να αποτρέπουν θάνατο είναι ακριβώς όπως την περιμέναμε, τεράστια», τόνισε ο καθηγητής Blakely.

Βασικοί υπολογισμοί, είπε, δείχνουν ότι ένα άτομο που έχει κάνει μία ή περισσότερες δόσεις του εμβολίου κατά της COVID-19 μείωσε την πιθανότητα να πεθάνει από τον ιό κατά 93%, σε σχέση με κάποιον που δεν εμβολιάστηκε καθόλου.

«Υπάρχουν περισσότερα καλά νέα: Αν κάνατε τις 3 ή 4 δόσεις, η προστασία σας θα είναι ακόμη υψηλότερη από αυτό», πρόσθεσε.

Το Υπουργείο Υγείας διευκρίνιζε ότι ο μέσος όρος αυτών που απεβίωσαν ήταν 85 έτη, ενώ ο μέσος όρος των νοσηλευόμενων με COVID-18 έως τις 28 Ιουνίου, ήταν 76 ετη.

Ο επιδημιολόγος, αναπληρωτής καθηγητής στο Monash University, James Trauer, τόνισε ότι τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι πρέπει να επικεντρωθούμε στο πώς θα κρατήσουμε ασφαλείς τους πιο ευάλωτους, όπως τους ηλικιωμένους μας.

«Προσωπικά, δε νιώθω καθόλου άνετα ή χαρούμενος με το γεγονός ότι έχουμε 10 έως 20 θανάτους την ημέρα στη Βικτώρια και συχνά πάνω από 50 σε όλη τη χώρα, κάθε μέρα», δήλωσε ο Δρ Trauer.

Η μεγάλη πλειοψηφία των ηλικιωμένων (89,5% 65 ετών και άνω στη Βικτώρια) έχουν κάνει και τις τρεις δόσεις, αλλά μόλις το 46,5% έχει κάνει και την τέταρτη. Το ποσοστό για όλους, 16 ετών και άνω, είναι 68,8% για τις τρεις δόσεις.

Ο καθηγητής Blakely εξήγησε ότι οι πολίτες από το να περιμένουν τα νέα στοχευμένα εμβόλια κατά της «Όμικρον» είναι καλύτερο να κάνουν ένα booster άμεσα, αν τηρούν τα κριτήρια.

«Έχουν ακόμη πολύ καλά αποτελέσματα στο να μη νοσηλευτείται ή αποτρέψουν θανάτους», είπε.

«Δεν είναι τόσο καλά στο να σταματήσουν οποιαδήποτε μετάδοση, αλλά την μειώνουν και αυτήν τη στιγμή, αντιμετωπίζουμε μία έξαρση COVID».

Σύμφωνα με τις προσομοιώσεις η κορύφωση του κύματος αυτού αναμένεται τον ερχόμενο μήνα, αλλά όπως επεσήμανε ο καθηγητής το τι κάνει ο κάθε ένας από εμάς και όλοι μαζί ως κοινωνία έχει αποτέλεσμα.

«Εμείς το ελέγχουμε αυτό. Ως κοινωνία, μπορούμε να κάνουμε κάτι», ανέφερε ο κ. Blakely.