200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 – Οικονομική διάσταση που επέτρεψε  να τελεσφορήσει νικηφόρα

‘Αρθρο Γνώμης του Γεωργίου Βασιλάκη*

Το σημερινό μου άρθρο λόγω της σπουδαιότητας της επετείου των 200  ετών από την Ελληνική Επανάσταση  έχει σπονδυλωτό χαρακτήρα .Αντί προλόγου θα παραθέσω  μια αναφορά στον άνθρωπο σύμβολο της Επανάστασης. “Ο Γέρος του Μοριά δεν υπήρξεν άτομον. Υπήρξεν ιδέα … Ο Κολοκοτρώνης ήτο η Ελλάς. Ήτο ο πιστός, ο ακατάβλητος, ο φλογερός οραματιστής του ονείρου, το οποίον εσφυρηλάτησε με την θερμήν πνοήν του εις ζωντανήν πραγματικότητα” έγραψε σε κύριο άρθρο της το 1930 η εφημερίδα “Εμπρός”. Και είχε δίκιο. Στο πρόσωπό του εκφράστηκε με τον πιο αντιπροσωπευτικό τρόπο η συλλογική εθνική συνείδηση

Είναι σαφές ότι η ελληνική επανάσταση υπήρξε σταθμός στην ιστορία τού νεότερου Ελληνισμού, αφού οδήγησε, μετά από 400 χρόνια, στη δημιουργία τού ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, ενέπνευσε στις επόμενες γενεές των Ελλήνων διαδοχικές απελευθερωτικές εξεγέρσεις και εμψύχωσε τους Έλληνες σε καιρούς δοκιμασίας. Υπήρξε όμως και κορυφαίο γεγονός για τη σύγχρονη Ιστορία τής Ευρώπης, αφού έφερε αλλαγές που έχουν αντίκτυπο ώς τις μέρες μας. Τόση ήταν η δυναμική της, ώστε παρέσυρε τις κυβερνήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων να ενδιαφερθούν για την τύχη τής Ελλάδας, να συνεργαστούν και να υπογράψουν πρωτόκολλα και συνθήκες για την αίσια έκβαση τού αγώνα των Ελλήνων, σε αντίθεση με τη μέχρι τότε πολιτική τους. Ο ξεσηκωμός των Ελλήνων άρχισε λίγο μετά την ήττα τού Ναπολέοντα, όταν η Ευρώπη, για δικούς της λόγους, ήταν αντίθετη σε κάθε είδους εξέγερση. Οι επαναστατημένοι Έλληνες κατόρθωσαν να πείσουν τις ευρωπαϊκές δυνάμεις τής εποχής ότι τον αγώνα τους δεν υποκίνησε κάποια κοινωνική τάξη ούτε η σύγκρουση κοινωνικών συμφερόντων και δεν αποσκοπούσε σε πολιτειακή αλλαγή ούτε στόχευε στην απομάκρυνση ανίκανων ηγετών, όπως συνέβαινε στα περισσότερα επαναστατικά κινήματα μέχρι τότε. Αντίθετα επεδίωκε την απελευθέρωση ενός έθνους. Ελλάδα δεν υπήρχε. Οι Έλληνες, όμως, ποτέ δεν δέχθηκαν ότι η χώρα τους χάθηκε, δεν λησμόνησαν το παρελθόν τής φυλής τους και περίμεναν την κατάλληλη στιγμή για να απελευθερωθούν. Και όταν έφθασε το πλήρωμα τού χρόνου, ένας αγράμματος, φτωχός και κατατρεγμένος λαός τόλμησε να υψώσει το ανάστημά του με μοναδικό εφόδιο «τής καρδιάς το πύρωμα». «Οι Έλληνες είναι τρελοί αλλά έχουν γνωστικό Θεό που τους προστατεύει». έλεγε ο Κολοκοτρώνης. Η αλήθεια είναι ότι αυτός ο «γνωστικός Θεός», όταν ήρθε το πλήρωμα τού χρόνου, φρόντισε αυτή η μικρή, υπόδουλη χώρα να έχει στη διάθεσή της έναν μεγάλο θησαυρό:

α) πλούσιους εμπόρους που θέλησαν να βοηθήσουν και να οργανώσουν την επανάσταση

β) συνειδητοποιημένους επαναστάτες που είχαν γαλουχηθεί με τα ποιήματα τού Ρήγα Φεραίου και ήξεραν την τέχνη τού πολέμου και τού κλεφτοπολέμου

γ) έμπειρους ναυτικούς με μεγάλη προϋπηρεσία σε αγώνες στη θάλασσα κατά των πειρατών και όχι μόνο

δ) πολλούς μορφωμένους ανθρώπους, οι οποίοι γνώριζαν πώς έπρεπε να μιλήσουν στις Μεγάλες Δυνάμεις για να αποδείξουν το δίκαιο τού ελληνικού αγώνα

ε) ικανότατους πολιτικούς με κορυφαίο τον Ιωάννη Καποδίστρια.

Όμως καμία επανάσταση δεν έχει αίσιο τέλος όταν οι αγωνιζόμενοι έχουν να αντιμετωπίσουν οργανωμένο στρατό. Το μόνο που μπορεί να επιτύχει είναι να παραμείνει ζωντανή. Αυτό πέτυχαν οι αγωνιστές τού 1821. Μετά από αγώνες, μάχες, θανάτους, δύο εμφυλίους πολέμους, αλλά και πολλές θυσίες, κατάφεραν να συντηρήσουν την επανάστασή τους επτά χρόνια. Και τότε η αλαζονεία τού κατακτητή αλλά και η στάση των Ελλήνων ανάγκασε τις Μεγάλες Δυνάμεις να πάρουν θέση. Ωστόσο, το τέλος τής Επανάστασης δεν σήμανε και το τέλος των προβλημάτων.

