Εορτόλογιο: Κυριακή της Σαμαρείτιδος (ΒΙΝΤΕΟ)

Η Κυριακή της Σαμαρείτιδος εορτάζεται 28 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα.

Κάθε χρόνο την τέταρτη Κυριακή μετά το Πάσχα, η Εκκλησία θυμάται τη συνάντηση του Ιησού Χριστού με μία γυναίκα από την πόλη της Σαμάρειας.

Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη, ο Ιησούς κατά τη μετάβασή του από την Ιουδαία στη Γαλιλαία συναντήθηκε με τη Σαμαρείτιδα στην πόλη Σιχάρ, κοντά στο πηγάδι του Ιακώβ, όπου στάθηκε για να ξεδιψάσει. Ο Ιησούς της ζήτησε νερό και στη συνέχεια, αφού της αποκάλυψε την ιδιότητά του, της εξήγησε τη διδασκαλία του.

Η γυναίκα πίστεψε και βαπτίστηκε χριστιανή με το όνομα Φωτεινή.

Την εποχή του Χριστού, οι Σαμαρείτες, που ήταν ειδωλολάτρες, βρίσκονταν σε οξεία διαμάχη με τους Ιουδαίους. Ο Ιησούς κατ’ αρχάς απαγόρευσε στους μαθητές του να επισκέπτονται τη Σαμάρεια, αλλά στη συνέχεια δεν δίστασε να προσηλυτίσει τους Σαμαρείτες, αρχής γενομένης από τη γυναίκα του Ευαγγελίου.

Ο Ιησούς και η Σαμαρείτισσα

Εκείνο τον καιρό πήγε ο Ιησούς στην πόλη της Σαμάρειας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στον τόπο που έδωσε ο Ιακώβ στο γιο του Ιωσήφ. Ήταν δε εκεί ένα πηγάδι, που το είχε ανοίξει ο Ιακώβ· ο Ιησούς λοιπόν, κουρασμένος όπως ήταν από την οδοιπορία, πήγε και καθόταν απλά και ταπεινά κοντά στο πηγάδι· η ώρα ήταν πάνω κάτω μεσημέρι. Έρχεται μια γυναίκα Σαμαρείτισσα να βγάλει νερό. Της λέγει ο Ιησούς· δός μου να πιω. Σ’ αυτή την ώρα οι μαθητές είχαν πάει στην πόλη για να αγοράσουν τρόφιμα.

Του λέγει λοιπόν η γυναίκα η Σαμαρείτισσα· πώς εσύ που είσαι Ιουδαίος ζητάς να πιεις νερό από μένα που είμαι Σαμαρείτισσα; Και το είπε αυτό, γιατί δεν έχουν συναναστροφή οι Ιουδαίοι με τους Σαμαρείτες. Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε· Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέγει, δός μου να πιω, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε νερό ζωντανό.

Του λέγει η γυναίκα: Κύριε, ούτε κουβά έχεις, αλλά και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού λοιπόν έχεις το νερό το ζωντανό; Μην τάχα είσαι συ πιο μεγάλος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που μας έδωκε το πηγάδι και ήπιε απ’ αυτό και αυτός και τα παιδιά του και τα κοπάδια του; Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε· όποιος πίνει από αυτό το νερό θα ξαναδιψάσει – αλλά όποιος θα πιει , από το νερό που εγώ θα του δώσω ποτέ δε θα διψάσει στον αιώνα, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του νερομάνα, που θα αναβλύζει αιώνια ζωή.

Του λέγει η γυναίκα- Κύριε, δός μου αυτό το νερό, για να μη διψώ μήτε να έρχομαι εδώ να βγάζω νερό. Της λέγει ο Ιησούς- πήγαινε φώναξε τον άνδρα σου και έλα εδώ. Αποκρίθηκε η γυναίκα και είπε- δεν έχω άνδρα. Της λέγει ο Ιησούς- καλά είπες πως άνδρα δεν έχω- γιατί πέντε άνδρες είχες με τη σειρά, και αυτός τώρα που έχεις δεν είναι άνδρας σου- αυτό αλήθεια το είπες.

