Το τελευταίο αντίο στην Καίτη Κληρίδου

Στον Ιερό Ναό Κωνσταντίνου και Ελένης στη Λευκωσία συγκεντρώθηκαν νωρίς το πρωί πολιτικοί από όλους του κομματικούς χώρους, αξιωματούχοι, συγγενείς και φίλοι, για να πουν το τελευταίο αντίο στην Καίτη Κληρίδου, πολιτικό και κόρη του αείμνηστου τέως ΠτΔ, Γλαύκου Κληρίδη.

Παρόντες ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, η Πρόεδρος της Βουλής και Πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Αννίτα Δημητρίου, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου, η Υφυπουργός Πολιτισμού, Βασιλική Κασσιανίδου, Βουλευτές και στελέχη του ΔΗΣΥ, ο τέως Πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Βουλευτής Αβέρωφ Νεοφύτου, ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, ο Βουλευτής Επικρατείας της Βουλής των Ελλήνων με τη Νέα Δημοκρατία, Χρήστος Στυλιανίδης, η τέως Επίτροπος Ασφάλειας και Υγείας της ΕΕ Στέλλα Κυριακίδου, πρώην Υπουργοί και πρώην Βουλευτές, εκπρόσωποι ελληνοκυπριακών και τουρκοκυπριακών κομμάτων, ο Διευθυντής του Ινστιτούτου Γλαύκος Κληρίδης, Βουλευτής Χάρης Γεωργιάδης, καθώς και ο ΓΓ της ΣΕΚ, Ανδρέας Μάτσας.

Στεφάνια κατέθεσαν – μεταξύ άλλων – ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, η κ. Δημητρίου, ο Υπουργός Εσωτερικών, Κωνσταντίνος Ιωάννου, ο Υπουργός Άμυνας, Βασίλης Πάλμας, η Υφυπουργός Πολιτισμού, Βασιλική Κασσιανίδου, η Υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας, Μαριλένα Ευαγγέλου, ο σύζυγος της εκλιπούσας, Κώστας Σιαμμάς, ο Αναπληρωτής Πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Ευθύμιος Δίπλαρος, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου, εκπρόσωποι του ΔΗΚΟ, της ΔΗΠΑ και του Κινήματος Οικολόγων, ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χρύσης Παντελίδης, η ανεξάρτητη Βουλευτής, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, ο τέως Πρόεδρος Αναστασιάδης, η Αντρούλα Βασιλείου εκ μέρους του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας, Γιώργου Βασιλείου, ο Χρήστος Στυλιανίδης, ο οποίος κατέθεσε στεφάνι εκ μέρους του Πρωθυπουργού της Ελλάδας, Κυριάκου Μητσοτάκη, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος ΔΗΣΥ, Νίκος Τορναρίτης, εκ μέρους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος, ο Χάρης Γεωργιάδης, ο ο Αβέρωφ Νεοφύτου, ο τέως ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας, Μουσταφά Ακιντζί, και ο ΓΓ του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος, Φικρί Τόρος.

Η Αννίτα Δημητρίου στον επικήδειο λόγο που εκφώνησε ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι «η Καίτη Κληρίδου ποτέ δεν χώρεσε σε στερεότυπα. Τα εισαγωγικά δεν μπορούσαν να εξαντλήσουν την προσωπικότητα της. Δεν χωρούσε σε τίτλους. Δεν χωρούσε σε ιδιότητες. Γιατί ήταν και θα είναι πάντοτε κάτι πολύ περισσότερο. Ένας σπάνιος άνθρωπος.

Αυτούσιος ο επικήδειος λόγος της προέδρου του ΔΗΣΥ:

ΜΑΖΙ! Αυτή είναι η πρώτη λέξη που μου έρχεται στο μυαλό όταν σκέφτομαι την αγαπημένη μας Καίτη. Η απόλυτη ενσάρκωση της έννοιας. Γιατί έτσι ακριβώς έζησε. Μαζί με τον άνθρωπο. Όποιος και αν ήταν, από όπου κι αν ερχόταν, ό,τι και αν πίστευε. Διάλεγε πάντα την ανθρώπινη επαφή και προσέγγιση… Και αυτό είναι πιο σπουδαίο, πιο μεγάλο… Από οποιοδήποτε αξίωμα.

