Ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χάρης Γεωργιάδης προέβη σε δηλώσεις σήμερα στην εκπομπή «Πρωινό Δρομολόγιο» του Τρίτου Προγράμματος του ΡΙΚ αναφορικά με θέματα της επικαιρότητας, όπως τις συστάσεις του χθεσινού Eurogroup για την Κύπρο και τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της Κυβέρνησης σε σχέση με τη CYTA.
Το πλήρες κείμενο των ερωταπαντήσεων ακολουθεί:
Ερώτηση: Η συνεδρίαση του Eurogroup συνεχίζεται σήμερα;
Απάντηση: Όχι. Σήμερα θα συνεδριάσει το ECOFIN. Χθες στο Eurogroup έγινε εκτενής συζήτηση (ήταν το κύριο θέμα) σχετικά με τις συστάσεις του Eurogroup, όχι βεβαίως ειδικά για την Κύπρο αλλά για το σύνολο των κρατών μελών. Μπορώ να πω ότι έχει αναγνωριστεί η μεθοδολογία βάσει της οποίας καταρτίζονται αυτές οι εκτιμήσεις και συστάσεις. Το θέμα θα επανεξεταστεί και θα αναθεωρηθεί. Ήταν ακριβώς αυτό το ζήτημα που και εμείς ως κράτος μέλος υποδεικνύαμε και είχαμε εγείρει το παράδειγμα της Κύπρου. Το παράδειγμα έδειχνε με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο την ανάγκη αναθεώρησης αυτής της μεθοδολογίας. Ήταν προφανές και έγινε ξεκάθαρο και κατανοητό ότι δεν μπορεί ένα κράτος μέλος που έχει εδώ και κάποια χρόνια ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και καταγράφει το υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα στην ΕΕ, να καλείται να λάβει επιπρόσθετα μέτρα όχι για να περιορίσει ένα ανύπαρκτο έλλειμμα ή για να πετύχει στόχους (που ούτως ή άλλως επιτυγχάνει) αλλά για να ανακόψει την αναπτυξιακή ώθηση της οικονομίας στη βάση μιας πολύ προβληματικής εφαρμογής αυτής της μεθοδολογίας που οδηγούσε σε αυτό το στρεβλό συμπέρασμα: ότι δηλαδή μια οικονομία (όπως η κυπριακή, που μόλις προχθές βγήκε από την ύφεση και έχει ακόμα ψηλή ανεργία όπως 12-13%) έχει βρεθεί σε «φάση υπερθέρμανσης» και συνεπώς, ασχέτως επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων να πρέπει να λάβει μέτρα. Παρόμοια ζητήματα είχαν εγερθεί χθες από την πλειοψηφία των κρατών μελών. Δεν ζητήσαμε ούτε πετύχαμε χαλάρωση στα δημόσια οικονομικά. Είμαστε δεσμευμένοι και έχουμε ανάγκη συνέχισης της πολύ συνετής διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών με την επίτευξη ισοσκελισμένου προϋπολογισμού. Αυτό θεωρείται δεδομένο για όλα τα κράτη μέλη, ειδικότερα για την Κύπρο λόγω των λαθών του παρελθόντος. Έχουμε ένα διογκωμένο χρέος από τις εποχές που δαπανούσαμε αλόγιστα. Η ανάγκη διατήρησης αυτής της συνετής διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών και αποφυγής δημιουργίας ελλειμμάτων παραμένει.
