Οι εμπορικές σχέσεις Ελλάδας – Γερμανίας και η κατάσταση που διαμόρφωσε η πανδημία

Άρθρο γνώμης του Γεωργίου Βασιλάκη*     

Αν θέλαμε να δούμε το ζήτημα σε βάθος θα έπρεπε να δούμε την ακτινογραφία των ελληνογερμανικών εμπορικών σχέσεων σε βάθος πενταετίας και να την αναλύσουμε στο φως και με τα εργαλεία της επιστήμης. Υπάρχει ρεκόρ πενταετίας στο εμπορικό έλλειμμα με την Γερμανία.Με ανησυχητικό τρόπο για την Ελλάδα εξελίσσεται η ανέκαθεν άνιση εμπορική σχέση με την Γερμανία, καθώς το εμπορικό μας έλλειμμα εκτινάχθηκε, το 2017, σε επίπεδο ρεκόρ πενταετίας.

Ειδικότερα, στο ποσό των 5,3 δισ. ευρώ έφθασε το ύψος των εισαγωγών της Ελλάδας από την Γερμανία το 2017, ανεβάζοντας πάνω από 3 δισ. ευρώ το εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας, για πρώτη φορά στην πενταετία 2012 – 17 .

Σύμφωνα με τα τελευταία συγκεντρωτικά στοιχεία για τις διμερείς εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών, που περιλαμβάνονται σε έκθεση της Πρεσβείας της Ελλάδας στο Βερολίνο, οι εισαγωγές της Ελλάδας από την Γερμανία το 2017 αυξήθηκαν κατά 7,4% ενώ οι εξαγωγές της Ελλάδας αυξήθηκαν κατά 4,9% ξεπερνώντας τα 2 δισ. ευρώ. Έτσι, ο όγκος του διμερούς εμπορίου το 2017 σημείωσε αύξηση κατά 6,7% και ανήλθε σε 7,3 δισ. ευρώ έναντι 6,9 δις. ευρώ το 2016.

Ο βαθμός κάλυψης εισαγωγών δια των εξαγωγών το 2017, μειώθηκε ελαφρά σε σχέση με το προηγούμενο έτος από 39,9% σε 39%. Η Γερμανία κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο επί του συνολικού όγκου εμπορίου και των εισαγωγών της χώρας μας, δηλαδή 9,3% και 10,5% αντιστοίχως. Όσον αφορά στις εξαγωγές, η Γερμανία καταλαμβάνει την δεύτερη θέση με μερίδιο 7,1%, μετά την Ιταλία, η οποία απορροφά το 10,6% των ελληνικών εξαγωγών.

Τα κυριότερα ελληνικά εξαγόμενα προϊόντα στην Γερμανία

Στην διάρθρωση των ελληνικών εξαγωγών προς Γερμανία κυριαρχούν τα τρόφιμα, τα οποία το 2017 διατήρησαν μερίδιο 32% επί του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών. Στην κατάταξη των ελληνικών εξαγωγών πρώτα εμφανίζονται τα προϊόντα και τεχνουργήματα αργιλίου, με μερίδιο 10,5% και ακολουθούν φαρμακευτικά προϊόντα, με μερίδιο 10,4%, μηχανές και εξαρτήματα (κυρίως καλώδια), με μερίδιο 8,3%, γαλακτοκομικά προϊόντα (7,4%), παρασκευάσματα λαχανικών καρπών και φρούτων με 7,3% φρούτα (6,8%), ενδύματα με μερίδιο 4,5% κ.λ.π.

Τα κυριότερα εισαγόμενα προϊόντα από Γερμανία

Στην σύνθεση των ελληνικών εισαγωγών από Γερμανία κυριαρχούν οι εξής κατηγορίες: φάρμακα, επιβατικά αυτοκίνητα, μηχανολογικός εξοπλισμός, πλαστικές ύλες, γαλακτοκομικά προϊόντα, ιατρικά μηχανήματα και όργανα, κρέατα και αλλαντικά, καλλυντικά, οργανικά χημικά, χημικά προϊόντα.

