Κίνα-Γουχάν: Συγγενείς θυμάτων του κορωνοϊού καταγγέλλουν δωροδοκίες και εκφοβισμό

Συγγενής θύματος κορονοϊού απαιτεί να συναντήσει τους εμπειρογνώμονες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που βρίσκονται στη Γουχάν για να ερευνήσουν την προέλευση της πανδημίας, λέγοντας ότι θα έπρεπε αυτοί να μιλήσουν με τις οικογένειες που έχασαν ανθρώπους από τον ιό, καθώς οι Αρχές ασκούν πιέσεις ώστε να κρατήσουν σιωπηλούς τους κατοίκους της Γουχάν. Συγγενείς των θυμάτων της Covid-19 καταγγέλλουν δωροδοκίες ή εκφοβισμό από τις κινεζικές Αρχές προκειμένου να μην μιλήσουν στους ειδικούς ερευνητές.

Ο Ζανγκ Χάι κρατώντας τη φωτογραφία του πατέρα του, ο οποίος πέθανε από κορονοϊό στη Γουχάν, ζητεί από τους ειδικούς του ΠΟΥ να έχουν “τη γενναιότητα” να συναντηθούν με τις οικογένειες. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι μαρτυρίες των οικογενειών για την έκρηξη του ιού στην πόλη που υπήρξε το επίκεντρο για το ξέσπασμα της πανδημίας, ενδέχεται να βοηθήσει τους διεθνείς ερευνητές, την ώρα που το Πεκίνο προσπαθεί να αποποιηθεί των ευθυνών του. Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία που έδωσαν στη δημοσιότητα οι Κινέζοι ερευνητές στις αρχές του 2020, ο νέος κορονοϊός μεταδόθηκε από μια νυχτερίδα ή κάποιο άλλο ζώο, προτού φτάσει στον άνθρωπο. Η επιδημία φαίνεται ότι ξεκίνησε από μια αγορά στη Γουχάν, όπου πωλούνταν ζωντανά άγρια ζώα, κυρίως πανγκολίνοι.

Η ομάδα του ΠΟΥ έφτασε στην πόλη στην κεντρική Κίνα στις 14 Ιανουαρίου. Αφού έμειναν δύο εβδομάδες σε καραντίνα, οι ειδικοί του ΠΟΥ ετοιμάζονται να ξεκινήσουν την Πέμπτη τις έρευνές τους επί του πεδίου, την ώρα που το Πεκίνο προσπαθεί να πείσει την παγκόσμια κοινότητα ότι η πανδημία δεν ξεκίνησε από την Κίνα, αλλά μπορεί να εισήχθη στη χώρα. Σε αυτό το πλαίσιο συγγενείς θυμάτων της Covid-19 κατηγορούν το κομμουνιστικό καθεστώς ότι προσπαθεί να τους αποτρέψει από το να πλησιάσουν τους διεθνείς εμπειρογνώμονες.

Οι οικογένειες αυτές είχαν συγκεντρωθεί πέρυσι ζητώντας την επιβολή κυρώσεων στους τοπικούς αξιωματούχους που υποτίμησαν τη σοβαρότητα της επιδημίας, φτάνοντας στο σημείο να τιμωρήσουν τους πρώτους ανθρώπους που αποκάλυψαν τι συμβαίνει. Πολλοί από τους συγγενείς προσπάθησαν να προσφύγουν στη δικαιοσύνη, όμως καταγγέλλουν ότι αυτές απορρίφθηκαν από τα δικαστήρια.

Οι συγγενείς των θυμάτων αναφέρουν πως μετά την άφιξη των διεθνών εμπειρογνωμόνων του ΠΟΥ στην Κίνα, η πίεση από τις Αρχές έχει αυξηθεί. Περίπου 100 συγγενείς θυμάτων αντάλλασσαν μηνύματα στην εφαρμογή WeChat, που είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στην Κίνα, όμως πριν από δέκα ημέρες ο ιστότοπος απέκλεισε την ομάδα τους, αναφέρει ο Ζανγκ Χάι, που είναι από τους επικεφαλής του κινήματος.

“Αυτό δείχνει ότι οι Αρχές ανησυχούν. Φοβούνται ότι αυτές οι οικογένειες θα επικοινωνήσουν με τους ειδικούς του ΠΟΥ”, δηλώνει ο 51χρονος άνδρας, ο πατέρας του οποίου πέθανε στην αρχή της πανδημίας χωρίς ο θάνατός του να συνδέεται επισήμως με την covid-19, καθώς τότε δεν γίνονταν πολλά τεστ.

“Όταν ο ΠΟΥ έφτασε στη Γουχάν, η ομάδα διαλύθηκε με τη βία. Το αποτέλεσμα ήταν ότι χάσαμε την επαφή με πολλά μέλη”, εξηγεί.

Όπως και άλλοι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης στην Κίνα, το WeChat που διαχειρίζεται ο τεράστιος διαδικτυακός όμιλος Tencent, μπλοκάρει τακτικά περιεχόμενο ευαίσθητο για το καθεστώς.

Σημειώνεται πως η επιδημία προκάλεσε επισήμως τον θάνατο 3.900 ανθρώπων στη Γουχάν, όπου καταγράφηκε η μεγάλη πλειονότητα των θανάτων στην Κίνα από κορονοϊό (συνολικά 4.636 νεκροί). H χώρα έχει καταφέρει να εξαλείψει σε μεγάλο βαθμό την επιδημία στο έδαφός της ήδη από την άνοιξη, αν και τις τελευταίες εβδομάδες εμφανίστηκαν κάποιες εστίες σε μερικές επαρχίες. Με λιγότερους από 90.000 ασθενείς με κορονοϊό, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η Κίνα απέχει πολύ από τους απολογισμούς άλλων χωρών.

Ωστόσο, πολλοί συγγενείς θυμάτων αμφισβητούν τους αριθμούς αυτούς, καταγγέλλοντας ότι πολλοί εξ αυτών υπέκυψαν στις πιέσεις των Αρχών για να μην καταγραφούν οι συγγενείς τους ως ασθενείς Covid-19.

Μια συνταξιούχος, η οποία ισχυρίζεται ότι η κόρη της πέθανε από κορονοϊό τον Ιανουάριο του 2019, διηγείται ότι την κάλεσαν την προηγούμενη εβδομάδα οι Αρχές για να της πουν “να μην μιλήσει στα μέσα ενημέρωσης, ούτε να επιτρέψει να την εκμεταλλευθούν”. “Έπειτα από αυτό ήρθαν στο σπίτι μου χθες και μου είπαν το ίδιο τροπάρι και μου έδωσαν 5.000 γιούαν (640 ευρώ) για την απώλειά μου”, πρόσθεσε. Λίγο μετά που ένας Κινέζος δημοσιογράφος χρησιμοποίησε ένα ιδιωτiκό μήνυμα για να επικοινωνήσει με κάτοικο της Γουχάν της οποίας ο γιος μόλις είχε πεθάνει από κορονοϊό, η τραγική μητέρα δέχθηκε τηλεφώνημα από τις τοπικές Αρχές προειδοποιώντας τη να κρατήσει το στόμα της κλειστό. Αστυνομικοί με πολιτικά ρούχα άρχισαν να περιφέρονται έξω από το σπίτι της και η 67χρονη Τσάι Μιαν φοβήθηκε και αποφάσισε να μην μιλήσει στον δημοσιογράφο, σύμφωνα με δημοσίευμα των Times του Λονδίνου πριν από έναν μήνα.