Η παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων λειτούργησε υπέρ των Ελλήνων, όμως δεν είχε διευκρινιστεί η ακριβής υπόσταση τού νέου κράτους, δηλαδή αν θα είναι αυτόνομο ή ανεξάρτητο και ποια εδάφη θα περιελάμβανε. Η οθωμανική Αυτοκρατορία πάλι δεν δεχόταν τη δημιουργία ελληνικού κράτους και δυσαρεστημένη από το αποτέλεσμα τής ναυμαχίας τού Ναυαρίνου οδηγήθηκε σε πόλεμο με τη Ρωσία και μία ακόμα ήττα. Τότε η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία συμφώνησαν να δημιουργηθεί ανεξάρτητο ελληνικό κράτος και έτσι το 1830 υπεγράφη το Πρωτόκολλο τής Ανεξαρτησίας, η πρώτη διπλωματική πράξη που υπογράφτηκε από τις Δυνάμεις και την οθωμανική Αυτοκρατορία και αναγνώριζε την ύπαρξη ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.

Και τότε ξεκίνησε ένας άλλος, μεγαλύτερος αγώνας. Αυτός που τόσο εύγλωττα περιέγραψε ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του, πώς από το «εγώ» να φθάσουν στο «εμείς». «Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι όλοι μαζί και να μην λέγει ούτε ο δυνατός ‟εγώ”, ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς ‟εγώ”; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε ‟εμείς”. Είμαστε εις το ‟εμείς” και όχι εις το ‟εγώ”. Και εις το εξής να μάθομεν γνώση, αν θέλομεν να φκιάσομεν χωριόν, να ζήσομεν όλοι μαζί.»

Ο Κολοκοτρώνης είπε: «Ο κόσμος μάς έλεγε τρελούς. Ημείς, αν δεν είμεθα τρελοί, δεν εκάναμε την επανάσταση, διατί ηθέλαμε συλλογισθεί πρώτον διά πολεμοφόδια, καβαλλαρία μας, πυροβολικό μας, πυριτοθήκες μας, τα μαγαζιά μας, ηθέλαμε λογαριάσει τη δύναμη την εδική μας, την τούρκικη δύναμη. Τώρα όπου ενικήσαμε, όπου ετελειώσαμε με καλό τον πόλεμό μας, μακαριζόμεθα, επαινόμεθα. Αν δεν ευτυχούσαμε, ηθέλαμε τρώγει κατάρες, αναθέματα». Οι απλοί πολεμιστές τού ’21 κατάλαβαν ότι το ένδοξο παρελθόν τούς δημιουργούσε υποχρεώσεις για το μέλλον τού τόπου τους και μόνοι τους αποφάσισαν «να γυρίσουν τον ήλιο», και αυτό «θέλει δουλειά πολλή». Θυσία στον αγώνα αυτό έγινε και ο ίδιος ο Καποδίστριας, ο οποίος προσπάθησε να βάλει τάξη σε ένα απέραντο χάος. Ο θάνατός του συγκλόνισε τους Έλληνες και έτσι φαίνεται ότι έδειξαν μεγαλύτερη διαλλακτικότητα με τον Όθωνα, αποφασισμένοι πλέον να οργανώσουν το κράτος τους.

Αναζητώντας στα Αρχεία τής Φ.Ε. τους αγωνιστές που έσπευσαν να βοηθήσουν τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στο έργο της και ερευνώντας τη ζωή τους έρχονται στον νου μας τα λόγια τού Θ. Κολοκοτρώνη, όταν μετά την απελευθέρωσή του από την τότε κυβέρνηση επέστρεψε στο Ναύπλιο για να αντιμετωπίσει τον προελαύνοντα Ιμπραήμ. Ο λαός που είχε συγκεντρωθεί για να τον υποδεχθεί ήταν τόσο πολύς, ώστε ο Γέρος αναγκάστηκε να ανέβει σε μια πέτρα και ενώ το πλήθος παραληρούσε τους είπε:

«Έλληνες! Πριν βγω στ’ Ανάπλι, έριξα στη θάλασσα τα πικρά τα περασμένα. Κάντε και σεις το ίδιο. Στο δρόμο που περνάγαμε για να ’ρθούμε στην εκκλησιά, είδα να σκάβουν κάποιοι άνθρωποι. Ρώτησα και μου είπαν πως σκάβουν να βρούνε κρυμμένο θησαυρό. Εκεί στο λάκκο μέσα ρίξτε και τα μίση τα δικά σας. Έτσι θα βρεθεί κι ο χαμένος θησαυρός». Τα απλά και μεστά περιεχομένου αυτά λόγια φαίνεται ότι ασπάστηκαν τα πρώτα χρόνια τής απελευθέρωσης πολλοί Έλληνες, οι οποίοι προσπαθούσαν, ο καθένας με τον τρόπο του, να συμβάλουν στην οργάνωση τού νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Δεν μπορούμε να εξηγήσουμε διαφορετικά το γεγονός ότι μεταξύ των μελών τής Φ.Ε. συναντούμε πολιτικούς αντιπάλους τού παρελθόντος, οπαδούς όλων των κομμάτων και πρώην προσωπικούς αντιπάλους, οι οποίοι όμως θέλησαν να ενισχύσουν την παιδεία των Ελληνοπαίδων και των Ελληνίδων.