Ερώτηση: Δεν υπάρχουν όμως και προβληματισμοί για τις μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν και για την αύξηση δαπανών;
Απάντηση: Για τις μεταρρυθμίσεις, όντως είναι και δική μας έγνοια και η μεταρρυθμιστική προσπάθεια εκ μέρους της Κυβέρνησης συνεχίζεται και θα συνεχιστεί ασχέτως εκλογών και οποιουδήποτε άλλου υπολογισμού. Και η Βουλή καλείται να συμπεριφερθεί με τον ίδιο τρόπο. Όσον αφορά δαπάνες, δεν υπάρχει κανένα ζήτημα. Οι δαπάνες μας είναι αυστηρά εντός των ορίων ενός ισοσκελισμένου προϋπολογισμού και επιβεβαιώνεται και από τις εκτιμήσεις της Κομισιόν για το 2017. Εκτιμάται ότι και για το 2017 θα επιτευχθεί ισοσκελισμένος προϋπολογισμός. Την ίδια εκτίμηση έχει και ο οίκος αξιολόγησης S&P (Standard & Poor’s), ο οποίος βλέπει ότι ο προϋπολογισμός 2017 και 2018 είναι εντός των ορίων ασφαλείας. Κάνω λοιπόν αυτή τη διάκριση: δεν τίθεται κανένα ζήτημα και δεν πρόκειται να υπάρξει καμιά μεταβολή/μέτρο σε σχέση με τα δημόσια οικονομικά. Αυτό που χρειάζεται είναι συνέχιση της προσπάθειας, τόσο σε σχέση με τα δημόσια οικονομικά όσο και σε σχέση με μεταρρυθμίσεις/αλλαγές που ούτως ή άλλως χρειαζόμαστε.
Ερώτηση: Πού οφείλεται η διαφοροποίηση της στάσης της Κομισιόν γι’ αυτά τα θέματα;
Απάντηση: Η πλειοψηφία των κρατών μελών (είτε επηρεάζονταν είτε όχι) είχαν εκφράσει παρόμοιες απόψεις. Βεβαίως το παράδειγμα της Κύπρου ήταν πολύ χαρακτηριστικό και ασχέτως βάρους που μπορεί να έχουμε ως κράτος μέλος. Ήταν πολύ χτυπητό το παράδοξο συμπέρασμα που αφορούσε την Κύπρο και το οποίο επιβεβαίωνε (σε συνάρτηση με τα υπόλοιπα ζητήματα που έχουν εγερθεί από τα υπόλοιπα κράτη μέλη) ότι πρέπει να ξανακοιτάξουμε αυτή την κοινή μεθοδολογία, όχι για να επιχειρήσουμε μια συλλογική χαλάρωση στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών αλλά προκειμένου να είναι πιο αξιόπιστες οι συστάσεις πολιτικής. Δεν είναι αξιόπιστη σύσταση πολιτικής για ένα κράτος με υψηλή ανεργία (π.χ. Κύπρος) να καλείται να ανακόψει τη φόρα της ανάπτυξης.
Ερώτηση: Τι γίνεται με τα νομοσχέδια για τη CYTA;
Aπάντηση: Κατ’ αρχήν επιβεβαιώνεται ότι η μεταρρυθμιστική προσπάθεια εκ μέρους της Κυβέρνησης συνεχίζεται. Πέρυσι δεν καταφέραμε να προωθήσουμε τη μεταρρύθμιση στη CYTA, τώρα ερχόμαστε με τον ίδιο τρόπο. Επισημαίνω ότι θα επανέλθουμε και στο θέμα της μεταρρύθμισης της δημόσιας υπηρεσίας. Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια δεν έχει ημερομηνία λήξης και δεν αναστέλλεται. Αυτό που πράττουμε είναι ακριβώς μια προσπάθεια προσέγγισης των θέσεων της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ούτως ώστε να καταστεί εφικτή η προώθηση αυτών των μεταρρυθμίσεων. Έχουμε επιφέρει στην περίπτωση της CYTA δύο βασικές διαφοροποιήσεις, προσεγγίζοντας τις θέσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Η πρόταση που προωθούμε τώρα διασφαλίζει με νόμο τον ιδιοκτησιακό έλεγχο από το κράτος, ότι δηλαδή το κράτος θα είναι ο κατά πλειοψηφία μέτοχος/ιδιοκτήτης της εταιρείας που θα δημιουργηθεί και δεύτερον (όσον αφορά τους εργαζόμενους), δεν θα υπάρξει καμιά μεταβολή. Οι εργαζόμενοι της CYTA θα εξακολουθήσουν να είναι εργαζόμενοι στη CYTA και έχουν αποσυρθεί κάποιες επιλογές που είχαμε προτείνει αρχικά για ενδεχόμενο μεταφοράς μέρους των εργαζομένων σε άλλες υπηρεσίες και τμήματα του δημοσίου. Αυτό ισχύει και για τους ήδη υπηρετούντες δημόσιους υπαλλήλους της CYTA. Ένα από τα πλεονεκτήματα της πρότασης, ασχέτως αυτών των ρυθμίσεων, είναι πως στο μέλλον η CYTA θα μπορεί να λειτουργεί με την ευελιξία που μπορεί να έχει μια εταιρεία. Θα μπορεί να προσλαμβάνει προσωπικό με όρους ιδιωτικού τομέα και ασφαλώς όλα αυτά αποσκοπούν στο να καταστεί εφικτή η έλευση ενός στρατηγικού συνεργάτη/επενδυτή, ο οποίος έστω με μικρότερη συμμετοχή θα αναλάβει τη διοίκηση του οργανισμού ούτως ώστε να πάψει να λειτουργεί ως προέκταση της δημόσιας υπηρεσίας αλλά να αποκτήσει την αποτελεσματικότητα και την ευελιξία που έχουν άλλοι οργανισμοί.
Οποιαδήποτε διαφοροποίηση του καθεστώτος μπορεί να γίνει μόνο με νόμο. Η νομοθεσία που προτείνουμε προβλέπει ότι, εσαεί, οι μετοχές παραμένουν στο κράτος αυτό μπορεί να αλλάξει μόνο με ξεκάθαρη νομοθετική ρύθμιση.
Ερώτηση: Θα δημιουργηθούν κίνητρα όμως για να υπάρξει ενδιαφέρον από επενδυτή για το «μειοψηφικό πακέτο»;
Απάντηση: Αυτό θα είναι το επόμενο βήμα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι (με την έγκριση της προτεινόμενης νομοθεσίας) να συσταθεί αυτή η εταιρεία, η οποία αρχικά θα ανήκει 100% στο κράτος. Όταν αυτό το βήμα θα έχει εγκριθεί, θα εξεταστεί ασφαλώς (αυτός είναι και ο στόχος) το πλαίσιο και οι όροι μέσα στους οποίους μπορούμε να φέρουμε ένα αξιόπιστο συνεργάτη/επενδυτή που να φέρει αυτό που χρειάζεται η CYTA: τη σύγχρονη αποτελεσματική διοίκηση, όχι με όρους δημόσιας υπηρεσίας αλλά με όρους ιδιωτικού τομέα, ανταγωνιστικούς, ούτως ώστε η αξία και η προοπτική του οργανισμού να διαφυλαχθεί. Έχουν ακουστεί υπερβολικές ανησυχίες που είχαν εκφραστεί για ξεπούλημα, για απώλεια ελέγχου, για αμφιβολίες σε σχέση με το καθεστώς των εργαζομένων, όμως όλα αυτά θεωρούμε πως τα έχουμε ρυθμίσει με ξεκάθαρο τρόπο και αφήνουμε ανοιχτή την προοπτική γι’ αυτό που σας έχω πει: την έλευση ενός στρατηγικού συνεργάτη σε κατοπινό στάδιο.
Δεν μπορώ να ξέρω αν η κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα συμφωνήσει αλλά ούτε και μπορώ να το προκαταλάβω. Ασφαλώς θα υπάρξει η κοινοβουλευτική διαδικασία. Οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις φέρουν την ευθύνη της απόφασης. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι έχουμε υιοθετήσει θέσεις κομμάτων της αντιπολίτευσης όπως είχαν εκφραστεί κατά τη διάρκεια της εξέτασης των αρχικών προτάσεων της Κυβέρνησης. Συνεπώς θα θεωρούσα εφικτό να γίνει αλλά δεν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους των πολιτικών δυνάμεων ούτε να προκαταλάβω το αποτέλεσμα. Ελπίζω να υπάρχει ταύτιση απόψεων. Πρέπει να τεθεί αφ’ ενός το δημόσιο συμφέρον και αφ’ ετέρου η προοπτική του οργανισμού που θα διαφυλάξουμε αν λάβουμε μια απόφαση προς αυτή την κατεύθυνση.
Πηγή: PIO