Ο ΠτΔ ενημέρωσε το Εθνικό Συμβούλιο για τις τελευταίες εξελίξεις στο Κυπριακό

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης προήδρευσε σήμερα, στο Προεδρικό Μέγαρο, συνεδρίας του Εθνικού Συμβουλίου.

Μετά τη συνεδρία, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος κ. Πρόδρομος Προδρόμου δήλωσε στους δημοσιογράφους, μεταξύ άλλων, ότι «στη σημερινή συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ενημέρωσε τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου για τις δύο τελευταίες συναντήσεις που είχε με την Ειδική Σύμβουλο του ΓΓ των ΗΕ για το Κυπριακό κα Λουτ και για την προσπάθεια που γίνεται για να συμφωνηθούν οι όροι αναφοράς, προκειμένου να ξεκινήσουν ξανά οι διαπραγματεύσεις.

Ο Πρόεδρος ενημέρωσε και για τη συνομιλία και την ενδελεχή ενημέρωση που είχε από τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας κ. Τσίπρα για τη συνάντηση που είχε με τον Πρόεδρο της Τουρκίας κ. Ερντογάν.

Στη διάρκεια της συνεδρίας έγινε μια εποικοδομητική συζήτηση γύρω από αυτά τα θέματα».

Κληθείς να σχολιάσει αναφορά αρχηγού πολιτικού κόμματος για τα πρακτικά της 4ης Ιουλίου του 2017, ο Εκπρόσωπος είπε ότι δεν θα σχολιάσει τέτοια ζητήματα, προσθέτοντας ότι «εκείνο που είναι όμως μια σταθερά της προσπάθειας που κάνει ο Πρόεδρος μας για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, με εποικοδομητική διάθεση, είναι να αξιοποιηθεί το πλαίσιο Γκουτέρες. Διότι ο σκοπός είναι να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις από εκεί που είχαν μείνει, και οι έξι παράμετροι που κατέθεσε ο ΓΓ πρέπει να αποτελέσουν ένα Οδηγό».

Πρόσθεσε ότι «μετά τις επαφές που θα έχει η κα Λουτ με τις εγγυήτριες δυνάμεις – επαφές που κρίνονται απαραίτητες αφού αναφερόμαστε στις έξι παραμέτρους και το πλαίσιο Γκουτέρες – ευελπιστούμε ότι στη συνέχεια θα δούμε με μεγαλύτερη βεβαιότητα πού βρισκόμαστε».

Σε παρατήρηση δημοσιογράφου ότι εφόσον υπάρχει διαφορετική ανάγνωση από τις δύο πλευρές για το πλαίσιο Γκουτέρες τότε τι είναι αυτό που θα αποτελέσει τον Οδηγό, ο Εκπρόσωπος είπε ότι «δεν θα σχολιάσουμε τα εσωτερικά θέματα των ΗΕ. Ο ΓΓ κατέθεσε πολύ συγκεκριμένα, στη διαπραγμάτευση στη Διάσκεψη στο Κραν Μοντανά, έξι παραμέτρους που βοηθούσαν να γίνει σημαντική πρόοδος. Οι παράμετροι είναι γνωστές, όπως πολύ καλά γνωστό ότι για πρώτη φορά είχε τεθεί, όπως πρέπει, το ζήτημα της αντικατάστασης του απηρχαιωμένου, αναχρονιστικού και ακατάλληλου συστήματος των εγγυήσεων. Εξάλλου, για αυτό το λόγο από τότε γίνονται και δημόσιες συζητήσεις τόσο από την τουρκική πλευρά όσο και από αλλού.

Η ουσία, την οποίαν κρατάμε είναι ότι οι έξι παράμετροι και το πλαίσιο Γκουτέρες πρέπει να αποτελέσουν μέρος των όρων αναφοράς για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, διότι ακριβώς μιλάμε για επανέναρξη και διότι ακριβώς και τα ΗΕ απευθύνονται αυτή την ώρα και στις εγγυήτριες δυνάμεις. Άρα, για όσους μπορεί να έχουν αμφιβολία, τα ζητήματα της ασφάλειας αποτελούν, όπως και ο ΓΓ σε ανακοίνωση του από τον Ιούλιο 2017 είχε αποφανθεί, είναι ένα κεφαλαιώδες ζήτημα στη συνολική λύση του Κυπριακού. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία επί τούτου».

Ερωτηθείς αν από την ενημέρωση που έκανε ο Έλληνας Πρωθυπουργός στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας διαφαίνεται κάποια αλλαγή στη στάση της Τουρκίας, ο Εκπρόσωπος είπε ότι δεν θα ήταν σωστό να αναφερθεί στο περιεχόμενο της συνομιλίας, προσθέτοντας ότι «σημασία έχει ότι υπάρχει στενή συνεργασία, πλήρης συντονισμός και εκτιμούνται οι πληροφορίες που μεταφέρει ο Πρωθυπουργός από αυτή τη συνάντηση. Εχουμε ακούσει και δημόσιες δηλώσεις σχετικά με την επίσκεψη του Πρωθυπουργού κ. Τσίπρα στην Τουρκία, ωστόσο αυτή τη στιγμή εκείνο που αναμένουμε είναι το τι θα κατατεθεί ενώπιον της κας Λουτ για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων».