Στην έκθεση της Πρεσβείας μας στο Βερολίνο περιλαμβάνονται σημαντικές διαπιστώσεις και επισημάνσεις για τη βελτίωση της θέσης των ελληνικών εξαγωγών στη Γερμανία.

Διαπιστώσεις

Η χώρα μας κατατάσσεται σε πολύ χαμηλή θέση μεταξύ των χώρων-προμηθευτών της Γερμανίας, ως προς τα περισσότερα προϊόντα εξαγωγικά μας προϊόντα.

Η σύνθεση και διαστρωμάτωση των ελληνικών εξαγωγών προς Γερμανία κυριαρχείται από προϊόντα των κλάδων εντάσεως εργασίας και χαμηλής προστιθεμένης αξίας, εν αντιθέσει με τη δομή των γερμανικών εξαγωγών προς Ελλάδα, όπου δεσπόζουν προϊόντα κλάδων υψηλής προστιθεμένης αξίας, γεγονός το οποίο αντανακλάται στο διευρυμένο εμπορικό έλλειμμα εις βάρος της Ελλάδος.

Η παρουσία ελληνικών προϊόντων με ενσωματωμένη τεχνολογία είναι μεν υπαρκτή, αλλά με μικρή παρουσία στην διάρθρωση των ελληνικών εξαγωγών προς Γερμανία.

Οι εξαγωγές προϊόντων εντάσεως εργασίας υφίστανται ισχυρό ανταγωνισμό από ομοειδή προϊόντα χωρών χαμηλού εργατικού κόστους παραγωγής.

Τα μερίδια αγοράς των ελληνικών προϊόντων στην εδώ αγορά, ιδιαιτέρως του κλάδου τροφίμων-ποτών, προδηλώνουν σημαντική αναντιστοιχία με τον υψηλό βαθμό αναγνωρισιμότητας της Ελλάδος στην γερμανική κοινωνία, ο οποίος, σημειωτέον, ενισχύεται έτι περαιτέρω δια του μεγάλου αριθμού των 3,7 εκατ. Γερμανών πολιτών που επισκέπτονται ετησίως την Ελλάδα.

Επισημαίνεται ότι σημαντικά μερίδια αγοράς απώλεσαν, από τις αρχές ακόμη της δεκαετίας του 1990, προϊόντα του κλάδου διατροφής, ιδιαιτέρως τα ευπαθή νωπά οπωροκηπευτικά, μεταξύ άλλων, λόγω ανακατατάξεων και αναδιατάξεων στον κλάδο του λιανικού εμπορίου, οι οποίες άρχισαν να συντελούνται περί τα τέλη της δεκαετίας του 1980 σε παραδοσιακές χώρες-εταίρους της Ελλάδος, όπως Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία, Γαλλία, Κάτω Χώρες κ.α., με αποτέλεσμα περί τα μέσα της δεκαετίας του 1990, δια συγχωνεύσεων και εξαγορών, να αναδιοργανωθεί ο κλάδος του λιανικού εμπορίου υπό την μορφή μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων, πολυκαταστημάτων και αλυσίδων καταστημάτων, με βαθμό συγκεντρώσεως των εμπορικών δραστηριοτήτων έως και 90%. Η οργανωτική αναδόμηση, σε αυτή την έκταση, του λιανικού εμπορίου, είχε μεταξύ των άλλων ως συνέπεια και την μερική εκτόπιση του χονδρεμπορίου στον εφοδιασμό των αγορών.

Οι ελληνικές εξαγωγές προς τις χώρες της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, μετά την αναγκαστική μεταστροφή των μεταφορών δια θαλάσσης, επιβαρύνονται, έναντι του ανταγωνισμού, λόγω του υψηλού μεταφορικού κόστους.

