Αυτά τα καθεστώτα είναι σύμμαχοι» του Σουλτάνου στον «ιερό πόλεμο» που ξεκίνησε…

Ιερό πόλεμο μοιάζει να έχει κηρύξει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Δύση, επιφυλάσσοντας για τον εαυτό του τον ρόλο του ηγέτη του Ισλάμ. Συγκεκριμένα, επιχειρεί να ηγηθεί του σουνιτικού Ισλάμ, ειδικά των τουρκογενών εθνοτήτων και των μουσουλμανικών πληθυσμών που κατοικούν σε περιοχές οι οποίες στο παρελθόν ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Δεν κρύβει, άλλωστε, τις νεοοθωμανικές φιλοδοξίες του. Σε αυτό το πλαίσιο αξίζει να ερμηνευτούν δηλώσεις του τύπου: «Οι χώρες της Δύσης που επιτίθενται στο Ισλάμ θέλουν να αρχίσουν πάλι τις Σταυροφορίες». Στη διαμάχη του με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν μιλάει ως de facto προστάτης και εκπρόσωπος των μουσουλμάνων. Ούτε οι αποτρόπαιες επιθέσεις της ισλαμικής τρομοκρατίας δεν μείωσαν την πολεμική ρητορική του. Είναι ενδεικτικό ότι εμμέσως αφήνει να αιωρείται ότι έχει τη δυνατότητα να πυροδοτήσει κοινωνικές εξεγέρσεις των μουσουλμανικών κοινοτήτων στην Ευρώπη. Αν και η τελευταία τρομοκρατική επίθεση με στόχο Γάλλους πολίτες θα έπρεπε κανονικά να ρίξει τους τόνους από την πλευρά Ερντογάν, αυτό δεν συνέβη. Αντιθέτως, δυναμιτίστηκαν περαιτέρω οι γαλλοτουρκικές σχέσεις. Ο Τούρκος πρόεδρος επιχειρεί, μάλιστα, να μετατρέψει την αντιπαράθεσή του με τον Μακρόν σε αντιπαράθεση με το Ισλάμ.

Πράγματι, πολλοί μουσουλμάνοι βλέπουν μόνο την προσβολή στο πρόσωπο του προφήτη τους και όχι τις τρομοκρατικές επαχθείς πράξεις των ομοδόξων τους. Είναι αυτοί που σπεύδουν να σταθούν στο πλευρό του Ερντογάν υιοθετώντας το αφήγημά του για «νέες σταυροφορίες» της Δύσης. Αυτό δεν αφορά, όμως, μόνο απλούς ανθρώπους, αλλά και καθεστώτα. Το Πακιστάν, η Μαλαισία, το Κατάρ και το Αζερμπαϊτζάν στοιχίζονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πίσω από τον Τούρκο πρόεδρο έχοντας ως κοινό παρονομαστή αφενός το συντηρητικό σουνιτικό Ισλάμ, αφετέρου κοινό γεωστρατηγικό προσανατολισμό.

Κατάρ: το πορτοφόλι του Ερντογάν

Οταν η Ντόχα πρόσφερε ανάσα στην υπό κατάρρευση τουρκική οικονομία διαθέτοντας 15 δισ. δολάρια, κανείς δεν αιφνιδιάστηκε. Το μικροσκοπικό αλλά πάμπλουτο εμιράτο έχει αποδειχθεί «φίλος παντός καιρού» για τον Ερντογάν. Οταν το 2017 τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία διέκοψαν τους διπλωματικούς δεσμούς με το Κατάρ δημιουργώντας συνθήκες αποκλεισμού του, η Τουρκία έσπευσε να του προσφέρει σωσίβιο. Εστειλε μεταφορικά αεροπλάνα με τρόφιμα και άλλα αγαθά. Η αμοιβαία στήριξη δεν οφείλεται μόνο σε γεωπολιτικούς λόγους. Υπάρχει και ιδεολογικός κοινός παρονομαστής. Δεν είναι τυχαίο ότι Τουρκία και Κατάρ στηρίζουν τη «Μουσουλμανική Αδελφότητα» και όλα τα παρακλάδια της. Η σουνιτική «Μουσουλμανική Αδελφότητα» ιδρύθηκε στην Αίγυπτο. Αρχική επιδίωξη ήταν ο προσεταιρισμός πιστών μουσουλμάνων με την παροχή κοινωνικού έργου και φιλανθρωπίας, πρακτική που ακολουθεί και η σιιτική οργάνωση «Χεζμπολάχ» στον Λίβανο.
Η «Αδελφότητα» ξεκίνησε ως θρησκευτικό και πολιτικοκοινωνικό κίνημα με σκοπό να εξαπλωθεί από την Αίγυπτο σε όλο τον αραβικό κόσμο και πέραν αυτού. Στην πραγματικότητα, είναι η μήτρα από την οποία προέκυψε όχι μόνο ο ισλαμικός φονταμενταλισμός, αλλά και η ισλαμική τρομοκρατία. Εκεί βρίσκονται οι ρίζες και της «Αλ Κάιντα» και του «Ισλαμικού Κράτους», έστω κι αν οι δρόμοι τους χώρισαν.

