Απορρίφθηκε από το Ανώτατο το αίτημα Συλλούρη για απαγόρευση μετάδοσης του επίμαχου βίντεο

Το Ανώτατο απέρριψε αίτηση για άδεια καταχώρησης αιτήματος ακυρωτικού διατάγματος Certiorari και Prohibition σε σχέση με τρία διατάγματα που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας πρόσφατα σε αγωγή του πρώην Προέδρου της Βουλής Δημήτρη Συλλούρη κατά του Al Jazeera και ακόμα έξι φυσικών προσώπων, παραπέμποντας σε άλλα ένδικα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους.

Σύμφωνα με τα γεγονότα όπως παρατίθενται στην απόφαση του Ανώτατου ημερομηνίας 8 Ιουλίου, «η απαίτηση του Καθ΄ου η Αίτηση είναι για δήλωση του Δικαστηρίου ότι η δημοσιοποίηση συγκεκριμένης βιντεογράφησης ημερ.26.10.2019 που τον αφορά, χωρίς τη συγκατάθεση του, συνιστά παράνομη ενέργεια που παραβιάζει τα συνταγματικά του δικαιώματα. Αξιώνεται, συναφώς, διάταγμα που να τους απαγορεύει να χρησιμοποιούν καθ΄οιονδήποτε τρόπο τη συγκεκριμένη βιντεογράφηση και αποζημιώσεις για δυσφήμιση».

Αυθημερόν, αναφέρεται, «με την καταχώριση της αγωγής, ο Καθ΄ου η Αίτηση αποτάθηκε στο κατώτερο Δικαστήριο με μονομερή αίτηση και την 20.5.2021 εξασφάλισε προσωρινό διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν στους Αιτητές να χρησιμοποιήσουν ή διαθέσουν τη συγκεκριμένη βιντεογράφηση χωρίς τη συγκατάθεση του».

«Παρά το γεγονός ότι, όπως αναφερόταν στην ίδια την υποστηρικτική της αίτησης ένορκη δήλωση, η βιντεογράφηση είχε αρχίσει να προβάλλεται παγκύπρια από τον Οκτώβριο του 2020, κρίθηκε ότι ικανοποιείτο το στοιχείο του κατεπείγοντος, αφού η βιντεογράφηση ήταν υποψήφια για βράβευση στην κατηγορία “Current Affairs” από τον οργανισμό BAFTA, που θα λάμβανε χώρα την 6.6.2021 και θα προβαλλόταν», προστίθεται.

Το προσωρινό διάταγμα, συνεχίζει το Ανώτατο στην απόφασή του, «ορίστηκε “για επίδοση” την 18.6.2021, χωρίς αναφορά ότι ήταν επιστρεπτέο την ημέρα εκείνη. Την επομένη της έκδοσης του διατάγματος, ο Καθ΄ ου η Αίτηση αποτάθηκε εκ νέου στο κατώτερο Δικαστήριο και την 25.5.2021 εξασφάλισε διάταγμα για την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος, της αίτησης για το προσωρινό διάταγμα και του ιδίου του διατάγματος ημερ.20.5.2021 στους Αιτητές στην Αγγλία».

Σημειώνεται ότι το διάταγμα που επέτρεπε την επίδοση συντάχθηκε την 27.5.2021, εντούτοις τα προς επίδοση έγγραφα παραδόθηκαν στους ταχυμεταφορείς (DHL) την 14.6.2021, όπως φαίνεται στα σχετικά έντυπα. Άλλωστε η σχετική καλυπτική επιστολή του δικηγόρου του Καθ’ου η Αίτηση έχει ημερ.11.6.2021.

«Τα προς επίδοση έγγραφα αφέθηκαν στη διεύθυνση που είχε δώσει ο Καθ΄ ου η Αίτηση στο Λονδίνο την 15.6.2021, δηλαδή τρεις μόνο μέρες πριν την ημερομηνία που η αίτηση ήταν ορισμένη. Δεν παραδόθηκαν προσωπικά στους Αιτητές και δεν διαφαίνεται κατά πόσον κατέληξαν σε οιονδήποτε από αυτούς», αναφέρεται.

«Οι Αιτητές δεν εμφανίστηκαν ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου κατά τη 18.6.2021. Στο πρακτικό ημερ.18.6.2021 (Τεκμ.10Α) καταγράφεται ότι είχε αποδειχθεί η επίδοση στους Αιτητές που ήταν απόντες. Το κατώτερο Δικαστήριο σημείωσε ότι η προς αυτούς επίδοση ήταν σωστή και σύμφωνα με το εκδοθέν διάταγμα και προχώρησε στην οριστικοποίηση του προσωρινού διατάγματος ημερ.20.5.2021 στην απουσία τους», προστίθεται.

Αυτό, σύμφωνα με το Ανώτατο, «καταδεικνύει πως το κατώτερο Δικαστήριο θεωρούσε ότι το προσωρινό διάταγμα ήταν την ημέρα εκείνη επιστρεπτέο, παρά το ότι δεν αναφερόταν στο πρακτικό ημερ.20.5.2021 ότι είχε έτσι οριστεί».

«Με το να θεωρήσει την επίδοση ημερ.15.6.2021 κανονική το κατώτερο Δικαστήριο, όπως εκ πρώτης όψεως προκύπτει, θεώρησε ότι οι Αιτητές είχαν νομότυπα ειδοποιηθεί και εφόσον δεν εμφανίζονταν μπορούσε να προχωρήσει στην απουσία τους όπως και έπραξε», αναφέρεται στην απόφαση του Ανωτάτου.

Όμως, προστίθεται, «η επίδοση που έγινε την 15.6.2021 δεν μπορούσε να ήταν νομότυπη αναφορικά με διαδικασία που ήταν ορισμένη την 18.6.2021,1 εκτός και αν το ίδιο το κατώτερο Δικαστήριο είχε διατάξει την σύντμηση του χρόνου για την επίδοση,2 που δεν ήταν όμως η περίπτωση».

Σημειώνεται πως ότι η παράδοση έγινε την 15.6.2021 δεν προκύπτει από το ίδιο το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου ημερ.18.6.2021, αλλά από την μαρτυρία που προσφέρουν οι Αιτητές.

Το Ανώτατο διαπιστώνει «εκ πρώτης όψεως, παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης».

Προκύπτει, ωστόσο, σημειώνεται, «ζήτημα κατά πόσο έχουν οι Αιτητές στη διάθεση τους άλλο ένδικο μέσο και συγκεκριμένα τη δυνατότητα να προσφύγουν στο κατώτερο Δικαστήριο για τον παραμερισμό του διατάγματος ημερ.18.6.2021 δυνάμει της Δ.48, θ.8(4) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας που προνοεί ότι: «Οιονδήποτε πρόσωπο (άλλο από τον αιτητή) που επηρεάζεται από διαταγή που εκδόθηκε μονομερώς μπορεί να αιτηθεί με κλήση για τον παραμερισμό ή την τροποποίηση της …».

Και τούτο, αναφέρεται, «αφού σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα».

Σε άλλο σημείο της απόφασης του το Ανώτατο αναφέρει ότι «προσπαθώντας να αναδείξουν την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, οι Αιτητές παρέπεμψαν ξανά στα προβαλλόμενα σφάλματα του κατώτερου Δικαστηρίου, επισημαίνοντας ότι με το απαγορευτικό διάταγμα ουσιαστικά διατάχτηκε η φίμωση ενός παγκοσμίως γνωστού διεθνούς ειδησεογραφικού πρακτορείου και πως πλήττεται η διεθνής εικόνα της Δημοκρατίας και της δικαιοσύνης της χώρας».

Ωστόσο, όπως αποφαίνεται, «το Δικαστήριο δεν έχει ικανοποιηθεί ότι το απαγορευτικό διάταγμα έχει επιπτώσεις τέτοιες, ώστε στη βάση τους να τεκμηριώνονται εξαιρετικές περιστάσεις».

«Οι Αιτητές απέτυχαν να διακρίνουν την περίπτωση τους από τις περιπτώσεις εκείνες για τις οποίες η διαδικασία της Δ.48, θ.8(4) προβλέφθηκε», σημειώνεται.