Κυριακή Δ’ Νηστειών: Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος «Πιστεύω κύριε βοήθει μου…»

Κυριακή των Δ΄ Νηστειών – Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος:

«Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Ο Κύριος, ο οποίος καλείται στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε να θεραπεύσει έναν δαιμονιζόμενο νέο, πρωτίστως εξετάζει την πίστη του πατέρα του ο οποίος ζητά την θεραπεία, διότι η πίστη είναι προϋπόθεση για το θαύμα. Όταν όμως ερωτάται από τους μαθητές του γιατί δεν μπόρεσαν και εκείνοι να θεραπεύσουν το νέο από το δαιμόνιο, ο Ιησούς δεν απαντά εξ αιτίας της αδύναμης πίστης τους όπως θα ήταν αναμενόμενο, αλλά εξ αιτίας της απουσίας δύο βασικών για την περίσταση προϋποθέσεων.

Της προσευχής και της νηστείας. Και τούτο διότι όπως θα τονίσουν οι πατέρες της εκκλησίας η μεν προσευχή είναι η δύναμις του ουρανού η δε νηστεία η δύναμις της ψυχής.

Η νηστεία και η προσευχή είναι δύο στύλοι της πίστεως. Είναι δύο φωτιές, οι οποίες καίνε τα πονηρά πνεύματα. Με τη νηστεία καθαρίζονται τα δοχεία του σώματος και της ψυχής από το δυσώδες περιεχόμενό τους, από τα εγκόσμια πάθη και την κακία. Με την προσευχή προσελκύουμε στο κεκαθαρμένο δοχείο της καρδιάς τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Ο Κύριος εκφράζει το μεγάλο του παράπονο:

ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;[1]

Είναι σα να έλεγε όχι μόνο στα πλήθη, αλλά περισσότερο στον πατέρα του νέου: Επειδή εσύ είσαι άπιστος, γίνεσαι αιτία να μη θεραπευτεί το παιδί σου. Κι όταν κατόπιν ο τσακισμένος από τη θλίψη πατέρας λέει στον Κύριο, εάν μπορείς να κάνεις κάτι, βοήθησέ μας, ὁ Κύριος και πάλι τον διορθώνει και τον ελέγχει λέγοντας:

Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι[2].

Ήθελε να δείξει και πάλι ότι η κλονισμένη πίστη του ήταν το εμπόδιο στο θαύμα. «Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ[3]». Βοήθησέ με να απαλλαγώ από την ολιγοπιστία μου, και αναπλήρωσε εσύ την έλλειψη της πίστεώς μου.

Το πονηρό δαιμόνιο μόλις είδε τον Κύριο, με το βλέμμα του νέου, μέσα στον οποίον βρισκόταν, αμέσως καταλήφθηκε από σατανική μανία, επειδή αντιλήφθηκε ότι θα αναγκαζόταν να εγκαταλείψει το θύμα του. Και τότε προκάλεσε έντονους σπασμούς στο νέο. Αφού έπεσε κατά γης, κυλιόταν και άφριζε από το στόμα του. Σκόπιμα επέτρεψε ο Κύριος στο νέο την τελευταία αυτή δοκιμασία, για να αντιληφθούν και ο πατέρας και οι άλλοι παρευρισκόμενοι πόσο οι δαίμονες φοβούνται την δύναμή Του.

Απορημένοι οι μαθητές για τον λόγο που δεν κατάφεραν να εκβάλουν το δαιμόνιο «ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό[4]». Ο Ιερός Χρυσόστομος λέει «εμοί δοκούσιν αγωνιάν και δεδοικέναι, μήποτε την χάριν, ην επιστεύθησαν, απώλεσαν[5]». Νομίζω, λέει, ότι κυριεύθηκαν από αγωνία και φόβο, μήπως έχασαν την χάρη και την δύναμη, που ο Κύριος τους είχε εμπιστευθεί νωρίτερα, να εκβάλλουν δαιμόνια. Και ο Κύριος τους απάντησε με παρρησία «διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν[6]».

