Προσπαθούν να αποδείξουν ότι ο Ζήγρας είναι αφερέγγυος

Ως «πρόσωπο ανυπόληπτο, και εκδικητικό» και την κατάθεσή του ως «νερό που μολύνει την υπόθεση» χαρακτήρισε η υπεράσπιση τον Νίκο Ζήγρα

Ο Γιάννης Μαντζουράνης, συνήγορος του Ντίνου Μιχαηλίδη,  εξέτασε για 6 ώρες τον μάρτυρα κατηγορίας Νίκο Ζήγρα προσπαθώντας,  να αποδείξει κατ’αρχάς ότι πέφτει σε συχνές αντιφάσεις, «άρα είναι αναξιόπιστος», και κατ’ επέκταση να διαφανεί ότι «όπως χρησιμοποίησε εν αγνοία τους διάφορους ανθρώπους προκειμένου να κάνει εκείνος με τον Τσοχατζόπουλο τις δουλειές τους, έτσι μπορεί να χρησιμοποίησε και τον πρώην Υπουργό Εσωτερικών της Κύπρου».

Η τακτική που ακολούθησε ο  Μαντζουράνης  στην εξέταση του μάρτυρα, προκάλεσε πολλές φορές τον εκνευρισμό της προέδρου του Τριμελούς Κακουργιοδικείου Αθηνών, που του ζήτησε να μην κατευθύνει τον μάρτυρα και να του κάνει μόνο ερωτήσεις, αλλά και του ίδιου του κ. Ζήγρα που φάνηκε αρκετές φορές σαστισμένες και απαντούσε «δεν γνωρίζω» ή «δεν θυμάμαι».

Εκνευρισμός, επίσης, επικράτησε και στην αίθουσα γενικότερα, με σχόλια, αντιδράσεις και ανταλλαγή όχι και πολύ κομψών λόγων κι από τις δύο πλευρές.

Εξεταζόμενος, ο μάρτυς επανέλαβε ότι ο Ντίνος Μιχαηλίδης του παρέδωσε 2 επιταγές που, όπως του είπε, του έδωσε ο Σύρος έμπορος όπλων Φουάντ αλ Ζαγιάντ, με τελικό αποδέκτη των Άκη Τσοχατζόπουλο.

Αυτές τις επιταγές, είπε ο Ζήγρας, τις έδωσε ό ίδιος στον πρώτο εξάδελφό του, πρώην Υπουργό Άμυνας, με τον οποίο τότε ήταν στενοί συνεργάτες, και εκείνος «τις ήλεγχε και σημείωνε τα ποσά, τις ημερομηνίες έκδοσης των επιταγών, και τον αριθμό τους».

Κατά τον μάρτυρα, ο Ντίνος Μιχαηλίδης του είπε ότι «οι επιταγές ήταν του Φουάντ αλ Ζαγιάντ, και ήταν μίζες από τα εξοπλιστικά προγράμματα που προορίζονταν για τον Τσοχατζόπουλο».

Κατά τον Ζήγρα, ο εξάδελφός του πρώην υπουργός του έλεγε από την άλλη ότι οι επιταγές που του παρέδωσε ο Μιχαηλίδης ήταν «από κάποια αραβικά fund», και ότι αυτός τον πίστευε.

Επανέλαβε δε ότι ο ίδιος, μετά την καταγραφή των επιταγών από τον Τσοχατζόπουλο, τις κατέθετε σε δικούς του τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελβετία και από εκεί, όποτε ο πρώην Υπουργός χρειαζόταν λεφτά, έμβαζε το ποσό σε λογαριασμό της εταιρείας Μorelia, απ’ όπου στη συνέχεια γινόταν η ανάληψη.

Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις είπε ότι δεν ήταν ποτέ παρών ο ίδιος σε συναντήσεις που είχε με τον Τσοχατζόπουλο ο πρώην Υπουργός Εσωτερικών της Κύπρου, και ότι πάντοτε οι μεταξύ τους συναντήσεις γίνονταν αργά το βράδυ.

