Η Τράπεζα Κύπρου απέρριψε για 3η φορά πρόταση εξαγοράς από τη Lone Star Funds – Σημαντική άνοδος της μετοχής

Πρόταση εξαγοράς από τη Lone Star Funds έναντι 1,51 ευρώ ανά μετοχή απέρριψε η Τράπεζα Κύπρου, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg και άλλων μέσων ενημέρωσης του εξωτερικού.

Η Τράπεζα έχει δεχθεί άλλες δύο προτάσεις προτάσεις εξαγοράς της από τον Μάιο του 2022 με την πρώτη να λαμβάνεται στις 5 Μαΐου για την τιμή του 1,25 ευρώ ανά μετοχή με την πρόταση να απορρίπτεται ομόφωνα από το ΔΣ στις 20 του ίδιου μήνα.

Η δεύτερη πρόταση λήφθηκε, πέντε μέρες μετά την πρώτη απόρριψη, 25 Μαΐου 2022 στην τιμή €1.38 ανά μετοχή της Τράπεζας Κύπρου και όπως αναφέρεται “μετά από προσεκτική εξέταση μαζί με τους χρηματοοικονομικούς συμβούλους του, το Διοικητικό Συμβούλιο απέρριψε ομόφωνα την Δεύτερη Πρόταση στις 3 Ιουνίου 2022”.

Με ανακοίνωσή του την Παρασκευή (19.8.2022), ο όμιλος ιδιωτικών επιχειρηματικών κεφαλαίων επιβεβαίωσε ότι είχε κάνει πρόταση σε μετρητά.

Νωρίτερα, το Bloomberg είχε αναφέρει την είδηση για την προσέγγιση της Lone Star Funds στην Τράπεζα Κύπρου με σκοπό την εξαγορά, ενώ σύμφωνα με το δημοσίευμα δεν είναι βέβαιο το αν τελικά ο όμιλος θα προχωρήσει σε προσφορά.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου για τις εξαγορές, η Lone Star Funds έχει προθεσμία μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2022 στις 17:00 για να ανακοινώσει εάν θα κάνει προσφορά.

Εκπρόσωπος της Τράπεζας Κύπρου αρνήθηκε να σχολιάσει.

Η μετοχή της Τράπεζας Κύπρου σημείωσε άνοδο έως και 23%.

Η Lone Star Funds έχει έδρα το Ντάλας και επικεφαλής τον δισεκατομμυριούχο ιδρυτή και πρόεδρο John Grayken. Στο ιστορικό της υπάρχουν επενδύσεις σε τράπεζες, ενώ το χαρτοφυλάκιό της περιλαμβάνει τη γερμανική IKB Deutsche Industriebank και την πορτογαλική Novo Banco.

Πολλοί επενδυτές έχουν επιλέξει να μείνουν μακριά από τις τράπεζες, οι οποίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω παλαιών τεχνολογικών συστήματων, ρυθμιστικού πλαισίου και κεφαλαιακών απαιτήσεων, ωστόσο ο κλάδος έχει αρχίσει να γίνεται πιο ελκυστικός, λόγω της αύξησης των επιτοκίων.

Την ίδια στιγμή, ορισμένοι επενδυτές εξακολουθούν να ανησυχούν ότι οι μελλοντικές υφέσεις και οι αθετήσεις δανείων θα αντισταθμίσουν τα αυξανόμενα κέρδη από τα υψηλότερα επιτόκια.