Είδαμε ότι η απιστία του πατέρα και η αδυναμία των Αποστόλων προκάλεσαν την οργή του Χριστού, πόση αγανάκτηση θα προκαλεί στον Ιησού η σημερινή κατάσταση των Χριστιανών, οι οποίοι ύστερα από τόσα θαύματα, μετά από τόσους μάρτυρες, νεομάρτυρες, μετά από τόσες θεοσημείες εξακολουθούμε να είμαστε αιχμάλωτοι των παθών μας, να είμαστε υπόδουλοι των παθών μας; Δυστυχώς κανείς δεν μπορεί να καυχηθεί ότι η σημερινή γενεά διατηρεί την πρωτοχριστιανική καθαρότητα στις σχέσεις μας με το Θεό, τον συνάνθρωπο και τον εαυτό μας.

Αν ο άνθρωπος έχει βαθιά πίστη, αν προσεύχεται αδιαλείπτως στον Τριαδικό Θεό, αν τηρεί την γνήσια Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση, αν μελετά την Αγία Γραφή, αν πορεύεται στη ζωή του βάσει των ιερών κανόνων, οι οποίοι θεσπίσθηκαν από τις Ιερές Συνόδους της Εκκλησίας μας, τις Οικουμενικές και τις Τοπικές, μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, το οποίο τον βασανίζει και τον ταλαιπωρεί.

Οι αρετές με τις οποίες είναι προικισμένος ο άνθρωπος μπορούν με την πνευματική άσκηση και τον άοκνο αγώνα του κάθε πιστού να αυξάνονται και να καρποφορούν, να δίνουν πνευματικούς καρπούς, που κάνουν τον πιστό άνθρωπο κοινωνό της χάριτος του Θεού.

Η πίστις χωρίς τον πνευματικό μας αγώνα και τα πνευματικά έργα καταντά νεκρή. Πίστη χωριζομένη από τον Χριστό είναι νεκρή. Ο Κύριος, όμως, ήθελε ένα μόνο πράγμα, για να τελέσει το θαύμα. Να αντικρίσει την πίστη αυτού του δυστυχισμένου πατέρα. Και ο δυστυχισμένος αυτός πατέρας, προικισμένος με την αρετή της ταπεινοφροσύνης, αναγνώρισε την έλλειψη που είχε στην υπάρχουσα πίστη του. Και ζήτησε από τον Κύριο, να του αυξήσει αυτή την πίστη. Το θαύμα έγινε.

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Ο Κύριος μας διδάσκει ότι τον πόλεμο εναντίον των πονηρών δαιμόνων και τα ριζωμένα μας πάθη πρέπει να τα πολεμούμε με προσευχή επιμονή προς τον Θεό, ενισχυμένη με νηστεία, ώστε με την θεία δύναμη και ενίσχυση να βγαίνουμε νικητές και τροπαιοφόροι.

Να παρακαλούμε αδιάλειπτα να μας προσθέτει ο Κύριος πίστη στη ζωή μας «Πρόσθες ημίν πίστιν[7]», γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος να κλονίζεται με τα τελευταία γεγονότα που συμβαίνουν στον κόσμο η πίστη μας.

