Η Αρχή της «ίσης μεταχείρισης», μέσα από τη νομολογία των Κυπριακών Δικαστηρίων

Του Αναστάση Θεοχαρίδη*

Όπως αναμένετο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δικαίωσε εκ μητρογονίας πρόσφυγα και κατεδίκασε την Κυπριακή Δημοκρατία, για παραβίαση της αρχής της ισότητας. Σχετικό με την πιο πάνω υπόθεση, είναι φυσικά το άρθρο 28 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει και/ή επιβάλλει την ίση μεταχείριση όλων των πολιτών. Με αφορμή λοιπόν, την πρόσφατη καταδίκη της Κυπριακής Δημοκρατίας από το ΕΔΑΔ, κρίνουμε σκόπιμο να ανατρέξουμε στη νομολογία, για να λάβουμε καθοδήγηση, ως προς την ερμηνεία του άρθρου 28.

Το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος, προβλέπει ότι όλοι οι πολίτες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου και άρα θα πρέπει να τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εμπίπτει και η θετική υποχρέωση του κράτους για παροχή ίσων ευκαιριών σε όλους τους πολίτες, όπως επίσης και η ανάγκη εφαρμογής καθεστώτος ισονομίας για όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες.

Η αρχή της ισότητας, δεν θα πρέπει όμως να συγχέεται και/ή να εξισώνεται με την αριθμητική ισότητα . Όπως πολύ ορθά ανέφερε το Δικαστήριο, στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Eλένης Κωνσταντίνου, (2002) 3 Α.Α.Δ. 534, το άρθρο 28 του Συντάγματος, παραπέμπει στην «Αριστοτελική» έννοια της ισότητας, που έχει ως δείκτη ταξινόμησης την κατ’ ουσία ομοιότητα των πραγμάτων και όχι την αριθμητική τους αντιστοιχία.

Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο του εν λόγω άρθρου, είναι ότι ενώ από τη μια απαγορεύει τις αυθαίρετες και δυσμενείς διακρίσεις, από την άλλη δεν αποκλείει τις εύλογες διακρίσεις. Οι τελευταίες δύνανται να δικαιολογηθούν, μόνο εάν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι. Επιπλέον, θα πρέπει να αποσκοπούν στην διασφάλιση και/ή προστασία συγκεκριμένων συμφερόντων μερίδας πολιτών, οι οποίοι να χρήζουν ιδιαίτερης μεταχείρισης – Υπόθεση Μικρομμάτης ν. Δημοκρατίας, 2 R.S.C.C. 125.

Η αυθαίρετη εξομοίωση ανόμοιων καταστάσεων, συνιστά επίσης παραβίαση της αρχής της ισότητας. Όταν για παράδειγμα, πολίτες που βιώνουν διαφορετικές καταστάσεις και/ή βρίσκονται σε διαφορετική θέση ισχύος και/ή έχουν διαφορετικές ανάγκες, αντιμετωπίζονται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως όλοι οι υπόλοιποι, που αποδεδειγμένα δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες, τότε και σε αυτή την περίπτωση υπάρχει παραβίαση της αρχής της ισότητας. Με άλλα λόγια, η αρχή της ισότητας έχει νόημα μόνο όταν αναγνωρίζεται η φύση των υποκειμένων και αντικειμένων του δικαίου, έτσι ώστε να αποδίδονται τα ίσα στα όμοια και να αποκλείεται η ταύτιση των ανομοίων – Υπόθεση Σεργίδη ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119.

Σύμφωνα με το Άρθρο 28.2 του Συντάγματος, απαγορεύεται οποιαδήποτε μορφή διάκρισης, για οιονδήποτε λόγο και η οποία δεν είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένη. Θα πρέπει επίσης να τονισθεί ότι, σε αντίθεση με τα άλλα συνταγματικώς κατοχυρωμένα ανθρώπινα δικαιώματα, το δικαίωμα της ίσης μεταχείρισης, δεν δύναται να περιοριστεί.

Εν κατακλείδι, η πραγματική ισχύς του Άρθρο 28 του Συντάγματος, έγκειται στο γεγονός ότι δημιουργεί αυτόνομο και αυθύπαρκτο δικαίωμα ισότητας, το οποίο δεν αποτελεί απλή ιδεολογική διακήρυξη ή προγραμματική αρχή, αλλά πλήρη και αναγκαστικό κανόνα δικαίου, άμεσα εφαρμόσιμο στην Κυπριακή έννομη τάξη – Υπόθεση Γρηγορίου ν. Δήμου Λευκωσίας (Αρ.1), (1991) 4 Α.Α.Δ. 3005

*Δικηγόρος – Νομικός Σύμβουλος – Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος