Η ενεργειακή κρίση η ακρίβεια και οι προβλέψεις των αναλυτών για το 2022

Άρθρο Γνώμης του Γεωργίου Βασιλάκη*    

Οι υψηλές τιμές της ενέργειας και η επίδραση τους εκτιμούν οι αναλυτές των διεθνών οίκων ότι θα διατηρηθούν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα όλο το 2022 προκαλώντας αλυσιδωτές ανατιμήσεις σε όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες. Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για ζήτημα τεχνικό, χωρίς πολιτικές διαστάσεις. Όμως γύρω από αυτούς πληθαίνουν οι νεοψυχροπολεμικές ιαχές όσων ακριβώς έχουν θέσει ως πρώτιστο πολιτικό στόχο την ματαίωση της λειτουργίας του υποθαλάσσιου αγωγού ρωσικού φυσικού αερίου Nord Stream 2.

Οι αιτίες είναι πολλές το αποτέλεσμα είναι ένα σε περίοδο αφθονίας πόρων  και  ενεργειακής ζήτησης λόγω του χειμώνα και ανάγκης για ανάκαμψη των ευρωπαϊκών οικονομιών λόγω και της υγειονομικής κατάστασης  οι ΗΠΑ με τα πλοία μεταφοράς αερίου LNG συμβολικού χαρακτήρα ποδηγετούν την Ευρώπη και την οδηγούν σε προκλητή ενεργειακή κρίση.

Το 2020 το μέσο ευρωπαϊκό νοικοκυριό ξόδεψε περίπου 1.200 ευρώ για ηλεκτρικό ρεύμα και φυσικό αέριο και με βάση τις τρέχουσες τιμές χονδρικής, αυτές οι δαπάνες θα αυξηθούν στα 1.850 ευρώ έως τα τέλη του 2022, όπως εκτιμά η Bank of America. (SHUTTERSTOCK)

Το έντονα ασταθές περιβάλλον στην αγορά ενέργειας αναμένεται να επιμείνει κατά τη διάρκεια του 2022, όπως προβλέπουν οι αναλυτές, κάνοντας την ενεργειακή κρίση, η οποία σημάδεψε το 2021, ένα από τα μεγαλύτερα θέματα και του 2022 για τις κυβερνήσεις, τα νοικοκυριά και τις κεντρικές τράπεζες, «απειλώντας» την ανάπτυξη καθώς και πολλές επιχειρήσεις.

Αν και η τιμή του φυσικού αερίου έχει αποκλιμακωθεί από το ιστορικό υψηλό των 180 ευρώ/MWh που είχε φτάσει τον Δεκέμβριο και κάτω από τα 100 ευρώ/MWh την τελευταία εβδομάδα, οι ημερήσιες διακυμάνσεις είναι έντονες, φτάνοντας ακόμη και τα 20 ευρώ/MWh. Ανάλογες διακυμάνσεις παρατηρούνται και στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία αν και είναι σημαντικά χαμηλότερη στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες από το ρεκόρ των 400 ευρώ/MWh τον Δεκέμβριο, και στα 150-160 ευρώ, ωστόσο δεν αναμένεται να επιστρέψει εκεί που ήταν πριν από ένα χρόνο. Οι διεθνείς οίκοι εκτιμούν πως η μεταβλητότητα θα κυριαρχήσει το 2022, και αν και προς τα τέλη του τρέχοντας έτους θα σημειωθεί μείωση των τιμών, αυτές θα συνεχίσουν να κινούνται σε υψηλά επίπεδα.

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οίκου αξιολόγησης S&P, οι ασταθείς και υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, του άνθρακα και της ενέργειας αναμένεται να επιμείνουν κατά τη διάρκεια του 2022, με πιθανά «επεισόδια» εκτόξευσης αλλά και βουτιάς. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο του οίκου, το ευρωπαϊκό αέριο, με βάση το ολλανδικό TTF, θα σημειώσει μείωση, αλλά θα παραμείνει υψηλότερο από τα ιστορικά δεδομένα. Βέβαια, όπως επισημαίνει, οι περιορισμοί της προσφοράς θα μπορούσαν να ωθήσουν τις τιμές εκ νέου υψηλότερα.

Οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας πιθανότατα θα σταθεροποιηθούν σε υψηλότερο επίπεδο, ενώ η αυξημένη μεταβλητότητα θα γίνει «κανόνας» στην αγορά καθώς επιταχύνεται η ενεργειακή μετάβαση λόγω της ταχύτερης απόσυρσης της χρήσης ορυκτών καυσίμων και της πιο απρόβλεπτης αύξησης της δυναμικότητας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, παράλληλα με τη μεγαλύτερη εξάρτηση από τις καιρικές συνθήκες.

Οι αναλυτές θεωρούν απίθανη την επιστροφή των τιμών στα επίπεδα των αρχών του 2021.

Κατά τη Societe Generale, ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους για το 2022 είναι οι τιμές της ενέργειας να μην υποχωρήσουν τόσο γρήγορα όσο αναμένει η αγορά ή ακόμη και να επιταχυνθούν εκ νέου, όπως τους τελευταίους μήνες. Η γαλλική τράπεζα ήλπιζε, όπως σημειώνει, ότι η έγκριση του Nord Stream 2 θα μπορούσε να προσφέρει κάποια ανακούφιση στην αγορά την άνοιξη, αλλά φαίνεται ότι η έγκρισή του θα καθυστερήσει για το δεύτερο εξάμηνο του 2022 το νωρίτερο και, στη χειρότερη περίπτωση, μπορεί να μη γίνει, εάν ξεσπάσουν εντάσεις με τη Ρωσία. Απρόβλεπτα γεγονότα, όπως το πρόσφατο κλείσιμο του 30% του πυρηνικού συστήματος παραγωγής της Γαλλίας, θα μπορούσαν επίσης να επιδεινώσουν τον εφοδιασμό, ενώ ο κρύος καιρός, ειδικά σε μεγάλες χώρες κατανάλωσης φυσικού αερίου όπως η Κίνα, μπορεί να αποσύρει τις προμήθειες από την Ευρώπη.

Σε αυτό το πλαίσιο, το ενεργειακό κόστος που αναμένεται να επωμιστούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις φέτος αλλά και το 2023 αναμένεται βαρύ. Το 2020 το μέσο ευρωπαϊκό νοικοκυριό ξόδεψε περίπου 1.200 ευρώ για ηλεκτρικό ρεύμα και φυσικό αέριο, και με βάση τις τρέχουσες τιμές χονδρικής αυτές οι δαπάνες θα αυξηθούν στα 1.850 ευρώ έως τα τέλη του 2022, όπως εκτιμά η Bank of America. Μόνο το ένα τέταρτο της αύξησης στο ενεργειακό κόστος αναμένεται να καλυφθεί από τα μέτρα ελάφρυνσης που εφαρμόζουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, όπως επισημαίνει.

Πιο αναλυτικά, η αμερικανική τράπεζα υπολογίζει, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα μέτρα στήριξης των κυβερνήσεων, ότι το κόστος της ενέργειας για τα νοικοκυριά έχει ήδη αυξηθεί κατά 20%-30% το 2021 και στα 1.450 ευρώ, ενώ το 2022 αναμένεται αυξηθεί κατά 20%-40% περαιτέρω και στα 1.850 ευρώ και θα συνεχίσει να αυξάνεται ελαφρώς και το 2023. «Συνεχίζουμε να βλέπουμε ανοδικούς κινδύνους για τις ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου σε όλο αυτό το διάστημα του χειμώνα και πιθανώς και το επόμενο καλοκαίρι λόγω σοβαρών ελλείψεων αποθεμάτων», τονίζει η Bank of America.

Παράλληλα, ισχυρό είναι το «χτύπημα» και για τις εταιρείες-βιομηχανικούς καταναλωτές. Κατά την BofA, η ανατίμηση στο ηλεκτρικό ρεύμα έφτασε το 20% και στο φυσικό αέριο το 15% το 2021 για τις εταιρείες, και προβλέπεται περαιτέρω αύξηση 70% και 100% αντίστοιχα το 2022, ενώ το 2023 θα δουν και άλλη αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου. Οι αναλυτές της BofA εκτιμούν μάλιστα πως οι αυξήσεις στις τιμές θα λάβουν πιο επίμονα και μόνιμα χαρακτηριστικά, και θεωρούν απίθανη την επιστροφή στα επίπεδα των αρχών του 2021.

