‘Υστατες προσπάθειες για αλλαγή των παραμέτρων που καθορίζουν τη βιωσιμότητα του κυπριακού χρέους

Επί τάπητος τέθηκε η μεθοδολογία που χρησιμοποίησε στον διαγνωστικό του έλεγχο ο χρηματοοικονομικός οίκος Pimco, για τον προσδιορισμό των κεφαλαιακών αναγκών των κυπριακών τραπεζών, σε μία ύστατη προσπάθεια κυβέρνησης, Κεντρικής Τράπεζας και κομμάτων να αλλάξουν οι παράμετροι που καθορίζουν τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της Κύπρου. Με βάση την προκαταρκτική έκθεση της Pimco, οι κεφαλαιακές ανάγκες του βασικού σεναρίου είναι κοντά στα 6,5 δισ. ευρώ και του ακραίου κοντά στα 10 δισ. ευρώ.

Ο αμερικανικός οίκος  Blackrock άρχισε από χθες να αξιολογεί τις βασικές παραμέτρους της προκαταρκτικής έκθεσης της Pimco. Πέραν του επικουρικού ρόλου της Blackrock, η Κεντρική Τράπεζα παρουσίασε άλλες τέσσερις εναλλακτικές λύσεις που υπάρχουν για να μειωθεί το χρέος.

Πρώτον, ότι οι ιδιωτικοποιήσεις ημικρατικών οργανισμών είναι μέρος των μηχανισμών που έχει στη διάθεση του το κράτος για να περιορίσει το χρέος.

Δεύτερον, χρειάζεται επειγόντως να υπάρχει αναδιάρθρωση του ρωσικού δανείου των 2,5 δισ. ευρώ που λήγει το 2016.

Τρίτον, πρέπει να γίνει προσπάθεια από την κυπριακή κυβέρνηση να αξιοποιήσει την ιρλανδική προεδρία για προώθηση της απευθείας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από το μηχανισμό, έτσι ώστε να μην περιλαμβάνεται όλο το ποσό της ανακεφαλαιοποίησης στο δημόσιο χρέος.

Τέταρτον, η Κεντρική Τράπεζα προσπαθεί να πείσει τους πιστωτές να αποδεχθούν να γίνει η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με το βασικό αντί το ακραίο σενάριο.

Η Κεντρική Τράπεζα ζητά να υπάρχει η δυνατότητα αύξησης του ποσού της ανακεφαλαιοποίησης μόνο σε περίπτωση επαλήθευσης του ακραίου σεναρίου, έτσι ώστε το ποσό που θα ληφθεί το 2013 να μην δημιουργεί ζήτημα για τη βιωσιμότητα του χρέους. Ο διοικητής της ξεκαθάρισε, επίσης, ότι το ΔΝΤ δεν θεωρεί ότι το κυπριακό χρέος θα είναι απαραίτητα μη βιώσιμο, αν ξεπεράσει το 120% του ΑΕΠ.

Η εφημερίδα «Αλήθεια» γράφει ότι το ΔΝΤ σε επιστολή του προς την ΚΤ αναφέρει ότι «δεν υπάρχει μαγικός αριθμός για το θέμα της βιωσιμότητας και ότι κάθε περίπτωση κρίνεται στη βάση των δικών της δεδομένων». Επίσης, στην επιστολή το ΔΝΤ σημειώνει ότι εκείνο που έχει σημασία «είναι η δυνατότητα του κράτους – δανειολείπτη να μπορεί να καταβάλει τις δόσεις και του τόκους του δανείου».