«Η πολιτικός», «η βουλεύτρια», «η κόρη του Γλαύκου»… Η Καίτη Κληρίδου ποτέ δεν χώρεσε σε στερεότυπα… Τα εισαγωγικά δεν μπορούσαν να εξαντλήσουν την προσωπικότητα της. Δεν χωρούσε σε τίτλους. Δεν χωρούσε σε ιδιότητες. Γιατί ήταν και θα είναι πάντοτε κάτι πολύ περισσότερο. Ένας σπάνιος άνθρωπος. Μια ξεχωριστή φίλη και σπουδαία συνεργάτιδα.

Και μας λείπει. Kαι θα λείψει. Ειδικά στις μέρες μας που περισσεύουν οι ρόλοι και λιγοστεύει η απλότητα και η μεγαλοσύνη της αυθεντικότητας.

Για την Καίτη δεν υπήρχαν «οι δικοί μας» και «οι άλλοι». Υπήρχαν μόνο άνθρωποι. Δεν την ενδιέφερε σε ποιο κόμμα ανήκαν, τι ψήφισαν, ποιον πίστευαν. Την ένοιαζε αν πονούσαν, αν είχαν φωνή, αν χρειάζονταν χέρι να κρατηθούν. Και το έδινε απλόχερα. Χωρίς να εξετάζει πιστοποιητικά ιδεολογίας ή ταυτότητας.

Άπλωνε το χέρι αθόρυβα, χωρίς να ξέρει κανείς. Δεν επεδίωκε ποτέ το χειροκρότημα, οι προβολείς άλλωστε δεν της άρεσαν και ούτε έψαχνε να μπει μπροστά για να φανεί.

Ποτέ, εξάλλου, δεν εκμεταλλεύτηκε το βαρύ όνομα που κουβαλούσε. Δεν το θεώρησε προνόμιο… Περισσότερο το ένιωθε ως χρέος. Ως ευθύνη. Και το υπηρέτησε με πίστη και όραμα χωρίς να το επιδεικνύει.

Όπως ακριβώς έζησε ήσυχα, διακριτικά, με σεμνότητα… Με εντιμότητα, καθαρότητα και θάρρος… Άφησε ανεξίτηλο το δικό της αποτύπωμα. Ναι, για όσους τη γνωρίζαμε προσωπικά μάς σημάδεψε η Καίτη. Μας σημάδεψε με την ειλικρίνεια και την τόλμη του λόγου της, την αγνότητα της ματιάς της, την ηρεμία της δύναμής της.

Φίλες και φίλοι,

Η Καίτη Κληρίδου γεννήθηκε τον Μάιο του 1949 στο Λονδίνο. Όταν ακόμη ο Γλαύκος Κληρίδης ήταν φοιτητής. Σε εποχές δύσκολες, μεταβατικές για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Γεμάτες αλλαγές, αβεβαιότητες, μα και ελπίδες. Ήρθε στην Κύπρο σε ηλικία δύο ετών και από τότε το νήμα της ζωής της δέθηκε άρρηκτα με τη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου.

Μεγάλωσε σε μια οικογένεια όπου τα ιδανικά, οι αρχές και οι αξίες ήταν βιώματα, πράξεις καθημερινές. Μέσα στο ίδιο της το σπίτι γραφόταν η ιστορία του τόπου. Έζησε τα πρώτα βήματα μιας νεοσύστατης Δημοκρατίας που προσπαθούσε να βρει τα πατήματα της και να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο κόσμους. Έζησε τις ανοικτές πληγές της Κύπρου και την αγωνιώδη προσπάθεια του πατέρα της να παραδώσει κράτος μέσα από το χάος και τα συντρίμμια της Τουρκικής εισβολής.

Έζησε τη γέννηση και τη θεμελίωση μιας Παράταξης, που δημιουργήθηκε ως αντίδοτο στην τοξικότητα της διχόνοιας και του διχασμού. Που κτίστηκε στις αξίες της ενότητας. Μιας Παράταξης που ιδρύθηκε για την επανένωση και απελευθέρωση της Κύπρου. Η μοναχοκόρη του Γλαύκου Κληρίδη ένιωσε από πολύ νωρίς τι σημαίνει ευθύνη, τι σημαίνει βαθιά και ουσιαστική αγάπη για την πατρίδα. Τι σημαίνει να αγαπάς και να έχεις έγνοια τον άνθρωπο.

Σπούδασε κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, με μεταπτυχιακές σπουδές στις πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και νομική στο Gray’s Inn.

