Μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ: Υπάρχει ακόμη κίνδυνος ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία

Το παιχνίδι «της γάτας και του ποντικού» παίζουν τις τελευταίες ώρες η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, με την έκβασή του να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα αφενός για το βαθμό ανεξαρτησίας της Ουκρανίας αφετέρου για το εάν και κατά πόσο η χώρα θα καταφέρει να διατηρήσει στο ακέραιο την επικράτειά της ή θα είναι η δεύτερη φορά, μετά το 2014 που απώλεσε την Κριμαία, που θα κληθεί να διαχειριστεί μία νέα συρρίκνωση των εδαφών της. Η κίνηση αποκλιμάκωσης της ρωσικής πλευράς, έπειτα από την απόφαση του Κρεμλίνου να αποσύρει ένα μέρος των στρατιωτικών δυνάμεων που διατηρούσε στη Νότια και Δυτική Στρατιωτική Περιφέρεια, κοντά στα ουκρανικά σύνορα, φαίνεται να διευκολύνει τις προσπάθειες που γίνονται σε διπλωματικό επίπεδο, από την άλλη ωστόσο έγινε δεκτή από τη Δύση με μεγάλη επιφύλαξη, με τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες να επιμένουν πως ο κίνδυνος μίας ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, κατά τη διάρκεια της σημερινής ημέρας εξακολουθεί να υφίσταται. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται άλλωστε και η αναφορά που έκανε χθες βράδυ σε διάγγελμά του προς τον αμερικανικό λαό, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ είναι έτοιμες για όλα, για κάθε σενάριο ή εξέλιξη.

Το διάγγελμα Μπάιντεν για Ουκρανία

Στον αντίποδα, ο ίδιος ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, επιχείρησε με ένα δηκτικό σχόλιο να διασκεδάσει τις εντυπώσεις περί άμεσης ρωσικής επέμβασης στην Ουκρανία, οι οποίες δημιουργήθηκαν έπειτα από αναφορές του Προέδρου της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι αλλά και αρκετών δυτικών κυβερνητικών αξιωματούχων, ότι το αργότερο μέχρι σήμερα Τετάρτη, τα ρωσικά στρατεύματα θα πραγματοποιήσουν εισβολή στο ουκρανικό έδαφος. Σύμφωνα με το Κρεμλίνο, ειρωνευόμενος τις ημερομηνίες που αναδεικνύονταν από τη Δύση για την εισβολή, ο Ρώσος πρόεδρος διερωτήθηκε «τι ώρα θα έπρεπε να αρχίσει ο πόλεμος;» αφήνοντας ταυτόχρονα να εννοηθεί η ρωσική πλευρά έχει ήδη προχωρήσει σε κινήσεις μείωσης της έντασης στα ρωσο-ουκρανικά σύνορα μέσω της επιστροφής αρκετών στρατιωτικών της μονάδων στις βάσεις τους στα μετόπισθεν.

Παρά τη συγκεκριμένη εξέλιξη πάντως η Δύση δεν φαίνεται να πείθεται ως τις πραγματικές ρωσικές προθέσεις, θεωρώντας πως ο κίνδυνος μίας ρωσικής επέμβασης στην Ουκρανία εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Ενδεικτικές είναι οι αναφορές αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, οι οποίες βρίσκουν διέξοδο και προς μία μερίδα ΜΜΕ, ότι η ρωσική πλευρά ενδέχεται να ξεκινήσει στρατιωτικές επιχειρήσεις ακόμη και σήμερα. «Θα μπορούσαν να στοχοποιήσουν τα στρατιωτικά και κυβερνητικά κέντρα διοίκησης και ελέγχου του Κιέβου με ένα μπαράζ αεροπορικών επιδρομών πριν περάσουν τα τανκς πάνω από τα σύνορα. Την ίδια στιγμή ρωσικά αμφίβια πολεμικά πλοία θα μπορούσαν να εισβάλουν στη νότια ακτογραμμή της Ουκρανίας», αναφέρουν οι αμερικανικές υπηρεσίες, επικαλούμενες, μεταξύ άλλων, το γεγονός πως η Μόσχα έχει περισσότερους από 100.000 στρατιώτες συγκεντρωμένους κοντά στα ανατολικά σύνορα της Ουκρανίας συν 30.000 στρατιώτες στη Λευκορωσία και χιλιάδες πεζοναύτες σε πολεμικά πλοία στη Μαύρη Θάλασσα.