Κληθείς να πει πότε θα αρχίσει ο προπαρασκευαστικός διάλογος Ελλάδας – Τουρκίας για το Κυπριακό, ο Εκπρόσωπος είπε ότι αυτό είναι θέμα που θα συμφωνηθεί από τις Κυβερνήσεις των δύο χωρών.

«Εκείνο που απασχολεί εμάς», πρόσθεσε, «έχοντας πάντα την απόλυτη πολιτική βούληση και την εποικοδομητική διάθεση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων είναι το ότι στη συνέχεια της διαπραγμάτευσης θα πρέπει να είναι προ συζήτηση όλα τα θέματα, και τα θέματα της ασφάλειας, και ότι δεν μπορεί να επιστρέψουμε σε άλλες εποχές.

Υπενθυμίζω ότι στο Κραν Μοντανά, η Ελλάδα, αλλά και η Βρετανία με ένα διαφορετικό τρόπο, είχαν πάρει μια καθαρή θέση η οποία διευκόλυνε τη λύση του Κυπριακού. Εναπόκειται λοιπόν και στην Τουρκία να κάνει αυτό το βήμα. Ευχόμαστε να βοηθήσει αυτή η προεργασία που μπορεί να γίνει ανάμεσα στις Κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας».

Σε παρατήρηση δημοσιογράφου ότι από τουρκοκυπριακής πλευράς υπήρξαν δηλώσεις πως αναμένουν από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη να εξηγήσει τη θέση του περί αποκεντρωμένης εξουσίας κατά τη συνάντηση που θα έχει με τον κ. Ακκιντζί, ο Εκπρόσωπος είπε ότι «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν και είναι ανοικτός σε μια συνάντηση η οποία θα γίνει. Και πρόκειται για άτυπη συνάντηση, όχι για διαπραγμάτευση, στην οποία θα έχουν την ευκαιρία να συζητήσουν όλα τα θέματα που τους απασχολούν με σκοπό να διευκολυνθεί η προσπάθεια για τον καταρτισμό των όρων αναφοράς.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και στο παρελθόν είχε συνομιλήσει με τον κ. Ακκιντζί και είχε αναφερθεί στο πώς η ιδέα αυτή για την αποκέντρωση μπορεί να διευκολύνει μια λειτουργική λύση. Ταυτόχρονα, για να έχουμε πραγματικά την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων θα πρέπει και οι δύο πλευρές να είναι διατεθειμένες να συζητήσουν όλα τα θέματα. Το Κυπριακό δεν είναι μόνο θέμα οργάνωσης του ομοσπονδιακού πολιτεύματος και της προνοούμενης από ψηφίσματα των ΗΕ πολιτικής ισότητας και αποτελεσματικής συμμετοχής, αλλά είναι και θέμα ξένης κατοχής που πρέπει να αρθεί, αποχώρησης ξένων στρατευμάτων, κατάργησης εγγυήσεων, δημιουργίας συστήματος ασφάλειας που θα εμπνέει την ασφάλεια σε όλους τους Κύπριους και άλλα.

Άρα, ο Πρόεδρος πηγαίνει μια ανοικτά χαρτιά στη συνάντηση με τον κ. Ακκιντζί, και έτοιμος να συζητήσει όλα τα θέματα που θα μπορούσαν να συζητήσουν. Θα πρόκειται για μια ελεύθερη συζήτηση».

Είπε ωστόσο ότι ακόμη δεν έχει διευθετηθεί ημερομηνία της συνάντησης.

Σε ερώτηση αν η κα Λουτ αναγνωρίζει το πλαίσιο Γκουτέρες με τις έξι παραμέτρους όπως αναφέρεται σε αυτό η Λευκωσία, ο Εκπρόσωπος είπε ότι «η κα Λουτ έχει μια αποστολή και κάνει μια εργασία η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη. Δεν ωφελεί να κάνουμε περιστασιακά σχόλια ή δηλώσεις. Εμείς ευχόμαστε και περιμένουμε από τις επαφές που θα έχει στη συνέχεια και με τις εγγυήτριες δυνάμεις, να ξέρουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια προς τα πού προχωράμε διότι ακριβώς η δική μας πλευρά, χωρίς να θέτει χρονοδιαγράμματα, έχει επίσης τη θέση ότι πρέπει οι διαπραγματεύσεις να ξεκινήσουν το συντομότερο δυνατόν».