Οι επιδοτήσεις του Ιανουαρίου στην Ελλάδα

184 εκατ. σε επιχειρήσειςΗ Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα της Ευρώπης μεταξύ των 27 κρατών-μελών που κατέθεσε πρόταση κρατικής ενίσχυσης των επιχειρήσεων το 2022 στη Διεύθυνση Ανταγωνισμού και πήρε την έγκριση, διασφαλίζοντας 133 εκατ. ευρώ για την επιδότηση του ρεύματος και 51 εκατ. ευρώ για την επιδότηση του φυσικού αερίου, μόνο για τον Ιανουάριο. Από τον Φεβρουάριο και μετά εξετάζεται σε συνεργασία με την Ε.Ε. η επιδότηση να είναι προσαρμοσμένη ανά επαγγελματικό κλάδο ανάλογα με τη βαρύτητα του ενεργειακού κόστους στη λειτουργία της επιχείρησης.

211 εκατ. σε νοικοκυριά

Για τη στήριξη των νοικοκυριών, σύμφωνα με τα μέτρα που ανακοινώθηκαν  από το πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και στη συνέχεια εξειδικεύθηκαν  από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα, θα διατεθεί συνολικό ποσό της τάξης των 157 εκατ. για την επιδότηση του λογαριασμού ρεύματος και ένα επιπλέον ποσό της τάξης των 54 εκατ. ευρώ για την επιδότηση του λογαριασμού φυσικού αερίου.

Σε αντίθεση με τις οριζόντιες επιδοτήσεις του προηγούμενου τετραμήνου, η επιδότηση στο ρεύμα τον Ιανουάριο θα αφορά μόνο την πρώτη κύρια κατοικία, θα δίνεται ως ποσοστό επί της αύξησης και θα εφαρμόζεται κλιμακωτά με βάση το ύψος της μηνιαίας κατανάλωσης.

Ρεύμα

Ειδικότερα και σε ό,τι αφορά το ηλεκτρικό ρεύμα, θα επιδοτηθούν όλες οι παροχές κύριας κατοικίας, όπως αυτές δηλώνονται στο E1 (4,2 εκατ. παροχές) ανεξαρτήτως εισοδήματος, εμβαδού κατοικίας ή παρόχου. Η επιδότηση θα είναι κλιμακωτή ώστε να κινητροδοτείται η εξοικονόμηση ενέργειας:

Στη μάχη αναχαίτισης των ενεργειακών αυξήσεων θα δοθούν 395 εκατ. ευρώ τον πρώτο μήνα του έτους.

  • Για τις πρώτες 150 KWh κατανάλωσης ανά μήνα επιδοτείται το 80% της αύξησης με 160 ευρώ/MWh.
  •  Για τη μηνιαία κατανάλωση από 151-300KWh επιδοτείται το 60% της αύξησης με 120 ευρώ/MWh.
  • Η μέση μηνιαία ενίσχυση αντιστοιχεί σε 42 ευρώ για τις πρώτες 300KWh.

Στα νοικοκυριά ενταγμένα στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο (ΚΟΤ) η επιδότηση θα ανέλθει στα 180 ευρώ/MWh, δηλαδή απορροφάται το 90% της αύξησης. H μέση μηνιαία ενίσχυση για το ΚΟΤ αντιστοιχεί σε 54 ευρώ για τις πρώτες 300KWh.

Φυσικό αέριο

Σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο, για τα νοικοκυριά η επιδότηση από την κυβέρνηση θα ανέλθει σε 20 ευρώ ανά θερμική MWh για το σύνολο της μηνιαίας κατανάλωσης. Το μέτρο αφορά 540.000 οικιακούς καταναλωτές ανεξαρτήτως εισοδήματος, μεγέθους κατοικίας ή παρόχου. Ο υπουργός Κώστας Σκρέκας ανακοίνωσε επιπλέον έκπτωση από τη ΔΕΠΑ Εμπορίας ύψους 20 ευρώ ανά θερμική MWh για όλη τη μηνιαία κατανάλωση στους πελάτες της και θα ζητηθεί, όπως είπε, αντίστοιχη στήριξη από τους υπόλοιπους παρόχους σε συνεργασία μαζί της. Η ΔΕΠΑ υπολογίζεται ότι θα διαθέσει συνολικά περί τα 22 εκατ. ευρώ για τους πελάτες της (άμεσους και έμμεσους), οι οποίοι καλύπτουν συνολικά το 85% της οικιακής κατανάλωσης. Για το υπόλοιπο 15% μένει να φανεί η ανταπόκριση των άλλων ομίλων που προμηθεύουν τους παρόχους λιανικής φυσικού αερίου. Το συνολικό ύψος της επιδότησης από την κυβέρνηση και τη ΔΕΠΑ θα ανέλθει σε 54 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο, αντισταθμίζοντας πάνω από το ήμισυ της χονδρεμπορικής τιμής, που εκτιμάται στα 114 ευρώ η μεγαβατώρα. Οι καταναλωτές φυσικού αερίου και μετά την επιδότηση θα πληρώσουν πάντως φέτος διπλάσιο κόστος για θέρμανση σε σχέση με πέρυσι, έναντι τετραπλάσιου που θα πλήρωναν χωρίς την επιδότηση.

Επιχειρήσεις

Οσον αφορά τις επιχειρήσεις, οι καταναλώσεις φυσικού αερίου θα επιδοτηθούν τον Ιανουάριο με 30 ευρώ/MWh, με τη συνολική επιδότηση να ανέρχεται σε 51 εκατ. ευρώ. Για τις επιχειρήσεις που καταναλώνουν ρεύμα σε όλους τους κλάδους (αγροτικές, εμπορικές, βιομηχανικές κ.λπ.) η επιδότηση θα ανέλθει στο 50% του αυξημένου κόστους και θα αφορά το σύνολο της μηνιαίας κατανάλωσης. Η μοναδιαία τιμή της επιδότησης ορίζεται σε 65 ευρώ/MWh. Το κατά πόσο πράγματι η επιδότηση θα καλύπτει το 50% του αυξημένου κόστους θα εξαρτηθεί, σύμφωνα με εκπροσώπους της βιομηχανίας, από το ύψος της χονδρεμπορικής τιμής ρεύματος, το οποίο το υπουργείο εκτιμά στα 176 ευρώ/MWh με βάση τα σημερινά δεδομένα, αλλά κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα εξελιχθεί. Η χονδρεμπορική τιμή σήμερα διαμορφώνεται στην εγχώρια αγορά στα 255,83 ευρώ και είναι σταθερά από τις αρχές του έτους η υψηλότερη –και με διαφορά μάλιστα– τιμή μεταξύ των 27 χωρών της Ε.Ε.

Χρειάζονται μέτρα στήριξης Η κυβέρνηση υπόσχεται ότι τον <<Φεβρουάριο θα αξιολογήσουμε εκ νέου την κατάσταση και θα επανακαθορίσουμε τις τιμές επιδότηση>>  τονίζει  ο υπουργός Κώστας Σκρέκας, θυμίζοντας ότι η κυβέρνηση έχει μέχρι σήμερα διαθέσει 1,3 δισ. για την αναχαίτιση των αυξήσεων. Και οι νέοι πόροι για την αναχαίτιση των αυξήσεων θα προέλθουν από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης το οποίο θα ενισχυθεί το 2022 με περίπου 1,5 δισ. ευρώ από τα έσοδα των δημοπρασιών δικαιωμάτων ρύπων.

Δεν είμαστε υπεύθυνοι μόνο γι’ αυτό που κάνουμε αλλά και γι’ αυτό που δεν κάνουμε. Μολιέρος και θα έπρεπε στην εξίσωση ανάμεσα στις ανάγκες και στους πόρους να μην μπαίνουν μόνο ιδιοτελή κριτήρια και να προσπαθήσουμε να κλείσουμε συμφωνίες που θα είναι win win και για τις δύο πλευρές.  

Ας εξηγήσουμε όμως τι πραγματικά συμβαίνει                                                                                               

Υπάρχουν κατά καιρούς  ανακοίνωσεις της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας που καλεί τη Ρωσία να στείλει μεγαλύτερες ποσότητες φυσικού αερίου προς τη Δύση ήρθε να επισημοποιήσει μια ευρύτερη αντιπαράθεση γύρω από τις διαδρομές του ρωσικού φυσικού αερίου.

Σύμφωνα με την οπτική που κυρίως μπορεί κανείς να δει σε δυτικά ΜΜΕ, το πρόβλημα έγκειται στο ότι η Ρωσία συνειδητά αποστέλλει μικρότερες ποσότητες από όσες θα μπορούσε προς την Ευρώπη, την ώρα που η ζήτηση για φυσικό αέριο αυξάνει, σε μια προσπάθεια να κρατήσει τεχνητά υψηλότερες τις τιμές του φυσικού αερίου, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος να μην υπάρχει αρκετό φυσικό αέριο για την Ευρώπη ιδίως εάν πρόκειται να υπάρξει ένας σχετικά βαρύς χειμώνας.

 Μεταπανδημικό μέλλον – Οι μεγατάσεις και τα εναλλακτικά σενάρια για τις επόμενες δεκαετίες

Σε αυτό προστίθεται και μια άλλη κατηγορία που είναι ότι η Ρωσία ουσιαστικά χρησιμοποιεί τη μειωμένη προσφορά και ως ένα εργαλείο εκβιασμού για να εξασφαλίσει πιο έγκαιρη λειτουργία του αγωγού Nord Stream 2, για τον οποίο οι ΗΠΑ έχουν εκφράσει αντιρρήσεις αλλά το καλοκαίρι επέλεξαν τον συμβιβασμό να μην βάλουν κυρώσεις υπό την προϋπόθεση ότι η Γερμανία θα έπαιρνε μέτρα σε περίπτωση που η Ρωσία «εργαλειοποιούσε» την παροχή φυσικού αερίου σε βάρος άλλων χωρών (δηλαδή εάν περιόριζε τις ποσότητες που διακινούνται μέσω Ουκρανίας).

Παρότι μπορεί κανείς να υποθέσει ότι εύλογα η Gazprom θα ήθελε να έχει αυξημένα έσοδα, άλλωστε τα εξορυκτικά έσοδα είναι βασικά πηγή εσόδων για το ρωσικό κράτος, εντούτοις το ζήτημα είναι πιο συνολικό.

Τι συμβαίνει με την αγορά φυσικού αερίου

Καταρχάς ούτως ή άλλως υπάρχει αυξημένη ζήτηση για φυσικό αέριο παγκοσμίως. Αυτό έχει να κάνει με την επιστροφή των περισσότερων χωρών σε σχετικά ισχυρούς αναπτυξιακούς ρυθμούς, αλλά και τη συνολικότερη στροφή προς το φυσικό αέριο ιδίως στην Ευρώπη καθώς κλείνουν εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από γαιάνθρακα και λιγνίτη, χωρίς η αύξηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας να μπορεί να καλύψει τις κενό που αφήνουν.

 Ειδικά στην Ευρώπη αυτό ήρθε μετά από ένα σχετικά βαρύ χειμώνα που σήμαινε ότι οι μειώθηκαν τα αποθέματα φυσικού αερίου στο κατώτατο επίπεδο εδώ και 9 χρόνια

Έπειτα στον ανταγωνισμό για τις παραγγελίες υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG)  από τις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή κερδισμένοι είναι οι αγοραστές από την Ασία που κατάφεραν να προσφέρουν καλύτερες τιμές και με αυτόν τον τρόπο ακύρωσε την ελπίδα που είχαν οι Ευρωπαίοι ότι έτσι θα κάλυπταν τις ανάγκες τους παρά τον περιορισμό της προσφοράς από τη Ρωσία.

Και βέβαια υπάρχει το πάγιο πρόβλημα του ανταγωνισμού ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία και του τρόπου που εκφράζεται στο ενεργειακό πεδίο. Μάλιστα, θα έλεγε κανείς ότι την ώρα που οι ΗΠΑ κατηγορούν τη Ρωσία, δια στόματος του Amos Hochstein, συμβούλου του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, ότι έχει επιλέξει τη χαμηλή προσφορά προς την αγορά και ότι αυτό μπορεί να θέσει «ζωές σε κίνδυνο», είναι οι ίδιες οι ΗΠΑ που κατεξοχήν θέλουν συνολικά να περιορίσουν τη ρωσική προσφορά φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, που καταγγέλλουν τη συγκεκριμένη εκδοχή «ενεργειακή εξάρτησης», που ουσιαστικά προσπάθησαν να μπλοκάρουν σε κάθε στάδιο την κατασκευή του Nord Stream 2 και που κυρίως προώθησαν τις δικές τους εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου.