Εδαφικός ακρωτηριασμός

Την ίδια στιγμή πάντως αρκετοί Ρώσοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι εμφανίζονται μεν να αρνούνται τις κατηγορίες της Δύσης ότι σχεδιάζει εισβολή, σπεύδουν να προσθέσουν όμως πως η Ρωσία θα μπορούσε να λάβει απροσδιόριστη «στρατιωτικοτεχνική» δράση, εάν δεν ικανοποιηθούν μια σειρά από αιτήματα, συμπεριλαμβανομένου του αποκλεισμού του Κιέβου από την ένταξη στη συμμαχία του NATO. Παράλληλα η Ρωσία εμφανίζεται αποφασισμένη να ενισχύσει τη θέση της στις ρωσόφωνες περιφέρειες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, οι οποίες αποτελούν τις δύο περιοχές του Nτονμπάς που de facto έχουν αποσχιστεί από το Κίεβο και δεν ελέγχονται εδώ και αρκετά χρόνια από τις ουκρανικές δυνάμεις. Μόνο τυχαίο δεν είναι πως μόλις χθες η Ρωσική Δούμα απηύθυνε έκκληση στον Πρόεδρο Πούτιν να αναγνωρίσει τις παραπάνω περιφέρειες ως ανεξάρτητες οντότητες, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την, εν συνεχεία, πλήρη ενσωμάτωσή τους στην ρωσική επικράτεια, στα πρότυπα της Κριμαίας. Ήδη τα αιματηρά γεγονότα που συμβαίνουν εντός των ορίων της περιοχής του Ντονμπάς με ευθύνη των ουκρανικών Ε.Δ έχουν πληθύνει τις τελευταίες ημέρες, κάτι το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή μιας πιθανής συγκρατημένης επέμβασης από τη Μόσχα. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως χθες οι ουκρανικές Ε.Δ σκότωσαν έναν Ρωσόφωνο πολιτοφύλακα, το δεύτερο περιστατικό που σημειώνεται μέσα σε λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία την περασμένη Κυριακή, ενός Έλληνα ομογενούς σε χωριό της περιοχής.

Το σενάριο μιας «περιορισμένης σε έκταση» ρωσικής εισβολής στις περιφέρειες του Ντονμπάς εξετάζεται σοβαρά από τις δυτικές αρμόδιες υπηρεσίες, δεδομένου ότι πρόκειται για μία περιοχή όπου στην πραγματικότητα ο έλεγχος της έχει περάσει ήδη στα χέρια της Μόσχας, η οποία ασκεί επιρροή αλλά και διοίκηση μέσω των αυτονομιστικών ομάδων που η ίδια συντηρεί και υποστηρίζει. Πρόκειται για ένα σενάριο το οποίο, αν και είναι σε βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, θα μπορούσε να αποτελέσει έναν έντιμο συμβιβασμό ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία με την μεν πρώτη να διατηρεί στη σφαίρα ενδιαφέροντός της την χώρα και τη δεύτερη να εξασφαλίζει τον χερσαίο διάδρομο που θα ενώνει και δια ξηράς την χερσόνησο της Κριμαίας με τη ρωσική επικράτεια.

