Κυριακή του Ασώτου: Επιστροφή, μετάνοια και το Ευαγγέλιο των Ευαγγελίων

Κυριακή του Ασώτου: Επιστροφή, μετάνοια και το Ευαγγέλιο των Ευαγγελίων

Ένας άνθρωπος έχει δύο γιούς. Ο νεώτερος γιός ζητάει χωρίς περιστροφές από τον πατέρα του το μερίδιό του από την κληρονομιά. Αλλά το κομμάτι αυτό, αποκομμένο από το σύνολο της αλήθειας της ζωής του πατέρα, δεν μπορεί να ζήσει, δεν μπορεί να καρποφορήσει. Το κομμάτι αυτό, όταν το παίρνουμε δυναστικά, αντάρτικα, όπως και όταν θέλουμε, δεν μάς οδηγεί στη ζωή, αλλά στην απόγνωση και την καταστροφή. Η αμαρτία, η αδυναμία, αν θέλετε, του νεώτερου γιου, είναι ότι όντας ανώριμος δεν έχει φθάσει στο να ξέρει, ότι η ουσία του πατέρα είναι η ίδια μέ την ουσία του υιού.

Και ο πατέρας του δίνει το κομμάτι, το επιβάλλον μέρος της περιουσίας, που ζητάει. Είναι άρχοντας αγάπης. Δεν ενδιαφέρεται για τον εαυτό του. Ενδιαφέρεται να σώση το παιδί του. Αυτό βρίσκεται στο σκοπό της ζωής του, είναι καταξίωση του, «είναι» του. Δεν τον ενδιαφέρει τι θα πει ο κόσμος, όπως ενδιαφέρει τόσο πολύ εμάς για το πώς θα χαρακτηρίσουν το παιδί μας για τις αστοχίες του, δεν τον ενδιαφέρει αν θα χάση το κύρος του, αν παρουσιαστεί ως πατέρας αποτυχημένος, με παιδί που αφήνει το σπίτι και φεύγει μακρυά. Η αγάπη του πατέρα πάει πιο μακριά απ’ ό,τι μπορεί να πάει η κρίση του κόσμου ή η ανταρσία του γιού του.

Για τον λόγο αυτό δεν του κάνει διδασκαλία με λόγια. Τώρα πρέπει να τον αφήσει να περιπλανηθεί, να πάθει, να μάθει, να δει προσωπικά το ψεύδος και τις ανυπόστατες απάτες.

Αυτό ξέρει ο πατέρας, ότι είναι κάτι θανάσιμα επικίνδυνο, αλλά δεν βλέπει άλλη λύση. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τον συντροφεύει πάντοτε με την αγάπη του, που υπάρχει στο σπίτι, αλλά απλώνεται παντού. Δίνει αγωγή στο παιδί του υποφέροντας μυστικά ολόκληρος, βγαίνοντας στο σταυρό της αναμονής.

Το θέμα δεν είναι ο πατέρας να κρατήσει δια της βίας τον γιό κοντά του, αλλά να του δώση τη δυνατότητα, να δημιουργήση τις προϋποθέσεις, ώστε ο ίδιος μόνος του να έλθει προς αυτόν. Αυτή η κίνηση προς τον πατέρα ορίζει τον υιό.

Και ο άσωτος φεύγει. Πηγαίνει για να ζήσει σε μια χώρα ξένη, όπου τα πάντα ξοδεύονται χωρίς να ανανεώνονται. Αλλά μετά από λίγο μένει μόνος. Οι φίλοι του έμειναν κοντά του όσο κράτησαν τα πλούτη του. Αρχίζει να ζει την έκπτωση και την εξαθλίωση. Και όταν πηγαίνει να ζητήσει βοήθεια τον σπρώχνουν πιο χαμηλά. Τον στέλνουν να βόσκει χοίρους, να ποιμάνει τα πάθη. Τον κάνουν χοιροβοσκό. Του αρνούνται τη φύση του, την ανθρωπιά του, την αξιοπρέπεια του, την ευγένεια του. Τον θεωρούν ζώο.

Η επιστροφή και η μετάνοια

Όμως, η δοκιμασία του νεώτερου γιου στη μακρινή χώρα φανέρωσε και το τι έκρυβε μέσα του, τι αντοχή είχε, τι έμεινε ανέπαφο, σε ποιόν να καταφύγει, πού υπάρχει τροφή, ζωή και ανάσταση για όλους.

Και αρχίζει να μονολογεί: «Μπορεί να τα έχασα όλα! Μπορεί να χάθηκα κι εγώ. Κυριολεκτικά να, πέθανα. Αλλά υπάρχει κάτι που δεν χάνεται, δεν πεθαίνει. Είναι ο πατέρας μου και η αγάπη του. Δεν σκέφτομαι τα παιδιά του -είμαι ανάξιος για κάτι τέτοιο- σκέφτομαι τους υπηρέτες του, πώς τους φέρεται, πώς τους χορταίνει. Θα σηκωθώ και θα γυρίσω πίσω και θα πω στον πατέρα μου: Αμάρτησα στον ουρανό και ενώπιόν σου. Σε σένα που έχεις τέτοια αγάπη που γεμίζει ουρανό και γη. Σε σένα που ακόμη εδώ, στη μακρινή χώρα της στέρησης και της κόλασης, με συνοδεύεις. Δεν είμαι άξιος να λέγωμαι γιός σου. Ξέπεσα, έχασα την υιοθεσία. Αυτή είναι η αμαρτία μου. Δεν είναι η περιουσία σου που σπατάλησα. Καθύβρισα τη μια σχέση του παιδιού προς τον πατέρα. Πάτερ ήμαρτον».

Ξέρετε, είναι σχετικά εύκολο να παραδεχθώ τα λάθη και τα ελαττώματά μου, αλλά είναι πολύ δύσκολο να αναγνωρίσω ξαφνικά πως έχω προδώσει, πως έχω χάσει την πνευματική μου, την αληθινή μου ομορφιά, πως βρίσκομαι τόσο μακριά από το αληθινό μου σπίτι.

Και ο άσωτος παίρνει το δρόμο της επιστροφής. Πριν ακόμη φθάσει στο σπίτι, ο πατέρας τον βλέπει από μακρυά και τρέχει. Χωρίς να του πει τίποτα, πέφτει ολόκληρος στην αγκαλιά του και τον καταφιλεί. Ήδη ο γιός κατάλαβε, πήρε την απάντηση. Ο πατέρας άκουσε την εξομολόγηση. Γιατί πάντοτε ήταν μαζί με το παιδί του. Αυτό το οποίο παρακαλώ να προσέξουμε είναι ότι η πρώτη λέξη της ομολογίας του δεν είναι «συγχώρα με», αλλά «πατέρα». Είναι το όνομα του πατέρα που ανεβαίνει από τα βάθη του «είναι» του και του δίνει το θάρρος να ελπίζει.

Η πατρική αγάπη

Εκείνη τη στιγμή ο άσωτος ομολογεί το λάθος του και σιωπά. Δεν μπορεί να συνεχίσει. Τα χάνει με τον χείμαρρο της αγάπης του πατέρα που τον διαλύει. Και το λόγο παίρνει ο πατέρας που μιλά ξεκάθαρα εν σιωπή. Δεν λέει στο παιδί του για τον εαυτό του. Ούτε αν πόνεσε, ούτε πόσο πόνεσε όταν έφυγε. Ούτε πόσο χαίρεται τώρα που γύρισε. Ούτε τον μαλώνει για να δικαιώσει τον εαυτό του. Αυτά δε λέγονται. Διότι η μυσταγωγία της σχέσης τους ιερουργείται σε χώρο βαθειάς σιωπής. Πυράκτωμα αγάπης που παραλύει τη γλώσσα.

Έτσι νίκησε η πατρική αγάπη το θάνατο. Και άναψε τούτη η χαρά, το πανηγύρι, που ενδύεται και πάλι ο γιός την στολή την πρώτη, και φορά το δακτυλίδι της υιοθεσίας, και θύεται ο μόσχος ο σιτευτός.

Οι δικές μας επιστροφές

Αυτή η επιστροφή δεν μοιάζει με τις δικές μας επιστροφές ή τουλάχιστον αυτές που έχουμε στο μυαλό μας. Οι δικές μας είναι τοποθετημένες λίγο-πολύ σε μια νομικίστικη σχέση, σε μια αντίληψη που καλλιεργεί μάλλον τις συμφωνίες μεταξύ κυρίων που δεν αθετούν το λόγο τους, κατά τον ακόλουθο τρόπο: Λοιπόν, πατέρα, να τα συζητήσουμε, να δούμε τα πράγματα ψύχραιμα. Να δούμε σε τι φταις εσύ και σε τι φταίω εγώ. Να βρούμε ένα τρόπο συμβίωσης. Όχι ότι δεν μπορώ να ζήσω μακρυά από σένα. Μπορώ, αλλά μιά και είσαι πατέρας μου είπα να γυρίσω. Τώρα όμως πρέπει να μην επαναληφθούν τα ίδια.

Αυτή η επιστροφή είναι η κόλαση της λογικής και της δικαιοσύνης. Βλέπετε υπάρχει παραμονή στο σπίτι που είναι περιπλάνηση σε χώρα μακρινή. Υπάρχει επιστροφή που είναι μεγαλύτερη απομάκρυνση από το σπίτι.

Δεν γνωρίζω πόση σχέση έχει ο καθένας μας με τον πατέρα και το νεώτερο γιό. Αυτό όμως που γνωρίζουμε όλοι είναι, ότι μπορούμε να γυρίσουμε στον Πατέρα μας, γιατί εκείνος είναι η ζωή, η επικύρωση της αξιοπρέπειάς μας, η επανεύρεση της ανθρωπιάς μας. Γι’ αυτό, σύμφωνα με το λόγο του Εκκλησιαστή, μας λέγει: «Υιέ μου δος μου την καρδιά σου. Όλα τα άλλα θα στα δώσω εγώ».

(Από το βιβλίο του Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων, Η παραβολή του ασώτου υιού)

Πηγή: Ekklisiaonline.gr