Επισημάνσεις

  1. Το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών επί του συνόλου των εισαγωγών της Γερμανίας, το 2017, παρέμεινε στο ισχνό 0,2%. Το 2017 η Ελλάδα κατέλαβε την 48η θέση μεταξύ των χωρών προμηθευτών της Γερμανίας, καταδεικνύοντας την μικρή αξιοποίηση της γερμανικής αγοράς σε σχέση με τα περιθώρια ανάπτυξης των διμερών εμπορικών συναλλαγών.
  2. Το γεγονός ότι το ενδοκοινοτικό εμπόριο είναι απαλλαγμένο από εισαγωγικές διαδικασίες, δασμολογικά και μη δασμολογικά εμπόδια, δεν συνεπάγεται λιγότερη προσπάθεια προς παγίωση της ελληνικής παρουσίας και αύξησης εμπορικών μεριδίων στην γερμανική αγορά. Η γερμανική αγορά αποτελεί πεδίο έντονου ανταγωνισμού (λόγω του μεγέθους, του υψηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος και της γεωγραφικής θέσης) και θεωρείται ιδιαιτέρως απαιτητική, κυρίως ως προς την σχέση τιμής/ποιότητας, αλλά και την σταθερή και επαρκή παραγωγική/εξαγωγική δυναμικότητα για την κάλυψη των αναγκών ζήτησης.
  3. Οι ελληνικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό ενδιαφέρονται έντονα για την γερμανική αγορά, μεταξύ άλλων και λόγω της ελληνικής ομογενειακής παρουσίας στην χώρα. Το ενδιαφέρον αυτό αντανακλάται στον μεγάλο αριθμό αιτημάτων για παροχή πληροφοριών, από μεγάλες εξαγωγικές, έως νεοφυείς ή μικρές ακόμη επιχειρήσεις.
  4. Η ανάκτηση και παγίωση ελληνικών μεριδίων στην γερμανική αγορά, της οποίας βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία αποτελούν η υψηλή και πλεονάζουσα αγοραστική δύναμη, η συνειδητοποιημένη συμπεριφορά του καταναλωτικού κοινού, η σχεδόν γενικευμένη εφαρμογή της αναλογίας τιμής/ποιότητας, ως βασικό στοιχείο διαμορφώσεως της ζήτησης, η διαμόρφωση καταναλωτικών προτύπων με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος (αυξανομένη στροφή της καταναλώσεως σε προϊόντα φιλικά προς το περιβάλλον -αφορά όλο το φάσμα της οικονομικής και εμπορικής δραστηριότητος, όπως συσκευασίες κλπ.-), η βαθμιαία μεταστροφή των μεταφορών αγαθών και εμπορευμάτων προς τις σιδηροτροχιές, η ευαισθησία σε θέματα Δημοσίας Υγείας, η υψηλή ροπή προς κατανάλωση βιολογικών προϊόντων κλπ. απαιτεί, σοβαρές και συνεπείς προσπάθειες, υπό μορφήν αναδείξεως και αναλήψεως εξειδικευμένων δράσεων ανά κλάδο παραγωγικής δραστηριότητος.
  5. Ο σχεδιασμός της στρατηγικής ενισχύσεως της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές ασφαλώς και θα πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν την σπουδαιότητα των παραδοσιακών πελατών ελληνικών προϊόντων, όπως η Γερμανία, διότι τα δυναμικά στοιχεία τέτοιων αγορών προσφέρουν, κατά κανόνα, μεγαλύτερες δυνατότητες και καλύτερες ίσως προϋποθέσεις απορροφήσεως και παγιώσεως εμπορικών μεριδίων, εν σχέσει με εκείνες αναδυομένων ή αναπτυσσομένων αγορών, ιδιαιτέρως για υψηλής προστιθεμένης αξίας εμπορεύματα, εξειδικευμένα ή υψηλής ποιότητας προϊόντα, τα οποία προσφέρονται αυτονόητα σε υψηλότερες των συμβατικών τιμές και απευθύνονται σε πλέον εύρωστο οικονομικά καταναλωτικό κοινό.
  6. Η φροντίδα ως εκ τούτου και η δυναμική θεώρηση των παραμέτρων συγχρόνως των αναδυομένων και των ωρίμων-παραδοσιακών αγορών, αλλά και η διαρκής βελτίωση και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητος και της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας αποτελεί μονόδρομο, υπό το φως των εξελίξεων στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι, όπου συντελούνται ραγδαίες αλλαγές, μεταξύ των άλλων στην αναπροσαρμογή των προτύπων και της αναθεωρήσεως της επιχειρηματικής στρατηγικής σε θέματα διοικητικής μέριμνας και εφοδιαστικής διαχειρίσεως (logistics), στην αλλαγή της επιχειρηματικής πολιτικής, η οποία τείνει σε αναδιατάξεις της οργανωτικής δομής προς την μορφή επιχειρήσεων χωρίς σύνορα, εστιασμένων στον τελικό πελάτη, στην αύξηση των εσόδων όλων των συμμετεχόντων στο δίκτυο, στην βελτίωση της αποδοτικότητας της κοινής (με άλλα μέλη) διαδικασίας, στην ταχεία λειτουργική, οργανωτική και πέραν των γεωγραφικών ορίων ανταπόκριση, στην ταχύτητα ροής αγαθών, στην άμεση πληροφόρηση κλπ.
  7. Εν πάση περιπτώσει η ανάσχεση της διευρύνσεως του εμπορικού μας ελλείμματος, και όχι μόνον με την Γερμανία, είναι δυνατόν να επιτευχθεί δια της αναδείξεως των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της ελληνικής οικονομίας και της αναλήψεως εξειδικευμένων δράσεων ανά κλάδο και κατηγορία προϊόντος, προσαρμοζομένων στις ιδιαιτερότητες και απαιτήσεις μίας εκάστης αγοράς, την πρόσβαση στην οποία στοχεύουμε, σε συνδυασμό με την παρουσία του ανταγωνισμού, τις εφαρμοζόμενες μεθόδους και πολιτικές παγιώσεως εμπορικών μεριδίων.