Εκατόν σαράντα ένα μέλη τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, τα πρώτα χρόνια τής ιδρύσεως της, είχαν λάβει μέρος στον αγώνα για την απελευθέρωση τής Ελλάδος, ο καθένας από το δικό του μετερίζι. Εβδομήντα ένας εξ αυτών είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, 96 ήταν αγωνιστές, 23 ασχολήθηκαν με την πολιτική, 13 ήταν μέλη τού κλήρου, 11 λόγιοι και 2 φιλέλληνες που παρέμειναν στην Ελλάδα και μετά την απελευθέρωση. Όλοι αυτοί θέλησαν να κάνουν ένα «βήμα πιο γρήγορο από τη φθορά». Σήμερα, 184 χρόνια μετά, σε μια διαφορετική Ελλάδα, μεγαλύτερη και πλουσιότερη από αυτήν τού 1836, μπορούμε να πούμε σίγουρα ότι το βήμα τους νίκησε τη φθορά. Το έργο τους έβγαλε ρίζες και καρπούς όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά και στην Πάτρα, στη Θεσσαλονίκη, στα Ιωάννινα και στα Τίρανα τής Αλβανία

Εφέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια από η στιγμή που οι Έλληνες αποφάσισαν να διεκδικήσουν την ελευθερία τους. Η πατρίδα, με το βλέμμα στο μέλλον, θυμάται για μια ακόμη φορά τα λόγια τού Μακρυγιάννη: «… Πατρίς, να μακαρίζεις γενικώς όλους τους Έλληνες, ότι θυσιάστηκαν για σένα, να σ’ αναστήσουνε, να ξαναειπωθείς άλλη μία φορά ελεύθερη πατρίδα, που ήσουνα χαμένη και σβησμένη από τον κατάλογο των εθνών».                                                  Είναι όμως και ιδανική ευκαιρία για αυτογνωσία σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Για τους αγωνιστές τού 1821 κύριο θέμα ήταν η εθνική απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό, η εθνική ανεξαρτησία και η ελευθερία. Σήμερα βέβαια είναι άλλο το ζητούμενο. Ως ιστορικό έθνος πρέπει να συμβάλουμε στην επίλυση των εσωτερικών και των διεθνών προκλήσεων, γιατί όπως είπε και ο Γ. Σεφέρης στον λόγο του όταν βραβεύθηκε με το Νομπέλ: «Σ’ αυτόν τον κόσμο που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο όπου κι αν βρίσκεται».

Με σεβασμό στο παρελθόν σχεδιάζουμε το μέλλον μας σε έναν κόσμο διαφορετικό, ικανοποιημένοι γιατί δεν προδώσαμε το έργο των προγόνων και προβληματισμένοι για τα λάθη που σίγουρα έγιναν. Κι αν η απόκτηση τής λευτεριάς κατά τον Κάλβο ήθελε «αρετή και τόλμη», η διατήρησή της σίγουρα χρειάζεται λογική και σύνεση. Με την ευγνωμοσύνη που αρμόζει σε όλους όσοι προσέφεραν σε αυτό τον τόπο και θέλοντας να τιμήσουμε τους αγωνιστές τού 1821 που συνέβαλαν στην ίδρυση και την εδραίωση τού Σχολείου μας, επειδή πίστευαν ότι το μέλλον τής πατρίδας είναι στα χέρια των νέων ανθρώπων, παραθέτουμε τα ονόματα και τη δράση τους. Η έρευνα αυτή δεν έγινε για λόγους ιστορικούς ούτε επετειακούς. Έγινε γιατί όπως είπε και ο Παλαμάς:

«Χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν, πέρασαν,

θα ’ρθουν, θα περάσουν.

Κριτές θα μας δικάσουν

οι αγέννητοι, οι νεκροί»

Το 2021 η Ελλάδα και ο Ελληνισμός θα εορτάσουμε την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821. Ένα γεγονός μεγίστης σημασίας όχι μόνο για τους Έλληνες αλλά για όλα τα έθνη, αφού το ελληνικό έθνος ήταν το πρώτο έθνος στην ιστορία της ανθρωπότητας που σήκωσε το ανάστημα του σε μία αυτοκρατορία και την πολέμησε χωρίς οργανωμένο στρατό και πέτυχε την εθνική ανεξαρτησία του. Η Επανάσταση του 1821 έδωσε στο μακραίωνο ελληνικό έθνος ένα κράτος και το εισήγαγε στην οικογένεια των εθνικών κρατών. Η έκβαση της Επανάστασης, όπως και κάθε αιματηρής επανάστασης δεν φτάνει πάντα πλήρως στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Πολιτικά ο Αγώνας δεν μπόρεσε να πετύχει τους δημοκρατικούς στόχους του και η Βαυαροκρατία και απολυταρχία με ξένο ηγεμόνα που επιβλήθηκε επέφερε πολλά δεινά, αλλά η εθνική ανεξαρτησία ήταν γεγονός.

Πώς κατορθώθηκε αυτό το γεγονός της Ανεξαρτησίας; Ποιες ήταν οι πολιτισμικές δυνάμεις του ελληνικού έθνους που οδήγησαν στην δημιουργία ανεξάρτητου έθνους κράτους; Το επίτευγμα του 1821 έρχεται να προστεθεί στην ένδοξη ιστορία του Ελληνισμού, που στην πορεία των αιώνων δημιουργούσε πολιτισμό και επιδείκνυε μία αδιάλειπτη πολιτική ωριμότητα σε σύγκριση με όλα τα άλλα έθνη, ακόμα και όντας υποταγμένο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Θα δώσω ένα απλό παράδειγμα/ερώτημα για την απόδειξη αυτού του ισχυρισμού. Ποιος μέσος πολίτης ήταν πιο ώριμος πολιτειακά το 1800: ένας Έλληνας του κοινού των Αμπελακίων και της Χίου ή ένας Γάλλος ή Άγγλος ή όποια άλλης εθνότητας θέλετε ακριβώς την ίδια εποχή; Ας στοχαστούμε αυτό το ερώτημα, για να ανατραπεί ο μύθος του υποανάπτυκτου Έλληνα υπό την οθωμανική αυτοκρατορία. Δεν ήταν καθόλου υποανάπτυκτος ο Έλληνας αυτός. Αντίθετα κατείχε την τέχνη της επιχειρηματικότητας και της συλλογικής αλληλεγγύης και της πολιτειακής οργάνωσης μέσα στα κοινά.