Πέρασε από θέσεις, από οργανισμούς, από αξιώματα. Από το Τμήμα Στατιστικής και Ερευνών, στο Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών για την ενημέρωση των ξένων δημοσιογράφων σχετικά με το Κυπριακό και τα προσφυγικά. Εργάστηκε στη Διεθνή Ομοσπονδία Οικογενειακού Προγραμματισμού, υπήρξε νομική σύμβουλος στην Τράπεζα Κύπρου επί έντεκα χρόνια. Ήταν βουλευτής Λευκωσίας για περισσότερο από μια δεκαετία. Δημοτική σύμβουλος, πρώτη γυναίκα αντιπρόεδρος του ΔΗΣΥ, πρώτη γραμματέας της ΓΟΔΗΣΥ, επικεφαλής της Γραμματείας Κοινοτικής Επαναπροσέγγισης και Ενδυνάμωσης της Κοινωνίας των Πολιτών του ΔΗΣΥ, Προέδρος του Ινστιτούτου «Γλαύκος Κληρίδης». Επίτροπος Ανθρωπιστικών Θεμάτων με αρμοδιότητα στις θρησκευτικές μειονότητες, τους αγνοούμενους, τους εγκλωβισμένους, τους απόδημους και τους επαναπατρισθέντες. Επικεφαλής επιτροπών, ιδρυτικό μέλος οργανώσεων για την ειρήνη, για το περιβάλλον, για τα ζώα.

Σε όλα τα αξιώματα και τις θέσεις που υπηρέτησε αυτό που έκανε την Καίτη να ξεχωρίζει ήταν η μοναδική ικανότητα της, πέρα από αριθμούς και στατιστικές, να βλέπει ανθρώπους. Να παραμένει στοχοπροσηλωμένη στις ανάγκες των πολιτών.

Αγωνίστηκε για να δώσει φωνή, να δώσει ορατότητα στους πιο ευάλωτους. Σε αυτούς που η κοινωνία προσπερνούσε. Στην εποχή της προκατάληψης πρωτοστάτησε για την προστασία των ατόμων με νοητική αναπηρία και για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης. Για τη συμμετοχή της γυναίκας στα κέντρα λήψεως αποφάσεων, τα δικαιώματα της σε ηγετικές θέσεις στην πολιτική και στην εργασία. Αγκάλιασε τους ασθενείς με AIDS όταν κάποιοι από άγνοια και φόβο έστρεφαν το βλέμμα αλλού. Πάλεψε για τη Γρηγόρειο Κλινική. Έβαλε πλάτη για ανθρώπους που κανείς δεν γνώριζε, όμως η Καίτη ήξερε ότι υπήρχαν. Και της αρκούσε αυτό.

Έδειξε σε όλους μας πως η πολιτική μπορεί, ναι, να είναι ανθρώπινη. Όχι άθροισμα εξουσιών μα άθροισμα πράξεων. Γιατί ήξερε πως το μέτρο της ανθρωπιάς μετριέται απ’ το πως φερόμαστε στα πιο αδύναμα πλάσματα.

Η μεγαλύτερη της επιθυμία ήταν να δει την πατρίδα της ελεύθερη και επανενωμένη. Δεν έπαψε ούτε στιγμή να ελπίζει και να δουλεύει σκληρά γι’ αυτό, μέχρι την τελευταία της ανάσα. Μέσα από τον ακτιβισμό για την ειρήνη γνώρισε τον αγαπημένο της σύζυγο Κώστα Σιαμμά και μαζί πορεύτηκαν και στη ζωή.

Η Καίτη είχε ένα ιδιαίτερο χάρισμα. Μπορούσε να ακούσει χωρίς να κρίνει. Να συνθέσει χωρίς να ακυρώνει. Να σεβαστεί την αλήθεια του καθενός χωρίς να χάσει τη δική της.

Άνοιξε δρόμους. Ήξερε να κτίζει γέφυρες. Έφερε ομάδες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων κοντά. Πίστευε στον διάλογο. Πίστευε στην συνύπαρξη. Ανίχνευσε έγκαιρα ότι υπάρχουν δυνάμεις εντός της τουρκοκυπριακής κοινότητας, οι οποίες έχουν τον ίδιο στόχο για απαλλαγή από την τουρκική κατοχή και την επανένωση της πατρίδας μας. Επένδυε στις συνέργειες και όχι στην αντιπαράθεση. Έχοντας πίστη, ακόμη και στις πιο σκοτεινές στιγμές, στην επαφή με την κοινωνία των πολιτών.