Ο «Νέος Ψυχρός Πόλεμος»

Και αυτό είναι το παράδοξο με έναν τρόπο του τρόπου που διεξάγεται η όλη συζήτηση. Η Ρωσία είναι η χώρα που έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την προσφορά της με τρόπο που να μπορέσει να οδηγήσει τη αγορά σε εξισορρόπηση, σε κάλυψη της αυξημένης ζήτησης και σε εξομάλυνση και των τιμών. Όμως, την ίδια στιγμή που ουσιαστικά καλείται να το κάνει αυτό, είναι σε εξέλιξη ένας ευρύτερος γεωπολιτικός ανταγωνισμός, αυτό που συνήθως περιγράφεται ως «Νέος Ψυχρός Πόλεμος», πλευρά του οποίου είναι ακριβώς η υπονόμευση της δυνατότητας της Ρωσίας να έχει σημαντικά έσοδα μέσα από την εξορυκτική της βιομηχανία, που μία βασική πλευρά έχει το φυσικό αέριο.

Σε αυτό το φόντο πρέπει να δούμε την υπόθεση με τον αγωγό Nord Stream 2. Ύστερα από τον συμβιβασμό ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Βερολίνο ο αγωγός έχει ολοκληρωθεί. Αυτό που απομένει είναι να δοθεί και η έγκρισή από την αρμόδια γερμανική ρυθμιστική αρχή για τη λειτουργία του ώστε να αρχίσει να μεταφέρεται φυσικό αέριο. Η Ρωσία υποστηρίζει ότι η λειτουργία του Nord Stream 2 θα της επιτρέψει να μεταφέρει επιπλέον ποσότητες και έτσι να καλύψει όλες τις ανάγκες της Ευρώπης. Οι ΗΠΑ σε επίπεδο ρητορικής εξακολουθούν να είναι αντίθετες στον αγωγό, αν και δύσκολα μπορεί με κάποιον τρόπο να ανακοπεί η εκκίνηση λειτουργίας του αγωγού.

Και βέβαια η Ρωσία δεν ενδιαφέρεται μόνο οικονομικά για τη λειτουργία του αγωγού, αλλά και γεωπολιτικά. Το να μπορέσει να ολοκληρώσει και να λειτουργήσει ένα τέτοιο έργο, ρωσογερμανικής συνεργασίας, εν μέσω κλιμακούμενης αντιπαράθεσης (ή προσπάθεια για αντιπαράθεση) ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία, είναι για τη Μόσχα ένα σημαντικό επίτευγμα.

Σε κάθε περίπτωση γίνεται φανερό ότι γύρω από τα θέματα της ενέργειας τα ζητήματα ποτέ δεν μπορούν να θεωρηθούν αμιγώς οικονομικά. Δηλαδή, ζητήματα που έχουν να κάνουν με το κόστος παραγωγής, τις οριακές τιμές και τη σχέση ανάμεσα σε ζήτηση και προσφορά. Η γεωπολιτική διάσταση είναι εξίσου σημαντική και αποτυπώνεται σε διάφορες πλευρές αυτών των αντιπαραθέσεων.

Η οικονομική πραγματικότητα είναι, όπως πάντα, ένα σύμπλεγμα όπου το αποτέλεσμα γίνεται αιτία και η αιτία αποτέλεσμα. Τζων Κένεθ Γκαλμπρέιθ και «Τρέλα είναι να κάνεις το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά και κάθε φορά να περιμένεις διαφορετικό αποτέλεσμα» – Άλμπερτ Αϊνστάιν

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σε μια περίοδο αναταραχής δεν είναι η αναταραχή. Είναι να ενεργείς με βάση τη λογική του χθες. Peter Drucker

Τα παγκόσμια προβλήματα χρειάζονται παγκόσμιες λύσεις με αμοιβαιότητα και συγκλίσεις  και σε αυτό το πεδίο η αυτό θα συμβεί η θα ολισθαίνουμε στην επιβράδυνση της ανάπτυξης και στη διασπορά των προβλημάτων στις χώρες και τις κοινωνίες.

*Οικονομολόγου ΕΚΠΑ