Το Σύνταγμα του Ρήγα αλλά και τα Επαναστατικά Συντάγματα ενσωμάτωναν και τους άκληρους πολίτες στο σώμα των πολιτών με πλήρη δικαιώματα. Τα κείμενα αυτά στην ουσία συνέχιζαν την παράδοση των ελληνικών κοινών. Από εκεί αντλούσαν οι Έλληνες την δύναμή τους και από την συνείδηση του έθνους τους.

Ο Διονύσιος Σολωμός στον Ύμνον Εις την Ελευθερίαν γράφει: Ὦ τρακόσιοι, σηκωθεῖτε/καὶ ξανάλθετε σέ μας·/τὰ παιδιά σας θέλ’ ἰδεῖτε/πόσο μοιάζουνε μέ σας. Αρκεί κανείς να μελετήσει τα Αρχεία της Εθνικής Παλιγγενεσίας, για να διαπιστώσει πώς συνδέονταν οι επαναστατημένοι Έλληνες με την μακραίωνη ιστορία τους. Αυτοπροσδιορίζονταν ως «απόγονοι του σοφού και φιλανθρώπου γένους των Ελλήνων» και τους επαναστατημένους Έλληνες η λέξη δημοκρατία δεν τους τρόμαζε, τους ενέπνεε, ενώ εκείνη την εποχή ήταν η πιο απεχθής λέξη στα ανακτοβούλια της Ευρώπης.

Τέλος, ολοκληρώνω την σκέψη μου με την πρόταση να προσεγγιστεί ο επετειακός εορτασμός των διακοσίων χρόνων του Αγώνα πλουραλιστικά, παρουσιάζοντας όλες τις διαφορετικές επιστημονικές απόψεις στον ελληνικό λαό, κι αυτός ας κρίνει. Για αυτόν εξάλλου γίνεται ο εορτασμός. Πιστεύω ότι είναι γόνιμο να αναδειχθεί η σημασία των απαράμιλλων και μοναδικών χαρακτηριστικών του Αγώνα του 1821 από επιστήμονες που έχουν αναλύσει αυτά τα χαρακτηριστικά στο δημοσιευμένο επιστημονικό τους έργο. Ο καθηγητής Πολιτικών

Επιστημών Γεώργιος Κοντογιώργης και τέως Πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου έχει αφιερώσει την ζωή του στην έρευνα του ελληνικού κόσμου στην διαχρονία του και στην προσφορά του ελληνικού ιστορικού παραδείγματος στην ιστορία, αναδεικνύοντας τις απαράμιλλες πολιτισμικές δυνάμεις του Ελληνισμού, ακολουθώντας ένα νέο μοντέλο γνωσιολογίας από αυτό της εδραιωμένης νεοτερικότητας. Η ανάγνωση αυτή τιμά τον Αγώνα του 1821 και συγχρόνως συμβάλλει βέλτιστα στην εθνική αυτογνωσία για όσα αποδομητικά φαινόμενα επακολούθησαν.

Ως επίλογο για την εθνική αυτογνωσία και για την ελευθερία, παραθέτω απόσπασμα από το ποιήμα του Άγγελου Σικελιανού Ωδή στον Μακρυγιάννη:

«…Ἀπ᾿ τὴ μιά, τὰ λόγια αὐτά Σου χαραγμένα, στρατηγέ μας:

«Τὴ λευτεριά μας τούτη δὲν τὴν ἥβραμε στὸ δρόμο,

καὶ δὲ θὰ μποῦμε εὔκολα στοῦ αὐγοῦ τὸ τσόφλι,

γιατὶ δὲν εἴμαστε κλωσόπουλα, σ᾿ αὐτὸ νὰ ξαναμποῦμε πίσω,

μὰ ἐγίναμε πουλιὰ καὶ τώρα πιὰ στὸ τσόφλι δὲ χωροῦμε».

Η μεγάλη ύφεση στη ναυτιλία, στο εμπόριο και στη βιοτεχνία στον ελλαδικό χώρο και τον παροικιακό ελληνισμό, επέδρασε ως επιταχυντήςστην έναρξη του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα.

Η Ελλάδα έχει βιώσει δραματικά τις μεγάλες διεθνείς οικονομικές κρίσεις. Στα μέσα του 19ου με πείνα και δυστυχία. Στο τέλος του, αλλά το μεσοπόλεμο, με χρεοκοπίες. Υπάρχει, όμως, και μια περίοδο οικονομικής καταστροφής, που αποδείχτηκε « δημιουργική» για τη χώρα! Πρόκειται για την κρίση στις αρχές του 19ου λίγο πριν από την Επανάσταση του 1821.

Ενόψει, λοιπόν, της επετείου και αντί άλλου αφιερωματικού κειμένου, λόγω των ημερών που διανύουμε, ας ρίξουμε μερικές ματιές σ΄ μια περίεργη, εκ πρώτης όψεως, πτυχή: «Οικονομική κρίση και ΄21».

Πρώτος και μάλλον μοναδικός ως τώρα, που έχει ασχοληθεί αναλυτικά με το θέμα είναι ο ιστορικός και δάσκαλος Βασίλης Κρεμμυδάς. Δυο σχετικά κείμενά του, περιέχονται, στο τελευταίο βιβλίο του «Διπλό ταξίδι, ψηλαφίσεις ενός ιστορικού » (κυκλοφόρησε πρόσφατα από τη βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη). Παρόμοιες απόψεις ακροθιγώς, αλλά με αρκετή σαφήνεια, όπως ο ίδιος γράφει, έχει εκφράσει και σ΄ ένα από τα παλιότερα έργα του αμέσως μετά τη μεταπολίτευση («Εισαγωγή στην ιστορία της νεοελληνικής κοινωνίας»). Αλλά και στις πανεπιστημιακές παραδόσεις του.

Μια κλασική εικόνα από την καθημερινότητα της εποχής

Η συσχέτιση οικονομικής κρίσης και εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα φαντάζει κάπως «αιρετική». Δεν εντάσσεται, πάντως, στην πλημμυρίδα της αποκαλούμενης αναθεωρητικής ιστορίας. Αλλά τοποθετείται απολύτως στις κλασικές (επομένως και διαχρονικές) ιστορικές έρευνες για την Επανάσταση.