Γνώριζε τον πόνο, στόχευε όμως πάντα στη βαθιά ανάγκη για συμφιλίωση. Γνώριζε πολύ καλά ότι η ειρήνη δεν μπορεί να επιτευχθεί με κούφια συνθήματα, λεονταρισμούς και ψευτοπατριωτικές κορώνες. Με πίστη στις αρχές του Γλαύκου Κληρίδη έβαζε μπροστά τον πατριωτικό ρεαλισμό. Και δεν έκανε πίσω. Είχε το θάρρος της γνώμης της, το θάρρος να παραμένει ο εαυτός της, πολλές φορές και με προσωπικό κόστος.

Γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά, ότι δεν ήταν λίγες οι φορές που λοιδορήθηκε. Την ειρωνεύτηκαν, την χλεύασαν, την είπαν γραφική, υπερβολικά ρομαντική.

Πίστευε στη συμφιλίωση… Και κάποιοι την αποκαλούσαν «αφελή».΄

Μιλούσε για τον άνθρωπο… Και άλλοι θεωρούσαν ότι ήταν «εκτός πραγματικότητας».

Έδειχνε ευαισθησία… Και ορισμένοι το εκλάμβαναν ως «αδυναμία».

Επέμενε στην ευθύτητα… Ακόμη και «επικίνδυνη» την είπαν.

Η ίδια δεν μπήκε ποτέ στο παιχνίδι της αντεκδίκησης. Στεκόταν όρθια μέσα από το σπάνιο ήθος που τη χαρακτήριζε. Διέθετε τη δύναμη και την ποιότητα μιας ήσυχης αντοχής και αυτό ήταν η πιο ηχηρή απάντηση στους επικριτές της.

Δεν την ενδιέφερε να έχει το πάνω χέρι σε αντιπαραθέσεις. Την ενδιέφερε να είναι σωστή. Να δείχνει σεβασμό ακόμη και όταν δεν τον εισέπραττε. Να μένει αληθινή.

Και τα κατάφερε μέχρι τέλους. Έδωσε και την τελευταία της μάχη με τόση αξιοπρέπεια. Όπως έζησε έτσι πάλεψε και με τον καρκίνο. Με γενναιότητα. Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Με αγάπη για τη ζωή, για την πατρίδα, για τον κάθε συνάνθρωπο ξεχωριστά, για όλα όσα πρέσβευε μέχρι και το τελευταίο λεπτό.

Έγραψε για γέφυρες και έγινε η ίδια γέφυρα. Γνώριζε τόσες ξένες γλώσσες, μα κυρίως μιλούσε τη γλώσσα της καρδιάς. Ένωσε ανθρώπους, ένωσε ιδέες. Έδειξε πως η πολιτική μπορεί να έχει και άλλη όψη αυτή της συμπερίληψης και του σεβασμού.

Έζησε μια ζωή δύσκολη γεμάτη όμως με ουσία, γεμάτη από μικρές νίκες ανθρωπιάς. Η ζωή της Καίτης δεν μετριέται με αξιώματα αλλά με γέφυρες. Και οι ανθρώπινες γέφυρες που έκτισε δεν γκρεμίζονται. Μένουν για να τις διανύσουν οι επόμενοι.

Όπως πολύ εύστοχα γράφει ο αγαπητός φίλος Γιώργος Κασκάνης:

«Όταν αριστεροί, δεξιοί, κεντρώοι, σοσιαλιστές… αναγνωρίζουν πως το πέρασμά σου άφησε όμορφα σημάδια σε μια άσχημη πραγματικότητα…

Όταν μιλούν για σένα με τόσο συγκινητικά λόγια οι άνθρωποι αυτού του τόπου ανεξαρτήτως από το που κατοικούν, ποιον Θεό πιστεύουν ή ποια γλώσσα μιλούν…

Όταν αυτό που ξεχωρίζουν όλοι είναι τη σεμνότητα, την αντισυμβατική σου συμπεριφορά, το γλυκό χαμόγελο…

…Όταν κατάφερες όλα αυτά, δεν έζησες απλώς. Άφησες σε κάθε συντροφιά, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε αγκαλιά ένα κομμάτι δικό σου. Αυτό που δεν πεθαίνει ποτέ».

Καλό σου ταξίδι αγαπημένη μας.

Καλό παράδεισο Καίτη μας.

Θα είσαι πάντα η υπενθύμιση της πίστης σε κάτι πολύ μεγαλύτερο.

Στον ίδιο τον άνθρωπο.

Θα είσαι πάντα στις καρδιές μας.