Αρχιεπίσκοπος: Η Ορθόδοξη Εκκλησία καλείται να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του κόσμου

Ύστερα από πολλούς αιώνες εσωστρέφειας, η Ορθόδοξη Εκκλησία βρίσκεται και πάλι συναθροισμένη σε Σύνοδο, σε μια συν-οδοιπορία για αντιμετώπιση των πιεστικών προβλημάτων του κόσμου, τόνισε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Β` σε προσφώνησή του στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, που πραγματοποιείται στην Κρήτη.

“Είναι σίγουρο πως ο κόσμος, παρακολουθώντας μας, επιζητεί να μάθει τί το αποτελεσματικό έχει να πει η Ορθοδοξία για τα προβλήματα και τις ανησυχίες των σημερινών ανθρώπων. Καλούμαστε να αποδείξουμε την ικανότητά μας να συλλαμβάνουμε τα μηνύματα των καιρών”, είπε ο Αρχιεπίσκοπος, προσθέτοντας ότι “ιδιαίτερα τώρα, που η κρίση του Δυτικού κόσμου αποχριστιανίζει τον ίδιο τον χριστιανισμό, γινόμαστε προσδοκία ελπίδος. Τα γεγονότα προσδιορίζουν τη δική μας ευθύνη, πιέζοντας μας να μη χρονοτριβούμε σε εσωτερικά προβλήματα της Ορθοδοξίας”, ανέφερε.

Ο Ορθόδοξος κόσμος, είπε, αναμένει από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο την έμπρακτη έκφραση της ενότητας της Ορθοδοξίας απέναντι στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κόσμος, καθώς και την ενιαία θέση της στις σχέσεις της με τον υπόλοιπο Χριστιανικό κόσμο.

“Ο κόσμος του 1961 ή του 1986 δεν υπάρχει πια. Στη θέση του γεννήθηκε ένας άλλος κόσμος, πιο περίπλοκος. Μπροστά μας προβάλλουν μεν τα παντοτινά υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου, αλλά και άλλα θέματα, όπως το περιβάλλον, η βιοηθική, τα ναρκωτικά, οι τεχνικές της πληροφόρησης, η οικονομία που έχει παρεκτραπεί. Ένας νέος τρόπος ζωής που στηρίζεται στην κατανάλωση και στον ατομισμό αντικατέστησε τον διαχρονικό Ορθόδοξο τρόπο ζωής με τη λιτότητα του βίου και την επιδίωξη της αρετής. Ο άνθρωπος σήμερα ζει μιαν τραγωδία. Πάνω στα πιο άστατα πράγματα της ζωής προσπαθεί να οικοδομήσει την ευτυχία του”, συνέχισε ο Αρχιεπίσκοπος.

Εξέφρασε την άποψη ότι θα πρέπει να οργανωθεί σύντομα μια νέα Μεγάλη Σύνοδος που να ασχοληθεί επισταμένως με τα προβλήματα της Οικολογίας, της Βιοηθικής, της μη σύμμετρης ανάπτυξης των υλικών και πνευματικών αξιών, της απουσίας από τον σύγχρονο κόσμο του νοήματος της ζωής.

“Ένα χρονικό διάστημα 3-5 ετών νομίζω πως είναι αρκετό γι’ αυτό τον σκοπό. Μια τέτοια νέα Μεγάλη Πανορθόδοξη Σύνοδος θα πρέπει να έχει επιπλέον ως στόχο της τη δημιουργία διόδου εισδοχής των Ετεροδόξων στην Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως έκαναν και οι Οικουμενικές Σύνοδοι της πρώτης χιλιετίας, και δημιουργία προϋποθέσεων επηρεασμού, τόσο με την ιεραποστολή όσο και με άλλους τρόπους, εκ μέρους της, του υπόλοιπου κόσμου”, είπε.

Πρόσθεσε ότι αυτή η νέα Μεγάλη Πανορθόδοξη Σύνοδος θα μπορεί να μελετήσει, επίσης, μεταρρυθμίσεις που δεν επηρεάζουν τον πυρήνα της πίστης και τα δόγματα της Εκκλησίας και που αναφέρονται σε ζητήματα πρακτικά, ηθικά, κανονικά σ’ έναν κόσμο που μεταβάλλεται συνεχώς, ως προς τις δομές και τις λειτουργίες του.

“Όσο κι αν οι άνθρωποι έχουν απομακρυνθεί από το θέλημα του Θεού, όσο κι αν η κοινωνία μας έχει εκκοσμικευθεί, ο κόσμος παραμένει πάντα το αντικείμενο της Πρόνοιας τού Θεού. Είναι η δημιουργία του που έχει να επιτελέσει ένα σκοπό. Και εμείς, η Εκκλησία, οφείλουμε να συμπαριστάμεθα και να καθοδηγούμε αυτόν τον κόσμο προς εκπλήρωση του θελήματος του Θεού. Δεν περατώνεται, λοιπόν, ούτε και μειώνεται η ευθύνη μας με την Αγία και Μεγάλη αυτή Σύνοδο. Αντίθετα μάλιστα. Εκτιμώντας τις προσδοκίες του λαού θα πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να εκφράσουμε το θέλημα του Θεού στις συντεταγμένες του καιρού μας, φωτίζοντας τον δρόμο των ανθρώπων μέσα στα ποικίλα αδιέξοδα της ζωής”, συνέχισε.

Σημειώνοντας ότι η απουσία κάποιων τοπικών Εκκλησιών δεν μειώνει τη σημασία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, είπε ότι τόσο τα θέματα, όσο και τα κείμενα της Συνόδου είχαν συζητηθεί και εγκριθεί ομόφωνα από τις αντιπροσωπείες των Ορθοδόξων Εκκλησιών και τους Προκαθημένους τους, το ίδιο και η σύγκληση της Συνόδου.

“Η σημερινή απουσία τους δεν έχει σχέση με τα θέματα και την ουσία των συζητήσεων, αλλά οφείλεται κατά την άποψη μου σε επικοινωνιακούς ή εσωτερικούς των συγκεκριμένων Εκκλησιών λόγους. Για μας το γεγονός παραμένει εξόχως σημαντικό και κορυφαίο στη ζωή της Εκκλησίας”, κατέληξε ο Αρχιεπίσκοπος.