Η αφετηριακή θέση συνοψίζεται ως εξής στο πρώτο κείμενο του Κρεμμυδά (γραμμένο το 1976):

«Η νεοελληνική ιστοριογραφία, για να μας οδηγήσει στην Επανάσταση του 1821, μας περνούσε μέσα από μια εξαιρετική ανθηρή οικονομική και πνευματική κατάσταση, ώστε γινόταν σαφέστατη η τέτοια συνάρτηση και εξάρτηση των γεγονότων.

Εντούτοις, η Επανάσταση του 1821, εκδηλώθηκε σε μια περίοδο βαθύτατης οικονομικής κρίσις, όχι μόνο σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά ακόμη στους πνευματικούς και ιδεολογικούς προσανατολισμούς…»

Διαφορετικά διατυπωμένη η ίδια αφετηρία στο δεύτερο κείμενό του (γραμμένο το 2002) έχει τη μορφή: «Οι νέες πραγματικότητες του ελληνισμού, που άρχισαν να διαμορφώνονται από τα μέσα του 18ου αιώνα, με χρονικό σημείο ωρίμανσης και ακμής τους την τελευταία δεκαετία του και την πρώτη του 19ου αιώνα, άρχισαν να βυθίζονται σε σοβαρή κρίση μετά το 1810… η οποία ανέδειξε και πολλά αδιέξοδα, και, πάντως, η Επανάσταση δεν οργανώθηκε και δεν κηρύχτηκε μέσα σε κλίμα γενικής ανόδου και ευφορίας, παρά μέσα σε κατάσταση γενικευμένων περίπλοκων προβλημάτων και αδιεξόδων. »

Το συμπέρασμα, που προκύπτει μέσα από τεκμηριωμένες διαδρομές, είναι ότι η οικονομική κρίση επέδρασε ως επιταχυντής της Επανάστασης.

Ο ίδιος το διατυπώνει ως εξής σε πανεπιστημιακό εγχειρίδιο ευρωπαϊκής οικονομικής ιστορίας : «Ταγμένη στην υπηρεσία ια των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων η ελληνική εμπορική ναυτιλία γνώρισε μια βαθιά κρίση, όταν, με το τέλος του ευρωπαϊκού πολέμου, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις δε χρειάζονταν πια τις υπηρεσίες της. Η κρίση αυτή ήταν μέρος μιας γενικότερης οικονομικής κρίσης στον ελληνικό χώρο, η οποία δεν αποκλείεται να επιτάχυνε την έκρηξη της Επανάστασης».

Β. Κρεμμυδάς: Ο πόθος για την ελευθερία , οι γαλλικές ιδέες του διαφωτισμού μετατρέπονταν σε επαναστατική ιδεολογία σε περίοδο οικονομικής κρίσης…

Στις ρίζες της σύνδεσης

Η σύνδεση της οικονομικής κρίσης με την Επανάσταση έχει επισημανθεί, σε γενικές γραμμές, κι από άλλους παλιότερους ιστορικούς. Ο ίδιος ο Κρεμμυδάς αναφέρει ως πρώτο τον Γιάννη Ζεύγο (το 1945 εκδίδει τη «Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας»).

Ο Ζεύγος εκτίμησε ότι «η οικονομική κρίση αποτέλεσε με τη σειρά της κίνητρο για τα δυνάμωμα της επαναστατικής κίνησης».

Σ΄ αρκετούς συγγραφείς, άλλωστε, είναι κοινός τόπος η «σοβαρή εμποροναυτική κάμψη ως αποτέλεσμα της πτώσης του Ναπολέοντα και της απερίσπαστης επαναδραστηριοποιησης του αγγλογαλλικού εμπορικού κόσμου στο μεσογειακό χώρο». .

Το ίδιο συμβαίνει, όμως, με την κρίση στη βιοτεχνία και την πρώιμη βιομηχανία (νηματουργεία, υφαντουργεία, μεταξουργεία, βυρσοδεψεία, σαπωνοποιεία, ναυπηγεία).

Εκείνος, που θα συσχετίσει τα επακόλουθά της στο βιοτεχνικό τομέα με το «επαναστατικό υποκείμενο» του ΄21 θα είναι ο Κωστής Μοσκώφ («Η εθνική και κοινωνική συνείδηση στην Ελλάδα»). Η υλική παρακμή, που αρχίζει από το 1815 «θα αλλάξει σταδιακά την ιδεολογική στάση του εθνοτικού ανθρώπου και η οικονομική παρακμή θα φέρει και την αλλαγή στην ψυχολογία του ελλαδικού ανθρώπου»

Η κρίση στον εμποροναυτικό τομέα και τη βιοτεχνία αγκαλιάζει και απλώνεται σ ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Σ΄ ένα χώρο με 2, 5 εκ. κατοίκους (υπολογισμός γύρω στο 1820) λίγες πρέπει να είναι οι «νησίδες», που δεν επηρεάζονται. Άλλωστε και ο μη αγροτικός πληθυσμός δεν είναι από μόνος του πολύ μικρός. Εκτιμάται ότι μπορεί να φθάνει και το 30% πριν από την Επανάσταση. Επιπλέον, σε αξιοσημείωτο βαθμό μετακινείται μεταξύ ναυτιλίας, εμπορίου, βιοτεχνίας και αγροτικής παραγωγής.

Στις συνθήκες αυτές αναπτύσσεται και διαδίδεται η εθνική ιδεολογία και κοινωνική συνείδηση με προσανατολισμό τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου φιλελεύθερου κράτους. Επαναστατική έκφραση αυτών των σύνθετων διαδικασιών, όπου επενεργούν πολλοί παράγοντες, αρκετοί μελετητές θεωρούν τη Φιλική Εταιρεία (ίδρυση το 1814). Εκτός των άλλων παρόμοιες εκτιμήσεις τεκμηριώνονται με τη σύνθεσή της. Ακόμη με το γεγονός ότι η διάδοσή της συμβάδιζε με το βάθεμα της οικονομικής κρίσης και είχε μεγαλύτερη έκταση σε περιοχές, που οι επιπτώσεις ήταν εντονότερες.

