Γ. Εισαγγελέας: Αυτοί απαρτίζουν τη τριμελή επιτροπή για την έρευνα ΣΚΤ

Γ. Εισαγγελέας: Αυτοί απαρτίζουν τη τριμελή επιτροπή για την έρευνα ΣΚΤ

Ανακοίνωση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, με ημερομηνία 28 Ιουνίου 2018 αναφέρει τα πιο κάτω σε σχέση με τον διορισμό Ερευνητικής Επιτροπής για τον Συνεργατισμό:

«Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει ο περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμος Κεφ. 44, όπως τροποποιήθηκε, αποφάσισε όπως διορίσει Ερευνητική Επιτροπή, η οποία να εντέλλεται όπως ερευνήσει και διακριβώσει όλα τα γεγονότα τα οποία σχετίζονται με την κατάσταση στην οποία περιήλθε το Συνεργατικό Πιστωτικό σύστημα στην Κύπρο.

Πρόεδρος της Ερευνητικής Επιτροπής θα είναι ο κ. Γεώργιος Αρέστης, πρώην Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου, τέως Δικαστής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο, και νυν Δικαστής στο Διεθνές Δικαστήριο του Κατάρ.

Μέλη της Επιτροπής θα είναι:

1. κ. Γεώργιος Χαραλάμπους, οικονομολόγος πρώην Υποδιευθυντής του Τμήματος Οικονομικών Μελετών της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, πρώην Ανώτερος Γενικός Διευθυντής της Τράπεζας Κύπρου, πρώην Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας Αναπτύξεως και πρώην Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου.

2. κ. Γιώργος Γεωργίου, πρώην Διευθύνων Σύμβουλος και εκτελεστικό μέλος στο Διοικητικό Συμβούλιο της Alpha Bank Κύπρου, πρώην Πρόεδρος του Συνδέσμου Τραπεζών Κύπρου και του Εργοδοτικού Συνδέσμου Τραπεζών.

Σύμφωνα με τις πρόνοιες της νομοθεσίας, η Επιτροπή έχει εξουσία να καλεί οποιουσδήποτε εμπειρογνώμονες, οι οποίοι να την συμβουλεύουν σε οποιαδήποτε θέματα της ειδικότητάς τους.

Λεπτομερείς όροι εντολής ως προς τα υπό διερεύνηση από την Επιτροπή θέματα, θα περιληφθούν στο σχετικό Διάταγμα το οποίο θα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας εντός των προσεχών ημερών, αφού γίνουν προηγουμένως όλες οι απαιτούμενες πρακτικές διευθετήσεις και προεργασίες, έτσι ώστε η Επιτροπή να είναι σε θέση να αρχίσει το έργο που της ανατίθεται, ευθύς μετά από τη δημοσίευση του Διατάγματος.

Με τους όρους εντολής δεν θα επιβάλλεται χρονικός περιορισμός σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο την οποία θα καλύψει η έρευνα, οπότε θα επαφίεται στην Επιτροπή να κρίνει το βάθος χρόνου και τη χρονική περίοδο της έρευνας η οποία απαιτείται, ανάλογα με τα γεγονότα και την πορεία της έρευνας.

Η Επιτροπή θα καλείται όπως υποβάλει την αιτιολογημένη έκθεσή της εντός της προθεσμίας που τάσσει ο Νόμος, ήτοι εντός τριών μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του Διατάγματος, επιφυλασσομένης της δυνατότητας παράτασης, αν καταδειχθεί ανάγκη, για ακόμη τρεις μήνες.»