Ερωτηθείς από τον συνήγορο υπεράσπισης γιατί βρέθηκαν στις ημερολογιακές σημειώσεις που κατασχέθηκαν στο γραφείο του Άκη Τσοχατζόπουλου, τα ονόματα και άλλων Κυπρίων πολιτικών με τους οποίους είχε συναντηθεί στα πλαίσια κυβερνητικών επαφών (αναφέροντας εδώ ενδεικτικά τα ονόματα του Σωκράτη Χάσικου, του Γλαύκου Κληρίδη και του Γιαννάκη Ομήρου), δεν υπήρχε ούτε μία φορά το όνομα του Ντίνου Μιχαηλίδη, ο μάρτυς απάντησε «είναι δυνατόν η συμμορία να αναφέρεται σε ημερολόγιο;», συμπληρώνοντας ότι «τα ραντεβού με τον Μιχαηλίδη ήταν μυστικά και δεν αναφέρονταν πουθενά».

Σε άλλο σημείο της εξέτασης, ο δικηγόρος υπεράσπισης ρώτησε τον Νίκο Ζήγρα εάν γνώριζε «κάποιον Σάμι Μουχαμάντ Ίσα»; Ο μάρτυς απάντησε καταφατικά, λέγοντας μάλιστα ότι ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας Bluebell που ίδρυσε ο ίδιος ο Ζηγρας, κατόπιν εντολών όπως είπε του Τσοχατζόπουλου, για να γίνεται μέσω αυτής το ξέπλυμα χρημάτων.

«Πώς μπήκε ο κ. Σαμί στο ΔΣ της Bluebell;», ρώτησε ο κ. Μαντζουράνης.

«Τον έβαλα εγώ», απάντησε ο μάρτυς, που όμως όταν του διαβάστηκε στη συνέχεια απόσπασμα από την κατάθεσή του στον ανακριτή κ. Μαλλή, στο οποίο ερωτηθείς τότε για τον Σαμί απάντησε «δεν τον γνωρίζω», είπε «δεν μπόρεσα τότε να απαντήσω σωστά, διότι δεν κατάλαβα καλά την ερώτησή του».

«Μα ήταν σαφής. τρεις λέξεις όλες κι όλες», απόρησε ο συνήγορος υπεράσπισης, αλλά ο Ζήγρας είπε ό,τι είχε να πει και προέτρεψε, «πάμε παρακάτω», όπως κάνει πολλές φορές στη δίκη.

Αναφέρθηκαν ακόμα από την υπεράσπιση οι περιπτώσεις τριών ακόμα ανθρώπων, του άλλοτε στενού φίλου και συνεργάτη του Νίκου Ζήγρα Στέφανου Κουρτέλη, του υπαλλήλου της υπεράκτιας εταιρείας Moreli, Ευτύχιου Ατσοπάρδη, και του μη ευρισκομένου πλέον εν ζωή Σαράντη Μιτατσέλη, τα ονόματα των οποίων εμφανίζονται σε πρακτικά της Bluεbell να μπαίνουν, όπως είπε ο συνήγορος Γιάννης Μαντζουράνης, στην εταιρεία αυτήν υπογράφοντας διάφορα έντυπα και εξουσιοδοτήσεις «που τους πασάριζε ο Ζήγρας» και μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις «ακόμα και για προ-μεταχρονολογημένες πράξεις»

Ο μάρτυρας κατηγορίας, αναφερόμενος στην περίπτωση του Ευτύχιου Ατσοπάρδη, εξήγησε ότι «ο Τσοχατζόπουλος μου είπε να βρούμε έναν άνθρωπο να υπογράψει την πράξη πώλησης ενός διαμερίσματος στο Κολωνάκι στην κόρη του, εγώ πήγα στην Morelia, εκεί μου σύστησαν τον άνθρωπο αυτόν, και πράγματι κατόπιν πήγα μαζί του στον Πειραιά σε συμβολαιογράφο όπου υπέγραψε και σχετικό πληρεξούσιο».

Στην ερώτηση «γιατί δεν υπογράφατε εσείς αυτό το πληρεξούσιο, αντί να τρέχετε να βρείτε άλλον άνθρωπο;», ο Ν. Ζήγρας απάντησε «ο Τσοχατζόπουλος δεν ήθελε να φαίνομαι εγώ».

Η δίκη συνεχίζεται αύριο, αρχίζοντας και πάλι με την εξέταση του κ. Ζήγρα από τον κ. Μαντζουράνη.