Ιεροδιάκονος Ραφαήλ Χ. Μισιαούλης, θεολόγος

Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακας γεννήθηκε πιθανότατα το 523 μ.Χ. στη Συρία. Ήταν γιος πλούσιας και ευσεβούς οικογένειας. Σε νεαρή ηλικία, παρακολούθησε ανώτερο κύκλο μορφώσεως, ώστε να διακρίνεται ανάμεσα στους συνομήλικούς του. Εκείνος όμως, ενδιαφερόταν περισσότερο για την προσευχή, τις θεολογικές μελέτες, την συγγραφική εργασία και την άσκηση. Πήγε στο Όρος Σινά, κοντά στον φημισμένο αναχωρητή Μαρτύριο, ο οποίος καθοδήγησε πνευματικά τον νεαρό Ιωάννη. Μετά από τέσσερα χρόνια άσκησης, εκάρη μοναχός ενώ η φήμη των αρετών και της σοφίας του είχε ευρύτερα διαδοθεί. Γι’ αυτό πολλοί μοναχοί και λαϊκοί, αλλά και αξιωματούχοι έρχονταν στη Μονή για να ζητήσουν τη συμβουλή του.

Είχε και το χάρισμα της θαυματουργίας. Λόγω της διαβίωσής του στην Ιερά Μονή Σινά ονομάζεται και Σιναΐτης.

Μετά το θάνατο του ηγούμενου της Μονής και κατόπιν απαιτήσεως των αδελφών δέχθηκε να γίνει Ηγούμενος της ιεράς Μονής Σινά για μερικά χρόνια.

Η νοσταλγία, όμως, της ερημικής ζωής, έκανε τον Ιωάννη να αποσυρθεί πάλι στην έρημο και να αφοσιωθεί πάλι στις μελέτες του.

Εκοιμήθη εν ειρήνη περί το 606 μ.Χ. και άφησε δύο σπουδαιότατα συγγράμματα, την «Κλίμακα» και τον «Λόγον προς τον Ποιμένα».

Η «Κλίμακα» περιλαμβάνει τριάντα λόγους περί αρετής, όπου ο καθένας λόγος περιλαμβάνει και μια αρετή, ξεκινώντας από τις πιο πρακτικές και ανεβαίνοντας σαν σκαλοπάτια κατέληξε στις θεωρητικά υψηλές.

Στη πνευματική ζωή έχουμε βαθμίδες χαμηλές και υψηλές, καταστάσεις κατώτερες και ανώτερες.

Γι’ αυτό και το σύγγραμμα ονομάζεται Κλίμακα των αρετών.

Στο έργο του αυτό ο συγγραφέας παρουσιάζει συστηματικά τις ιδέες του για την κοινοβιακή κυρίως, αλλά και για την ερημική ζωή, ταξινομώντας αυτές κατά τρόπο που δείχνει πορεία προς την ηθική τελείωση. Είναι γραμμένο σε κομψή ελληνική γλώσσα, καλοδουλεμένη με χάρη και μελωδικότητα.

Έχει διαύγεια, γλαφυρότητα, παραστατικότητα και παρουσιάζει πλούτο εκφράσεως, καλαισθησία και ευγένεια. Στη διακόσμηση του λόγου με εικόνες και παρομοιώσεις ο ιερός συγγραφέας είναι απαράμιλλος. Πάσης φύσεως σχήματα λόγου αναδύονται καθώς και ωραίες και επιτυχημένες προσωποποιήσεις.

Από την αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής το σύγγραμμά του διαβάζεται σε όλα τα ορθόδοξα μοναστήρια. Επειδή είναι παγκόσμιο κειμήλιο αναλύσεως όλων των παθών και των αρετών, η Εκκλησία τιμά ιδιαίτερα σε αυτή τη πνευματική περίοδο τον συγγραφέα άγιο Ιωάννη της Κλίμακας και το προτείνει για ανάγνωσμα. Η μνήμη του εορτάζεται στις 30 Μαρτίου και την Δ΄ Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Μερικοί λόγοι του, από την Κλίμακα:

1) Η ταπεινοφροσύνη είναι ουράνιος ανεμοστρόβιλος που μπορεί να ανεβάσει την ψυχή από την άβυσσο της αμαρτίας στα ύψη του ουρανού.
2) Μητέρα της πηγής είναι η άβυσσος των υδάτων πηγή δε της διακρίσεως η ταπείνωσις

Πηγή: Ekklisiaonline.gr