Ας δούμε λοιπόν ποιά πραγματικότητα υφίσταται μέσα στη Γερμανία με βάση τα μεγέθη της Γερμανίας                     «Μαύρη» χρονιά και για τη Γερμανία το 2020

Η πανδημία του κορωνοϊού απέβη καταστροφική για τη γερμανική οικονομία το 2020. Διαλύθηκαν και οι προσδοκίες μας, στις αρχές αυτής της χρονιάς, πως μετά τους κραδασμούς του εμπορικού πολέμου του 2019, θα επέστρεφε η οικονομία σε μια τάση ανάπτυξης. Την προηγούμενη χρονιά το ΑΕΠ συρρικνώθηκε 5%, πρώτη φορά μετά μία δεκαετία ανάπτυξης, βάσει των προκαταρκτικών στοιχείων της στατιστικής υπηρεσίας της χώρας.

Η απόδοση της γερμανικής οικονομίας ήταν κατά τι καλύτερη πέρυσι από την τρομακτική περιστολή του 5,6% το 2009, οπότε το 5% καταγράφεται ως η δεύτερη χειρότερη χρονιά από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο, η συνολική εικόνα για το έτος συγκαλύπτει την υπερβολική αστάθεια που παρατηρήθηκε στην οικονομική δραστηριότητα, δηλαδή την κατάρρευση του 11,5% σε τριμηνιαία βάση ανάμεσα στο τελευταίο τρίμηνο του 2019 και το δεύτερο τρίμηνο του 2020, αλλά και την ανάκαμψη του 8,5% σε τριμηνιαία βάση το διάστημα Ιουλίου – Σεπτεμβρίου. Βέβαια, η κατάσταση της γερμανικής οικονομίας φαίνεται λιγότερο τρομακτική από τις άλλες μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης: (κατά τις εκτιμήσεις μας) το ΑΕΠ στη Γαλλία θα συρρικνωθεί 9%, στην Ιταλία 9,2% και στην Ισπανία 11,7%. Η διαφορά με τη Γερμανία έγκειται στο ότι εκεί επιβλήθηκαν ηπιότεροι περιορισμοί, οι Γερμανοί περνούν τις διακοπές τους στο σπίτι, ο τομέας των υπηρεσιών είναι μικρότερος, καθώς και στο ότι από τον Μάιο και μετά παρατηρήθηκε έντονη ζήτηση σε αυτόν τον τομέα από την Αμερική και την Κίνα, ενώ καταρτίστηκαν πολύ γενναιόδωρα πακέτα δημοσιονομικής στήριξης.