Ο Γ. Ζεύγος μιλά στην Κυβέρνηση του Βουνού το 1944, με φόντο πορτρέτα αγωνιστών του 1821

Ο διεθνής περίγυρος

Οι ιστορικοί της ευρωπαϊκής οικονομίας εντοπίζουν περιόδους κρίσεις και ύφεσης στην Ευρώπη – κι όχι μόνο – στα χρόνια πριν από την Επανάσταση χρόνια. Δεν προσδιορίζεται ακριβώς χρονικά, αλλά οι περισσότεροι γράφουν για στασιμότητα, με σημείο αναφοράς το 1815.

Η κρίση στον ελλαδικό χώρο εντάσσεται στους κύκλους στασιμότητας της εποχής. Στη βαλκανική διάστασή της ενισχύεται από ιδιαίτερους παράγοντες. Όπως είναι η άνοδος των εθνικισμών και οι συνακόλουθες επιπτώσεις για το «ξένο» εμπορικό κεφάλαιο. Οι δυσκολίες και τα εμπόδια, δηλαδή, που συναντούν οι Έλληνες έμποροι και κεφαλαιούχοι, που δρουν εκτός ελλαδικού χώρου.

Ο E. Tuma («Ευρωπαϊκή Οικονομική Ιστοσρία») τοποθετεί την οικονομική ύφεση της εποχής μετά το 1817 και τη θεωρεί ως την πρώτη του αιώνα. Γράφει: «Σε προηγούμενες εποχές οι διακυμάνσεις προκαλούνταν κυρίως από τον πόλεμο, την αποτυχία της σοδειάς, τους λιμούς, τις επιδημίες. Η επίπτωση των παραγόντων αυτών κατά τη σύγχρονη εποχή, με εξαίρεση τον πόλεμο έχει μειωθεί σε μεγάλη έκταση τώρα. Η εξάρτηση του ανθρώπου, όμως από την αγορά έχει διατηρήσει την οικονομία ευάλωτη… Η επίπτωση των διακυμάνσεων αυτών έχει απλωθεί πιο πλατιά και έχει γίνει πιο σοβαρά αισθητή, καθώς η αγορά έχει μεγαλώσει και καθώς εργάτες και εργοδότες εξαρτώνται περισσότερο απ΄ αυτή…»

Οι S. Glough-R. Rapp (“H Οικονομική Ανάπτυξη του Δυτικού Πολιτισμού») περιγράφουν την κρίση μ΄ επίκεντρο την Ηπειρωτικό Αποκλεισμό. Αυτός «προκάλεσε οικονομικές κρίσεις τόσο στην Αγγλία, όσο και στη Γαλλία… Η βιομηχανική παραγωγή ήταν τόσο χαμηλή και οι μισθοί της βιομηχανίας τόσο μικροί, ώστε ξέσπασαν σοβαρές ταραχές… Μετά την αποκατάσταση της ειρήνης (1815) οι επιχειρηματικές συνθήκες βελτιώθηκαν, αλλά οι φτωχές σοδειές του 1817 στη Δυτική Ευρώπη είχαν αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών… Τα χρόνια 1818-19 χαρακτηρίστηκαν από οικονομική κρίση και το τελευταίο έτος σημαδεύτηκε από σφαγή στο Μάντσεστερ. Ακόμη και στις ΗΠΑ η επιχειρηματική δραστηριότητα περνούσε κρίση…»

Με τον επανέλεγχο της Μεσογείου από τη Βρετανία το ελλαδικό και παροικιακό κεφάλαιο ασφυκτιά. Το ίδιο και η βιοτεχνία.

Ο Κ. Μοσκώφ σημειώνει: « «Η οικονομική απογείωση ολοκληρώνεται έτσι στις αρχές του Ι9ου αιώνα. Πρόκειται όμως για μια απογείωση ανώμαλη, που όχι μόνο δεν πραγματοποιείται αλλά εντείνει ακόμα περισσότερο τη διάσπαση της ενότητας της ελλαδικής αγοράς• με την Ελλάδα του φτωχικού κάμπου, την εγκαταλελειμμένη στην ελονοσία και τον υποπληθυσμό της, θα συνυπάρχει τώρα η Ελλάδα των ορεινών βιοτεχνικών κέντρων, των ναυτικών νησιών, των μεταπρατικών κοιλάδων τού Μοριά.

Η Ελλάδα της σύνθετης ήδη και προηγμένης στο καιρό της —σε ό,τι αφορά τις επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τουλάχιστο— βιοτεχνικής παραγωγής, θα έχει να υποστεί όλες τις συνέπειες της έλλειψης μιας δικής της ενδοχώρας. Η αδιαφιλονίκητη μετά το Βατερλό κυριάρχηση της διεθνούς αγοράς από την βρετανική βιομηχανία, θα υπαγορεύει τώρα τους όρους ενός δύσκολου θανάτου• η ελληνική βιοτεχνία θα πεθάνει μέσα στην πιο σφριγηλή της εφηβεία…»

Μαζί με τη ναυτιλία, το εμπόριο και τη βιοτεχνία η οικονομική κρίση, ασφαλώς, επηρεάζει προς το χειρότερο την κατάσταση των γεωργών: « Η σεβασμιωτέρα κλάσις», όπως περιγράφεται στην Ελληνική Νομαρχία ζη χειρότερο από τα ίδια τα ζώα… Τα συνηθισμένα των φαγητών είναι αγριολάχανα και ψωμί από κριθάρι…»

