Καταγγελία Νικολαίδου κατά Γ. Ελεγκτή: Άστοχες οι προσωπικές επιθέσεις

Καταγγελία Νικολαίδου κατά Γ. Ελεγκτή: Άστοχες οι προσωπικές επιθέσεις

Αυτούσια η ανακοίνωση της Επιτρόπου

Το Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα στο πλαίσιο διερεύνησης καταγγελίας από φυσικό πρόσωπο, σύμφωνα με ισχυρισμούς του οποίου προσωπικά του δεδομένα είχαν αποσπαστεί παράνομα και κοινολογηθεί μέσω πράξεων και /ή παραλείψεων του Γενικού Ελεγκτή, ζήτησε από την Ελεγκτική Υπηρεσία πληροφορίες που θα συνέδραμαν στη διερεύνηση της υπόθεσης.

Αδιαμφισβήτητα, με βάση την οικεία νομοθεσία τόσο δυνάμει του προηγούμενου νομοθετικού πλαισίου όσο και με βάση το υφιστάμενο πλαίσιο, αρμόδια εποπτική Αρχή στη Δημοκρατία για τον έλεγχο της ορθής εφαρμογής και τήρησης του νομικού πλαισίου για την προστασία των προσωπικών δεδομένων είναι το Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και ο θεσμός που εκπροσωπεί.

Κατά τη διερεύνηση της καταγγελίας η Ελεγκτική Υπηρεσία μέσω του επικεφαλής της, του Γενικού Ελεγκτή, δεν εφοδίασε το Γραφείο της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, ως είχε εκ του Νόμου υποχρέωση, ώστε να μπορέσει απρόσκοπτα και αδιάλειπτα να προχωρήσει στη διερεύνηση της υπόθεσης.

Καθηκόντως και εφόσον δεν κατέστη δυνατή η συλλογή όλων των απαραίτητων πληροφοριών ώστε να είναι σε θέση το Γραφείο της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα να προχωρήσει στη διερεύνηση της υπόθεσης και να αποδώσει τυχόν ευθύνες εκεί και όπου προβλέπεται νομοθετικά, ενήργησε όπως προβλέπει το γράμμα της οικείας νομοθεσίας, ήτοι μέσω καταγγελίας της Ελεγκτικής Υπηρεσίας στον Γενικό Εισαγγελέα για ενδεχόμενη διάπραξη συγκεκριμένων ποινικών αδικημάτων.

Το πρόσταγμα που έχει το Γραφείο της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα καθώς και οι εξουσίες (συμβουλευτικές διερευνητικές, διορθωτικές, κυρωτικές και αδειοδοτικές) της Αρχής που εκπροσωπεί με βάση το Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων και τον εθνικό Νόμο που συμπληρώνει τον Κανονισμό δεν παρέχουν τη δυνατότητα διάκρισης και /ή διαφοροποίησης στον τρόπο διερεύνησης και εξέτασης καταγγελιών ή πρακτικών καθ’ υπέρβαση της νομοθεσίας μεταξύ Οργανισμών του Ιδιωτικού Τομέα και Οργανισμών του Δημόσιου Τομέα. Τονίζεται ότι υπέρτερο καθήκον και προτεραιότητα της Αρχής είναι η ίση μεταχείριση και αντιμετώπιση όλων των περιπτώσεων υπεύθυνων επεξεργασίας ανεξαρτήτως νομικής φύσης τους.

Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αφήνονται οι Αρχές να προβαίνουν σε όλες τις προβλεπόμενες εκ των Νόμων νενομισμένες εξουσίες και αρμοδιότητές τους απρόσκοπτα, αντικειμενικά και αμερόληπτα.

Προσωπικές επιθέσεις και αναφορές είναι ατυχείς και άστοχες και δεν συμβάλλουν στην απρόσκοπτη λειτουργία ενός ευνομούμενου κράτους ούτε προωθούν τη νόμιμη και θεμιτή λειτουργία των ανεξάρτητων αξιωματούχων και των θεσμών που αυτοί εκπροσωπούν.