Μαλαισία

Οπως προαναφέρθηκε, και η Μαλαισία είναι σύμμαχος της Τουρκίας του Ερντογάν. Ειδικά το Ισλαμικό Κόμμα της Μαλαισίας έχει τέσσερις υπουργούς στην κυβέρνηση. Στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 2019, ο Ερντογάν, ο πρωθυπουργός της Μαλαισίας Μαχαθίρ Μουχάιντ και ο πρωθυπουργός του Πακιστάν Ιμράν Καν είχαν συναντηθεί στο περιθώριο της 74ης Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη. Οι τρεις τους είχαν συμφωνήσει τότε να δημιουργήσουν ένα αγγλόφωνο τηλεοπτικό κανάλι για την καταπολέμηση της ισλαμοφοβίας στη Δύση.

Παλαιστίνη

Υποστηρίκτρια του Ερντογάν είναι και η παλαιστινιακή «Χαμάς», η οποία ελέγχει τη Λωρίδα της Γάζας. Ο Ερντογάν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στην Παλαιστίνη λόγω της κόντρας του με το Ισραήλ. Εδώ και χρόνια εξάλλου εργαλειοποιεί το ιδιαίτερης συμβολικής σημασίας Παλαιστινιακό ζήτημα, προκειμένου να αναδειχθεί προστάτης και ηγέτης των απανταχού μουσουλμάνων.

Λίβανος

Στο πλευρό του Τούρκου προέδρου είναι και οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι» του Λιβάνου, οι οποίοι είχαν στηρίξει τη λαϊκή εξέγερση του περσινού Οκτωβρίου που δεν είχε θρησκευτικά κίνητρα. Είχε ξεκινήσει με αφορμή το σχέδιο της τότε κυβέρνησης Χαρίρι να φορολογήσει την εφαρμογή WhatsApp. Οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι» ουσιαστικά προσπαθούν να καλύψουν το κενό στην πολιτική εκπροσώπηση των σουνιτών, λόγω της παρακμής των κοσμικών ιδεολογιών και των κατεστημένων κομμάτων στον Λίβανo. Η δυναμική τους σε αυτή τη μικρή χώρα αντανακλά και την αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας εκεί. Δεν είναι τυχαίο που ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών έσπευσε να επισκεφτεί τη Βηρυτό μετά την πολύνεκρη έκρηξη, υποσχόμενος οικονομική βοήθεια και τουρκική υπηκοότητα στη τουρκμένικη μειονότητα του Λιβάνου. Γίνεται λόγος, μάλιστα, και για λαθρεμπόριο όπλων που κάνει η Τουρκία με σουνιτικές οργανώσεις του Λιβάνου, μέσω της Συρίας. Τον περασμένο Ιούνιο πραγματοποιήθηκαν και διαδηλώσεις σουνιτών στον Λίβανο κατά της αρμενικής μειονότητας. Οι διαδηλωτές κρατούσαν τουρκικές σημαίες και φώναζαν συνθήματα που εγκωμίαζαν τη Γενοκτονία των Αρμενίων!

Το μακρύ χέρι του Ερντογάν

Εκτός από κυβερνήσεις, ο Ερντογάν στηρίζεται και από οργανώσεις. Το Κέντρο Στρατηγικής Ερευνας για τη Δικαιοσύνη (ASSAM) είναι μία από αυτές. Η ASSAM διευθύνεται από τον απόστρατο ταξίαρχο Αντνάν Τανριβερντί, που ήταν πρώην επικεφαλής στρατιωτικός σύμβουλος του Ερντογάν. Ο Τανριβερντί είναι και ο ιδιοκτήτης της παραστρατιωτικής εταιρείας SADAT, για την οποία πολλοί πιστεύουν ότι είναι ο παραστρατός του Ερντογάν, ο οποίος είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Ο Τανριβερντί συνεχίζει να συμβουλεύει την κυβέρνηση Ερντογάν για στρατιωτικά θέματα, αν και εγκατέλειψε την επίσημη θέση του ως σύμβουλος τον Ιανουάριο του 2020. Η ASSAM προωθεί την ιδέα μιας ισλαμικής ένωσης με ηγέτη τον Τούρκο πρόεδρο.

Σε παραστρατό ελεγχόμενο από τον ίδιο έχει μετατρέψει ο Ερντογάν και τις διάφορες οργανώσεις τζιχαντιστών που πολέμησαν κυρίως στη Συρία εναντίον του καθεστώτος Ασαντ. Πολλοί μαχητές ανήκαν στην «Αλ Κάιντα» και στο «Ισλαμικό Κράτος», αλλά τώρα έχουν μετατραπεί σε ένα είδος μισθοφόρων της Αγκυρας. Είναι αυτοί που μεταφέρθηκαν από τους Τούρκους στη Λιβύη για να πολεμήσουν κατά των δυνάμεων του Χαλίφα Χαφτάρ και πρόσφατα μεταφέρθηκαν πάλι από τους Τούρκους στον Καύκασο για να πολεμήσουν στο πλευρό των Αζέρων εναντίον των Αρμενίων. Στην πραγματικότητα, ο Ερντογάν έχει στήσει ένα διεθνές δίκτυο τζιχαντιστών, τους οποίους χρησιμοποιεί ως πολεμικό εργαλείο για την εξυπηρέτηση των στόχων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.