Διπλωματικός πυρετός

Οι εξελίξεις στο ουκρανικό ζήτημα, με επίκεντρο την αναζήτηση μίας διπλωματικής επίλυσης της κρίσης, εξακολουθούν να βρίσκονται, έστω και οριακά, σε διαδικασία προόδου, με τον Γενικό Γραμματέα του NATO Γενς Στόλτενμπεργκ να καλωσορίζει τις ενδείξεις ότι η Ρωσία ενδέχεται να αναζητεί μια διπλωματική λύση στο ζήτημα της ρωσικής στρατιωτικής ανάπτυξης στα σύνορα της Ουκρανίας. «Υπάρχουν ενδείξεις από τη Μόσχα ότι η διπλωματία θα πρέπει να συνεχιστεί. Αυτό δίνει λόγους για συγκρατημένη αισιοδοξία. Όμως μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει οποιαδήποτε ένδειξη αποκλιμάκωσης στο πεδίο από τη ρωσική πλευρά», ανέφερε ο κ. Στόλτενμπεργκ λίγο πριν από τη διήμερη σύνοδο των υπουργών Άμυνας της Συμμαχίας που θα πραγματοποιηθεί σήμερα και αύριο στις Βρυξέλλες. «Η Ρωσία έχει συγκεντρώσει μέσα και γύρω από την Ουκρανία μια μάχιμη δύναμη που δεν έχει προηγούμενο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Όλα είναι τώρα στη θέση τους για μια νέα επίθεση. Όμως η Ρωσία εξακολουθεί να έχει το χρόνο να κάνει πίσω, να σταματήσει να προετοιμάζεται για πόλεμο και να αρχίσει να εργάζεται για μια ειρηνική λύση», δήλωσε ο επικεφαλής του ΝΑΤΟ υπογραμμίζοντας πως η υφιστάμενη κατάσταση είναι «η πιο σοβαρή κρίση ασφαλείας που έχουμε αντιμετωπίσει εδώ και δεκαετίες στην Ευρώπη».

Από την πλευρά του ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν κατά την διάρκεια της χθεσινής συνέντευξης τύπου με τον Γερμανό καγκελάριο Ολαφ Σολτς στο Κρεμλίνο, σημείωσε ότι η Ρωσία δεν θέλει πόλεμο και για αυτό πρότεινε την διεξαγωγή συνομιλιών με την Δύση για να διασφαλισθεί η ίση ασφάλεια στην Ευρώπη. «Θέλουμε ένα πόλεμο ή όχι; Φυσικά όχι», ήταν η απάντηση του Ρώσου προέδρου, όταν ρωτήθηκε αν αποκλείει το ενδεχόμενο ενός πολέμου στην Ευρώπη. Ο Ρώσος πρόεδρος δήλωσε επίσης ότι η Ρωσία ενημερώθηκε για το ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ στο εγγύς μέλλον, αλλά ότι η Μόσχα δεν θεωρεί ότι αυτή η διαβεβαίωση είναι αρκετά καλή και ότι θέλει να επιλυθεί το θέμα στο σύνολό του τώρα. Διατυπώνοντας τις επιφυλάξεις του για την προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και για τον ρόλο του, υπενθύμισε τον πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, λέγοντας ότι «ήμασταν μάρτυρες ενός πολέμου στην Ευρώπη, που έκανε το ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας», προσθέτοντας ότι «υπήρξε πόλεμος χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ» και πως «ήταν ένα κακό παράδειγμα, που όμως υπήρξε».

Nord Stream 2

Να επισημάνουμε πως οι συνομιλίες ανάμεσα στον Ρώσο πρόεδρο και τον Γερμανό Καγκελάριο διήρκεσαν περισσότερο από τρεις ώρες με το μεγαλύτερο μέρος τους να αναλώνεται στην ουκρανική κρίση και τον αγωγό Nord Stream 2. Ο Πούτιν αναφερόμενος στον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2, είπε ότι αναμένει την έγκριση της γερμανικής ρυθμιστικής αρχής, τονίζοντας ότι είναι ένα καθαρά εμπορικό έργο το οποίο θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Παράλληλα επανέλαβε ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να συνεχίσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας μετά το 2024, όταν λήξει η ισχύουσα συμφωνία για την διαμετακόμιση φυσικού αερίου. Σχολιάζοντας τις σχετικές εξελίξεις ο Γερμανός Καγκελάριος Όλαφ Σολτς, τόνισε ότι οι σχέσεις Γερμανίας και Ρωσίας είναι «καλές» κι ότι οι διμερείς οικονομικοί δεσμοί εξακολουθούν να έχουν μεγάλες δυνατότητες. Σε ότι αφορά την ανακοίνωση του Κρεμλίνου για την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων, ο Σολτς την χαρακτήρισε ένα «καλό σημάδι».