Στις συνθήκες αυτές για μεν την αστική τάξη (ελλαδική και παροικιακή), που ελέγχει τους οικονομικούς μηχανισμούς, αλλά δεν έχει εθνικό χώρο και εσωτερική αγορά, για δε τον αγροτικό πληθυσμό, που οι εξεγέρσεις είναι οικείες στις αρχές του 19ου αιώνα, ο μοναδικός δρόμος ήταν η Επανάσταση…

Κ. Μοσκώφ: Η οικονομική παρακμή θα φέρει και την αλλαγή στην ψυχολογία του ελλαδικού ανθρώπου

Ενδεικτικά στοιχεία

Συγκεκριμένα στοιχεία για την οικονομική κρίση τα χρόνια πριν από την Επανάσταση, φυσικά, είναι σπάνια. Η παρακάτω σποραδική αναφορά είναι ενδεικτική και αντλείται από διάφορες μελέτες:

Α. ΝΑΥΤΙΛΙΑ:

-Οι εργασίες της εμπορικής ναυτιλίας, σε μέσους όρους, είναι μειωμένες κατά 25% το 1818 σε σύγκριση με το 1811. Σ’ ορισμένες περιοχές το εξωτερικό εμπόριο σχεδόν διακόπτεται

-Η συμμετοχή του ελληνικού εμπορικού στόλου στον κόμβο της Οδησσού από το 90% το 1810 πέφτει στο 25-30% το 1821

-Το ποσοστό κέρδους του εμπορικού στόλου από 116% το 1810 φτάνει γύρω στο 15% τις παραμονές της Επανάστασης

Β. ΤΙΜΕΣ-ΑΜΟΙΒΕΣ:

-Μεγάλη άνοδος τιμών, που οδηγεί σε εξαθλίωση και καλπάζουσα υποτίμηση του τουρκικού νομίσματος, με δραματικές επιπτώσεις παντού

-Μεταξύ 1800 και 1819 αναφέρεται εξαπλασιασμός των τιμών και αύξηση της αμοιβής της εργασίας μόλις κατά το ένα τέταρτο. Εκτιμάται ότι η ανεργία και η ακρίβεια μειώνουν δραστικά την απορροφητικότητα της εσωτερικής αγοράς επηρεάζοντας αρνητικά όλες τις οικονομικές λειτουργίες.

-Ένας «προνομιούχος» ναύτης – συνεταίρος στο φορτίο του πλοίου, που το 1810-15 κέρδιζε 150 τάλιρα, το 1815-1821 είχε μέσο εισόδημα 50 τάλιρα

Γ. ΕΜΠΟΡΙΟ:

-Έλλειψη τροφίμων

-Αθρόες χρεοκοπίες Ελλήνων εμπόρων στον ελλαδικό χώρο, αλλά και πέραν αυτού.

Δ. ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ:

-Ο βιοτεχνικός Τύρναβος της Θεσσαλίας υφίσταται συνεχείς κρίσεις ανάμεσα 1811 και 1818. Από τους 2500 αργαλειούς του 1812 μετά την επικράτηση της Επανάστασης θα επιβιώσουν 400

-Στα περίφημα (για την ανάπτυξή και την παρακμή) Αμπελάκια, έχουν συσσωρευτεί κεφάλαια 30.000.000 χρυσών φράγκων στα 1807. Θα εξανεμιστούν μετά από αυστριακή χρεοκοπία τη δεκαετία του 1810

-Η κατάσταση των απασχολούμενων τεχνιτών παραμένει όπως τον καιρό που ο Ανώνυμος της Ελληνικής Νομαρχίας έγραφε ότι δουλεύουν «18 ώρας το ημερονύκτιον και ποτέ δεν ημπορούν να αναπληρώσουν τας αναγκαίας χρείας των»

Ο Αντώνης Οικονόμου κηρύσσει την Επανάσταση στην Ύδρα, εκπροσωπώντας τα λαϊκά συμφέροντα

«Εδυσφόρουν επί τη αργία και απορία…»

Αν και στα έργα, που γράφτηκαν το 19ο αιώνα γύρω από το ¨21 δεν συνδέεται γενικώς και σ΄ ευθεία γραμμή η οικονομική κρίση με την Επανάσταση, γίνονται άμεσοι ή έμμεσοι συσχετισμοί. Ιδού ένα μικρό απάνθισμα με σχετικά κείμενα:

  1. Ο εθνικός ιστορικός Κ. Παπαρρηγόπουλος εντοπίζει το ζήτημα στην Ύδρα και τις Σπέτσες, αλλά το φαινόμενο υπερτοπικό:

«Μετά την ειρήνη του 1815, επειδή εξέλιπον αι αφορμαί των δαψιλών κερδών, οι ναυτικοί όχλοι, οι αποταμιεύματα μη έχοντες, εδυσφόρουν επί τη αργία αυτών και απορία, ου μόνον εν Ύδρα, αλλά και εν Σπέτσαις. Εν Ύδρα δε επί τοσούτον αφηνίασαν, ώστε αυτοί πρώτοι εκήρυξαν την έναρξιν του αγώνος του 1821…»

  1. Από την ίδια οπτική ο στρατιωτικός Λ. Κουτσονίκας, που γράφει για την ιστορία της Επανάστασης στα μέσα του 19ου αιώνα, διαπιστώνει:

«Η επικερδής, όμως, αύτη περίστασις διήρκησε μέχρι του 1813-14, διότι εν Ευρώπη αποκατέστη πλέον η γενική ειρήνη και την ροπήν ταύτην του προς την Ελλάδα παραρρέοντος πλούτου διεδέχθη η γαλήνη… και εν ταύτη έπρεπε να λάβωσιν την ευκαρίαν να συσκεφθώσι σοβαρώς περί του τρόπου της απελευθερώσεως… Περί το 1820-21 δεν υπήρχον πλέον τα θαλάσσια κέρδη, επελθούσης της ειρήνης του 1815, είχε σταματήσει το εμπόριον θαλάσσης…»

  1. Ο Αν. Χατζηαναργύρου, που εξέδωσε τ΄ αρχεία των Σπετσών στις αρχές της δεκαετίας του 1860, σημειώνει: «Προώδευσαν, ναι, οι Σπετσιώται και επλούτησαν, αλλ΄ ότε πραγματικώς ευρέθησαν εις θέσιν να κατασκευάζωσι τα κάλλιστα των πλοίων, ήτοι μετά το 1815, επήλθεν η ειρήνη του κόσμου. Το άπειρον δε χρηματικόν αυτών είχε καταναλωθή εις την ναυπηγίαν των, ουδαμώς καρποφόρησαν, διότι έκτοτε μέχρι του 1821, ότε επαναστάτησαν, όχι μόνον δεν ανεδείχθησαν παραγωγά, αλλά και ζημίας επέφερον τα ταξιδεύοντα πλοία…»

Ο όρκος του Φιλικού. Η διάδοση της Φιλικής Εταιρείας συσχετίζεται με το βάθεμα της οικονομικής κρίσης και είχε μεγαλύτερη έκταση σε περιοχές, που οι επιπτώσεις ήταν εντονότερες.

Οι ιδέες και το «συμφέρον»

Ανάμεσα στα πρώτα έργα ξένων για το ΄21 ξεχωρίζει και το άγνωστο, αλλά πολύ σημαντικό έργο του Σάμουελ Χάου «Ιστορική σκιαγραφία της Ελληνικής Επανάστασης» (1828). Ο αμερικανός φιλέλληνας το είχε γράψει, μετά την επιστροφή του από την Ελλάδα στις ΗΠΑ. Η σύγχρονη ιστοριογραφία το τοποθετεί ανάμεσα στα λίγα και πρώτα, που εξηγούν την Επανάσταση, με την επίδραση πολλών παραγόντων (η αποκαλούμενη πολυπαραγοντική ανάλυση).

Ο Χάου, ανάμεσα στους παράγοντες, που επικαλείται, αναφέρει κι αρκετούς που σχετίζονται με την οικονομική κρίση πριν από την έναρξη του Αγώνα:

«Εκτός απ’ αυτούς με τις επαναστατικές ιδέες, που τους παρακινούσε η ευγενική φιλοδοξία να ελευθερώσουν τη χώρα τους, πρέπει να πούμε ότι και πολλοί άλλοι εργάζονταν, με όχι λιγότερο ζήλο, παρακινημένοι από συμφέρον. Σ’ αυτούς συγκαταλέγονταν διάφορες ομάδες, όπως: οι δυσαρεστημένοι, που δεν είχαν τίποτα να χάσουν, αλλά αντίθετα έβλεπαν μια ευκαιρία για να κερδίσουν. Οι άνεργοι, που έτρεφαν την ελπίδα ν’ αλλάξει η τύχη τους με μια επανάσταση… Ακόμα, πολλοί από τους μεγάλους προύχοντες και κοτζαμπάσηδες …, που χρωστούσαν τεράστια ποσά στους Τούρκους, δεν έβλεπαν άλλον τρόπο να απαλλαγούν απ’ τα χρέη … Άλλοι προύχοντες πάλι είχαν την κρυφή ελπίδα ότι ανατρέποντας την εξουσία των Τούρκων θα έπαιρναν τις θέσεις τους… Επίσης, ενώ ο πληθυσμός των νησιών, που είχαν αναπτύξει το εμπόριο, ήταν έτοιμος να επαναστατήσει, γιατί το εμπόριο είχε σταματήσει και δεν υπήρχε ελπίδα να ξαναρχίσει…»

Συμπερασματική εκτίμηση

Η εθνική συσπείρωση που παρατηρείται στο σύνολο του ελληνισμού τις δυο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, όπως σημειώνει ο Γ. Κρεμμυδάς «δεν είναι τυχαίο ότι συμπορευόταν με την προϊούσα οικονομική κρίση και εκδηλωνόταν καθαρότερα σε χώρους που θίγονταν περισσότερο, όπως ο νοτιοελλαδικός…. Ο πόθος για την ελευθερία … με την οικονομική ακμή, με τη μάθηση, και τις γαλλικές ιδέες του διαφωτισμού, μετατρέπονταν σε επαναστατική ιδεολογία σε περίοδο οικονομικής κρίσης…»

Η Γαλλική Επανάσταση και οι επιχειρήσεις του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο, στα τέλη του 18ου αιώνα, έφεραν έναν αέρα ανακατατάξεων στον Βαλκανικό χώρο. Κύριος αποδέκτης αυτών ήταν τα Επτάνησα, τα οποία, όπως μας περιγράφει ο Νικόλαος Σιδηρόπουλος, παρά τις εναλλαγές κατακτητών αποτέλεσαν μια πολύτιμη βάση ανασυγκρότησης των αγωνιστών, οι οποίοι, επηρεασμένοι και εκπαιδευμένοι από Γάλλους, Ρώσους και Βρετανούς, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εθνεγερσία και τη θεμελίωση του νέου κράτους.

Ηθελημένα ξεχνάει η Ελληνική Πολιτεία  τη συμμετοχή της Ρωσίας στην Ελληνική Επανάσταση  χωρίς το 1770  και το Λάμπρο Κατσώνη το 1821 δεν θα ήταν περίλαμπρο. Ο Κατσώνης απέδειξε πρώτος ότι ο αποφασισμένος ναυτικός ακόμα και όταν μειονεκτεί αριθμητικά αιφνιδιάζει και συντρίβει τον αντίπαλο. Και  το ότι πρέπει να μαθαίνεις από τις ήττες σου .Παρά τις αδυναμίες τους οι  Έλληνες νίκησαν είχαν Αρχιστράτηγο  το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και αυτό έκανε τη διαφορά. Αιώνια μνήμη και άσβεστη φλόγα για τους αγωνιστές Έλληνες και τους Αγνούς Φιλέλληνες που πότισαν με ιδρώτα και αίμα το δέντρο της λευτεριάς.

*Οικονομολόγου ΕΚΠΑ