Στο πλαίσιο της πολιτικής του να ασκήσει πίεση ειδικά στην Ευρώπη, ο Τούρκος πρόεδρος χρησιμοποιεί βέβαια και τις εκεί τουρκικές κοινότητες μεταναστών. Εχοντας εδώ και πολλά χρόνια υφάνει ένα δίκτυο με εθνικιστική και θρησκευτική βάση, έχει καταφέρει σε πολύ μεγάλο βαθμό να ελέγξει τους Τούρκους μετανάστες και τώρα επιχειρεί να τους εργαλειοποιήσει για να επηρεάσει κυρίως την κυβέρνηση της Ανγκελα Μέρκελ, αφού στη Γερμανία οι Τούρκοι που έχουν αποκτήσει δικαίωμα ψήφου είναι 3-4 εκατομμύρια. Για τον σκοπό αυτό, ο Ερντογάν διατηρεί στενές σχέσεις με τους ισλαμιστές του κινήματος Milli Gοrus, το οποίο διαθέτει περίπου 350.000 μέλη στην Ευρώπη, κυρίως στη Γερμανία. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται τουρκική διείσδυση και σε χώρες που δεν είχαν παραδοσιακές σχέσεις με την Αγκυρα.

Μέσω Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, που χρηματοδοτούνται από το καθεστώς Ερντογάν, η Τουρκία έχει αποκτήσει σημαντικά ερείσματα και σε μουσουλμανικές χώρες της Αφρικής. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι οι εικόνες με Αφρικανούς μουσουλμάνους που ζητωκραύγαζαν για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί και χαρακτήριζαν τον Ερντογάν ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου. Είναι ενδεικτικό ότι είχαν διοργανωθεί σχετικές εκδηλώσεις στη Σομαλία, στο Τόγκο και σε άλλες χώρες της Αφρικής. Ειδικά στη Σομαλία, εδώ και χρόνια έχει αναπτυχθεί οικονομική συνεργασία. Η Αγκυρα επένδυσε στον κατασκευαστικό κλάδο χτίζοντας νέο αεροδρόμιο και νοσοκομεία. Το αποκορύφωμα της στενής σχέσης των δύο χωρών σηματοδοτήθηκε με τη στρατιωτική βάση που άνοιξε η Τουρκία στο Μογκαντίσου. Εκεί, εκατοντάδες Τούρκοι στρατιώτες εκπαιδεύουν Σομαλούς στρατιώτες.

Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον της Τουρκίας για τα Δυτικά Βαλκάνια, τα οποία προσπαθεί να παρασύρει στη σφαίρα επιρροής της. Χώρες όπως η Αλβανία, στην οποία έχει επενδύσει σε αεροπορικές και τηλεπικοινωνιακές εταιρείες, έργα υποδομών και τράπεζες, το Κόσοβο, όπου το αεροδρόμιο της Πρίστινα βρίσκεται στα χέρια ελεγχόμενης από το κόμμα του Ερντογάν εταιρείας, αλλά και η Βοσνία/Ερζεγοβίνη βρίσκονται θετικά προσκείμενες απέναντι στον Ερντογάν. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι ανήκουν στη σφαίρα επιρροής που ο ίδιος θα επιθυμούσε.

Στον μουσουλμανικό κόσμο, απέναντι στις επιδιώξεις του Ερντογάν στέκονται αρκετές αραβικές χώρες, με πρώτες την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ο πρώτος λόγος είναι γεωπολιτικός. Και οι τρεις αυτές χώρες δικαιολογημένα θεωρούν ότι ο Τούρκος πρόεδρος χρησιμοποιεί τη «Μουσουλμανική Αδελφότητα» για να υπονομεύσει τα εκεί καθεστώτα. Ο δεύτερος λόγος είναι η πρωτοκαθεδρία που παραδοσιακά κατέχει η Σαουδική Αραβία στο Ισλάμ, ως θεματοφύλακας των ιερών τόπων, και η πρωτοκαθεδρία που επίσης παραδοσιακά κατέχει η Αίγυπτος στον αραβικό κόσμο. Ο πρόεδρος Αμπτνέλ Φατάχ αλ Σίσι, που ανέτρεψε τον πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι, στέλεχος της «Μουσουλμανικής Αδελφότητας», έχει συνείδηση ότι ο Ερντογάν δεν είναι απλώς αντίπαλος, αλλά ότι κυριολεκτικά θέλει το κεφάλι του…