Του λέγει η γυναίκα- Κύριε, θαυμάζω πως εσύ είσαι προφήτης. Οι πατέρες μας προσκύνησαν σε τούτο το βουνό- και σεις λέτε πως στα Ιεροσόλυμα είναι ο τόπος που πρέπει να προσκυνούμε. Της λέγει ο Ιησούς- γυναίκα, να με πιστέψεις, έρχεται ώρα που ούτε σε τούτο το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνάτε το Θεό. Σεις οι Σαμαρείτες αυτό που προσκυνάτε δεν το ξέρετε, εμείς οι Ιουδαίοι αυτό που προσκυνούμε το ξέρουμε, γιατί η σωτηρία προέρχεται από τους Ιουδαίους.

Αλλά έρχεται η ώρα, και ήρθε κιόλας, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν το Θεό πνευματικά και αληθινά- γιατί τέτοιους ζητάει ο Θεός εκείνους που τον προσκυνούν. Ο Θεός είναι πνεύμα και εκείνοι που τον προσκυνούν πνευματικά και αληθινά πρέπει να τον προσκυνούν. Του λέγει η γυναίκα· ξέρω πως έρχεται Μεσσίας που λέγεται Χριστός- όταν έλθει εκείνος, θα μας τα πει και θα τα εξηγήσει όλα. Της λέγει ο Ιησούς – εγώ είμαι που σου μιλώ. Πάνω στην ώρα ήλθαν και οι μαθητές του και τους έκανε εντύπωση που μιλούσε με μια γυναίκα· όμως κανένας δεν του είπε , τι συζητάς η τι μιλάς μαζί της;. Άφησε λοιπόν τη στάμνα της η γυναίκα και έφυγε στην πόλη και λέγει στους ανθρώπους. Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκαμα· μήπως αυτός είναι ο Χριστός; Βγήκαν λοιπόν από την πόλη και έρχονταν προς αυτόν.

Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακαλούσαν- και του έλεγαν διδάσκαλε φάγε· Εκείνος τους είπε· εγώ έχω να φάγω φαγητό που εσείς δεν το ξέρετε. Έλεγαν λοιπόν οι μαθητές μεταξύ τους· μήπως κανένας του έφερε να φάγει; Τους λέγει ο Ιησούς· δική μου τροφή είναι να κάνω το θέλημα εκείνου, που με έστειλε και να τελειώσω το έργο του. Σεις δεν το λέτε ότι πλησιάζει ο καιρός του θερισμού; Να, σας λέγω, σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε πέρα στα χωράφια ότι είναι άσπρα, έτοιμα κιόλας για θερισμό (τα έθνη και τους λαούς εννοούσε).

Και εκείνος που θερίζει παίρνει μισθό και μαζεύει καρπό για τη αιώνια ζωή, για να χαίρουν μαζί και εκείνος που σπέρνει και εκείνος που θερίζει. Εδώ εφαρμόζεται η αληθινή παροιμία, πως άλλος σπέρνει και άλλος θερίζει.

Εγώ σας έστειλα να θερίζετε εκείνο για το οποίο σεις δεν έχετε κοπιάσει· άλλοι έχουν κοπιάσει και σεις μπήκατε στον κόπο τους. Και από την πόλη εκείνη πολλοί από τους Σαμαρείτες πίστεψαν σ’ αυτόν, επειδή τους έλεγε η γυναίκα και μαρτυρούσε πως μου είπε όλα όσα έκαμα. Όταν ήλθαν προς αυτόν οι Σαμαρείτες, τον παρακαλούσαν να μείνει κοντά τους. και έμεινε εκεί δυο μέρες.

Και ακόμη πιο πολλοί πίστεψαν με τη διδαχή που τους έκανε, και έλεγαν στη γυναίκα πως τώρα πια δεν πιστεύουμε, γιατί μας το λες εσύ, αλλά γιατί εμείς οι ίδιοι έχουμε ακούσει και ξέρουμε πως αυτός είναι πραγματικά ο Χριστός ο σωτήρας του κόσμου.