Σαν σήμερα, «έφυγε» ο εθνικός ποιητής, Διονύσιος Σολωμός

Διονύσιος Σολωμός , 1798 – 1857

Στις 8 Απριλίου του 1798 γεννήθηκε στη Ζάκυνθο ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός, γιος του κόντε Νικολάου Σολωμού. Η μητέρα του, Αγγελική Νίκλη, ανήκε στο υπηρετικό προσωπικό του σπιτιού του κόντε. Λίγες μέρες πριν τον θάνατο του, το 1807, ο κόντε Σολωμός, αναγνώρισε σαν γιούς του τον ποιητή, αλλά και τον αδελφό του Δημήτριο.

Σε πολύ μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και το 1808 έφυγε για σπουδές στην Ιταλία, με τη συνοδεία του ιταλού δασκάλου του Ρώσση. Επτά χρόνια αργότερα πήρε το απολυτήριο από το Λύκειο της Κρεμόνας και γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της Πάβιας, απ’ όπου πήρε το πτυχίο της Νομικής. Παράλληλα με τις σπουδές στη νομική, για την οποία ουδέποτε ενδιαφέρθηκε, άρχισε να γράφει στίχους στην ιταλική γλώσσα, ενώ ήρθε σε επαφή με διαπρεπείς φιλοσόφους, φιλολόγους και αξιόλογους εκπροσώπους της λογοτεχνικής κίνησης της εποχής.

Το 1818 επέστρεψε στη Ζάκυνθο, όπου παρέμεινε για δέκα χρόνια. Εκεί άρχισε να γράφει τα πρώτα του αξιόλογα στιχουργήματα στα ελληνικά.

Το πρώτο εκτενές ελληνικό ποίημά του και πλέον γνωστό είναι ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν, απόσπασμα του οποίου καθιερώθηκε ως Εθνικός μας Ύμνος.

Λίγο αργότερα, συνέθεσε το λυρικό ποίημα Εις τον θάνατο του Λορδ Μπάυρον και ακολούθησαν Η καταστροφή των Ψαρών, Η Φαρμακωμένη, Ο Λάμπρος, Εις Μοναχήν, Ο Κρητικός, Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι, Ο Πορφύρας.

Στα τέλη του 1828 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Κέρκυρα, συνεχίζοντας την ενασχόλησή του με την ποίηση σχεδόν απομονωμένος. Δεν έκανε ούτε ένα ταξίδι στην ελευθερωμένη Ελλάδα, γιατί, όπως υποστηρίζεται, «δεν εσυνηθούσε να θεατρίζει στο εθνικό του φρόνημα αλλά μες το άγιο βήμα της ψυχής».

Στις 3 Φεβρουαρίου του 1849 παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος, διότι «με την ποίηση του διέγειρε τα αισθήματα του λαού στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία».

Ο Σολωμός αγάπησε την Ελλάδα. Κι όμως δεν την είδε ποτέ. Δεν πήγε στην Ακρόπολη ούτε στην Ολυμπία ούτε στους Δελφούς, παρότι ήταν μια ζωή τόσο κοντά και είχε και τα μέσα.

Ο Σολωμός εργάστηκε μέχρι το 1844 με τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», αλλά δεν το ολοκλήρωσε.

Κατά το διάστημα 1847-51 επιχείρησε να ξαναγράψει ιταλικά ποιήματα. Ωστόσο, με τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε καθώς είχε προσβληθεί από απανωτά εγκεφαλικά, δεν τα κατάφερε.

Ήταν τόσο τεράστια η φήμη του, ώστε όταν μαθεύτηκε ο θάνατός του (9 Φεβρουαρίου 1857) όλος ο λαός πένθησε. Το θέατρο της Κέρκυρας έκλεισε, η Ιόνια Βουλὴ σταμάτησε τις εργασίες της και αποφάσισε να γίνει δημόσιο το πένθος για τον ποιητή. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο το 1865.

Τοποθετήθηκαν αρχικώς σ’ ένα μικρό μαυσωλείο στον τάφο του Κάλβου.