Κορωνοϊός και Τραμπ «βουλιάζουν» το δολάριο…

Τον περασμένο Μάρτιο το αμερικανικό νόμισμα έφτανε στα ύψη καθώς ο φόβος του κορωνοϊού και της ύφεσης οδηγούσε επενδυτές από όλο τον κόσμο στο «πράσινο νόμισμα» που θεωρείται το κλασικό καταφύγιο ασφαλείας.

Μέσα στο καλοκαίρι, όμως, η κατάσταση αντιστράφηκε και το δολάριο έκανε μια μεγάλη βουτιά, φτάνοντας 11% χαμηλότερα από τα υψηλά του Μαρτίου και κοντά στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 27 μηνών.

Η αγορά έχει πλημμυρίσει από αρνητικές προβλέψεις για το μέλλον του αμερικανικού νομίσματος, ενώ περίπου ένας στους τρεις διαχειριστές κεφαλαίων θεωρούν το «σορτάρισμα» του δολαρίου ως την κορυφαία επενδυτική επιλογή τους μέχρι το τέλος του χρόνου (σ.σ. προβλέπουν πτώση και επομένως πουλάνε δολάρια για να τα ξαναγοράσουν φθηνότερα).

Από τις πιο ακραίες εκτιμήσεις είναι εκείνη του Ουλφ Λίνταλ, επικεφαλής της αμερικανικής εταιρείας επενδύσεων σε νομίσματα A.G. Bisset, ο οποίος, σύμφωνα με το Reuters προβλέπει ότι το δολάριο θα πέσει κατά 36% έναντι του ευρώ, μέσα σε ένα χρόνο ή λίγο περισσότερο, φτάνοντας στα χαμηλά δεκαετίας. Η ανάλυση του Λίνταλ βασίζεται σε κύκλους 15ετίας, κατά τους οποίους το αμερικανικό νόμισμα υποχωρεί απότομα, προτού ανακτήσει το έδαφος.

Αλλά και οι περισσότερες διεθνείς επενδυτικές τράπεζες και εταιρείες, προβλέπουν πτώση για το δολάριο, έστω και πιο μέτρια.

H Goldman Sachs προβλέπει ότι η τιμή του ευρώ σε δολάρια θα φτάσει το 1,30 μέχρι το 2023, απο 1,19 σήμερα.

Άλλοι, όπως ο επικεφαλής επενδύσεων της Blackrock περιμένει μόνο μικρή υποχώρηση, καθώς εκτιμά ότι η παγκόσμια εξάρτηση του εμπορίου από το δολάριο θα αποτρέψει την μεγάλη υποχώρηση.

Η πτωτική τάση για το αμερικανικό νόμισμα τροφοδοτείται κατά κύριο λόγο από τα μεγάλα προβλήματα που δημιουργεί στην οικονομία των ΗΠΑ η έξαρση της πανδημίας του κορωνοϊου και η αποτυχία της κυβέρνησης να διαχειριστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα σε σχέση με άλλες χώρες.

Ταυτόχρονα, η απόφαση της Ε.Ε. για το Ταμείο Ανάκαμψης με την «προίκα» των 750 δισ. ευρώ ενισχύει τις προοπτικές ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας και, επομένως, του ευρώ.

Την πτωτική τάση ενισχύουν τα μέτρα που λαμβάνουν οι αρχές για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές επιπτώσεις του Covid-19 και στο πεδίο αυτό καθοριστική ήταν η μεταστροφή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) σε σχέση με τον πληθωρισμό, η οποία ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα. Ο πρόεδρος της Fed ανακοίνωσε ότι αλλάζει ο στόχος για τον πληθωρισμό και ο τελευταίος θα μπορεί να κινείται και πάνω από το 2% που ήταν το όριο μέχρι τώρα. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι τα επιτόκια θα μείνουν χαμηλά για μεγάλο χρονικό διάστημα, κάτι που ευνοεί χαμηλότερη ισοτιμία του νομίσματος.

Η πτώση του δολαρίου παραδοσιακά ενισχύει το αμερικανικό χρηματιστήριο, το οποίο, όπως και σχεδόν όλα τα χρηματιστήρια παγκοσμίως, έκαναν μεγάλο ράλι, καταγράφοντας εξαιρετικές αποδόσεις τον Αύγουστο -που ήταν ο καλύτερος μήνας για τα χρηματιστήρια από τη δεκαετία του 1980. Η υποχώρηση του νομίσματος ευνοεί τις εταιρείες που εξάγουν (όπως κατ’ εξοχήν οι εταιρείες τεχνολογίας), ενώ οι αμερικανικές μετοχές γίνονται φθηνότερες για τους επενδυτές από το εξωτερικό. Υπολογίζεται ότι φέτος, μέχρι το τέλος της χρονιάς, θα έχουν επενδυθεί περίπου 300 δισ. δολάρια από το εξωτερικό σε μετοχές στις ΗΠΑ.

Από την άλλη πλευρά, όμως, εάν η πτωτική τάση για το δολάριο διατηρηθεί επί μακρόν και ενισχυθεί πιθανότατα θα δώσει «σήμα» για θεμελιώδεις, ανησυχητικές ανισορροπίες στην οικονομία των ΗΠΑ.