Στο πεδίο της ιδιωτικής κατανάλωσης, αυτή μειώθηκε 6% λόγω του εγκλεισμού, της έντονης αβεβαιότητας και της απώλειας θέσεων εργασίας. Πρώτη φορά μειώθηκε η απασχόληση μετά 14 χρόνια διαδοχικής τόνωσης, ενώ το περίπλοκο πρόγραμμα βραχυχρόνιας εργασίας ήταν ανασχετικός παράγων στις απολύσεις. Οι εξαγωγές ελαττώθηκαν δραστικότερα σε σύγκριση με τις εισαγωγές (9,9% έναντι 8,6%). Τα σημερινά στατιστικά δεδομένα πρέπει να αντιμετωπισθούν με μεγάλη προσοχή διότι είναι πολύ προκαταρκτικά, χωρίς τα στοιχεία του Δεκεμβρίου, οπότε επιβλήθηκαν αυστηρότεροι περιορισμοί. Το 2021 ξεκινάει για τη Γερμανία με αυτές τις συνθήκες. Η κυβέρνηση, για να μειώσει τα ποσοστά νοσηλείας και να την καταστήσει βραχύτερη, αλλά και για να αποτρέψει επιπλέον μεταδοτικές μεταλλάξεις του ιού, σκέφτεται να διατηρήσει τους περιορισμούς για το μεγαλύτερο μέρος του πρώτου τριμήνου. Κι αυτό κοστίζει στην οικονομική δραστηριότητα. Παρ’ όλα αυτά, η εξασθένηση του πρώτου τριμήνου μπορεί να αντισταθμιστεί εν μέρει από έναν ταχύτερο βηματισμό από την άνοιξη και μετά. Με μια στατιστική απόκλιση περίπου 1,5% από το 2020, η γερμανική οικονομία θα μπορούσε να αναπτυχθεί  4,1% και 3,7% το 2021 και το 2022. Αντιστοίχως προβλέπουμε 6,6% το 2021 και 4,0 % 2022 για τη Γαλλία, 5,4% και 3,4% για την Ιταλία καθώς και 6,7% και 6,3% για την Ισπανία.

* Oικονομολόγος της επενδυτικής τράπεζας Berenberg.ικής Οικονομίας το 2020.,

Η οικονομική υγεία της δεσπόζουσας χώρας στην Ευρωπακή Ένωση είναι παράγοντας σημαντικός για την ανάκαμψη χωρών όπως η Ελλάδα που οι εξαγωγές της κατευθύνονται  προς αυτήν.Και σε επίπεδο αποφάσεων που σχετίζονται με την ανάπτυξη της Ελλάδας και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της δεκαετείας της κρίσης και των προβλημάτων απο τη πανδημία θα πρέπει τα νέα δεδομένα να οδηγήσουν σε ανασχεδιασμό στρατηγικής και στην υποβολή σχεδίων Ελληνικής πατρότητας αξιόπιστα.

Μόνο έτσι θα έχουμε τη βελτίωση μεγεθών και κλίματος στις μεταξύ μας σχέσεις.

Βέβαια τα προβήματα ξεκινούν από το γεγονός ότι έχουμε διαφορετική κουλτούρα και λογική. Δείτε για παράδειγμα : Γερμανός είναι κάποιος που δεν μπορεί να πει ένα ψέμα αν δεν το πιστεύει ο ίδιος.Τέοντορ Αντόρνο, 1903-1969, Γερμανός φιλόσοφος και κάτι για τη παράδοση της Γερμανίας  Οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν τις εκκλησίες, οι Λουθηρανοί έχουν την εξουσία και οι Καλβινιστές έχουν το χρήμα(σύνοψη της κατάστασης στη Γερμανία του 16ου αιώνα). Μπορεί πολλά να άλλαξαν στο διάβα των αιώνων αλλά όχι η νοοτροπία τους.Οφείλουμε να είμαστε διεκδικητικοί , αξιόπιστοι ,διαλλακτικοί  αν θέλουμε τη θετική τους συμβολή στα θέματα μας  ξεπερνώντας συμπλέγματα του παρελθόντος

*Οικονομολογου ΕΚΠΑ